Επόμενο ήταν πως κι η υπόλοιπη αγέλη θ' ακολουθούσε τη λύκαινα (Wolfmother) στην έξοδο απ' την Αυστραλία, εκτός απ' τη λυκοπαρέα άλλωστε μοιράζονται και τη νοσταλγία για το hard rock εποχών παλαιότερων απ' την ηλικία τους. Εκεί όμως που οι περυσινοί αγαπητικοί των βρετανικών εντύπων έβλεπαν στο σταυρόνημά τους Zeppelin και Sabbath, η τετράδα αυτή απ' την Αδελαΐδα προτιμά να κολυμπήσει σε πιο θολά νερά, τη λυσεργική δηλαδή ψυχεδέλεια που ευδοκίμησε στην άλλη πλευρά του ωκεανού.
Σταδιακά όπως φαίνεται εντρύφησαν οι νεαροί αυτοί aussies στις δισκοθήκες των πατεράδων τους, κι έτσι τα πρώτα τους βήματα ήταν λαθεμένα -όπως ομολογούν οι ίδιοι- σα χορευτική μπάντα με πρότυπο τους Happy Mondays, προχωρώντας πιο κάτω όμως (ίσως επειδή εδώ συνάντησαν μεγάλο συνωστισμό), σύντομα βρήκαν το πραγματικό τους κάλεσμα στην αναστήλωση των ξεχασμένων hippies. Είναι αλήθεια βέβαια πως ελάχιστα χρειαζόμαστε την πρώτη απ' τις αναβιώσεις αυτές και λίγο μόνο περισσότερο τη δεύτερη, έτσι η ανακόλουθη αυτή μεταστροφή που αποτυπώθηκε και στην πρώτη τους δουλειά είναι μάλλον προτιμότερη, κληροδότησε άλλωστε στον Joel Byrne και την παρέα του το ρυθμό, αλλά και το πανίσχυρο rhythm section που απασχολεί έκτοτε τα τρία τέταρτα του group.
Ας μη βιαστούμε, λοιπόν, να ψάξουμε τα εξωτικά θυμιάματα που μας περίσσεψαν απ' τα '60s, γιατί τα διπλά drums εδώ και το νευρικό μπάσο χαλιναγωγούν τις spaced-out αποδράσεις του frontman, δείχνοντας προς ένα πιο πρωτόγονο αλλά και τριπαρισμένο υβρίδιο των Black Rebel Motorcycle Club, όπου παραπέμπουν άμεσα και τα φωνητικά. Μονολιθικοί ρυθμοί που κλειδώνουν τα μονότονα riffs, space effects κι η σχεδόν αγωνιώδης επανάληψη των λιγοστών στίχων είναι το μοτίβο που επικρατεί και, στις καλύτερες στιγμές ('This Mess', 'March Of Clouds'), δίνει ψυχεδελικά εμβατήρια που έχουν τη δύναμη να παρασύρουν, καθώς συμφιλιώνουν το χορευτικό ρυθμό με τα επαναλαμβανόμενα power riffs, ενώ οι υπόλοιπες ('Vessels', 'Steal Their Gold') μοιάζουν λίγο με αγώνα αντοχής.
Τα διαλείμματα χίπικης μυσταγωγίας ('Hammond', 'Kingdom') και κάποια εμβόλιμα ατμοσφαιρικά jams χρησιμεύουν μάλλον για την ξεκούραση των υπερκινητικών drummers στα live, μαζί όμως και με την ελευθεριότητα των W&C στο 5λεπτο όριο της υπομονής μας φανερώνουν επίσης την αδυναμία τους να χάνονται σε ατελέσφορα jams. Αυτός είναι ο δεύτερος πόλος του 'Vessels', εμείς όμως θα προτιμούσαμε περισσότερο απ' τον πρώτο ('Seeds Of Doubt') κι εκεί παραμένουμε, κρατώντας και το εξαιρετικό instrumental 'Rozalia Bizarre' με το μοτορικό ρυθμό και τις kraut βλέψεις, μέχρις ότου οι ανήσυχοι αυτοί παλαιολόγοι ολοκληρώσουν τις έρευνές τους, αφομοιώσουν τα ευρήματα και αποφασίσουν για τη μετάλλαξη που τους ταιριάζει καλύτερα.