Υπάρχουν μερικές ψυχές που ποτέ δε βρίσκουν ησυχία...
Η διαδρομή από την κόλαση ως την κόλαση είναι μεγαλύτερη από όσο φαντάζεστε...
Οι λέξεις του David Eugene Edwards θα φτύνουν αιώνια το αίμα που κυλάει στις φλέβες του μυαλού του...
Και άλλα τέτοια όμορφα για να περνάμε καλά, με τον πραγματικό άρχοντα του σκότους, που εδώ και αιώνες πήρε τα σκήπτρα από τον Nick Cave και μάλλον θα περάσουν αρκετοί ακόμη μέχρι να το ρίξει και αυτός στο πιάνο και τα... γαλλικά. Αν συμβεί ποτέ αυτό... Γενικά είναι δύσκολο να σταματήσεις τα κλισέ όταν έχεις να κάνεις με μουσικές καταστάσεις αυτού του είδους.
Με Πατριάρχη τον Αργυρίου, ζηλωτή του θρόνου τον Πανότα και ταπεινούς επισκόπους όλους εμάς τους υπόλοιπους, η εκκλησία του D.E. Edwards καλά κρατεί εδώ στο MiC για πάνω από μία δεκαετία. Με τη δισκογραφία των Wovenhand να έχει ξεπεράσει πλέον αυτή των Sixteen Horsepower, οι προσευχές όλων μας συνεχίσουν να εισακούγονται με πιο οδυνηρό τρόπο από αυτές των πιστών του Will Oldham που εις τους αιώνας των αιώνων τρώνε τη σκόνη μας. Αμήν.
Το Ten Stones είναι το άλμπουμ των Wovenhand που περίμεναν εδώ και χρόνια οι οπαδοί των Sixteen Horsepower καθώς ο Edwards ξεπλένει τα πνευμόνια της οργής με περισσή εξωστρέφεια και πάλι (για τα δεδομένα του). Ο όρθρος άρχεται με ωδές προς ένα "υπέροχο τσεκούρι" και με το καλημέρα εισβάλλουν στο ναό πουλιά, άλογα, σκοτάδια και οι γνωστοί έσχατοι που θα φθάσουν πρώτοι.
Σε όλη αυτή την πατενταρισμένη εσωτερικότητα, η pop ευστοχία χτυπάει την πόρτα του Edwards μάλλον ασυνείδητα. Με συνοδευτική μπάντα τους Danielson από την πατρίδα του Jon Bon Jovi, σπάει η κλίκα του banjo και το γοτθικό γκόσπελ ακουμπάει με περισσότερη άνεση σε "ορθολογικούς" ροκ κανόνες χωρίς λυγμικές υπερβολές, τουλάχιστον σε μουσικό επίπεδο.
Η δαιμονική φόρμα που του αναγνωρίστηκε προ τετραετίας στο Consider The Birds και κάπου αποδαιμονίστηκε στην άμεσα προηγούμενη εμφάνιση, επιστρέφει με τα μάτια του δαίμονος περισσότερο κόκκινα από ποτέ. Ίσως όχι στο επίπεδο της παραγωγής και της ηχητικής καθαρότητας, η οποία κερδίζει και πάλι χώρο στον κόσμο του Edwards. Οι Danielson που τον συνοδεύουν τη φορά τούτη (χρησιμοποιούμε βιβλικό συντακτικό για ευνόητους λόγους) δεν είναι κολασμένη rock 'n' roll μπάντα ανατροπών, άλλα ο ορθολογισμένος ψυχισμός τους αρκεί για να ξεσηκώσει τα πράγματα.
Στο καλύτερο τραγούδι του δίσκου -το Not One Stone φυσικά- ακούς διαμαρτυρίες γιατί η πέτρα που θεμελίωσε ο Κύριος Υμών Ιησούς Χριστός πατενταρίστηκε ως το παγκόσμιο σύμβολο του real estate και παρακολουθείς κιθάρες να τα ψάλλουν δεξιά και αριστερά σε όσους υπεραμύνονται του θρησκευτικού καπιταλισμού. Η φωνή του Edwards δεν είναι το ξελαρύγγιασμα στο οποίο σε είχε συνηθίσει, αλλά έξυπνα θάβεται κάτω από τον ορυμαγδό της συναισθηματικής καταγγελίας που στοιχειώνει τα λεγόμενά του. Στο Kicking Birds η μπάντα παίρνει τα πάνω της και θυμίζει τις στιγμές που οι Sixteen Horsepower σου θέριζαν τη σκέψη, με μόνο όπλο την εκτελεστική τους αλήθεια.
Στη στροφή από την αυτοκρατορία του στυλ προς την τρίτη επανάσταση της αληθινής τραγουδοποιίας, ένα ακόμη εξαιρετικό άλμπουμ των Wovenhand αποτελεί ισχυρό όπλο από το παρελθόν, που επιτέλους δεν ακούγεται παλιοκαιρισμένο και εκτός μόδας. Ο Edwards από καιρό έχει χάσει τη μάχη της επικράτησης, συνεχίζει όμως να κερδίζει τον πόλεμο περί του νοήματος της ύπαρξης, το οποίο εξυμνεί στο Quiet Night Of Quiet Stars, για πρώτη φορά με τρόπο μελίρρυτο, αγαπησιάρικο και απαλλαγμένο δαιμόνων, αλλά και αγγέλων.