Μια φορά κι ένα καιρό υπήρχε ένα fanzine που το λέγαν Rollin' Under. Το ξεκίνησε μόνος του ο Μπάμπης Αργυρίου σαν συνοδευτικό φυλλαδιάκι σε κασέτες που κυκλοφορούσε με γκρουπάκια της Θεσσαλονίκης εκείνης της εποχής, και μέσα σε λίγα χρόνια έγινε ένα (σχεδόν) τριμηνιαίο έγχρωμο, ιλλουστρασιόν και μεγάλου σχήματος εναλλακτικό περιοδικό με μεγάλη συντακτική ομάδα και τη μεγαλύτερη κυκλοφορία που είχε μέχρι τότε παρόμοιο έντυπο. Ώσπου κάποια στιγμή σταμάτησε να βγαίνει. Χωρίς αναγγελίες και αποχαιρετισμούς. Απλά σταμάτησε. Διάφορα πράγματα έγιναν τότε που οδήγησαν σ' αυτό, κάποια από αυτά πολύ άσχημα, αλλά κατά τη γνώμη μου, κάποια στιγμή έγινα κι εγώ μέρος του παραμυθιού με δευτερεύοντα ρόλο, απλά δεν πήγαινε άλλο.
Αυτή ήταν η περίληψη μιας όμορφης ιστορίας που πρέπει κάποτε να ειπωθεί με λεπτομέρειες από τους πρωταγωνιστές της. Και είναι πέρα για πέρα αληθινή.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τους White Stripes; Λογικά καμιά. Ωστόσο, ακούγοντας και ξανακούγοντας το "Elephant" στο σπίτι, στο αυτοκίνητο, στο φως, στο σκοτάδι, μόνος, με παρέα, και με διάφορους άλλους τρόπους, το μυαλό μου γύρισε στις τελευταίες μέρες του Rollin' Under. Σκέφτηκα ότι ενώ στην αρχή της κυκλοφορίας του ήταν ένας από τους ελάχιστους τρόπους να μάθουν εδώ στην Ελλάδα για συγκροτήματα σαν τους White Stripes κάποια παιδιά που διψούσαν για τέτοια μουσική, στο τέλος υπήρχε τέτοια τεράστια πληροφόρηση για οτιδήποτε έβγαινε στον ανεξάρτητο χώρο, που ερχόμασταν τελευταίοι και καταϊδρωμένοι. Μόνο σαν περιοδικό άποψης για κάποιους αναγνώστες που μας παρακολουθούσαν από παλιά είχαμε πια αξία. Και ίσως να ήταν κι αυτός ένας από τους λόγους που το παραμύθι έληξε άδοξα. Ή μήπως ένδοξα, για τα δικά μας δεδομένα; Τι θα μπορούσε να είχε γίνει δηλαδή;
Η αφορμή για όλες αυτές τις σκέψεις ήταν το "Elephant". To οποίο με πήγε πίσω σε κείνες τις μέρες. Τις μέρες που ανάπνεα μουσική. Τις μέρες που το ροκ είχε πραγματικά σημασία. Τις μέρες που η κυκλοφορία και η απόκτηση ενός δίσκου ήταν μεγάλο γεγονός και γιορταζόταν ανάλογα, με ολονύχτιες ακροάσεις, συζήτηση με φίλους για τα τραγούδια, τους στίχους, τα ριφφ της κιθάρας, ακόμη και για το εξώφυλλο. Τις μέρες που ξεπήδησε από μέσα μου η επιθυμία και η ανάγκη να γράψω για τη μουσική. Και να παίξω, αλλά αυτό είναι πονεμένη ιστορία...
Μερικές φορές ο κόσμος είναι περίεργα δίκαιος. Με τους White Stripes ας πούμε. Είναι superstars, διάσημοι και πλούσιοι ενώ ήρθαν από το πουθενά (από το Ντητρόιτ είναι, αλλά άλλο εννοώ) και αυτό το κατάφεραν μόνο με το ταλέντο τους. Ή μάλλον του, μια που ο Jack είναι αυτός που τα κάνει όλα. Δεν παίζουν τίποτα πρωτοποριακό, περίεργο ή ξεχωριστό. Ροκ παίζουν, όπως εκατομμύρια πριν και μετά απ' αυτούς. Το παίζουν όμως τόσο καλά, παθιασμένα και έξυπνα, που ξεχωρίζουν από το πρώτο άκουσμα. Τα εμπορικά κολπάκια του τύπου «όλα τα όργανα και τα μηχανήματα απου χρησιμοποιήθηκαν για την ηχογράφηση είναι του 1963 ή παλιότερα» είναι ευχάριστα αλλά επουσιώδη. Δείχνουν, αν μη τι άλλο, πόσο έχουν προχωρήσει οι τεχνικές ηχοληψίας και, κυρίως, αναπαραγωγής από τότε, μια που ο ήχος που βγαίνει δεν έχει σχέση με δίσκους εκείνης της εποχής.
Όλα αυτά όμως τα έχετε διαβάσει και αλλού, όπως λέγαμε και παραπάνω. Άποψη λοιπόν. Δεν θα πρωτοτυπήσω, και θα υποκλιθώ κι εγώ στο απλό μεγαλείο του "Elephant", όπως έκαναν πριν από μένα πολλοί, από το ΝΜΕ ως το Sunday Step.