Αντηχήσεις
O Αναστάσιος Μπαμπατζιάς αφήνει την φαντασία του να πετά ελεύθερη με τα φτερά ενός άταστου μπάσου και των ονειρικών του αντηχήσεων.
Ambient ηχορυθμοτοπία τα λέει ο Βαγγέλης, οπότε θα προσπαθήσω και ‘γω να τα φανταστώ και να τα περιγράψω ακούγοντάς τα. Ούτως ή άλλως και εγώ κάτι παρόμοια τοπία κάνω συχνά, αλλά με πινέλο και όχι με μπάσo και ιδιόφωνα.
Ένα πολυτοπικό όνειρο.
Το πρώτο φως είναι του βασιλιά της Νυκτός. Ένας θρόνος εμφανίζεται στο κέντρο της εικόνας, βαρύτονος και απόρθητος με τρία σκαλοπάτια. Όλο και πλησιάζει πιο κοντά σου. Σύντομα φτάνει κάπου στα μισά της απόστασης μεταξύ χάους και ακροατή. Τώρα είμαστε ικανοί να δούμε την παρουσία πάνω στο θρόνο, διάφανη και βαθιά, ένα ριφ βασιλιάς μπάσος που εξουδετερώνει το υγρό φως σα θεραπευτής αυστηρός σε χρυσό φόντο. Διακοσμημένος με αντιγραφές μνημών ξεχασμένων που διαχέονται στα ηχεία του μικρού σπιτιού σου.
Αλλαγή φάσης.
Ταυτόχρονα, σε μια άλλη αντήχηση μέσα στον αιώνιο χώρο, μια εκπομπή οδεύει προς την ολοκλήρωσή της. Το τραγούδι του Canis Majoris, που πριν τρεις μέρες μετατράπηκε σε ένα πολύφωτο μεγατονικό μάγναστρο, ακούγεται στα υψίπεδα των διαστρικών ορέων. Από τότε που συνειδητοποιήσαμε ότι οι ερυθροί γίγαντες είναι ζωντανοί οργανισμοί με ενσυναίσθηση, τους κυνηγάμε μέσα στο κοσμικό κάδρο για να συλλέξουμε το τραγούδι τους που συνήθως ακούγεται καθαρά σε απόσταση τριών χιλιάδων ετών φωτός και μαγνητίζει με την μελωδία του τα υποατομικά σωματίδια, τα υπεύθυνα για την ανασύσταση των απομονωμένων ψυχών.
Υπήρξαν άνθρωποι, ανάμεσα σε αυτούς και προφήτες, που άκουσαν κάποτε αυτά τα τραγούδια φωνές των ζωντανών αστέρων. Κατέβαιναν στις θανατερές ερήμους της Γης σαν πυρακτωμένα κύμβαλα και σέρνονταν πάνω στη σκόνη. Τότε ακούγονταν τα τραγούδια όχι πολύ διαφορετικά από τους επίσης ποτισμένους από αυτή την αρχαία οστέινη σκόνη Popol Vuh οι οποίοι είχαν άξαφνα μεταφερθεί από μια οπή του χωροχρόνου στη Γερμανία.
Μωβ.
Η επιστροφή των ασήκωτων ριφ. Αργά και κατανυκτικά επιδεικνύουν την πένθιμη πανέμορφη αποφορά τους. Βασανιστικές αλυσίδες που κροταλίζουν ρυθμικά αφήνοντας σε κάθε κρούση και από ένα κομμάτι του φαντάσματος που με την αιχμαλωσία του είχαν επιφορτιστεί.
Κάτω από τα ατέλειωτα πέπλα της άμμου, κείτονταν τα λευκά κοχύλια. Για τους εξερευνητές του χρόνου ήταν μια μικρή αδιόρατη ένδειξη της ύπαρξης ενός γιγαντιαίου ενιαίου ωκεανού. Τα ανακάλυπταν σπάνια από τις λεπτές διακυμάνσεις των ραδιενεργών εκπομπών τους. Λευκά κοχύλια μόνο κατ’ όνομα, γιατί στην πραγματικότητα ήταν η συμπύκνωση, υλική υπόσταση παλαιώναισθημάτων. Κάποιος μάλιστα κάποτε έγραφε ημερολόγια αφιερωμένα σε αυτά τα άπιαστα δείγματα ομορφιάς. Στη γραφή αυτή είχε βοήθεια. Ένα ηχογόνο έμβρυο ονόματι Organum παρέδιδε αξιοσημείωτους λόγους στον συγγραφέα για να κατασκευάσει κάποιες αφαιρετικές ambient παραγράφους. Ήλπιζε έτσι σε μια ανακατανομή της κοσμικής πνοής. Ήλπιζε ίσως σε μια ανάσταση.
Μια νύχτα αλλοπρόσαλλη άνευ αυγής, για ένα δευτερόλεπτο τα κατάφερε. Αυτή τη στιγμή οι τόνοι του Μωβ ξεψύχησαν, έγιναν διάφανοι. Τα νεφελώματα φωτίστηκαν.
Ξάφνου μέσα στην αναπνέουσα φαντασίωση αυτής της υδάτινης αστρικής μυθολογίας, το δάσος αναδύθηκε, ένα δέντρο από κάθε κόκκο άμμου που αντιστοιχεί σε μια νύμφη. Οι κλάδοι μετατρέπονται σε άκρα, σε χιμαιρικά μπράτσα γαλακτόχρωμου δέρματος. Πρόσωπα απόκοσμα μιας αρχαίας ομορφιάς, νεαρής δροσιάς αλλά προαιώνιας θλίψης. Χορεύουν αργά και κρύβουν το φως του θρόνου της νυκτός. Μεγάλες νεράιδες που μίκρυναν, άστεγες, χωρίς φύλλωμα που χορεύουν μέχρι να εξαϋλωθούν.