Όταν το τέρας της σύγχρονης μουσικής βιομηχανίας δείξει τα δόντια του με κακές προθέσεις, είναι σίγουρο πως όσες αντοχές και να έχει ένα συγκρότημα ή μεμονωμένος καλλιτέχνης, στο τέλος θα υποκύψει στους κανόνες του. Η εκτίμηση ενός μικρού κύκλου φίλων, ίσα που καταφέρνει και όχι πάντοτε, να σώσει έστω την καλώς νοούμενη ιδεολογία και την αξιοπρέπεια.
Οι Ιρλανδοί Whipping Boy είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα εφαρμογής των παραπάνω που μπορώ να σκεφτώ. Η δεκάχρονη καριέρα τους υπήρξε μια ταραχώδης σειρά συνεχών, ατυχών, συγκυριών : το πρώτο τους album έχει ξεχαστεί, ακόμη και από τους ιστορικούς, το δεύτερο 'Heartworm' στην Columbia απέτυχε εμπορικά οδηγώντας τους, χωρίς πολλά λόγια και με τις βαλίτσες στο χέρι, στην έξοδο από αυτή και το τρίτο τους που έχουμε εδώ κυκλοφόρησε αναγκαστικά με τη δική τους μέριμνα και από ότι φαίνεται δεν θα βρεθεί εύκολα στα ράφια των δισκοπωλείων αυτής της χώρας.
Σε μια προ λίγων μηνών συνέντευξη του κιθαριστή Paul Page στο Losing Today#3 έγινε σαφές πως τα μέλη του συγκροτήματος είχαν αποφασίσει την διάλυσή τους μετά την διακοπή της συνεργασίας τους με την πολυεθνική και τα εσωτερικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν μεταξύ τους. Έμειναν μαζί μόνο για να ηχογραφήσουν κάποιο ήδη έτοιμο υλικό, τελειώνοντας παράλληλα και μερικές ιδέες πάνω σε καινούργια κομμάτια. Η ηχογράφηση έγινε σχεδόν ενάμισυ χρόνο πριν, το καλοκαίρι του 1998, όμως κυκλοφόρησε μόνο όταν βρέθηκαν τα απαραίτητα χρήματα για αυτό.
Πρόκειται για μια, πέρα για πέρα, θαυμάσια δουλειά. Οι Whipping Boy πάσχισαν για μια αξιοπρεπή αποχώρηση από την σκηνή και όλα δείχνουν ότι το προαναγγελθέν διαζύγιο δημιούργησε την φορτισμένη ατμόσφαιρα που ποτίζει όλα τα τραγούδια και πολλαπλώς τους αποδέσμευσε από οτιδήποτε άλλο πλην της μουσικής. Δεν ακούσαμε πολλά εξαιρετικά pop albums την χρονιά που πέρασε και σίγουρα το 'Whipping Boy' αν είχε την προβολή που απαιτείται θα έπιανε σε ένα μεγαλύτερο ακροατήριο. Δεν γράφονται δα και κάθε μέρα τέτοιες συνθέσεις όπως αυτές που γεμίζουν τις θέσεις του CD.
Η ακρόασή του επιβεβαιώνει με τον απλούστερο αλλά αδιαμφισβήτητο τρόπο, ότι ακόμη και την εποχή του καθολικού εκσυγχρονισμού, ένα παραδοσιακό σχήμα με φωνή, κιθάρες, μπάσο, τύμπανα και κατά περίπτωση πλήκτρα και έγχορδα, μπορεί να γίνει ασυναγώνιστο, όταν αυτοί που το χειρίζονται έχουν μέσα τους την ταλαντούχα φλέβα και τις σωστές ιδέες. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους Echo And The Bunnymen για παράδειγμα;
Οι Whipping Boy, όπως αναφέρει ο Gerry McGovern στο σημείωμα του ένθετου, έγραψαν και έπαιξαν σπουδαία τραγούδια και αυτά είναι ένα μέρος μόνο της κληρονομιάς που άφησαν. Αν κάποιος έχει αποκτήσει αυτό το album πρέπει να νοιώθει υπερήφανος γιατί το ίδιο υπερήφανο είναι και αυτό, όπως και το συγκρότημα που το έγραψε. Αυτά τα λόγια μόνα τους δίνουν όλη την ουσία μέσα σε λίγες γραμμές και για αυτό σκοπίμως τα δανείζομαι.
Ήδη μαθαίνουμε ότι οι Paul Page και Myles McDonnell - πρώην Whipping Boy πια - δουλεύουν πάνω σε νέο υλικό. Ελπίζω να ακολουθήσουν τους ίδιους νοσταλγικούς δρόμους όπως σε αυτό το τελευταίο κεφάλαιο της ιστορίας ενός πολύ σπουδαίου, αλλά δυστυχώς παραγκωνισμένου, συγκροτήματος.