Emanon
Καιρό τώρα θέλω να γράψω για τον εκπληκτικό νέο δίσκο του Wayne Shorter και δεν ήξερα πώς να προσεγγίσω τις σκέψεις μου. Πέρα από το συναισθηματικό βάρος που φέρει ο ίδιος για μένα προσωπικά, μια και το "Heavy Weather" (1977) των Weather Report είναι από τους πρώτους δίσκους που άκουσα ως παιδί (τα καλά της γονεϊκής δισκοθήκης), παραείναι ασήκωτο το μουσικό μέγεθος του Shorter για να βγουν οι λέξεις. Καταρχάς, μιλάμε για τον σπουδαιότερο, μάλλον, εν ζωή τζαζ συνθέτη και μία από τις μεγαλύτερες μορφές των τελευταίων 60 χρόνων στη μουσική γενικά. Ο Shorter έχει γράψει ιστορία ως σαξοφωνίστας και ως δημιουργός στον fusion, crossover χώρο. Ιδίως ως συνθέτης έχει καταφέρει να δημιουργήσει jazz standards και παράλληλα να ανατρέψει παραδοσιακές φόρμες της modal και post-bop σκηνής, με αποτέλεσμα να θεωρείται ένας από τους πλέον εφευρετικούς δημιουργούς της τζαζ.
Ξεκίνησε στα 50s με τους Jazz Messengers του Art Blakey. Στα 60s τον κυνηγούσαν ο John Coltrane και ο Miles Davis να συνεργαστεί με το συγκρότημα του δεύτερου, λόγω της αποχώρησης του πρώτου. Ευτυχώς για όλους ψήθηκε ο Wayne, γιατί χωρίς να αίρεται βέβαια η σχεδόν θεϊκή υπόσταση του Miles-ζούμε-για-να-σε-ακούμε, τη μισή μουσική - σε αρκετούς δίσκους - του την έγραψε ο Shorter, οπότε εκείνες οι χρυσές σελίδες του Davis μέχρι το 1970 έχουν βαριές συνυπογραφές. Παράλληλα, ηχογράφησε και μια σειρά εκπληκτικών δίσκων στη Blue Note μόνος του. Στη συνέχεια, είπε να ιδρύσει και τους WeatherReport, μία από τις σημαντικότερες fusion μπάντες όλων των εποχών, γιατί όχι; Και ούτω καθ' εξής. Όλα αυτά είναι φυσικά πασίγνωστα, αλλά τα αναφέρω με την αφορμή του “Emanon” για να τονίσω το προφανές. ΕΝΑ από τα παραπάνω να είχε κάνει, θα ήταν ζωντανός θρύλος. Αυτός τα έκανε όλα (και άλλα που δεν είπα) και συνεχίζει. Ο Wayne Shorter στα 85 του δεν έχει να αποδείξει τίποτα σε κανέναν. Κι όμως έκατσε κι έβγαλε αυτό το αριστούργημα.
Το "Emanon", δηλαδή ανάποδο "No Name", περιλαμβάνει τρία βινύλια ή/και CD (ανάλογα με την έκδοση) και μια νουβέλα κόμικ, ένα εξαιρετικό sci-fi μυθιστόρημα που έγραψαν ο Shorter με τη σεναριογράφο Monica Sly και τον εικονογράφο Randy DuBurke, για μια κοινωνική ουτοπία σε ένα πολυδύναμο σύμπαν μέσω της ανθρώπινης αφύπνισης. Ypnos, Polemos, Logokrisia, Elenchos... ο υπερήρωας Emanon διατρέχει παράλληλες πραγματικότητες, μάχεται για το όραμα της παγκόσμιας επανάστασης και όσο ακούω τον δίσκο, αρχίζω να σκέφτομαι πως η χαμογελαστή υπάλληλος του ζαχαροπλαστείου στη γωνία μπορεί να είναι αδρανής superheroine ενός άλλου κόσμου. Εδώ πουλάει τούρτες σεμιφρέντο κι εκεί δίνει γνώση στους ανθρώπους σαν τον Προμηθέα ("Prometheus Unbound" είναι ο τίτλος της δεύτερης σύνθεσης του δίσκου· δεν το σκέφτηκα τυχαία). Αυτό το νόημα άλλωστε έχει το κόμικ. Ο Shorter λέει πως η μουσική δεν είναι soundtrack της ιστορίας. Στόχος της νουβέλας είναι η έγερση της φαντασίας, να βλέπεις διαφορετικές superheroines κάθε φορά που παίζει ο δίσκος.
Κι αυτό το σκεπτικό δεν είναι καθόλου μακριά από τον εγγενή (ναι, “εγγενή” με bold γράμματα) αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα της τζαζ εδώ που τα λέμε. Ξέρει ο Shorter τι κάνει. Δεν έφτιαξε δίσκο με μια συνοδευτική νουβέλα. Ενορχήστρωσε μια ολοκληρωμένη οπτικοακουστική εμπειρία (γιατί αν δεν διαβάσετε το κόμικ, μην περιμένετε να δείτε τα τιραμισού να μεταμορφώνονται σε κοινωνική αφύπνιση, να είμαστε εξηγημένοι).
Αιχμή του έργου βέβαια είναι η μουσική. Τριπλό άλμπουμ το "Emanon", περιλαμβάνει συνθέσεις του Shorter που εκτελούνται από το ομώνυμο κουαρτέτο του και, κατά περίπτωση, την Orpheus Chamber Orchestra της Νέας Υόρκης. Η βασική σύνθεση με τον ίδιο στο σαξόφωνο, τον Brian Blade στα ντραμς, τον Danilo Pérez στο πιάνο και τον John Patitucci στο μπάσο λειτουργεί ως σχήμα εδώ και περίπου 20 χρόνια για να ταράξει λίγο τα νερά, γιατί ο Shorter αυτό κάνει. Αναμετράται συνεχώς με την παρακαταθήκη του και τα ποιοτικά και μορφολογικά standards που ο ίδιος έχει δημιουργήσει και βουτάει όλο και πιο βαθιά στην αυτοσχεδιαστική προσέγγιση της μουσικής δημιουργίας.
Στον πρώτο δίσκο το κουαρτέτο συνοδεύεται από την Orpheus Chamber Orchestra σε τέσσερις συνθέσεις που συνιστούν τον θεματικό πυρήνα. Ο κλασικός μαξιμαλισμός εδώ συναντά την τζαζ σε ένα απίστευτα αρμονικό έργο, όπου το σαξόφωνο του Shorter έχει μεν προεξάρχοντα ρόλο, αλλά η ορχήστρα δεν διακοσμεί τον ήχο. Τον εμπλουτίζει, διατηρώντας καλλιτεχνική αυτονομία. Υπάρχουν μάλιστα στιγμές που αυτό συμβαίνει σε υπέρμετρο βαθμό για μένα, μου λείπει λίγο το κουαρτέτο δηλαδή. Είναι σημειακή παρατήρηση όμως. Γενικά ο τρόπος που συνδυάζεται η ορχήστρα με τη τζαζ βάση των κομματιών είναι σαν παζλ στον αέρα (ευχαριστώ Στέρεο Νόβα), που κι ένα κομματάκι να τραβήξεις, καταρρέει ακαριαία. Αλλού το κουαρτέτο με την ορχήστρα συνδιαλέγονται, αλλού ο αυτοσχεδιασμός εμβολίζει τον νεοκλασικισμό (ας μου επιτραπεί η καταχρηστική αναφορά του όρου) κι αλλού περπατάνε δίπλα δίπλα, όμως μου δίνεται συνεχώς αυτή η αίσθηση αρμονικής συνύπαρξής τους που έλεγα και πριν.
Στους υπόλοιπους δυο δίσκους ακούμε μόνο το κουαρτέτο σε ζωντανή ηχογράφηση στο Barbican του Λονδίνου και όσο προχωράω στο λιώσιμο του "Emanon" (ούτε και ξέρω πόσους no name υπερήρωες έχω δει φέτος), νομίζω ότι αυτό είναι το αγαπημένο μου τμήμα, γιατί εδώ ο ήχος είναι περισσότερο εξερευνητικός και αυτοσχεδιαστικός και αναδεικνύεται η δουλειά του Pérez στο πιάνο, που δημιουργεί μια υπέροχα σκοτεινή, κατά τόπους νοσηρή ατμόσφαιρα, με bluesy γεμίσματα και γεμάτο μα ανάλαφρο ήχο, που με την ενορχήστρωση του πρώτου δίσκου είναι αδύνατον να διακριθεί. Και φυσικά ο Shorter στο σαξόφωνο τα κάνει όλα και συμφέρει και θέλεις να τον ακούς για πάντα.
Ωστόσο, σε αυτή την ακουστική εμπειρία συμβάλλει τα μέγιστα ο πρώτος δίσκος και αυτό είναι το πιο σημαντικό στοιχείο του "Emanon". Δεν ακούγεται τμηματικά. Είναι ένα ολοκληρωμένο έργο, κυκλικής μάλιστα λειτουργίας, καθώς τα αρχικά θέματα (πλην ενός) αναπαράγονται στους δύο τελευταίους δίσκους μαζί με παλιότερο υλικό (στο οποίο ο Shorter έχει αλλάξει τα φώτα), με τελείως διαφορετικό τρόπο και ενίοτε και διάρκειες. Ενδεικτικά θα πω μόνο ότι κλείνει το κλασικό - τζαζ μέρος με το κομμάτι "The Three Marias" και ξεκινά το κουαρτέτο με το ίδιο κομμάτι σε διπλάσια σχεδόν διάρκεια. Και είναι σαν να ακούς άλλη σύνθεση, αλλά ταυτόχρονα σαν εμπειρία εμπέδωσης ενός ήχου που δεν ξέρεις από πού σου ήρθε. Κυκλικής λογικής η μουσική λοιπόν, με προεκτάσεις σαφώς χρονικές και φυσικά και χωρικές λόγω της νουβέλας.
Κόντρα στην τυπική εικόνα μαρασμού του δέντρου της έμπνευσης όταν πια τα έχεις κάνει όλα στη ζωή (αναρίθμητα τα παραδείγματα, αλλά ας τα αφήσουμε τώρα αυτά για να μη στενοχωριόμαστε), ο Wayne Shorter δεν είναι απλώς δημιουργικός. Έχει ξεφύγει σε δυσθεώρητα επίπεδα έμπνευσης και με το "Emanon" πετυχαίνει κάτι μαγικό. Συνδυάζει τη τζαζ με την κλασική παράδοση με κομψότητα, φινέτσα, μεγαλείο, με τρόπο περήφανα μαξιμαλιστικό και την (well-deserved) σιγουριά του ήχου που περνάει αυτόματα και αβάδιστα στην αιωνιότητα από την πρώτη φορά που θα ακουστεί. Instant classic.