Έχουν περάσει μερικά χρόνια, ακόμη θυμόμαστε όμως την μερική απώλεια ακοής που μας είχε προκαλέσει το live των Wire, κι ιδιαίτερα τα στρώματα θορύβου απ' την κιθάρα του Bruce Gilbert. Τότε, όπως και τώρα, βλέπαμε πολύ θετικά την επιστροφή τους, σαν να μην είχαν μεσολαβήσει δεκαετίες από τότε που βοήθησαν να διαμορφωθεί το μουσικό τοπίο όπως το ξέρουμε, κι ίσως η παρουσία τους σήμερα να είναι πιο σημαντική έτσι όπως, στην γενικότερη φτώχεια και τον αποπροσανατολισμό, μείναμε να περιμένουμε από κάποιους βετεράνους που δεν έμαθαν ποτέ να λειτουργούν μέσα απ' τον εικονικό μη-τόπο να δείξουν και την έξοδο απ' τον λαβύρινθο.
Όπως όμως καταθέτει το Red Barked Tree μάλλον ζητάμε πολλά, άλλωστε η ορμή των αρχών των '00s, ζωοδοτημένη τότε από τις πολλές παράπλευρες ενασχολήσεις τους, είχε ήδη δείξει κόπωση απ' την προηγούμενη δουλειά ('08) η οποία συνεχίζεται κι εδώ, την δεύτερη κυκλοφορία μετά την αποχώρηση του Bruce Gilbert που, όπως φαίνεται, πήρε μαζί του τον θόρυβο και, ίσως και τις κοφτερές γωνίες απ' τον αιχμηρό ήχο τους που απέμεινε στρογγυλεμένος και, στο μεγαλύτερο μέρος, ανώδυνος.
Όχι πως ο πυρήνας των Colin Newman, Graham Lewis και Robert Grey, καλλιτέχνες πρώτα με την ευρύτερη έννοια κι έπειτα μουσικοί, έχουν ξεχάσει να φτιάχνουν μικρά pop κοσμήματα σαν το 'Please Take' της υποδοχής ή το ομώνυμο στο κλείσιμο, αυτά όμως ήταν μέχρι πρόσφατα το επιδόρπιο και ποτέ το κυρίως μενού, που περιλάμβανε το πολύ γνώριμο γραμμικό αλλά κοφτερό post-punk τους, μαζί με γενναίες δόσεις θορύβου. Τα βρίσκουμε κι αυτά βέβαια σε μελωδικά και σχεδόν mainstream rockers ('Smash', 'A Flat Tent'), αλλά και σε πιο έντονα όπως το 'Moreover' και βέβαια το δίλεπτο ξέσπασμα του... 'Two Minutes', οι στιγμές αυτές είναι όμως λίγες και χάνονται ανάμεσα σε ατμοσφαιρικά, χαλαρά και πληκτικά τραγούδια ('Bad Worn Thing', 'Down To This', 'Adapt', 'Clay') που δίνουν τελικά και τον χαρακτήρα του Red Barked Tree.
Ήπιο λοιπόν post-punk εδώ χωρίς εκπλήξεις και εξάρσεις, κοντύτερα μάλλον στους Githead, το side project του Newman, έντιμο και συμπαθητικό art-rock κατά τα άλλα σε μια δουλειά που ξεχωρίζει ευχάριστα μέσα απ' την κακοφωνία των νέο-χίππυς και των υπόλοιπων αναβιωτών-μιμητών, χωρίς όμως να προσθέτει το παραμικρό στα ακούσματά μας αλλά και στο έργο των ίδιων, καθώς το πρόσφατο διαιτολόγιο των Wire φαίνεται ότι είναι χαμηλό σε λιπαρά και ανάλατο, όπως ίσως θάπρεπε να περιμένουμε από μεσήλικους rockers.