Aπό το Σεντούκι

Moby Grape

Ποιοι και από πού μας ήρθαν; Το μουσικό τους στίγμα, οι ιδιαιτερότητες του ήχου τους; Από ποιο άλμπουμ και ποια τραγούδια να ξεκινήσει κανείς; Του Δημήτρη Κοργιαλά

MobyGrapeΔραστηριοποιήθηκαν στο San Francisco από το 1967 κι έπειτα. Υπέστησαν τη λογοκρισία στο εξώφυλλο του πρώτου album τους. Το προμοτάρισμα της εταιρείας τους (Columbia) ήταν κάκιστο. Είχαν στις τάξεις τους ένα από τα βασικά θύματα της ψυχεδελικής κουλτούρας: τον Alexander "Skip" Spence. Μέλη ήρθαν κι έφυγαν, ενώ βίωσαν την εμπειρία τού να διασύρεται το όνομά τους στον βωμό του χρήματος. Οι Moby Grape υπήρξαν σπουδαία μπάντα, η πορεία τους, όμως, ήταν προβληματική.

Γιατί οι Moby Grape δεν ακούγονται στην εποχή μας; Η απάντηση δεν εξαντλείται στον ισχυρισμό ότι είναι παρωχημένοι, αφού ουδόλως ισχύει κάτι τέτοιο. Τουναντίον, η μπάντα φαίνεται ότι έχει ανακαλύψει μια '60s west coast προέλευσης ψυχεδελική φόρμα που αφομοιώνει με μοναδικό τρόπο μουσικά στυλ όπως: soul, blues, country και folk. Στους Moby Grape ο ακροατής δεν θα συναντήσει μελωδίες που "σφηνώνονται" στο μυαλό (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων). Όμως καλείται να αποσυνθέσει τη μουσική τους στα προαναφερθέντα μουσικά στυλ και, ύστερα, να τα ανασυνθέσει. Μία εκδοχή τούτης της ανασύνθεσης είναι η πρόταση των Moby Grape.

Το ότι ένας δίσκος όπως το "Moby Grape" (Columbia, 1967) κυριολεκτικά διαμελίζεται, από την εταιρεία τους, σε πέντε singles (η Columbia κυκλοφόρησε ταυτόχρονα αυτά τα singles περίπου την ίδια εποχή κυκλοφορίας του δίσκου, μη αφήνοντάς τον να "περπατήσει" και να δοκιμαστεί), αυτομάτως μειώνει το κύρος του ως album, ως υλικό, δηλαδή, του καλλιτέχνη που στοχεύει κάπου. Δίνεται στο κοινό η εντύπωση ότι το group σχηματίστηκε μόνο και μόνο για λόγους εμπορικούς. Έτσι, η συνύπαρξη της acid rock με τη γλυκιά folk, του soul feeling με την country, παύει να έχει περιεχόμενο ενότητας, αφού κατακερματίζεται βάναυσα. Κατά έναν περίεργο λόγο (ή από κακή τύχη) όλα τα επόμενα albums του group θα εμφανίζουν μια βασική έλλειψη.

Το "Wow" (Columbia, 1968) δεν έρχεται να ξεπεράσει το "Moby Grape" (τούτο, άλλωστε, δεν ξεπεράστηκε ποτέ). Αλλάζει όμως το πεδίο μέσα στο οποίο ξετυλίγεται η μουσική τους. Φυσικά, πάλι είναι οι Moby Grape, όμως τα πνευστά που προστίθενται σε πολλά tracks δεν κατορθώνουν να υπηρετήσουν το σκοπό τους: να αναδείξουν ακόμη περισσότερο τις "μαύρες" επιρροές τους. Και αυτό είναι, βέβαια, μία επιλογή. Κατά συνέπεια, όχι απλά θέτουν σε δεύτερη μοίρα την country ή τη folk (βασικά στοιχεία του ήχου τους), αλλά ακόμη και τα soul-ίστικα ("Three-Four") ή blues και r 'n' b ("Can't Be So Bad", "Just Like Gene Autry: A Foxtrot", "Miller's Blues") κομμάτια τους υπερφορτώνονται, βαραίνουν και σε σημεία κουράζουν. Το "Wow" είναι αναμφίβολα ένας καλός δίσκος. Κομμάτια όπως τα "Motorcycle Irene", "He" (εδώ είναι εύστοχη η ενορχήστρωση), "Rose Colored Eyes" και "Bitter Wind" είναι τυπικά δείγματα ήχου της Δυτική Ακτής.

Moby GrapeΤο "Wow" είναι δίσκος αδικημένος και τα μέλη του group φαίνεται να εντοπίζουν το ελάττωμα στην παραγωγή του. Έτσι, το "Moby Grape '69" (Columbia, 1969) έρχεται να ξαναπιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε το ντεμπούτο τους. Όμως αυτό το τρίτο album υστερεί στο ότι απουσιάζει από το line-up του group η ηγετική φιγούρα τού Skip Spence. Έχουν γραφεί πολλά για τη νοσηλεία του στο ψυχιατρείο και μπορεί κανείς να ακούσει το μοναδικό acid rock album "Oar" που ηχογράφησε στην Columbia την ίδια χρονιά, ώστε να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του καλλιτέχνη αλλά και της απώλειας για τους Grape.

Στο "Moby Grape '69" απουσιάζει το παιχνίδι και η ζωηράδα του Spence. Μεγάλο βάρος, λοιπόν, πέφτει στους υπόλοιπους, οι οποίοι και καταφέρνουν να αντεπεξέλθουν διόλου άσχημα. Διότι αποτελεί εγγύηση για τους Moby Grape όταν το όνομα του Peter Lewis αναγράφεται στα credits ή επίσης και το δίδυμο των Don Stevenson/Jerry Miller. Γενικότερα, η πρώτη πλευρά του album είναι υπέροχη. Λίγο κατώτερη συνθετικά είναι η δεύτερη (υπόψιν ότι το εκρηκτικό "Seeing" που κλείνει τον δίσκο είναι παλαιότερη σύνθεση του Spence). Τρείς συνθέσεις ανήκουν στον μπασίστα Bob Mosley, ο οποίος όμως εγκαταλείπει το group λίγο αργότερα.

Το μαρτύριο του group, όμως, συνεχίστηκε με μία άλλη κίνηση από τον πρώην manager τους, τον Matthew Katz. Ο Katz είχε τα δικαιώματα του ονόματος "Moby Grape". Μάζευε, λοιπόν, συχνά διάφορους μέτριους μουσικούς και τους ανέβαζε στη σκηνή με το όνομα Moby Grape. Η μουσική ήταν απογοητευτική και το όνομα του group διασύρθηκε στον βωμό των ορέξεων του Katz και του χρήματος.

Μετά την αποχώρηση του Mosley οι υπόλοιποι τρεις, ως πυρήνας πλέον των αρχικών Moby Grape, έπρεπε να συνεχίσουν. Αναγκάζονται να προσλάβουν session μουσικούς και να δώσουν στην απαιτητική Columbia ένα τέταρτο album. Το "Truly Fine Citizen" (Columbia, 1969) έχει πολύ έξυπνο εξώφυλλο, αλλά μέτριο περιεχόμενο. Λόγω της πίεσης που άσκησε η εταιρεία, φαίνεται η δουλειά εδώ να είναι κάπως διεκπεραιωτική. Ακόμη και τα κομμάτια που ξεχωρίζουν (τα "Looper", "Truly Fine Citizen", "Love Song - parts 1&2", "Tongue-Tied") δεν μπορούν να συγκριθούν με παλαιότερες δουλειές τους. Ίσως το "Now I Know High" να είχε θέση σε προηγούμενο δίσκο τους, αλλά και αυτή η κρίση μπορεί να αμφισβητηθεί. Οι Moby Grape στην ουσία τελειώνουν με το "Moby Grape '69". Ακόμη και το reunion του 1971, που έδωσε το album "20 Granite Creek" (Reprise, 1971), δεν είχε παρά λίγες μόνο στιγμές έμπνευσης.

Αδίκησαν τον εαυτό τους, αλλά και αδικήθηκαν από άλλους. Η δισκογραφική πορεία τους ήταν φθίνουσα. Δέχτηκαν το χτύπημα από την επιδείνωση της ψυχολογίας τού Spence, καθώς και την πίεση της εταιρείας και την εκμετάλλευση των managers. Οι Moby Grape είναι η περίπτωση της μπάντας όπου τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι εντελώς διαφορετικά. Είναι πάντα ένα ανοιχτό ερώτημα. Δεν μπορούμε ευκρινώς να δούμε πού στόχευσαν, πού συμβιβάστηκαν και πού απογοητεύθηκαν. Οι ηχογραφήσεις τους δεν θα μιλήσουν ποτέ ξεκάθαρα.

Ένα άλμπουμ:

Moby Grape (Columbia, 1967)

Moby Grape LPΤο αρχικό line-up ήταν: Skip Spence (κιθάρα), Peter Lewis (κιθάρα), Jerry Miller (κιθάρα), Bob Mosley (μπάσο), Don Stevenson (τύμπανα). Όλοι έγραφαν τραγούδια, όλοι έκαναν φωνητικά. Συνεπώς, δεν υπήρξε ποτέ ανάγκη διασκευής, παρά μόνον αν οι ίδιο το ήθελαν. Δεν το θέλησαν. Το ντεμπούτο τους album είναι γεμάτο από originals. Η αμερικανική σημαία στο εξώφυλλο (δίπλα από τον Spence) είναι βαμμένη στα κόκκινα ακόμη και στις "λευκές ρίγες". Το μεσαίο δάχτυλο του Stevenson είναι τεντωμένο επάνω σε μια σκάφη. Ο Miller έχει ανάμεσα στα γόνατα μια καραμπίνα. Το "στήσιμο" των μελών δίνει την εντύπωση αναμνηστικής φωτογραφίας. Ώστε αυτό είναι οι ΗΠΑ;

Το περιεχόμενο είναι ό,τι καλύτερο ηχογράφησαν ποτέ οι Moby Grape. Ένα απάνθισμα από δυνατά r'n'b ("Hey Grandma", "Indifference"), από acid rock ("Come In The Morning", "Fall On You"), από soul feeling tracks ("Changes", "Mr Blues"), δίλεπτα country rock ("Ain't No Use", "Lazy Me"), και folk μελαγχολία ("8:05"). Το αέρινο "Someday" συγκρίνεται μόνο με το ευαίσθητο "Sitting By The Window", και τούτο είναι το καλύτερο κομμάτι του δίσκου μαζί με το αξεπέραστο "Omaha". Ένας δίσκος ποίημα που υποσχόταν μια συνέχεια, η οποία δυστυχώς δεν ήρθε ποτέ.

Και τρία τραγούδια: