Colossal youth deluxe edition
Disc 2: 1. This Way, 2. Posed by Models, 3. The Clock, 4. Clicktalk, 5. Zebra Trucks, 6. Sporting Life, 7. Final Day, 8. Radio Silents, 9. Cakewalking, 10. Ode to Booker T, 11. Have Your Toupee Ready, 12. N.I.T.A., 13. Brand - New - Life, 14. Zebra Trucks, 15. Choci Loni, 16. Wind in the Rigging, 17. The Man Shares His Meal With His Beast, 18. The Taxi, 19. Constantly Changing, 20. Music For Evenings, 21. Credit in the Straight World, 22. Eating Noddemix, 23. Ode to Booker T, 24. Radio Silents, 25. Hayman, 26. Loop the Loop
Disc 3: 1. Searching For Mr Right, 2. Brand - New - Life, 3. Final Day, 4. N.I.T.A., 5. Posed by Models
Επί του ιστορικού γίγνεσθαι και με προοπτική μες στο χρόνο, πρόκειται για την οριστική έκδοση των ηχογραφήσεων εκείνων για τις οποίες οι Young Marble Giants θεωρείται εδώ και τρεις δεκαετίες ότι καθορίζουν και εξαντλούν την αμφίδρομη σχέση του μετα-πανκ ήχου με ό,τι προηγήθηκε αυτού και κυρίως με ό,τι ακολούθησε και αφορά τον συνδυασμό των όρων "ποπ τραγούδια"-"πειραματική διάθεση"-"lo-fi τεχνικές εκτέλεσης και ηχογράφησης". Τα αποκαλούμενα και ως "άπαντα". Από τα οποία ό,τι απουσιάζει συνήθως είναι ανάξιο παρουσίας.
Επί του ειδικού χρονικού σημείου που μας αφορά (έστω και με ένα χρόνο καθυστέρηση από τότε που η Domino το "έριξε" στην αγορά), αυτή εδώ η πραγματικά απόλυτη έκδοση του Colossal Youth είναι η ιδανική αυλαία σε μία εκ του αποτελέσματος ακόρεστη μανία των 00s να επαναπροσδιορίσουν τις αρχές και τους στόχους του post punk μουσικού κινήματος, που στιγμάτισε το πρώτο μισό της δεκαετίας του '80, με τόσο ετερόκλητα αποτελέσματα όσο η αηδιαστική κατάκτηση του κόσμου από τους U2 σε αντιπαράθεση με την ευγενή άλωση ακουστικών συνηθειών, συνειδήσεων και κυρίως ψυχικών φορτίων από σχήματα όπως οι YMG (οι Gang Of Four, οι Scritti Politti κ.λπ.).
Στην επαναληπτική (δεν θα σταματήσετε να το ακούτε, όσο και αν σας φαίνεται απίθανο στην εποχή που "αποκτάτε" τριάντα νέα άλμπουμ τη μέρα) ακρόαση του αξεπέραστου αυθεντικού άλμπουμ, στην καλοδεχούμενη ανάλυση συνθηκών και παραμέτρων και σε μία -επιτέλους- μετρημένη αποτίμηση της επιδραστικότητάς του, μπορεί -και οφείλει- να λήξει αναίμακτα η σχέση μας με τις καινοτόμες ευρωπαϊκές ποπ-ροκ μεθόδους των 80ς, μήπως τυχόν και καταφέρουμε επιτέλους να φτάσουμε δυο βήματα παρακάτω.
Με αφορμή αυτήν εδώ την επανακυκλοφορία (ή και το αντίστροφο αν προτιμάτε), οι Young Marble Giants επέστρεψαν κατόπιν τεράστιου κενού σε μία από τις βασικές αιτίες που τους οδήγησε στην οριστική απώλεια του rock stardom, από εκεί στην εσωτερική διένεξη και από εκεί... γραμμή στην -προσωρινή όπως αποδείχτηκε- διάλυση: τις ζωντανές εμφανίσεις. Ένα αιώνιο πρόβλημα του συγκροτήματος, που περισσότερο από το ότι δεν μπορούσε, επί της ουσίας ποτέ δεν είχε την πραγματική επιθυμία να συμβιβάσει στις απαιτήσεις της ροκ σκηνής, μία συθέμελα ανατρεπτική και αντι-ροκ άποψη την οποία με άρτιο τρόπο επιτύγχανε στο στούντιο.
Κάπως έτσι, οι YMG θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν όψιμα ως το ακριβώς αντίθετο των Joy Division. Εκεί που οι τελευταίοι με ηρωικό τρόπο σάρωναν τα πανκ ακροατήρια προσφέροντάς τους το αυθεντικό πάθος που απουσίαζε από την καρικατούρα στην οποία είχε μετεξελιχθεί το αυθεντικό πανκ, οι τύποι από το Cardiff έγιναν διάσημοι για την αδιάφορη σκηνική τους παρουσία. Εκεί που ο Μ.Μ.Μ. (=Μέγας Martin Hannett) έφτυσε αίμα (αλλά και τους ίδιους κατάμουτρα) προκειμένου να καταφέρει να αποτυπώσει στις στουντιακές ηχογραφήσεις την "ψυχή" του Curtis και της παρέας του, ένας τεχνικός τηλεφωνίας (υπάλληλος του βρετανικού ΟΤΕ δηλαδή...), ξάδερφος των αδελφών Moxham μετέτρεψε μια πρωτόγονη τηλεφωνική συσκευή σε πρωτόλειο on-line drum machine και χωρίς πολλά πολλά, οι YMG εγκαινίασαν την laptop ποπ αισθητική και εποχή.
Ιδανική λεπτή κόκκινη γραμμή πάνω στην οποία πάτησαν και τα δύο συγκροτήματα: το ηχητικό κενό. Το εφήυρε με κόπο και διάνοια ο Μ.Μ.Μ. και το κόμισε στις μέχρι τότε μπουκωμένες ηχητικές απόψεις των Joy Division στιγματίζοντας την ιστορία τους. Γεννήθηκε απολύτως φυσιολογικά και προϋπήρξε του μπάσου, της κιθάρας, της φωνής και του... τηλεφώνου στον κόσμο των Υ.Μ.G και έμεινε μαζί τους για πάντα. Το κενό που κάνει τη διαφορά.
"You write the gaps as much as you write the music".
Δεν θα μπορούσα ούτε εγώ, ούτε ο Simon Reynolds που αναλαμβάνει τα οριστικά liner notes/ cover story της επανέκδοσης, να το περιγράψουμε καλύτερα από ό,τι ο εμπνευστής Philip Oxham, του οποίου το μπάσο μένει "ζωντανό" μετά το τέλος κάθε τραγουδιού. Στο Eating Noddemix o αδελφός του και βασικός συνθέτης του γκρουπ, Stuart Oxham, παραχωρεί συνθετικό χώρο σε αυτόν και την Alison, την έφηβη φιλενάδα του που κλήθηκε να αναλάβει τον άχαρο ρόλο των φωνητικών, σε ένα συγκρότημα με σαφώς διαφοροποιημένο οργανόγραμμα από ό,τι η μέση συνετή ροκ μπάντα. Το αποτέλεσμα αποτυπώνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την παραπάνω θέση-στάση μουσικής ζωής και παράλληλα συνδέει τους YMG με την arty & politic διάθεση των συγχρόνων και ανταγωνιστών τους.
Διότι κατά τα λοιπά ο "αρχηγός" Stuart αντλεί το σύνολο της έμπνευσής του από την περιπετειώδη σχέση του με το κορίτσι της ζωής του, το αρχέτυπο θέμα δηλαδή που ενώνει τον Woody Guthrie με τον John Lennon και αυτόν με τον Γιάννη Πάριο, τα προβλήματα της αγάπης. Καθόσον όμως if it's not love, it is the bomb that will bring us together, παρεκτός των κοριτσιών, οι νεαροί YMG μαθαίνουν με τη σειρά τους πώς να αγαπούν τη βόμβα και παίρνουν θέση σε μια σειρά σχημάτων που προβληματίζονται πρόωρα με τον οικολογικό πόλεμο και την πυρηνική απειλή, που ήθελε το 1980, έτος της πρώτης κυκλοφορίας του δίσκου, να αποτελεί την έσχατη χρονιά τούτου του ταλαιπωρημένου κόσμου.
Μέσα σε όλα αυτά η Alison Statton. Το κορίτσι που πήρε τα τραγούδια της ψυχής του Stuart Moxham, αφαίρεσε κάθε ίχνος ψυχής από αυτά και τα ερμήνευσε με απόλυτα ψυχρό, σχεδόν αδιάφορο, μονότονο, υποτονικό τρόπο. Σαν σε αγγαρεία, σαν πρόωρα τοξινωμένη ηρωίδα που έκανε το λάθος να εμφανιστεί σε μια περίοδο που το πρώτο E δεν είχε ακόμη αυτόνομη αξία στη γραμματοσειρά της λέξης England. Η Alison δεν είναι τραγουδίστρια, απλά συμβαίνει να τραγουδάει τα τραγούδια μου. Τραγουδάει σαν να περιμένει το λεωφορείο, χωρίς κανέναν έλεγχο πάνω σε αυτό που κάνει. Θα μουρμουρίσει κακέντρεχα ο Stuart λίγο μετά την ανακήρυξή της σε μία από τις καλύτερες νέες τραγουδίστριες από τον βρετανικό μουσικό τύπο.
Ποτέ δεν ακολούθησε κάτι ουσιαστικό και σίγουρα αυτό δεν ήταν το αγχωμένο Testcard E.P., το οποίο θα βρείτε σε αυτή την έκδοση, μαζί με το Salad Days που είναι ό,τι υπόσχεται ο τίτλος του, μαζί με τα Peel Sessions, εντός των οποίων η καλύτερη ποτέ αναμόρφωση του Mr Right. Ο Stuart αντιλήφθηκε μετά λύπης ότι αν δεν είσαι ο τραγουδιστής, δεν θα είσαι ποτέ ο φυσικός αρχηγός ενός συγκροτήματος και με αυτή τη λογική κυρίως δημιούργησε τους Gist, αρχικά ως side project, που όμως λειτούργησε καταλυτικά στην -σε κάθε περίπτωση- προδιαγεγραμμένη διάλυση των YMG.
Το Colossal Youth είναι ένα διαφορετικό, δύσκολο, πρωτοπόρο και αριστουργηματικό άλμπουμ. Αλλά δεν είναι αδικημένο, ούτε χαμένο αριστούργημα. Είναι ο δεύτερος πιο καλοπουλημένος δίσκος της θρυλικής Rough Trade και οι YMG είναι ένα από τα γκρουπ στα οποία ο Geoff Travis έδειξε κάτι πολύ παραπάνω από τη συνήθη απόλυτη εμπιστοσύνη του προς τις "ευνοημένες" μπάντες της ζωής του.
Ο ακροατής του 2008 με σοκαριστικό τρόπο ανακαλύπτει ότι η μουσική μπορεί να είναι απλά αριστουργηματική, ακόμη και όταν απουσιάζουν οι έννοιες της παραγωγής και της ενορχήστρωσης, που αποτελούν το Α και το Ω της ποπ/ ροκ μουσικής από καταβολής αυτής και σήμερα έχουν καταλήξει να αποτελούν το μείζονος σημασίας συστατικό στοιχείο, ενίοτε δε και το μοναδικό. Οι YMG έδρασαν στην εποχή που τα πανκ και μετα-πανκ συγκροτήματα προσπάθησαν να χτίσουν το δικό τους, εναλλακτικό Wall Of Sound. Οι ίδιοι πολέμησαν την σπεκτορική άποψη των πραγμάτων με μεθόδους που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης και έρευνας, αλλά πηγαίας, στα όρια της "θείας", έμπνευσης.
Τον περασμένο Ιούνιο βρεθήκαμε απέναντί τους και μας χάρισαν ολόκληρο το Colossal Youth σε μια εμφάνιση αριστουργηματικά αδιάφορη, μεγαλειωδώς ψυχρή, εκρηκτικά άψυχη, ουσιαστικά αποστασιοποιημένη από κάθε συναισθηματική διάθεση που καταστρέφει το προϊόν της διάνοιας όταν αυτό γεννιέται ατόφιο και απαλλαγμένο από τα πάθη της ψυχής. Μπροστά σε αυτό το μοναδικό προϊόν, το οποίο παρά τα όσα ακούτε και διαβάζετε εδώ κι εκεί δεν έχει βρει ποτέ πραγματικούς και ουσιαστικούς συνεχιστές, οτιδήποτε άλλο ειπωθεί θα είναι υπερβολή και μόνον. Από την αμέσως επόμενη λέξη.
Τι άλλο;