THE BEST OF THE REST #7 (His Name Is Alive, The Mountain Goats, Fiel Garvie, Angels And Airwaves)
Ανέκαθεν πολυσχιδής και αστείρευτα ευρηματικός, ο Warn Defever των His Name Is Alive αρνείται πεισματικά να κατηγοριοποιηθεί σε κάποιο είδος μουσικής, έτσι όπως επιμένει να αλλάζει το ύφος του από δίσκο σε δίσκο (πολύ συχνά και από τραγούδι σε τραγούδι μέσα στο ίδιο album). Το 2000 oι Ηis Name Is Alive έκαναν μια μεγάλη στροφή στην πορεία τους ηχογραφώντας έναν αμιγώς r'n'b και soul δίσκο που είχε τίτλο "Someday My Blues Will Cover The Earth". Επρόκειτο για ένα άκρως συμπαθητικό αν και μάλλον αμήχανο πείραμα, βασισμένο κυρίως στην ερμηνευτική ζεστασιά της Lovetta Pippen και σε μια ναρκωμένη ατμόσφαιρα χαλαρών blues με groovy περάσματα. Mε δεδομένο ότι ο Defever επανέλαβε το εγχείρημα με περισσότερη επιτυχία και στον επόμενο δίσκο του ("Last Night"), η πρόσφατη κυκλοφορία "Someday rmx" (διαθέσιμη μέσω internet) - μια συλλογή από remixes τραγουδιών του "Someday My Blues Will Cover The Earth" από διάφορα σχήματα - δε συνιστά tribute, ούτε αποτελεί κάποια δήλωση για την επιδραστικότητα του συγκεκριμένου δίσκου. Το ενδιαφέρον είναι περισσότερο εγκυκλοπαιδικό, μιας και οι περιπτώσεις που κάποιο remix δίνει αυτό το "κάτι παραπάνω" σε ένα κομμάτι είναι μετρημένες (οι Four Tet και ο Susumu Yokota, εκτός από το ότι είναι οι γνωστότεροι συμμετέχοντες είναι και αυτοί που συνεισφέρουν με τις καλύτερες στιγμές της συλλογής). Συνολικά, το "Someday rmx" απευθύνεται πρωτίστως σε όσους έχουν ήδη ακούσει το "Someday My Blues Will Cover The Earth" και το έχουν λατρέψει (δηλαδή σε διψήφιο αριθμό ανθρώπων παγκοσμίως). Οι μη μυημένοι θα βρουν την αρχική εκδοχή του δίσκου πολύ πιο ενδιαφέρουσα, ενώ αυτά τα remixes είναι ό,τι πιο παραπλανητικό μπορεί να ακούσει κάποιος που δε γνωρίζει το έργο του Defever για να βγάλει τα συμπεράσματά του. (5)
Κι αν ο Defever αλλάζει πορεία με κάθε νέο album, δεν ισχύει ακριβώς το ίδιο και για τον John Darnielle, τον άνθρωπο πίσω από το πολυγραφότατο σχήμα των The Mountain Goats. Το βασικό μειονέκτημα του Darnielle όμως δεν είναι τόσο η σταστιμότητα, όσο η αμετροέπεια. Δε διστάζει να βγάλει προς τα έξω ο,τιδήποτε, είτε αυτό πρόκειται για μια μισοτελειωμένη ιδέα ή για κάποιο προσχέδιο τραγουδιού - με αποτέλεσμα να έχει ηχογραφήσει κάποιες δεκάδες δίσκων από τους οποίους τουλάχιστον οι μισοί θα μπορούσαν και να μην έχουν υπάρξει ποτέ. Στα επιμέρους μειονεκτήματα έχουμε το γεγονός ότι οι The Mountain Goats δίνουν περισσότερο το βάρος στους (ομολογουμένως πολύ δυνατούς) στίχους τους παρά στη μουσική, κι έτσι, η ακρόαση ενός ολόκληρου album τους συνιστά δοκιμασία αν δεν έχεις δίπλα τo lyric book. Eπίσης, είναι και η φωνή του, αρκετά ψιλή και σε σημεία κάπως κωμική, η οποία είναι μια υπόθεση love-it-or-hate-it. Τίποτα από όλα αυτά δεν αλλάζει στο νέο album "Get Lonely" (4AD), το οποίο απευθύνεται κυρίως σε όσους ακολουθούν πιστά τον βετεράνο τραγουδοποιό σε ό,τι κι αν κάνει. Για τους υπόλοιπους, τρία - τέσσερα κομμάτια από το album, καθώς και μια εκτύπωση των στίχων από το internet είναι μάλλον αρκετά. (6)
Συνεχίζοντας την προσπάθειά τους να καλύψουν το κενό που άφησαν πίσω τους οι Lush, οι Fiel Garvie κυκλοφόρησαν πρόσφατα το νέο τους album "Caught Laughing" (Words On Music) - μια συλλογή 9 ατμοσφαιρικών pop κομματιών με διάχυτη θηλυκότητα και αισθαντικά παστέλ χρώματα. Εδώ οι Fiel Garvie μοιάζουν να ρίχνουν το βάρος στο συνθετικό τομέα, βάζουν τα φωνητικά στην πρώτη γραμμή και κινούνται σε καθαρότερες μελωδικές φόρμες, αποφεύγοντας τα reverbs και τα στουντιακά κόλπα που υπήρχαν διάσπαρτα στις προηγούμενες ηχογραφήσεις τους. Οι Fiel Garvie είναι σταθερά συμπαθείς αλλά και υπέρ του δέοντος στατικοί, έτσι όπως είναι προσκολλημένοι σε έναν συγκεκριμένο ήχο δίχως να προσπαθούν να τον αναπτύξουν ουσιαστικά. Το "Caught Laughing" ακούγεται ευχάριστα, αλλά απέχει πάρα πολύ από το να συναρπάσει. Όσοι ενδιαφέρονται για τον κιθαριστικό indie/dream pop ήχο με γυναικεία φωνητικά έχουν σαφώς πολύ καλύτερες επιλογές από τους Fiel Garvie, όπως, για να αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές, τα δύο πρώτα albums των The Heart Throbs, το ντεμπούτο των Belly ή - για πιο χάσιμο καταστάσεις - τα περισσότερα από τα νούμερα του καταλόγου της αμερικάνικης ετικέτας Clairecords. (6)
Όταν μέλη από διαφορετικά συγκροτήματα σχηματίζουν ένα νέο συγκρότημα, τότε λέμε ότι έχουμε ένα "supergroup". O όρος χρησιμοποιείται συνήθως στις περιπτώσεις που τα συγκροτήματα από τα οποία προέρχονται τα μέλη του νέου σχήματος είναι γνωστά και σημαντικά, μιας και είναι λίγο ειρωνικό να μιλάς για supergroup όταν τα μέλη του προέρχονται από τους άοσμους-άχρωμους-και-άγευστους Blink-182, Distillers και Box Car Racer, και να έχεις μόνο τον drummer των Offspring να σώζει (κάπως) την κατάσταση. Τέλος πάντων, το ας-το-πούμε supergroup που προέκυψε από αυτήν την σύμπραξη ονομάστηκε Angels And Airwaves και αποτελεί ένα μέτριο success story της σύγχρονης αμερικάνικης σκηνής. Συμβόλαιο με την Geffen, κάμποσα singles από το album, ραδιοφωνικό airplay, ένα πλατινένιο ντεμπούτο (το οποίο θα διαδεχτεί ένα κατά πάσα πιθανότητα άπατο "δύσκολο δεύτερο album"), κι όλα αυτά για σχεδόν τίποτα: εδώ έχουμε μια χούφτα από συμβατικές συνθέσεις που αναπαράγουν ανέμπνευστα τον κιθαριστικό ανεξάρτητο αμερικάνικο ήχο των nineties, πασχίζοντας να ακούγονται πιασάρικες, να είναι κατάλληλες για τα ραδιόφωνα, να αρέσουν εξίσου σε πιτσιρικάδες αλλά και σε ένα ωριμότερο ακροατήριο - και καταλήγουν να ακούγονται σαν Oasis β' διαλογής. Το αποτέλεσμα δεν προσβάλλει, αλλά είναι για πολλά χασμουρητά. Α, ναι, ο δίσκος λέγεται "We Don't Need To Whisper" (Geffen). Kι εμείς we don't need to listen. (3)