Κάτι καλό να ακούσω;
H ομαδική στήλη που προτείνει καλούς, καινούριους δίσκους. Bonus mixtape με 13 επιλεγμένα τραγούδια
Αντώνης Ξαγάς
Fauve≠ - 150.900 (Fauve Corp)
Είναι γαλλόπουλα, είναι και μπόλικα, καμιά εικοσαριά και βάλε (αν και στην σκηνή εκπροσωπούνται από πέντε), κολεκτίβα δηλαδή, με τη μουσική και τις λέξεις στο επίκεντρο και τριγύρω ένα σωρό άλλες τέχνες. Δεν τους αρέσει να λένε τα προσωπικά ονοματάκια τους δημόσια, θέλουν να πλανιέται ένα μυστήριο γύρω τους, στο δικό τους όνομα βάζουν δίπλα κι ένα συμβολάκι που το θυμόσταστε (;) από τα μαθηματικά, εκείνο της διαφοράς, γενικά είναι προφανές ότι θέλουν να διαφέρουν με κάθε τρόπο (και ποιος δεν θέλει και προσπαθεί εδώ που τα λέμε). Το οποίο όνομα έχει κοινή ρίζα με εκείνο το χαρούμενο και ζωηρό ζωγραφικό κίνημα που λεγόταν "φωβισμός", αλλά όχι, οι ίδιοι λένε ότι προέρχεται από μια ταινία του Cyril Collard, nuites fauves, άγριες νύχτες, άγριοι μπορεί να μην είναι, είναι όμως δημοφιλείς, γεμίζουν τα γήπεδα στην Γαλλία, στα λάιβ τους είναι ξεσηκωτικοί και καταιγιστικοί, ο δίσκος αυτός προσπαθεί να σε βάλει σε αυτό το κλίμα, και όχι, δεν είναι τα εισιτήρια που έκοψαν (πεζοί άνθρωποι!) αλλά τα χιλιόμετρα που έχουν κάνει στις περιοδείες τους.
Μαριάννα Βασιλείου
Garbage - Strange Little Birds (Stun Volume)
Τίποτα δεν κραυγάζει τόσο τη λέξη «ναϊντίλα» όσο οι Garbage – τόσο ως προς το όνομα όσο και ως προς τη μουσική. Όχι πώς αυτό είναι κακό απαραίτητα. Ειδικά σε ένα άλμπουμ όπως το “Strange Little Birds” όπου ο alt-rock ήχος που μας μεγάλωσε προ εικοσαετίας ακούγεται πιο ώριμος και μια ιδέα πιο εξελιγμένος/ σύγχρονος, με electronica πινελιές και pop ευαισθησίες. Κάπου στο δίσκο η Shirley Manson τραγουδάει “we might cheat death if we worship it”. Με άλλα λόγια, αν λατρεύεις και συνεχίσεις να υπηρετείς συνειδητοποιημένα τον ήχο που επέλεξες στην αρχή της πορείας σου, δεν θα πεθάνεις (μουσικά) ποτέ. Οι παλιοί φαν θα παραμείνουν στο πλάι σου ούτως ή άλλως, οι μεγαλωμένοι στα 90’s θα αναρωτηθούν αν αυτά τα κομμάτια τα πρωτοάκουσαν στα 17 ή στα 37 τους και οι νεότεροι θα ακούσουν τουλάχιστον με ενδιαφέρον το νέο σου δίσκο. Όλοι είναι απόλυτα ευχαριστημένοι – και αυτό, ξέρετε, δεν είναι καθόλου εύκολο!
Χίλντα Παπαδημητρίου
Liminanas - Malamore (Because Music)
Ίσως φταίνε οι παιδικές αναμνήσεις των γυναικείων περιοδικών, με τις φωτογραφίες της BB στις Κάννες. Ή ίσως οι ταινίες με τον Αλαίν Ντελόν ξαπλωμένο δίπλα στην πισίνα, με τα μαύρα γυαλιά και την Ρόμυ Σνάιντερ στο πλευρό του. Οι Liminanas μού φτιάχνουν το κέφι και με βοηθούν να συνειδητοποιήσω ότι το καλοκαίρι είναι ΕΔΩ, ό,τι κι αν γίνεται στην Ευρώπη, στην Ελλάδα ή στις ΗΠΑ. Κι αυτό το καλοκαίρι δεν θα επαναληφθεί, αφού ο χρόνος δεν περιμένει κανέναν. Βάζω τους Liminanas δυνατά, ξαναθυμάμαι τα γαλλικά μου και τραγουδάω μαζί τους το El Beach. Ιστορίες της πλαζ, ιστορίες μιας κομψής ποπ που μας μύησε σταδιακά σε πιο δύσκολες κι απαιτητικές μουσικές. Και ήρθαν οι Liminanas να μας την θυμίσουν πάλι, κλείνοντάς μας το μάτι: αυτό άλλωστε είναι το χαρακτηριστικό κάθε ενδιαφέρουσας post- αναβίωσης. Το κλείσιμο του ματιού, η ικανότητα να μην παίρνεις τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά (διότι μετά σε περιμένουν οι δεινόσαυροι, κι άντε να ξαναβρείς τους πάνκηδες να τους εξολοθρεύσουν).
Τάκης Κρεμμυδιώτης
The Swagger - The Swagger EP (Bandcamp)
Αν, λέμε τώρα, υπάρχει κάποιος που πιστεύει ότι η πιο γλυκιά ροκάδικη κιθάρα που ακούστηκε ποτέ δεν ήταν εκείνη των Αυστραλέζικων συγκροτημάτων της δεκαετίας του ’80, τότε καλύτερα να μην ασχοληθεί με το ντεμπούτο των Λονδρέζων The Swagger. Κι αυτό διότι το “Stoned” μοιάζει να έρχεται απευθείας από τις χρυσές μέρες των New Christs και Screaming Tribesmen, το “Keep On Fighting”, αν και διακρίνεται για το φλερτ του στο περίφημο τραγούδι του Neil Young που έχει κοινές τις δύο πρώτες λέξεις, τελικά έρχεται κι αυτό σε «συσκευασία» καγκουρώ, ενώ υπάρχουν και τα “She Gonna Blow My Mind” και “Ride”, που ροκάρουν Βρετανικά, κατά τα πρότυπα των Stereophonics και Oasis. Αν οι The Swagger ακούγονται έτσι στο στούντιο, σκεφτείτε τι θα γίνεται όταν παίζουν ζωντανά. Κι αυτό δεν το σκέφτηκα πρώτος εγώ, αλλά ο Graham Bonnar (Brian Jonestown Massacre, Swervedriver), ο οποίος αφού τους είδε live σε ένα κλαμπ, μπήκε στο στούντιο και έκανε την παραγωγή του δίσκου τους.
Χρήστος Πελτέκης
Witch Hats - Deliverance (In-Fidelity)
Επιστροφή, έπειτα από αρκετά χρόνια, για μια από τις αγαπημένες και σπουδαιότερες αυστραλέζικες –και όχι μόνο- μπάντες της τελευταίας δεκαετίας.
Ο τρίτος τους αυτός δίσκος (δεν είναι τόσο τεμπέληδες, έχουν στο ενεργητικό τους και δύο φοβερά EP) μπορεί να ακούγεται υπερβολικά ήπιος και προβλέψιμος για τα κυβικά τους, και να υστερεί σαφώς στη σύγκριση με τους προηγούμενους (ειδικά με το άλμπουμ της χρονιάς του 2011, για να μην πούμε ολόκληρης της δεκαετίας, όπως ήταν το Pleasure Syndrome) δεν παύει πάντως να είναι ένας καλός δίσκος, ειδικά για την φτωχή δισκογραφικά, συγκομιδή της χρονιάς που διανύουμε (σαν παρηγοριά στον άρρωστο μου μοιάζει αυτό, α ρε Witch Hats τι μου κάνετε, και δεν μου κάνει καρδιά να σας τα πω χύμα, γιατί σας αγαπάω) που μπορεί να αποτελέσει μια πρώτης τάξεως εξέδρα κατάδυσης, για την απαραίτητη και επιβεβλημένη βουτιά προς τα έγκατα της δισκογραφίας τους.
Βασίλης Παυλίδης
Lithics - Borrowed Floors (Water Wing)
Είναι από το Όρεγκον του Πόρτλαντ και παίζουν ατόφιο ποστ πανκ βγαλμένο από τις αρχές των 80ς, θυμίζοντας ισόποσα no wave και p-funk. Ακούγοντας το Borrowed Floors νομίζεις ότι ακούς κάτι από Pylon, Gang of Four, Au Pairs, Bush Tetras και Delta 5, για να αναφέρω μόνο τα ονόματα που παίζουν συνηθέστερα στα περί Lithics κείμενα στο Διαδίκτυο. Στην πρώτη ακρόαση ξεχώρισα τα Labor και Shees.
Μπάμπης Αργυρίου
Jambinai - A Hermitage (Bella Union)
Τρίο από την Νότια Κορέα, τη χώρα με τον υψηλότερο δείκτη αυτοκτονιών, όπου, όπως λένε, η ποιότητα ζωής χειροτερεύει κάθε μέρα. Με κυκλοφορία δίσκου σε αγγλική εταιρεία και live σε όλο τον κόσμο, μπορούν να υποστηρίξουν ότι κάνουν διεθνή καριέρα. Ο άνδρας παίζει κιθάρα και οι γυναίκες δυο παραδοσιακά όργανα της χώρας τους, το δίχορδο με το δοξάρι κι ένα με περισσότερες χορδές που στην περίπτωσή τους αντικαθιστά το μπάσο. Οι περισσότεροι τίτλοι είναι στα αγγλικά, οι στίχοι, όταν υπάρχουν, είναι στα κορεάτικα. Τους καταχωρούν στο post rock, πράγμα που νομίζω ότι είναι περιοριστικό αφού συχνά περνάνε στο άλλο δημοφιλές είδος με το post στο όνομά του.
Θανάσης Παπαδόπουλος
Rome Fortune - Jerome Raheem Fortune (Fool's Gold)
Ο Jerome Fortune, φωνάζετέ με Rome Fortune, είναι 27 ετών, Αμερικάνος, ζει στην Ατλάντα, προέρχεται από τη γνωστή τζαζ φαμίλια των Adderley, έχει δυο παιδιά και μπλε μούσι. Οι αυτοβιογραφικοί στίχοι του έχουν ως θέμα την οικογένεια, την επιτυχία/αποτυχία, τις υπερβολές (βλέπε drugs).
Το ‘Jerome Raheem Fortune’, είναι το πρώτο του album - έχουν προηγηθεί Mixtapes και Eps - κι αποτελεί άλλη μια περίπτωση που η hip-hop είναι σε επαφή με την τζαζ. Άλλωστε έχει δηλώσει και ο ίδιος ότι τζαζ και hip-hop, ακολουθούν δρόμους παράλληλους. Το μόνο παραδοσικό εδώ είναι το παλιάς σχολής rapping σε κάποια σημεία, κάτι που πάντως δεν αποτελεί μειονέκτημα. Είναι εμφανής η συνάφεια με ηλεκτρονική μουσική, αναμενόμενο σε όσους πήραν χαμπάρι τη συνεργασία του με τον Four Tet στο Small VVorld Ep του 2014, κάποιες αναφορές σε dub και dubstep, synths που θυμίζουν αμυδρά James Blake, και που όμως συστηματικά εκτροχιάζουν όποια μελωδία πάει να εμφανιστεί. Σε κάποιες περιπτώσεις με κούρασε η κατάχρηση του autotune, και μου άρεσε που παρά την πληθώρα διαφορετικών στιλ και αναφορών, το κάθε κομμάτι μπαίνει στο επόμενο με τρόπο που δίνουν στο album την εντύπωση συνεχούς και αβίαστης ροής.
Τάσος Πατώκος
M. Craft - Blood Moon (Heavenly)
Ένα από τα πράγματα που θυμόμαστε από τον πρώτο δίσκο του Justin Vernon (Bon Iver), ίσως περισσότερο από τα ίδια τα κομμάτια, είναι ότι ηχογραφήθηκε σε μια ερημική καμπίνα. Το ξέρουμε γιατί όλες σχεδόν οι αναφορές στο δίσκο δεν παρέλειπαν να μας το υπενθυμίζουν. Κάπως έτσι, στο υποσυνείδητό μας γεννήθηκε ο συνειρμός: ηχογράφηση σε ερημική καμπίνα = ωραίος δίσκος, και αυτό ακριβώς είναι που προσπαθεί να εξαργυρώσει ο Μ.Craft με τον νέο του δίσκο "Blood Moon". To αποτέλεσμα τον δικαιώνει μόνο εν μέρει, μιας και το "Blood Moon" περιέχει τρία θαυμάσια κομμάτια ("Love Is The Devil", "Where Go The Dreams" και το ομώνυμο), ανάμεσα σε μερικά απλώς ενδιαφέροντα και κάποια μάλλον ανιαρά ορχηστρικά. Στην ερώτηση «κάτι καλό να ακούσω;», η απάντηση είναι «ναι, αλλά όχι ολόκληρο: κράτα το 2, το 4, το 6 και το 9 και θα φτιάξεις το ομορφότερο ΕP του καλοκαιριού».
Γιώργος Παπαδόπουλος
Kaitlyn Aurelia Smith - Ears (Western Vinyl)
Στοχαστική, απόκοσμη, φουτουριστική είναι η μουσική της νεαρής Kaitlyn Aurelia Smith. Το ηλεκτρονικό και κυρίως synth-ο-ειδές βινύλιο του “Ears” δεν σε πιάνει από το χέρι να σε καθοδηγήσει σε συγκεκριμένα μουσικά μοτίβα. Σε αφήνει να πλανιέσαι μονάχος σου μέσα στο ιδιαίτερο μουσικό του σύμπαν μέχρι να συντονιστείς μαζί του. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα ανακαλύψεις την ομορφιά του, το παράδοξα δομημένο χάος του και θα μπορέσεις να το απολαύσεις σε συνεχόμενες ακροάσεις σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και σε μεγάλη ένταση. Ένας από εκείνους τους εγκληματικά υποτιμημένους φετινούς δίσκους που αξίζουν κάτι παραπάνω.
Μιχάλης Βαρνάς
Warren Wolf - Convergence (Mack Avenue)
Ο βιμπραφωνίστας από τη Βαλτιμόρη, Warren Wolf, ανήκει στη νέα γενιά των μουσικών της τζαζ, η οποία έχει σπουδάσει στα σημαντικότερα πανεπιστήμια, έχει αφομοιώσει όλη την ιστορία της, έχει συνεργαστεί επί σκηνής με εκπροσώπους αυτής της ιστορίας, ταυτόχρονα βρίσκεται σε διαρκή ανταλλαγή ιδεών με τους συνομήλικους της και στο τέλος η δικιά τους δημιουργία αποτελεί ένα αισιόδοξο μήνυμα περί της θεωρίας της εξέλιξης της τέχνης. Τo Convergence στην ετικέτα της Mack Avenue, εμπεριέχει τα απαραίτητα στοιχεία για να χαρακτηριστεί ως ένα δείγμα μοντέρνας τζαζ, αλλά αυτό έχει μηδαμινή σημασία μπροστά σε κάτι απλούστερο. Ότι ακούγεται σαν βάλσαμο, σαν αεράκι μέσα στον καύσωνα. Είναι και το ίδιο το όργανο, το βιμπράφωνο, το οποίο θαρρείς πως στα χέρια των ταλαντούχων ανθρώπων έχει θεραπευτικές ιδιότητες.
Μαζί με τον Warren Wolf, ο μπασίστας Christian McBride που είναι και ο παραγωγός του Convergence, ο ντράμερ Jeff "Tain" Watts, αλλά και δύο σημαντικές συμμετοχές. O Brad Mehldaw και ο John Scofield. Σαν κομμάτι επιλέγω το Montara, σύνθεση του σπουδαίου βιμπραφωνίστα Bobby Hutcherson που μοιάζει και σημαντική επιρροή για τον Warren Wolf.
Γιώργος Λεβέντης
The Hot Sardines - French Fries & Champagne (Decca)
Η επιστροφή τoυ σχήματος που επιβεβαιώνει τη θέση του ως ηγετικού στην όλη Dixieland - swing - vintage jazz φάση. Μπορεί να είναι και μια κατηγορία μόνο του αν σκεφτούμε πως όλα όσα χαρακτηρίζουν την ύπαρξή του συνεχίζουν να το κάνουν με έναν γοητευτικά παλιομοδίτικο τρόπο που καταλήγει μοντέρνος. Λείπει μεν μια πιο ''φευγάτη'' προσέγγιση, για την οποία όπως τους ψυχολογώ μάλλον επιφυλάσσονται, αλλά όσο τα επίπεδα παιξίματος και κατάρτισης παραμένουν σταθερά υψηλά δεν μας χαλάει ιδιαίτερα. Διαχειρίζονται με ευκολία και στιλ όλη την επιφάνεια του hot jazz και easy-listening chanson πεδίου και ό,τι κάποιες φορές χάνουν σε βάθος αναπληρώνουν σε έμπνευση, ατόφιο ταλέντο και χαριτωμενιά. Εξαιρετική και ύπουλα φιλόδοξη μουσική που δε θα αργήσει να αντιληφθεί τις σημαντικές δυνατότητές της.
Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
Keiji Haino/Jim O Rourke/Oren Ambarchi - I wonder if you noticed "I'm sorry" Is such a lovely sound It keeps things from getting worse (Black Truffle)
Έχω την εντύπωση ότι το γεγονός ότι ο Haino εδώ στον έβδομο δίσκο του ιδιαίτερου αυτού τρίο τραγουδά στα αγγλικά, δεν έχει να κάνει με μια πρόθεση να προσελκύσει ένα μη-ιαπωνεζομαθές κοινό όπως εύκολα θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος. Ούτως η άλλως είναι από λάιβ ηχογραφημένο στην Ιαπωνία (γιαπωνέζικο κοινό δηλαδής). Πιστεύω πως πιθανόν να θέλει να μεταφέρει και στους Ιάπωνες αυτή την αίσθηση του απόκοσμου με μεγαλύτερη δυναμική και ένταση, ακριβώς όπως το παθαίνουν και οι δυτικοί όταν ακούνε τα έργα του χωρίς να καταλαβαίνουν τη γλώσσα. Ευτυχώς για μας, είτε τραγουδά στα Ιαπωνικά είτε στα Αγγλικά, η αισθητική είναι ίδια και απαράλλακτη, οι φθόγγοι εξαπολύονται με την ίδια παράνοια. Αφιονισμένοι και προκλητικοί, δημιουργούν στροβίλους επάνω στις κιθάρες, τα μπάσα και τα τύμπανα, αλλά και μπουλγαρι και contrabass harmonica.