Ear Wax Museum 22

Parquet Courts, Liima, LNZNDRF, M83, Tim Hecker

Πέντε νέες κυκλοφορίες από ένδοξες εταιρείες του παρελθόντος και του παρόντος. Του Τάκη Κρεμμυδιώτη

Parquet Courts - Human PerformanceParquet Courts - Human Performance (Rough Trade)

Όχι, είναι άδικο να πει κανείς πως οι Parquet Courts ανήκουν στην κατηγορία των συγκροτημάτων που είτε σου αρέσουν πολύ, είτε δεν τα αντέχεις καθόλου. Κι αν ανήκετε σε όσους δε μπορούν να κατανοήσουν την αναγνώριση που απολαμβάνουν, δεδομένης και αναμφισβήτητης της αξίας τους, μην ανησυχείτε. Το όχι και τόσο εύληπτο του ήχου τους εξηγείται αρκετά από το «μουσικό κενό» που χαρακτηρίζει τις πλουσιότατες σε παραγωγή δίσκων ημέρες μας. Δε μιλάω τόσο για το κενό που ακολούθησε τους Sonic Youth και τους Television, αλλά κυρίως για εκείνο των I, Ludicrous και Colorblind James Experience, που οι Parquet Courts επαναφέρουν στη ζωή μέσα από τον ήχο τους. Η ιστορία αυτή συνεχίζεται και στο πέμπτο άλμπουμ του κουαρτέτου από το Μπρούκλιν, του οποίου την παραγωγή υπογράφει ο Austin Brown. Ο δίσκος έχει όλα όσα περιμένετε. Ο άξονας είναι και πάλι το indie-rock, γύρω από τον οποίο περιστρέφονται οι punk, garage και ψυχεδελικές τάσεις τους. Το κλειδί όμως που αποκαλύπτει το «μυστικό» τους παραμένει μέχρι τώρα σταθερό. Αυτό δεν είναι άλλο από τη φαινομενική μουσική «παράνοια» και τη «δε βαριέσαι» στάση, που έδειχναν και οι παραπάνω πιο πρόσφατες επιρροές τους, τις οποίες βγάζουν τόσο επιμελημένα ατημέλητες, ώστε να πείθουν ακριβώς για το αντίθετο. Έχοντας υπόψη αυτό το κλειδί, πιστεύω πως θα καταλήξετε στο συμπέρασμα ότι στην περίπτωση του “Human Performance” δεν αξίζουν μονάχα τα “One Man, No City”, “Dust” και “Berlin Got Blurry”, αλλά όλα τα τραγούδια του, αφού μιλάμε για το καλύτερο άλμπουμ τους!

 

Liima - iiLiima - ii (4AD)

Αν σας αρέσουν οι Efterklang, δε θέλει και πολλή σκέψη. Είναι πολύ πιθανό ότι οι Liima όχι μόνο δε σας αφήσουν αδιάφορους, αλλά θα σας κερδίσουν με τις πιο σοφιστικά και «πειραγμένες» προτάσεις τους. Ο παραλληλισμός αυτός κάθε άλλο παρά τυχαίος είναι, αφού οι Liima δεν είναι άλλοι από τον Φινλανδό περικασιονίστα Tatu Rönkkö και τους Efterklang, δηλαδή τους Δανούς Mads Brauer, Casper Clausen και Rasmus Stolberg. Στους Liima, μερικές φορές, τα φαινόμενα απατούν. Καταρχάς, ονομάζονται Liima, πράγμα που σημαίνει ότι το ζώο που αγναντεύει στο εξώφυλλο δεν είναι λάμα! Αφήστε δε, που η ονομασία τους στα Φινλανδικά σημαίνει «κόλλα» ή «τσιμέντο». Επίσης, παρότι το άλμπουμ τιτλοφορείται “ii”, είναι το ντεμπούτο τους. Αυτό που ηχογράφησαν οι τύποι μέσα σε ένα τριήμερο στο Βερολίνο και είχαν συνθέσει σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, είναι ένα μείγμα ηλεκτρονικής pop και κιθαριστικής rock, με πλούσιο μπάσο και διάφορα samples. Κάποιες φορές έχει κάτι από τους U2 (“Your Heart”), από τον David Bowie να συναντά τους Tindersticks (“America”), τον Jeff Buckley (“Russians”) ή το new wave των Our Daughter’s Wedding (όποιος θυμάται το “Target For Life”, ένα από τα καλύτερα 80’s τραγούδια, να σηκώσει το χέρι του) να παντρεύεται τους Dead Can Dance και Tuxedomoon (“Trains In The Dark”). Στην κορυφή όμως στέκει το “Roger Waters”, με τη μπασογραμμή να φέρνει προς το “Money” φιλτραρισμένο από τη φιλοσοφία των Animal Collective.

 

LNZNDRF – LNZNDRFLNZNDRF - LNZNDRF (4AD)

Οι LNZNDRF προδίδονται από το εξώφυλλο του ντεμπούτου άλμπουμ τους. Μια στιγμή αν το κοιτάξεις, μπορείς να μαντέψεις τι μουσική παίζουν. Δεν είναι άλλοι από τον τρομπονίστα Ben Lanz των Beirut και τους Scott και Bryan Devendorf, δηλαδή τη rhythm section των National. Τι νομίζατε δηλαδή; Μόνο ο Matt Berninger δικαιούται να έχει side project (EL VY); Κι αν εύλογα απορείτε για την ονομασία τους, τότε μάθετε πως προέκυψε από μια λάθος λέξη που σχημάτισε στο scrabble κάποιος από αυτούς, έχοντας καταναλώσει αρκετό αλκοόλ. Αν και σχηματίστηκαν πριν πέντε χρόνια στο Auckland, μόλις τώρα κυκλοφόρησαν το φερώνυμο δίσκο τους, που ηχογραφήθηκε σε κάτι λιγότερο από τρεις μέρες μέσα σε μια εκκλησία – στούντιο στο Cincinnati. Το ατμοσφαιρικό ύφος του δίσκου αποτελείται από οκτώ συνθέσεις, που κατά κανόνα περιδιαβαίνουν τα μονοπάτια που χάραξαν ο Brian Eno και οι Neu!, εμπλουτισμένα όμως από την παράδοση του πρωτόλειου ήχου της δισκογραφικής τους εταιρείας και την ευρύτερη 80’ς αισθητική. Όλα τα τραγούδια προέκυψαν ύστερα από μακρόχρονα τζαμαρίσματα της μπάντας, τα οποία υπέστησαν εκ των υστέρων την απαραίτητη επεξεργασία. Το περίεργο είναι ότι (θεωρητικά) οι πιο σημαντικές στιγμές του δίσκου ανήκουν κυρίως στα δύο λιγότερο ατμοσφαιρικά και περισσότερο ρυθμικά τραγούδια, τα εξαιρετικά “Beneath The Black Sea” και “Future You”, χωρίς αυτό να σημαίνει πως στιγμές σαν των “Mt Storm” και “Stars and Time” δεν μπορούν να σε κερδίσουν.

 

M83 - JunkM83 - Junk (Naïve)

Ο Anthony Gonzalez ξαναβγαίνει ραντεβού με τη μουσική από την καρδιά των 70’s και τις αρχές των 80’s, όντας ερωτευμένος με την ανεκτίμητη κληρονομιά των Air. Η καθαρόαιμη ψαγμένη electronica και το post-rock δεν έχουν θέση στο “Junk” κι αυτό δεν είναι καθόλου έκπληξη μετά το “Hurry Up, We’re Dreaming”. Μην ξεγελαστείτε όμως και πιστέψετε πως το άλμπουμ είναι ό,τι δηλώνει ο τίτλος του. Απλά θεωρήστε το ως πιο καθαρόαιμη «επόμενη φάση» του Random Access Memories” των Daft Punk. Το ταξίδι στα 70’s αρχίζει με το στυλ των La Bionda (“Do It, Try It”) και περιλαμβάνει blue-eyed soul και ήχο της Philadelphia με εύσημα στο “You To Me Are Everything” των The Real Thing, τον Barry White και τον James Last σε ατμόσφαιρα Love Boat (“Moon Crystal”), αλλά και ολίγη από Barry Manilow με «γλυκερά» φωνητικά της Susanne Sundfor α-λα Olivia Newton John και jazzy σαξόφωνο (“For the Kids”). Θα βρείτε, όπως είπαμε, κάτι από τη φινέτσα των Air (“Solitude”, “The Wizard”, “Laser Gun”) αναμεμειγμένη με κλασική μουσική και Captain Sensible! Τα 80’s τραγούδια θυμίζουν τους Imagination και τον Billy Ocean (“Walkway Blues”), έχουν ψήγματα από Howard Jones, Visage και Modern Talking σε φωνητικά της Mai Lan (“Bibi the Dog”), το κλασικό αναμενόμενο χιτάκι (“Road Blaster”), αλλά και μπαλάντα Alan Parsons (“Saturday Night 1987”). Α, παίζουν και δύο «περαστικοί» από το στούντιο: Ο ένας είναι ο Steve Vai (ορίστε;) στο πολύ καλό “Go!”, που θυμίζει ακόμα και τις Ρωσίδες t.A.T.u., και ο άλλος ο Beck (ο ποιος;) στο “Time Wind”, που ενώνει τους Johnny Hates Jazz με τους Earth Wind And Fire. Έχει κι άλλα…

 

Tim Hecker - Love StreamsTim Hecker - Love Streams (4AD)

Μπορεί σήμερα να είναι κατεξοχήν η εποχή που προωθούνται κάθε είδους μουσικοί πειραματισμοί, αλλά πολύ δύσκολα θα δείτε να παίρνουν σάρκα και οστά μέσω καταξιωμένων δισκογραφικών εταιρειών. Ο Καναδός συνθέτης κυρίως ηλεκτρονικής μουσικής Tim Hecker συνεχίζει να πορεύεται με τα μάτια στραμμένα στο μέλλον, αναζητώντας νέους τρόπου έκφρασης. Μετά τις καινοτόμες τεχνικές συνύπαρξης ηλεκτρονικών ήχων με τέτοιους προερχόμενους από παραδοσιακά όργανα, που ακούσαμε στο “Virgins”, με το νέο του δίσκο έβαλε στόχο να εξερευνήσει (όπως πάντα με πειραματική διάθεση) τις δυνατότητες της ανθρώπινης φωνής. Πήγε λοιπόν στην Ισλανδία, άκουσε τις μουσικές της, κράτησε κατά νου κάποιες new age βάσεις και τον πολύτιμο συνεργάτη Ben Frost και προσπάθησε να δώσει κάτι διαφορετικό με αφετηρία την κληρονομιά του αναγεννησιακού συνθέτη Josquin des Prez. Αυτή τη φορά η ειδοποιός διαφορά ήταν η οκταμελής Icelandic Choir Ensemble υπό τη διεύθυνση του προταθέντος για όσκαρ Jóhann Jóhannsson, που τραγούδησε ανεστραμμένους λατινικούς στίχους, οι οποίοι ακολούθως υπέστησαν περαιτέρω επεξεργασία. Το ηχητικό αποτέλεσμα είναι ονειρικό και συχνά υπνωτιστικό, όντας σε προφανή αρμονία με τα φυσικά τοπία της χώρας που ηχογραφήθηκε. Τηρουμένων των αναλογιών θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχει κάτι από τους Cocteau Twins και τη Laurie Anderson, κυρίως λόγω των μετα-μοντέρνων πλήκτρων της Kara-Lis Coverdale. Το ανακυκλωτικό “Voice Crack”, μαζί με το πομπώδες “Obsidian Counterpoint” και το πολυεπίπεδο “Castrati Stack” αποτελούν τρεις συνθέσεις που μπορούν να ξεχωρίσουν ελαφρά μέσα από έναν δίσκο, που είναι φτιαγμένος για να ακούγεται ολόκληρος.