Smother
O καθένας από μας έχει να θυμάται και να αναπολεί μια δεκαετία λόγω της μουσικής της. Ή για να το θέσω πιο επικεντρωμένα, να συνδέει μνήμες από την δική του ζωή σε μια συγκεκριμένη δεκαετία με τους ήχους που συνόδεψαν αυτή. Για μένα τα zeroes αποτέλεσαν μουσικά τα δέκα χρόνια που βίωσα συνειδητοποιημένα, λόγω ηλικίας, περισσότερο από κάθε άλλα στην ώρα τους. Φαντάζομαι το ίδιο θα ισχύει και για μπόλικους ακόμα συνομηλίκους μου που εσχάτως πλησιάζουν τα εικοσιπέντε τους χρόνια.
Ένας σημαντικά επαρκής λόγος ούτως ώστε να διαφυλάξω ηχητικές αναμνήσεις απ' τα 00s, τα οποία μας γνέφουν ανεπιστρεπτί απ' όλο και μακρύτερα στο παρελθόν, είναι οι Wild Beasts και τα αψεγάδιαστα κομψοτεχνήματα που μας προσέφεραν απλόχερα την διετία 2008-2009. Δύο ιδιότυπες ποπ αλχημείες με εμφανή τη στάμπα της καλλιτεχνικής ελευθερίας στα ιχνοστοιχεία τους, οι οποίες και γίνονταν κτήμα του δέκτη όταν πληρούνταν η προϋπόθεση των προσεκτικών ακροάσεών τους. Κορυφαία εξ αυτών, το Two Dancers που συνόψιζε σε καθεμία εκ των συνθέσεών του την σαγήνη λυρισμού με την οποία σε αγκάλιαζε η αγαστή σύμπραξη τεσσάρων προσωπικοτήτων. Θα συμφωνήσουμε ότι δεν συγκαταλέγονται στα εύληπτα ακούσματα, κι ότι πιθανότατα ξενίζουν σε πρώτη επαφή τα φωνητικά κατευθείαν απ' την παράδοση των καστράτων, με τους ακαταμάχητους φαλτσέτο αλαλαγμούς του χαρισματικού Hayde Thorpe να συνδυάζονται περίφημα με την πολύτιμη βαρύτονη ερμηνεία του Tom Fleming. Αποδείχτηκαν, όμως, απροσδόκητα ανατριχιαστικά και καθηλωτικά.
Τις απόλυτα επιτυχημένες απόπειρες τους διαδέχεται το Smother, στο οποίο το κουαρτέτο εξακολουθεί να δικαιούται, τουλάχιστον, να καυχιέται για το ότι πορεύεται ξέχωρα από φθηνές αναβιώσεις, δημιουργώντας ένα ποικιλόμορφο ηχητικό ψηφιδωτό με κυρίαρχο μέλημα την εξάπλωση της μυσταγωγίας. Η διαφοροποίηση εδώ, έγκειται στο ότι τα keyboards καταλαμβάνουν μεγαλύτερο μερίδιο, οι ρυθμοί δεν ξεχύνονται σε συχνές tribal εντρυφήσεις, λειτουργώντας σε χαμηλότερες ταχύτητες, οι φωνητικές χορδές δεν ταλαντώνονται με την μελοδραματική αμετροέπεια που ωστόσο, μας, κέρδιζε αμαχητί. Επιλέγεται, γενικότερα, μια περισσότερο φειδωλή και εγκρατής συμμετοχή των οργάνων και μια παραγωγή που ηχεί με λειψότερα δείγματα μεγαλοπρέπειας.
Η υπερβολή στις κορόνες σπαραγμού του Thorpe υπολείπεται σε ένταση συγκριτικά με ό,τι μας είχε συνηθίσει και μαζί με την υποχώρηση του ρυθμικά ελισσόμενου Orange Juice strumming στις κιθάρες, ανακηρύσσονται εύκολα ως οι περισσότερο ευδιάκριτες απώλειες ή μάλλον σημαίνουσες κι ανώφελες αλλαγές πλεύσης. Ως εκ τούτου, είναι δύσκολο να εντοπίσεις ανωτερότητα σε χλιαρές στιγμές, όπως το "Albatross" με τα απαλά κιθαριστικά και synth σχήματα ή τα μονοδιάστατα κυκλικά "Plaything" και "Deeper", πλάι στο μονότονο riff και afro παίξιμο κρουστών του "Reach A Bit Further" που δεν εκρήγνυται πότε.
Για μια στιγμή: σπουδαίες καταθέσεις δεν κατοικούν εδώ; Και βέβαια, θα σας μαγνητίσουν την ακοή στον πρόλογο του "Lion's Share", όπου η ψύχρα των συνθετητών των Kraftwerk συναινεί στην υποβλητική art pop πνευματικότητα της Kate Bush, στις κιθαριστικές ριπές του "Loop the Loop", στις ambient rock αναρριχήσεις του "Bed Of Nails", διαμέσου του οποίου συνάμα πλέκουν το εγκώμιο των Talk Talk που από πάντοτε έδειχναν να εκτιμούν απεριόριστα.
Οι αφοσιωμένοι ακροατές-συνοδοιπόροι τους αμφιβάλλω αν θα δοκιμάσουν εκπλήξεις. Μονάχα όσοι έρθουν στο Smother σε μια πρώτη γνωριμία μαζί τους θα εντυπωσιαστούν σε σημεία ενός ομολογουμένως ικανοποιητικού, μα όχι δίσκου αναφοράς. Αναμφισβήτητα, οι Wild Beasts θα κληθούν να επανεξετάσουν την δυναμική των στοιχείων που διασκόρπισαν σε καθεμία απ' τις προηγηθείσες αβάσταχτα λυτρωτικές εκδόσεις τους, ώστε να προσεγγίσουν τα υψηλά επίπεδα καλλιτεχνίας στα οποία μας μύησαν.