Wrecked
Σε δημιουργικό οίστρο την φετινή χρονιά ο Bug, εδώ μέσα από το σχήμα των Zonal καθίσταται συνεργός σε ένα "μεταλλαγμένο dub έγκλημα". Έτσι τουλάχιστον το βλέπει και το ακούει ο Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
Έχω χάσει τον λογαριασμό... Δεν ξέρω πόσους δίσκους έβγαλε ο Kevin Martin (ο κύριος Bug) μέσα στο 2019. Βρίσκεται σε δημιουργικό ντελίριο προφανώς γιατί εκτός από το ότι βγάζει πολύ πράμα, είναι και όλα πολύ καλά. Ξεκινάμε από τους King Midas Sound και τη βαριά, καπνισμένη μελαγχολία τους, περνάμε στο ambient κόσμημα στην εταιρία Room40 και μετά στη συνεργασία με τον Burial (πρώτο πράμα) στην Pressure, τη δική του εταιρία. Τι, θέλετε κι άλλα; Κι όμως υπάρχουν, γιατί εδώ θα ασχοληθούμε με το τελευταίο του πόνημα μαζί με τον άλλο συνένοχο στο μεταλλαγμένο dub έγκλημα, τον Justin Broadrick (από τους Godflesh ντε). Kevin και Justin μαζί είναι οι Zonal. Μπορεί να νομίσετε ότι είναι καινούριο αυτό το κόλπο, όμως όχι. Ουσιαστικά πρόκειται για τους θρυλικούς (το εννοώ) Techno Animal. Το σχήμα που μέσα στα 90s έσπασε κάθε σύμβαση σχετιζόμενη με τις μπάσες συχνότητες, το dub, το hip hop, την ambient (σίγουρα όχι το techno). Βουτηγμένα όλα αυτά μαζί, σε ένα σκοτεινό industrial αίσθημα.
Καταρχήν δε γίνεται να μη σχολιάσω το εξώφυλλο, μιας και πρόκειται περί μιας εξωφρενικά ωραίας, μάλλον μονοτυπίας, ένα σχέδιο που απεικονίζει μια σφαίρα ή ένα κυκλικό τελοσπάντων πράγμα, χωρίς χρώμα και γενικώς χωρίς πολλά πολλά τερτίπια, μόνο τα ίχνη του μελανιού που προκαλούν ένα απολαυστικό τρεμουλιαστό παιχνίδισμα. Kάτω από τη σφαίρα διαβάζουμε Zonal, Wrecked. Φυσικά η αισθητική αυτή δεν είναι άσχετη με το περιεχόμενο του δίσκου. Ποιό είναι αυτό; Μια ιδέα σας έδωσα παραπάνω αλλά το παρόν των κυρίων αυτών είναι ασύλληπτον. Κατά βάση, dub, μεταλλαγμένο, industrial και σκονισμένο. Όμως ποοολύ βαρύ, ποοολύ αργό (μα πολύ αργό-σερνάμενο) και πολύ... μηχανικό. Το όλον ακούγεται σα να έχουν βάλει μπροστά βενζινοκινητήρες σε μεγέθυνση σε πολύ αργή κίνηση. Τρομακτικά και κοφτερά χτυπήματα της μπότας πριν και μετά την ατελείωτη τρεμουλιαστή γραμμή ενός ιοβόλου μπάσου που μέχρι να ολοκληρωθεί έχεις πάθει 2-3 καρδιακές προσβολές από την ισχύ του. Και φυσικά δεν τελειώνει εκεί η κατάβαση. Υπάρχουν τουλάχιστον άλλα δύο στοιχεία που το χοντραίνουν το πράγμα. Το ένα είναι πίσω από αυτή την ηχητική τρομοκρατία, ένα βαθύ, σκοτεινό και άκρως ατμοσφαιρικό sound design, το βάθρο, ο ηλεκτρονικός καμβάς αν θέλετε πάνω στον οποίο εκτυλίσσεται η δράση. Το δεύτερο στοιχείο είναι μπροστά. Και δεν είναι άλλο από την φωνή της Moor Mother.
Απολύτως ταιριαστή συνοδοιπόρος αυτού του κοφτερού ιστορικού διδύμου αφού η ποιήτρια, μουσικός και ακτιβίστρια Moor Mother ακούγεται θυμωμένη. Όμως είναι ένας θυμός ψύχραιμος, δωρικός και ακριβής. Οι λέξεις που εξαπολύει εναλλάσσονται ρυθμικά σε ένα αργό και ψυχρό rap που σχεδόν προκαλεί θολούρα και ζάλη. Μοιάζει η κοπέλα αυτή σα να ζει σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο κάπου σε ένα απομακρυσμένο κρησφύγετο όπου η μικρή κοινωνία των ανθρώπων προσπαθεί να επιβιώσει μέσα στον ζόφο. Και κάπως έτσι ακούγεται συνολικά το άλμπουμ. Σαν λαϊκή μουσική μιας τέτοιας κοινωνίας. Τώρα που το ξανασκέφτομαι άνετα θα μπορούσαν να παίζουν έτσι μουσική οι κάτοικοι της Ζion από το ‘Matrix’. Θυμάστε φαντάζομαι. Μια πόλη στα έγκατα της γης όπου το rastafari στοιχείο έχει επιζήσει ανάμεσα στο μέταλλο, στον ηλεκτρισμό και τις προφητείες.