Τα άσχημα νέα ταξιδεύουν γρήγορα, τραγούδησαν οι Fuzztones, το ίδιο όμως ισχύει συχνά για τα καλά και τ'αδιάφορα. Έτσι, στην περίπτωση που ετοιμαζόμαστε να εξετάσουμε, πρώτα μάθαμε ότι οι δυο μουσικοί είναι αδέρφια (για μερικούς σύζυγοι) απ' την περιοχή του Detroit, μετά πως ο σεβασμιώτατος John Peel τους θεωρεί σημαντικούς όσο τον Hendrix και τους Sex Pistols, έπειτα ενημερωθήκαμε για τα αισθήματα αγάπης που τρέφει το αρσενικό μέλος για τον Blind Willie McTell και το blues γενικότερα, για τις διασκευές τους μεταξύ άλλων και στα 'One more cup of coffee' του Dylan (σπαραγμός), 'Jolene' της Dolly, όχι της κλωνοποιημένης αλλά της Parton (παλιά μου άρεσε μέχρι που κατάλαβα τους στίχους: μια άσχημη εκλιπαρεί την όμορφη να μην της πάρει τον άντρα) κ.ο.κ. κ.ο.κ. Μετά ήρθαν οι ετήσιες λίστες με τα καλύτερα και τους Stripes παρόντες στις περισσότερες, αλλά ήδη είχαμε προλάβει να αποκτήσουμε προσωπική γνώμη.
Τα πρώτα λεπτά της ακρόασης ενός δίσκου, τις περισσότερες φορές είναι βάδισμα σε τεντωμένο σχοινί, έκθεση στα όπλα του γκρουπ (δεν είναι τυχαίο που τα βαρύτερα παρατάσσονται μπροστά μπροστά), ιδιαίτερα αν έχουν προηγηθεί οι.. σειρήνες. Φτάνουν δυο τρία τραγούδια (εκτός αν πέσεις σε τίτλους όπως 'Dark star' και 'Dazed and confused' οπότε αρκεί 1/10 κομματιού) για να μελώσεις, να περιμένεις ανυπόμονα τη συνέχεια αν γοητευθείς, ή να πατήσεις το eject αν απογοητευθείς. Δεν πάτησα το eject.
Η Meg White είναι ντράμερ της πλάκας. Άρχισε να ασχολείται περίπου την εποχή που φτιάχτηκε το ντουέτο (1997) και το παίξιμό της είναι ανάλαφρο και αυστηρά συνοδευτικό. Ο Jack White (του προτείνω να υπογράφει σαν Jack Stripes) είναι καλύτερος σαν κιθαρίστας, ακόμα καλύτερος σαν συνθέτης με φαντασία και τέλειος σαν τραγουδιστής. Υποθέτω πως με την προηγούμενη φράση αποκάλυψα και το κρυμμένο μυστικό της γοητείας του δίσκου αλλά ας μείνω λίγο ακόμα, είναι ωραία εδώ.
Το να συγκινείται κανείς από ένα δίσκο φτιαγμένο με κιθάρα, ντραμς και φωνή στον εικοστό πρώτο αιώνα, μετά από την ακρόαση χιλιάδων δίσκων ψηφιακής ή μη ηχογράφησης, είναι εξίσου σοκαριστικό με το θέαμα ενός Neanderthal που κάνει βόλτες στην Εγνατία με το ρόπαλό του. Το είχαν δοκιμάσει παλιότερα οι Καναδοί Deja Voodoo αλλά το αποτέλεσμα μ'άφησε αδιάφορο όπως και τον υπόλοιπο κόσμο. Και δε χρειάζεται να ξαναρωτήσω τον εαυτό μου τί λατρεύει στον κόσμο της μουσικής γιατί από καιρό έχω βρει την απάντηση. Εκείνους που ξυπνούν το θαυμασμό μου. Ο ασήμαντος ανθρωπάκος από το ασήμαντο σημείο - κουκίδα στο χάρτη, που μόλις πιάσει το εργαλείο της τέχνης του, εμφανίζει έναν καλλιτεχνικό γίγαντα που μου κλέβει την καρδιά. Που μου φέρνει δάκρυα όπως ο μουσικός που πέτυχα κάποτε σ'ένα πεζοδρόμιο κι έμεινα ώρες κοντά του ή αυτός που με κάνει να νιώσω άβολα και αμήχανα κάνοντας επίθεση με ήχους τραχείς και δυσβάσταχτους (φωτογραφίζω κανέναν;) Όλα τ'άλλα είναι ποπ, είναι γαργάλημα στ'αυτιά, είναι ταπετσαρία. Ρηχά είναι μη μπαίνετε.
'Too many lonely days / I feel like a throw away / well now it's my turn' (I can learn).