Dope on plastic 6
...ή αλλιώς η στήλη των απόκληρων μουσικών του άκαρδου αυτού κόσμου, που όσο και αν ιδρώνουν πάνω από τις κονσόλες και τα laptop τους δε θα καταφέρουν να φτάσουν στα αυτιά του μεγάλου κοινού. Και φανταστείτε οτι σήμερα μιλάμε για τέσσερα πολύ σπουδαία σχήματα του χώρου και όχι για διάττοντες αστέρες της electronica. Πότε όμως τα μεγάλα και σημαντικά πράγματα έγιναν αποδεκτά στον καιρό τους;
Ίσως στις σχολές μουσικολογίας του μέλλοντος οι Autechre να είναι ένα από τα εισαγωγικά μαθήματα, μέχρι τότε όμως -και επειδή αυτό μάλλον θα αργήσει αρκετά- η στήλη Dope on Plastic θα κρατά τη σπίθα του διαφορετικού αναμμένη...
Αρχή με το ιδιαίτερο Γερμανικό σχήμα των Mouse on Mars, που με την έβδομη του κυκλοφορία με τον τίτλο 'Idiology' στην εταιρεία Sonig, δείχνει οτι η συνεχιζόμενη περίοδος έμπνευσής του δεν έχει τέλος. Μετά το πολύ καλό 'Nium Nimmung' του 1999, το δίδυμο Andi Toma και Jan St. Werner επιστρέφει μάλλον με τον πιο πλούσιο δίσκο του μέχρι τώρα, όχι μόνο σε κατευθύνσεις αλλά και σε χρήσεις διαφόρων οργάνων, όπως πνευστά, τσέλο, πιάνο και παραμορφωμένες φωνές από τον παρανοημένο Ιάπωνα Dodo Nkishi. Και αν οι πρώτοι ήχοι από το 'Actionist Respoke' -το πρώτο track του δίσκου- παραπέμπουν σε μια ιδανική απόδοση ενός abstract βιομηχανικού technoδημιουργήματος, με τα sequenced φωνητικά να δίνουν μια αλλόκοτη ρυθμική πορεία στο
κομμάτι, παρακάτω τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα και περιπετειώδη. Χαρακτηριστικό το track 'Presence', ίσως η πρώτη φορά που επιχειρείται η σύζευξη της ήρεμης παράνοιας του Robert Wyatt με την αποδόμηση των Gastr del Sol, ή το 'Introduce' που παραπέμπει σε μια φουτουριστική εκδοχή των Skinny Puppy. Βέβαια τα παραπάνω κομμάτια είναι μόνο ενδεικτικά, καθώς ολόκληρο το 'Idiology' LP είναι ένα γοητευτικότατο 'τερατούργημα' μεταμοντέρνου break beat, αλλοιωμένης techno αισθητικής, post industrial παράνοιας και σιωπηλού, κάποιες φορές, τρόμου. Με τέτοιες δουλειές δεν ξέρω αν θα χρειάζεται πλέον να ανατρέχουμε στα σπουδαία αλλά πολυκαιρισμένα διαμάντια του kraut rock. Και ευτυχώς που κάποιοι σαν τους Mouse on Mars φανερώνουν τη μεγαλύτερη ίσως συνέπεια και σπουδαιότητα αυτών των δίσκων. Οπωσδήποτε προ συνεχών εκπλήξεων η πρώτη ακρόαση, αλλά προ συνεχών ανακαλύψεων οι επόμενες (9 \ 10).
Μένουμε στη Γερμανία, οπου κάπου μεταξύ Βερολίνου και Ντύσελντορφ κινούνται τα αδέρφια Lippok και ο Stefan Schneider, δηλαδή οι To Rococo Rot. Βέβαια και τους τρείς τους έχουμε ξανασυναντήσει και σε άλλα σχήματα, τον Schneider στους Kreidler (από τους οποίους όμως αποχώρησε πριν τον τελευταίο τους δίσκο) και τους Lippok στους Tarwater. Πολυπράγμωνες με λίγα λόγια, κάτι που επιβεβαιώνεται και σε αυτή την κυκλοφορία με τον τίτλο 'Music is a hungry ghost' (City Slang), οπου συνεργάζονται με τον I-Sound, κατά κόσμον Craig Willingham, Νεοϋορκέζο 'μουσικό των πικάπ' (κομπογιαννίτικη μετάφραση του 'turntablist'...) και
παραγωγό. Αφήνοντας πίσω τα pop δομής ambient δημιουργήματα του προ τριετίας 'The amateur view', οι To Rococo Rot εξερευνούν σαφώς πιο δύσβατα τοπία με νέα, λιγότερο μελωδική και περισσότερο αφαιρετική διάθεση, ενώ η πειραματικότερη διάθεση του Willingham φροντίζει όχι μόνο να δίνει βάθος στον ήχο του σχήματος αλλά και να τον μπολιάζει με noisy υποστρώματα. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το υπέροχο και ψυχρά ρομαντικό άκουσμα των 'From dream to daylight' και 'Along the route' με τη συμμετοχή του Alexander Balanescu στο βιολί.
Εύσημα παίρνει και η παραγωγή του δίσκου, σαφώς η καλύτερή τους μέχρι τώρα, με τόσο βάθος και πολυμορφία, σε σημείο που η δουλειά παιγμένη σε υψηλή ένταση αποκαλύπτει τη θορυβώδη βάση της.
Με αρμονικά ρηξικέλευθη σύνδεση συμβατικών οργάνων και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, το 'Music is a hungry ghost' αποτελεί ότι πιο ουσιώδες και απόκοσμα ατμοσφαιρικό έχουν δώσει οι To Rococo Rot μέχρι τώρα. (8 \ 10).
Τα δύο παραπάνω σχήματα ακολουθούν την πορεία της ανανέωσης, της μάθησης μέσα από την πράξη και τη σταδιακή κορύφωση του δημιουργικού τους ονείρου. Τί γίνεται όμως με αυτούς που έχουν ήδη φτάσει (ή έτσι νομίζουμε τουλάχιστον) στο ζενίθ της καλλιτεχνικής τους πραγμάτωσης; Οι Autechre σίγουρα δε χρειάζονται συστάσεις, ή αν χρειάζεται κάτι τέτοιο είναι γι'αυτούς που νομίζουν οτι το 'Kid A' αποτελεί την κορυφή της πειραματικής pop δημιουργίας του σήμερα. Τέτοιες αντιμαχίες τις θεωρώ μάλλον ανούσιες, πρέπει όμως επιτέλους να ειπωθεί οτι τα ηλεκτρονικά τερτίπια του 'Kid A' είναι οι ασκήσεις που έκαναν για ζέσταμα οι Autechre δέκα χρόνια πριν, άλλο αν ΚΑΝΕΙΣ από τους νέους pop αστέρες δήθεν ποτέ δεν επηρεάστηκαν από κανέναν και από τίποτα. Τι να πείς, ακόμα και οι Θεοί Kraftwerk τώρα έβγαλαν κάνα φράγκο, με τις επανεκδόσεις και την αναφορά του ονόματός τους από τους σύγχρονούς μας κραταιούς του techno...
Δίσκοι όπως το 'Chiastic slide' ή το 'Tri Repetae' εκτόξευσαν τους Autechre σε ένα κόσμο τόσο μακρινό που ακόμα και τώρα είναι δύσκολος να κατανοηθεί. Το φετινό 'Confield' LP (Warp) δεν καταφέρνει τίποτα άλλο παρά να κρατά το δίδυμο Booth και Βrown στα ίδια άφταστα επίπεδα, κάτι -νομίζω- εξίσου σημαντικό με το να τα φτάσεις για πρώτη φορά. Μήπως όμως το πράγμα πλέον ξεφεύγει τελείως; Η ακρόαση του 'Confield' δείχνει ίσως πιο ξεκάθαρα από ποτέ οτι οι Autechre θα κάνουν τα πάντα για να αποδομήσουν τη μελωδία, να τη θρυματίσουν τόσο δυνατά που να μη μπορεί πια να ξαναενωθεί, παρά μόνο με άλλη μορφή. Έννοιες όπως techno, minimal, abstract, idm, ambient, μοιάζουν να παραλύουν και να αχρηστεύονται μετά από κάθε δουλειά των Autechre, το ίδιο και με αυτήν. Τελικά οι Autechre παίζουν Autechre, το εγερτήριο για κάθε νεκρωμένο εγκεφαλικό κύτταρο, το ηχογέννημα μιας ατέρμονης μαθηματικής εξέλιξης, το μονόδρομο για την απομάκρυνση από τη μουσική. Δύσκολα πατάς το play, ακόμα πιο δύσκολα καταλαβαίνεις την ουσία. (7 \ 10).
Οι φίλοι της την ξέρουν ως Riz Maslen, οι ακροατές της ως Neotropic ή ως Small fish with spine, και ανήκει σε αυτή τη μοναδική φουρνιά γυναικών όπως η Leila ή η Mira Calix που σταθεροποίησαν τη γυναικεία ιδιοφυία στη σύγχρονη -και μέχρι πρότινος ανδροκρατούμενη- ηλεκτρονική σκηνή. Με τις δυο πρώτες δουλειές της, το καταπληκτικό ντεμπούτο '15 levels of magnification' και το -κατά τη γνώμη μου, σαφώς πιο 'ψυχεδελικό' και μάλλον υποδεέστερο- διάδοχό του 'Mr Brubakers strawberry alarm clock' επιχείρησε ένα πετυχημένο από κάθε άποψη ταξίδι στη ζεστή πλευρά του ηλεκτρονικού διαστήματος. Έχτισε, κατέστρεψε, επαναπροσδιόρισε, ανακατέταξε τα θεμέλια ενός ήχου ψυχρού και μονότονα επαναλαμβανόμενου. Με το τρίτο της LP, η Riz Maslen φέρνει τα πάνω κάτω. Το 'La prochaine fois' (Ntone) είναι ότι πιο ριζοσπαστικό μπορούσε να κάνει και μάλιστα μέσα από τη μη -φαινομενικά- ιδιομορφία του. Αφήνοντας κατά μέρος την παγωμάρα των Macintosh και τη μετρονομία
του ψηφιακού της παραδείσου, δημιουργεί ένα απροσδόκητα συγκλονιστικό, ακουστικό δίσκο, τόσο λιτό όσο το απέναντι άκρο του τρομοκενικού. Μελωδίες μινιμαλιστικές, στα όρια ακόμα και αυτών των Labradford, με ακουστικές κιθάρες και έγχορδα χτίζουν ένα τοπίο που περισσότερο θα μπορούσε να ταυτιστεί με μια βουτιά στο υποσυνείδητο παρά με οποιαδήποτε άλλη έννοια ή εικόνα. Συχνά, αυτός ο παρελθοντολάγνος ρομαντισμός παραπέμπει ακόμα και στους This Mortal Coil, ενώ κάποια σκοτεινά folk στοιχεία φέρνουν στο νου τους Death In June. Το ακουστικό αυτό downtempo κλίμα δε χρωματίζουν παρά μερικά samples και αυτά αρκετά διακριτικά, καθώς και κάποιες φωνές με σημαντικότερη αυτή της σπουδαίας κυρίας Jarboe (Swans), ενώ στις ενορχηστρώσεις συμμετέχουν τόσο ο κιθαρίστας Nick McCabe (ο κιθαρίστας των Verve) όσο και οι γνωστοί μας Low. Στα φωνητικά συμμετέχει και ο παλιός συνεργάτης της Maslen, Paul Jason Fredericks. Την ακουστική γοητεία του δίσκου συμπληρώνει και η οπτική από ένα φιλμάκι (σκηνοθετημένο από την ίδια) που περιέχεται σε ξεχωριστό CD.
Οι Neotropic με τη δουλειά αυτή όχι μόνο καταφέρνουν να ανατρέπουν τα πιθανώς αναμενόμενα, αλλά το κάνουν με έμπνευση και αυθορμητισμό.Κανείς δεν περίμενε την 'επόμενη φορά' να είναι τόσο εσωτερική και μητρικά ζεστή. (8 \ 10).