Fungus II
Από πολλούς το ροκ θεωρείται είδος συντηρητικό (αν δεν το 'χουν πεθάνει κιόλας). Τέτοιοι δίσκοι πάντως αποδεικνύουν ότι στα όρια του το παλεύει ακόμη... Του Νίκου Παπατριανταφύλλου
Αντί προλόγου
Τα τελευταία αρκετά χρόνια, ως ακροατής νιώθω ότι απομακρύνομαι από το γαλαξιακό σύστημα της κιθάρας όλο και περισσότερο. Σαν μια ηχητική αντιβαρύτητα να με απωθεί – εκτρέπει προς άλλα μουσικά στερεώματα. Ισχυρότερη απώθηση νιώθω από το συγκεκριμένο (και τεράστιο είναι η αλήθεια) αστρικό σύστημα της ροκ κιθάρας, σε όλες της εκφάνσεις της. Κι όμως…
Κυρίως κείμενο
Ο λαός λέει, ότι συνήθως δεν ξέρεις από που σου έρχεται.
Οι πιο σοφιστικέ υποστηρίζουν, ότι είσαι οι αντιφάσεις σου.
Οι νεο-βουδίζοντες αιωρούνται πάνω από την ένωση του “καλού” και του “κακού”.
Και οι Κινέζοι, οι Ινδιάνοι, ή τέλος πάντων οι αρχαίοι όποιοι, μπορεί να έγραψαν κάποτε σε επιγραφές, ότι όσα φέρνει μια στιγμή δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος.
Κι αυτή η στιγμή, στο παρόν των αυτιών μου, ήταν η πρώτη νότα του ‘Fungus II’. Για την ακρίβεια, η πρώτη ακατάληπτη αλληλουχία ηχητικών παροξυσμικών κατακλυσμικών εκρήξεων σε ένα κιθαριστικό μη-μοτίβο, που άνετα θα στήριζε μια διδακτορική διατριβή στην μουσικολογία, για την απλή περιγραφή της αντιστοίχισης των φθόγγων με νότες.
Μέσα σε 31 λεπτά, αυτό που συμβαίνει είναι μια καθολική φάση μετάβασης (1,2) μέσα στην οποία εκρήγνυται μια καταιγιστική κοσμογονία, που ενώνει σε σημεία της την ολοκληρωτική ασυνείδητη έκσταση με τα ινδιάνικης (‘Zeppelin 5’) ή διαστημικής έμπνευσης (‘Fungus II’) επικλητικά φωνητικά, την επιθετική διάθεση απέναντι στον κάθε λογής ροκ κομφορμισμό με την ανακατασκευή και ξαναδιάλυση της οποιασδήποτε φόρμας (‘Four Strangers Enter the Cement at Dusk’), την σαρωτικά δυναμική έκφραση χωρίς το δήθεν καθοριστικό στοιχείο της οργής (‘Fist is My Ward’), αλλά με την εξερεύνηση του μουσικού θορύβου ως ελαστικό πλέον όριο (‘All is Lost’) για την αποκαθηλωτική επανασύνθεση του παλιού από τον κονιορτό του (‘The Purple One’). Με την ολοκλήρωση του εγχειρήματος να επέρχεται ως πυρήνας στο κέντρο αυτού του α-μορφώματος σε μορφή album, με τα μεστά ‘Harsho’ και ‘Double the Dream’.
31 λεπτά μετά, ολόκληρο αυτό που νόμιζα-πίστευα-ανέμενα-έλπιζα-ή-μάλλον-απευχόμουν ότι θα ακούσω, επανακαθορίζεται ως μια ακατανόητη μη-φόρμα, που γίνεται ωστόσο εύληπτα κατανοητή και ξεκάθαρη ως τέτοια. Και παρότι τα δομικά στοιχεία του γονιδιώματός της βρίσκονται διάχυτα αλλά ατάκτως διασκορπισμένα στον χώρο του experimental rock, φαντάζει ως μια νέα μουσική οντότητα με δικούς της φυσικούς και βιοχημικούς νόμους, που διαχέεται με υπερηχητικές ταχύτητες στον γύρω της κενό ηχητικό ροκ-και-όχι-μόνο κόσμο για να τον αλλάξει. Χωρίς μεγαλεπήβολη κατακτητική μανία, έχοντας όμως την ιδιότητα να μεταλλάσει αυτόματα ότι έρχεται σε επαφή μαζί της.
Οι υπεύθυνοι για όλο αυτό είναι γνωστοί μας. Οι δύο Wasted Shirt δεν είναι άλλοι από τον (όντως) πολύ Ty Segall (3), ο οποίος άφησε νωρίς τα ρηχά νερά των εύκολων 60’s garage για να βουτήξει σταδιακά στον ωκεανό του άναρχου avant-rock πειράματος (όχι πάντα με επιτυχία κατά την γνώμη μου αλλά αυτό είναι και το τίμημα του πειραματιστή), και τον Brian Chippendale, drummer των Lightning Bolt (4), ο οποίος στη συνέχεια αφοσιώθηκε στο ηλεκτρονικό του project Black Pus (5). Αυτό που τους ένωσε ήταν η ανάγκη τους να διερευνήσουν τα συνθετικά τους όρια πέρα από τους κόσμους τους. Και καταφέρνουν, όχι απλά να φτιάξουν το απόκοσμο, αλλά να εφεύρουν έναν νέο κατοικήσιμο κόσμο, που χωρά ακόμη και όσους απωθούνται από την αντιβαρύτητα της ροκ κιθάρας.
Και μιας και πήγε ο λόγος στην κιθάρα, στο ‘Fungus II’, αυτή έχει προφανές τριγωνικό ακονισμένο πριονωτό σχήμα. Σε αυτές τις ρυθμίσεις ηχοκύματος, συχνά και με κιλά θορύβου μέσα, fuzzάρει ο Segall, ο οποίος κάποιες φορές σε κάνει να αναρωτιέσαι αν έχει εφεύρει νέο όργανο. Ενώ και ο Chippendale σκαρφίζεται σε πολλαπλά ρυθμικά επίπεδα, αποφεύγοντας τους φτηνούς εντυπωσιασμούς τεχνικής και χρησιμοποιώντας τα τύμπανά του ουσιαστικά ως ολοκληρωμένο ορχηστρικό όργανο. Προσθέτοντας κάθε φορά κι ένα επιπλέον στοιχείο, που ακυρώνει στην πράξη την λογική της λούπας.
Μπροστά στο σημαντικό αυτό έργο, οι ροκ πειραματισμοί των late 90’s και μετά (μεταξύ των οποίων και οι Lightning Bolt!) με κύριο υπεύθυνο τον (μετα-έφηβο τότε) Trent Reznor και τους πολυπληθείς ακόλουθούς του, φαντάζουν ως αθώο PacMan μπροστά σε VR παιχνίδι στη λογική του Black Mirror. Μέσα στο οποίο, τα όρια ανάμεσα στο φαινομενικά και το πραγματικά πραγματικό εξαρτώνται από την οξυδέρκεια του δημιουργού και την ανταποκριτικότητα του δέκτη.
Αντί επιλόγου
Τα τελευταία αρκετά χρόνια, ως ακροατής νιώθω ότι απομακρύνομαι από το απαρχαιωμένο, αυστηρά καθορισμένο και πλέον αρτηριοσκληρωτικό σύστημα της κιθάρας, όλο και περισσότερο. Σαν μια ηχητική τζάμπα-μάτσο βαβούρα με συνειδητή αυτοεγκλωβιστική επαναληψιμότητα να με απωθεί – εκτρέπει προς άλλα μουσικά στερεώματα. Ισχυρότερη απώθηση νιώθω από το συγκεκριμένο (και τεράστιο είναι η αλήθεια) βιομηχανικό σύστημα της ροκ κιθάρας, σε όλες της εκφάνσεις της. Κι όμως, υπάρχουν στιγμές, που νιώθω ότι το ροκ μπορεί να υπάρξει. Αλλά για να υπάρξει, θα πρέπει πρώτα να πεθάνει. Στην 5η, πια, ακρόαση του ‘Fungus II’ (6), χαμογελώ με την ελπίδα απλά να έχω ανακαλύψει κάποιους από αυτούς, που έχουν τα κότσια να τραβήξουν επιτέλους τα σωληνάκια. Με τον τρόπο ακριβώς που επιλέγουν να το κάνουν στο κλείσιμό του.
1 https://en.wikipedia.org/wiki/Phase_transition
2 https://phys.org/news/2013-12-collapse-universe-closer.html
3 https://tysegall.bandcamp.com
4 https://lightningbolt.bandcamp.com
5 https://blackpus.bandcamp.com
6 https://wastedshirt.bandcamp.com/album/fungus-ii