'Και γιατί δεν σου αρέσει νεαρέ μου;' ρώτησε για μία ακόμη φορά. Κοίταξα έξω από το παράθυρο, προς το εξωτερικό γυάλινο ασανσέρ που ανεβοκατέβαινε αδιαμαρτύρητα, λες και περίμενα από κει καμιά απάντηση που θα τον ικανοποιούσε. Τίποτα. 'Δεν υπάρχει η παραμικρή ιδέα αποπλάνησης, γι' αυτό δεν μ' αρέσει' του απάντησα ανασυντάσσοντας τις δυνάμεις μου και περνώντας στην αντεπίθεση. Στιγμιαία αποδιοργάνωση. 'Τι εννοείς αποπλάνηση;' ζήτησε διευκρινίσεις. 'Να, κάτι να με παραμυθιάσει, να με φέρει κοντά στη στιγμιαία ηδονή, να με ταρακουνήσει'. Με κοίταξε ειρωνικά. 'Μα δεν είναι δυνατό στην εποχή μας αυτό το beat να θεωρείται ξεσηκωτικό', συνέχισα. 'Περισσότερο για ρεσεψιόν ξενοδοχείου και για σουπερμάρκετ κολλάει παρά για ιδρωμένo dancefllor! Έχουν ξεπεραστεί πια αυτά τα electro/trance/ambient υβρίδια, που αλλοιθωρίζουν μεταξύ chill-out και techno χωρίς πραγματική ταυτότητα.' Απαθές χαμόγελο. 'Πρόσεξες τα ονόματα που συμμετέχουν σ' αυτό που εσύ αβασάνιστα απαξιώνεις; Ian Pooley, Gus Gus, Rae & Christian, Blaze, Truby Trio Fire Fly; Δεν σε συναρπάζει το latin άρωμα των Negrocan στο "Cada Vez", η γηπεδική ατμοσφαιρα στο "Frondera del ensueno" με Rey De Copas, η εξωτική επαναστατικότητα του "Dis Poem '99" από Mutabaruka;' Τα τελευταία του λόγια έδειχναν ότι με θεωρεί ελαφρόμυαλο: 'Αν μη τι άλλο δεν λαμβάνεις υπόψη ότι αυτά τα διαμάντια υπάρχουν σε δύο cds, στο ένα μιξαρισμένα και στο άλλο αμιξάριστα;' Κοίταξε το ρολόι του και σηκώθηκε, πήγε στο μπιχλιμπιδάτο στερεοφωνικό του και έβαλε το μιξαρισμένο cd της συλλογής «Klubbjazz». Σηκώθηκα και εγώ από το δερμάτινο καναπέ. Η συνεδρία είχε τελειώσει, χωρίς να καταφέρω να εκτιμήσω το μεγαλείο της συλλογής. Πλήρωσα και έφυγα.