Κάτι καλό να ακούσω;

Απρίλιος 2025

Νέες ανακαλύψεις αλλά και επιστροφές από (αλλά και στο) παρελθόν στην καθιερωμένη εδώ και δεκαετία μηνιαία συλλογή μας

Παναγιώτης Αναστασόπουλος

Annie & the Caldwells - Can’t Lose My (Soul) (Luaka Bop, 2025)

Το πιστεύεις;

Ονομάζεσαι Annie Caldwell και μένεις στο West Point του Mississippi. Ντριν, χτυπάει το τηλέφωνο και σε ζητάει κάποιος David, για να του δώσεις την άδεια να επανακυκλοφορήσει το μοναδικό άλμπουμ που είχες βγάλει πριν μισό αιώνα με την οικογενειακή σου μπάντα Staples Jr Singers. Αρχικά δυσπιστείς, αλλά ρωτώντας μαθαίνεις ότι το επώνυμό του είναι Byrne, ότι είναι ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρείας Luaka Bop και ότι ενδιαφέρεται επίσης για το άλλο σχεδόν παντελώς άγνωστο -εκτός της ενορίας σου- οικογενειακό σου σεπτέτο, τους Annie & the Caldwells, που έχεις εδώ και σαράντα χρόνια με το σύζυγο, τα παιδιά, την εγγονή και τη βαφτισιμιά σου.

Καλά ως εδώ, αναρωτιέσαι πλέον υποψιασμένη, αλλά θα ήθελε η Luaka Bop να κυκλοφορήσει τον gospel δίσκο σου; «Ναι», ακούγεται μια φωνή από το ταβάνι, «…αν ήταν καθαρόαιμος και παράλληλα dancefloor-friendly, με soul και disco προσμείξεις». Πώς είπατε; «Ευκολάκι», πετάγεται ανοίγοντας την πόρτα του στούντιο ο άνετος Ahmed Abdullahi Gallab (aka Sinkane), υπογράφοντας την παραγωγή. Κι ύστερα μονολογείς: «Λοιπόν, μπορείτε να τρέμετε Aretha, Chaka, Bootsy και James, διότι με τέτοια μουσική μοιάζω φτιαγμένη για να ζήσω μαζί σας αιώνια, Θεέ μου συγχώρα με», χορεύοντας και τραγουδώντας “God spoke to death, he told death: behave!” και “I ain’t going to Hell, y’all”.

Μα, για μια στιγμή, τι χρονιά είπαμε πως έχουμε;

 

Θάνος Σιόντορος

No Bad News In Heaven – After Everything (Αυτοέκδοση, 2025)

Τρία κορίτσια κι ένα αγόρι με καταγωγή από το Falkirk της Σκωτίας, αλλά διάσπαρτα σε αυτή, μόλις κυκλοφόρησαν το πρώτο τους κομμάτι. Το “After Everything” πατώντας με το ένα πόδι στα indie των 90s και το άλλο στο post punk των 80s, έχει τσαγανό, ένα υποδόριο, κυκλωτικό background και φωνητικά που άλλοτε φωνάζουν κι άλλοτε ψιθυρίζουν αλλά σε ησυχία δε σε αφήνουν. Πιασάρικο χωρίς να είναι εύκολο και λίαν κολληματικό, είναι όπως ακριβώς πρέπει να είναι ένα καλό ποπ κομμάτι. Και εις ανώτερα λοιπόν.

 

Μαριάννα Βασιλείου

Circuit des Yeux - Halo On The Inside (Matador, 2025)

Ακούγοντας το “Halo On The Inside” αναρωτήθηκα πώς να νιώθει ένα έντομο που έχει πάρει την τελική μορφή του μέσα στο κουκούλι, ανοίγει τα μάτια του και συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται εγκλωβισμένο σε έναν στενό μέσα σε απόλυτο σκοτάδι. Τι κάνει τότε; Το μόνο που μπορεί μάλλον. Παλεύει, τρυπάει το κουκούλι και βγαίνει έξω στο φως. Κάτι τέτοιο κάνει και η Haley Fohr, που βγάζει μουσική άλλοτε ως Jackie Lynn και άλλοτε ως Circuit des Yeux. Το “Halo On The Inside” είναι κλειστοφοβικό, εντοσθιακό, με μόνη διέξοδο τα χαρακτηριστικά μπάσα φωνητικά της Fohr και τα industrial beat που τη μια θυμίζουν αισθησιακούς Depeche Mode και την άλλη λυτρωτική Kate Bush. Αρκούν όμως για να τρυπήσουν το κουκούλι μας, όπως και να το έχουμε χτίσει γύρω από τους εαυτούς και τις εαυτές μας.

 

Μαρία Φλέδου

Marina Zispin – Now You See Me, Now You Don’t (Scenic Route, 2025)

‘Marina Zispin’ είναι το δημιούργημα και ‘alter ego’ που μοιράζονται μία musical landscapist και ένας dark ambient παραγωγός. Η Bianca Scout και Martyn Reid στο πρώτο τους άλμπουμ συνθέτουν και αποδομούν non stop ηλεκτρονικούς ήχους κάθε ύφους και μουσικής περιόδου που έχουμε λίγο πολύ ακούσει - synth pop,techno,cold wave,witch house κτλ – με μία αξιοθαύμαστη ροή (η Bianca Scout είναι και χορογράφος άλλωστε) χωρίς να δίνουν απόλυτα η μία στον άλλον τον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Έτσι το κάθε κομμάτι γίνεται συνύπαρξη παρά συνεργασία, ακόμη kai στα παράλληλα ‘Venus Decadence’ και ‘Venus Opulence’ με τα οποία σχεδόν μας συστήνονται ως Reid και Scout αντίστοιχα, αλλά τελικά αρκούνται στο να παραμένουν δύο πλευρές της ίδιας περσόνας.

Το ‘Now You See Me, Now You Don’t’ είναι πολύ προσεγμένο ως την τελευταία του λεπτομέρεια, προσιτό συναισθηματικά και κυρίως πάρα πολύ ευχάριστο από το πρώτο άκουσμα, ειδικά αν έχετε σκοτεινές ευαισθησίες και δεν έχετε αποσυρθεί ακόμη από το dancefloor.

 

Μάνος Μπούρας

Theodoros - Every Day I Die (Dream Ritual, 2025)

Θα το έλεγες έως και αναπόφευκτο, κάποια στιγμή να έκανε ένα προσωπικό βήμα ο Θοδωρής Δημητρίου. Γνωστός μας εδώ και δεκαετίες ως ο τραγουδιστής της θρυλικής εγχώριας μπάντας των Λευκή Συμφωνία, ο δίσκος αυτός έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι πέρα από τη χαρακτηριστική φωνητική του ερμηνεία, ήταν τόσο ο de facto στιχουργός τους μα και ο βασικός τους συνθέτης, ιδιαίτερα τα πιο πρόσφατα χρόνια. Όταν λοιπόν συγκέντρωσε τραγούδια που θεώρησε ότι δεν ταιριάζουν στο ύφος του γκρουπ, ανέλαβε να τους δώσει σάρκα και οστά ο ίδιος, παίζοντας synths, κάνοντας τον προγραμματισμό των ήχων κι ασφαλώς τραγουδώντας τα. Στο πλάι του είχε μόνο τον Έκτορα Τσολάκη, που έπαιξε κιθάρες κι έκανε την παραγωγή, σ' έναν δίσκο με όμορφη σκοτεινή ατμόσφαιρα, γεμάτους εικόνες στίχους στην αγγλική γλώσσα (πλην ενός κομματιού στα ελληνικά, που ήταν ανέκαθεν η βασική του στιχουργική βάση) και ψυχρά beats που φέρνουν τον ήχο κοντά στο ebm αλλά με μια παράλληλα ζεστή συνολική μουσική εντύπωση. Το φερώνυμο του δίσκου κομμάτι έχει ένα κολλητικό μοτίβο που σε καλεί σ' ένα άλμπουμ γεμάτο εξαιρετικές στιγμές, τίποτα λιγότερο από έναν καλλιτέχνη που έχει αποδείξει σε βάθος χρόνου - τεσσάρων δεκαετιών, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους - την καλλιτεχνική του αξία.

 

Ηρακλής Ν. Κοκοζίδης

Messier 13 - Stay For A While (Inner Ear, 2025)

Το shoegaze αποτελεί από μόνο του ειδική κατηγορία του εναλλακτικού ήχου που αγαπήθηκε ιδιαίτερα τη δεκαετία του ενενήντα, παρασύροντας αμέτρητους μουσικόφιλους στο πέρασμά του. Είναι αξιοπερίεργο ότι στην Ελλάδα ελάχιστα συγκροτήματα επηρεάστηκαν σημαντικά από το είδος, καθώς οι πρώτοι που μου έρχονται στο μυαλό είναι οι Sugar For The Pill, οι οποίοι υιοθέτησαν μία indie pop/rock εκδοχή του.

Οι Messier 13 από την Αθήνα, στο δισκογραφικό τους ντεμπούτο παρουσιάζουν οκτώ συνθέσεις αγνού shoegaze, ακολουθώντας την παρακαταθήκη της αγίας τριάδας My Bloody Valentine, Ride, Slowdive, ενώ δε λείπουν μικρές αναφορές σε παρεμφερή είδη όπως το slowcore ή το grunge. Διάλεξαν το συγκεκριμένο όνομα, γιατί παραπέμπει στην απεραντοσύνη του διαστήματος και στους αγαπημένους τους Galaxie 500 (παρεμπιπτόντως και δικοί μου), ενώ επισημαίνω ότι και οι Γερμανοί Notwist έχουν ονομάσει ένα δίσκο τους «The Messier Objects».

Οι κιθάρες του Παύλου και του Γιώργου συνδιαλέγονται αρμονικά δημιουργώντας τα κατάλληλα ηχητικά στρώματα από εθιστικές μελωδίες και επεξεργασμένους θορύβους, ενώ η Ναταλία στο μπάσο και ο Νικόλας στα τύμπανα δομούν μια στιβαρή ρυθμική βάση, αναδεικνύοντας το δυναμισμό και τη ένταση των συνθέσεων. Τα φωνητικά του Παύλου αναδύουν μελαγχολικά και γλυκόπικρα συναισθήματα, καθώς οι στίχοι αναφέρονται σε θέματα όπως η ένταση της καθημερινής ρουτίνας και οι απώλειες κάθε είδους, ανθρώπινες ή συναισθηματικές.

 

Βασίλης Παπαδόπουλος

Sharp Pins – Radio DDR (K/Perennial Records, 2025)

Οι συνειρμοί των Horsegirl μας έφεραν πάνω στους Sharp Pins. Απ΄το Chicago, όπου γύρω από ένα fanzine διαμορφώνεται μια μικρή πολυδιάστατη σκηνή. Ο Kai Slater κινητήρια δύναμη του fanzine Hallogallo, διατηρεί παράπλευρα σχήματα και παράλληλες αγάπες, όπως τους Neu!, τον Robyn Hitchcock, απ’ όπου έχει πάρει και συνεντεύξεις, αλλά και όλη την αμερικάνικη και αγγλική ποπ των 60s, απ΄ όπου έχει εμφανώς επηρεασθεί στους Sharp Pins. Προηγούμενα συμμετείχε στους Lifeguard που κινούνται στον κλασικό σκληρό industrial ήχο των μεσοδυτικών πολιτειών της Αμερικής έχοντας ηχογραφήσει στη Matador Records ένα EP. Ταυτόχρονα έβγαλε την πρώτη, πρωτόλεια και ακατέργαστη κασέτα με τους Sharp Pins, ενώ νωρίτερα είχε ξεκινήσει με την πρώτη εφηβική του indie μπάντα, τους Dwaal Troupe. Πότε πρόλαβε είναι η απορία, καθώς είναι μόλις 19 ετών. Τούτο εδώ το LP έμελλε μάλλον αρχικά να κυκλοφορήσει ως κασέτα που κατά καιρούς συνοδεύουν το fanzine του, αλλά μάλλον έχει ένα μικρό έστω μέλλον μπροστά του. Είναι καθαρό, φωτεινό, όμορφο και γλυκό, πολύ γλυκό. Κιθαριστικά ποπ μινουέτα τα χαρακτηρίζει ο ίδιος και είναι πράγματι χαράς ευαγγέλια.

 

Βασούλα Τσιμινάκη

The Ex - If Your Mirror Breaks (Ex Rercords, 2025)

Οι Ex, με το νέο τους άλμπουμ "If your Mirror Breaks", έρχονται μετά το αριστουργηματικό "27 Passports" και μας κερδίζουν ξανά, με το ίδιο πάθος που τους χαρακτήριζε στο πρώτο μουσικό τους αντάμωμα πριν από 45 χρόνια, διατηρώντας την ίδια συνέπεια στον τρόπο που αντιδρούν σε όσα συμβαίνουν γύρω μας όλα αυτά τα χρόνια, φέρνοντας φρέσκα αλλά και τόσο γνώριμα υλικά για να ζεστάνουν την καρδιά μας και να κατακτήσουν το μυαλό μας, για άλλη μια φορά.

Χρησιμοποιώντας 3 κιθάρες, φωνητικά και ντραμς, δημιουργούν έναν ήχο που ανανεώνει τις παλιές φόρμες αλλά κρατάει την παλιά ουσία του μουσικού τους οικοδομήματος, με τον πάντα στοχαστικό τους στίχο που παρατηρεί την γοργά μεταβαλλόμενη μορφή του κόσμου, καταγράφει τη συντριβή της ανθρώπινης υπόστασης και κάνει έκκληση για δράση, μετατρέποντας τον παλμό της σύγχρονης πραγματικότητας σε 10 αληθινές πανκ (αλλά και προγκ) μουσικές διατυπώσεις.

Το θαυμάσιο εξώφυλλο φιλοτέχνησε ο πατέρας του Terrie, Wim Hessels (υπέγραφε ως Woeloem), που έφυγε από τη ζωή το 1998 και υπήρξε δημιουργός παιδικών κόμικ, ποιητής και μουσικός και αποτελεί φόρο τιμής στον Steve Albini, με τον οποίο πέρα από τη συνεργασία, τους ένωνε η φιλία.

 

Τάσος Βαφειάδης

Amelia Barratt, Bryan Ferry – Loose talk (Dene Jesmond Records, 2025)

Μετά από κάποια ηλικία (να πούμε τα 60;) οι καλλιτέχνες χρειάζονται κάτι ή κάποιον/α, να τους επανεργοποιήσει. Ειδικά για μερικούς απαιτείται μια μούσα. Το είδαμε με τον David Lynch όταν ανακάλυψε την Chrysta Bell, το ακούσαμε πρόσφατα από τον Mick Harvey όταν γνώρισε την Amanda Acevedo, το συναντάμε και τώρα με τον Bryan Ferry και την Amelia Barratt.

Ο Ferry γνώρισε κατά τύχη την εικαστικό και συγγραφέα Amelia Barratt σε μια γκαλερί. Βλέποντας τo στυλ της Αμέλια, δεν μου φαίνεται περίεργο ο Ferry να μαγεύτηκε τόσο από την αύρα της, ώστε τελικά να αποφάσισε να κυκλοφορήσει άλμπουμ με νέα μουσική μετά από 11 χρόνια. Και καλά έκανε. Το αποτέλεσμα τον δικαιώνει.

Ο δίσκος αποτελείται από 11 κομμάτια, στα οποία ακούμε απαγγελίες της Barratt, πλαισιωμένες με μουσική του Ferry από παλιά ντέμο ακυκλοφόρητων τραγουδιών του (κάποια από την εποχή των Roxy Music!). Το άλμπουμ είναι χαμηλόφωνο, ομοιογενές και άκρως ατμοσφαιρικό. Θα το συνιστούσα για βραδινές περιπλανήσεις με το αμάξι στην πόλη.

Μια αναπάντεχη, όμορφη κυκλοφορία από έναν καλλιτέχνη που ηχογραφεί δίσκους για περισσότερο από 50 χρόνια και σε λίγους μήνες κλείνει τα 80 του χρόνια.

 

Δημήτρης Κάζης

Susanna Hoffs – Eternal flame (Baroque Folk Records, 2025)

Το τραγούδι είναι 35 χρονών και το ξέρουν και οι πέτρες. Η εκτέλεση δεν έχει ούτε μια βδομάδα που βγήκε στο φως (στις 2/4/2025) και βάζω στοίχημα ότι ακούγεται εξίσου φρέσκο με οτιδήποτε άλλο από αυτή τη λίστα όπως και η φωνή της 65άχρονης Hoffs. Στο βέτο του αρχισυντάκτη που θέλει κάτι νέο απαντώ με δικό μου βέτο διότι ο έρωτας είναι πάνω απ' όλα.

 

Αντώνης Ξαγάς

Μαίρη Δαλάκου & Φώντας Λάδης – Βυθός (B-Otherside Records, 2025)

«Ποιητική σπουδή στο υποσυνείδητο» (μπορεί να γίνει κι αλλιώς; μη ποιητικά;) τιτλοδοτείται το ποίημα, ένα είναι ουσιαστικά, του Φώντα Λάδη, εδώ το ακούμε μελοποιημένο και ‘σπασμένο’ σε τραγούδια και ορχηστρικές συνθέσεις από την Μαίρη Δαλάκου, που ηχογραφήθηκαν όπως γράφει η ούγια το διάστημα 2018-2019. Κι αν το όνομα του Λάδη ξυπνά σχεδόν αυθόρμητα μια αγωνιστική διάθεση, η πένα του είχε γαρ ταυτιστεί με τραγούδια του αγώνα, παγωμένες τσιμινιέρες και λιωμένα στη βιοπάλη νιάτα, ωστόσο από τότε ήδη είχε και μια άλλη διάσταση, πιο προσωπική, πιο στοχαστική, η οποία εδώ εκδηλώνεται σε όλο της το… βάθος. Για την δε Μαίρη Δαλάκου, κι αν τα τραγούδια που φτιάχνει έχουν μια πιο σύγχρονη ενοργάνωση και ουκ ολίγα ηλεκτρονικά στοιχεία (μεταπλατωνικά να τα πούμε;), η φωνή της θα κουβαλά πάντα την δροσερή αύρα του νέου κύματος που τόσο ανανεωτικά έδρασε για την ελληνική μουσική πίσω στη δεκαετία του ’60 (όπως το έκαναν εν γένει όλα τα νέα κύματα από την nouvelle vague μέχρι την…bossa nova). To CD συνοδεύει τον δίσκο βινυλίου με άλλα παλιότερα ακυκλοφόρητα της εποχής 1965-1985, έκδοση της σταθερά μερακλίδικης Β-otherSide Records.

 

Γιώργος Λεβέντης

Yazz Ahmed (ياز احمد) A Paradise In The Hold (هناكَ جنةٌ في مخزن السفينة) (Night Time Stories, 2025)

Δεν βρισκόμαστε πια φυσικά στην ιστορική φάση που ένας δίσκος αραβικής τζαζ θα αποθεωθεί μόνο και μόνο για τον χαρακτήρα του. Αν και αυτό που παρουσιάζει η Βρετανίδα με ρίζες από το Μπαχρέιν είναι λίγο πιο περίπλοκο από όσο φαίνεται, αυτό που τελικά το κάνει να ξεχωρίζει είναι η συνοχή κόντρα στη σύλληψη.

Ο συνδυασμός ηλεκτρονικής post-pop και ανατολικής folk που παρουσιάζει η Ahmed κυλάει πιο άμεσα από όσο δικαιούται ένας δίσκος με κομμάτια τέτοιας διάρκειας και διάθεση να χωρέσουν σε αυτά ιδέες και καλεσμένοι (Natacha Atlas μεταξύ τους). Το άλμπουμ δεν είναι τέλειο και χωρίς αδυναμίες, αλλά όταν αφήνεται και δίνει χώρο στις πιο ενστικτώδεις διαθέσεις της δημιουργού και των μουσικών (το μπάσο κλαρινέτο δίνει ρέστα), δεν καταφέρνει να ξεπεράσει απλά κάθε jazz-fusion κλισέ, αλλά να αγγίξει περιοχές που το κάνουν υποψήφιο για έναν από τους δίσκους της χρονιάς. Είναι ένα άλμπουμ που μπορείς να του κάνεις ένα από τα καλύτερα κοπλιμέντα: ότι σε κάνει να κρίνεις υπερβολικά αυστηρά κάθε άλλο δίσκο που υποψιάζεσαι ότι πάει να πετύχει ό,τι και αυτό.

 

Αναστάσιος Μπαμπατζιάς

Rizwan-Muazzam Qawwali – At the Feet of the Beloved (Real World, 2025)

Οι ανιψιοί του Πακιστανού Nusrat Fateh Ali Khan δεν έχουν καθόλου ανάγκη τη φήμη και τη δόξα του θείου τους, ενός από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές στην ιστορία της μουσικής του 20ού αιώνα. Μια χαρά έχουν αποδείξει εδώ και πολλά χρόνια ότι αυτή τη δόξα την αξίζουν και από μόνοι τους λόγω των δικών τους μεγάλων δυνάμεων. Μέσα στα πλαίσια της παραδοσιακής ιερής μουσικής του Ισλάμ και ειδικά του Qawwali, σηκώνουν με τις φωνές τους θύελλες έκστασης. Εντελώς κυριολεκτικά.

 

Μιχάλης Βαρνάς

Yazz Ahmed (ياز احمد) A Paradise In The Hold (هناكَ جنةٌ في مخزن السفينة) (Night Time Stories, 2025)

Η Yazz Ahmed μετακόμισε από το Μπαχρέιν στην Αγγλία σε μικρή ηλικία τη δεκαετία του ενενήντα η οποία της πρόσφερε μόρφωση και τη δυνατότητα να αναπτύξει το ταλέντο της στη μουσική. Το Μπαχρέιν όμως της πρόσφερε τις αναμνήσεις, τον πλούτο ενός κόσμου που δε πρόλαβε να γνωρίσει καλά και τον έμαθε από ιστορίες των γονιών της, τις ειδήσεις οι οποίες όμως περιέχουν πάντα και τις ανορθογραφίες του δυτικού κόσμου έναντι του αραβικού. Τα δικά της ταξίδια στην περιοχή που γεννήθηκε, η γνωριμία της με μουσικούς, με απλούς ντόπιους και οι συζητήσεις με γυναίκες του Μπαχρέιν διαμόρφωσαν τον πυρήνα του πρόσφατου άλμπουμ της, ‘A Paradise In The Hold’, στο οποίο για πρώτη φορά υπάρχουν και φωνητικά. Έχουν προηγηθεί τρία ακόμη άλμπουμ. Η παρουσία της Natasha Atlas προσφέρει έξτρα κύρος στο άλμπουμ αν και δεν το χρειάζεται διότι είναι από μόνο του ένα κομψό στολίδι.

Η Yazz Ahmed λογίζεται πλέον ως μια σημαντική παρουσία στον χώρο της τζαζ και της βρετανικής σκηνής. Η μουσική της είναι χαρακτηριστική και αναγνωρίσιμη αλλά το πιο σημαντικό είναι η δική μας διαδρομή με την μουσική της και τον ήχο της τρομπέτας της. Παλιότερα θα μας φαινόταν ένα άκουσμα εξωτικό. Πλέον όμως οι κόσμοι είτε είναι μουσικοί είτε καθημερινές ανθρώπινες επαφές με διαφορετικούς πολιτισμούς, έχουν έρθει πιο κοντά και το αποτέλεσμα είναι άλμπουμ σαν το ‘A Paradise In The Hold’ να μοιάζει μια δημιουργία αρκετά κοντινή μας.

 

Ελένη Φουντή

Sylvie Courvoisier/Mary Halvorson - Bone Bells (Pyroclastic Records, 2025)

Φροντίζω να εκφράζω τακτικά τον θαυμασμό μου εδώ μέσα για τη Sylvie Courvoisier και τη Mary Halvorson και πάνω που είχα κάποιο καιρό να αναφερθώ στην πρώτη, ήρθε ως deus ex machina η νέα συνεργασία τους να με επαναφέρει. Δεν μιλάμε απλώς για δύο σπουδαίες δημιουργούς, αλλά για τα επάνω ράφια της σύγχρονης τζαζ, η δε χημεία τους είναι αδιανόητη. Η Courvoisier αμφιρρέπει αριστοτεχνικά ανάμεσα στη μουσική δωματίου και την avant-jazz, παίζοντας με τόσο εικονοκλαστική διάθεση που νομίζεις ότι μετά από κάθε συναυλία θα χρειάζεται καινούριο πιάνο. Η Halvorson έχει επιφέρει επανάσταση με τους δρόμους που έχει ανοίξει στα παιξίματα της τζαζ κιθάρας, ενώ καταφέρνει παράλληλα να διατηρεί την αναγνωρισιμότητά της. Τα έχω γράψει πολλές φορές και θα τα ξαναγράψω. Η σύγχρονη τζαζ, σε αντίθεση με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση στον πλανήτη, γίνεται όλο και πιο συναρπαστική, εφευρετική, πλουραλιστική και συμμετοχική και η Courvoisier με τη Halvorson δεν είναι απλά μεταξύ των ανανεωτών, αλλά στην εμπροσθοφυλακή αυτών. Στo "Bone Bells" συνεισφέρουν κομμάτια εναλλάξ, τα οποία όμως έχουν δημιουργηθεί με γνώμονα τη συνεργασία τους και έχουν περαιτέρω ραφιναριστεί από τις κοινές τους ζωντανές εμφανίσεις και τις πρόβες. Μας συμβουλεύουν λοιπόν να μην πάρουμε τοις μετρητοίς τι έχει γράψει η καθεμία παρότι η σχετική πληροφορία παρέχεται στα credits του cd (Τα κομμάτια 1, 3, 5, 7 είναι της Halvorson και τα 2, 4, 6, 8 της Courvoisier). Εμένα πάντως αυτή η προσέγγιση με πείθει απόλυτα. Είναι εμφανές ότι η κοινή τους πορεία έχει βαθύνει και ωριμάσει. Ενδεικτικά θα αναφέρω ότι πάνω που ήμουν σίγουρη πως το ομώνυμο κομμάτι είναι γραμμένο από τη Halvorson, ήρθε το αφοπλιστικό και λυρικό παίξιμο της Courvoisier να απογειώσει ακόμα περισσότερο τα πράγματα δίνοντας μια σχεδόν avant-blues χροιά στο "Bone Bells" και να μου κλονίσει τη βεβαιότητα. Κοίταξα τα credits και είχα δίκιο, είναι όντως γραμμένο από τη Halvorson, αλλά η αμφιβολία δημιουργήθηκε άρα ο σκοπός επιτεύχθηκε. Μπράβο τους. Είναι η τρίτη δισκογραφική συνεργασία τους και η δεύτερη στην Pyroclastic Records, ένα από τα πιο σημαντικά underground jazz labels εκεί έξω, που το τρέχει η πιανίστρια Kris Davis η οποία μας άφησε στήλες άλατος πέρυσι με το "Run The Gauntlet". Κορίτσια, show them how it's done.

 

Απόστολος Βαρνάς

Sarah Davachi – The Head As Form’d In The Crier’s Choir (Late Music, 2024)

Η ιστορία ανακάλυψης της κατοικοεδρεύουσας στην Πόλη των Αγγέλων και καταγόμενης από τον Καναδά Sarah Davachi πάει κάπως έτσι.

Καθόμουνα στο laptop, έγραφα ένα κείμενο για το mic.gr (η ζωή μας όλη σχεδόν γύρω από το MiC περιστρέφεται) και είχα βάλει παράλληλα ένα συνοδευτικό CD από ένα UNCUT με τα κατά την γνώμη του καλύτερα του 2024, που είχα αγοράσει σε κάποιο από τα πρόσφατα ταξίδια μου (για τα οποία επίσης ξέρετε σχεδόν τα πάντα από το MiC). Κατά το τέλος λοιπόν, αφού πρότερα είχα προσπεράσει κατά μέσο όρο ψιλοαδιάφορες γνωστές και μη εξαιρεταίες προτάσεις του, ξεκινά ένα ambient drone, μπαίνει στο παιχνίδι και ένα εκκλησιαστικό όργανο και αυτό ήταν. Παρατάω στην μέση ότι κάνω, πιάνω το cd, διαβάζω το όνομα Sarah Davachi – Night Horns (edit), ακούω τον δίσκο 3 φορές (!!!) στην γνωστή πλατφόρμα και στέλνω mail στον Λωτό για να παραγγείλω το βινύλιο.

Αποτελεί πλέον σταθερό ηχητικό καταφύγιο όταν θέλω να αποδράσω από ότι με ταλαιπωρεί. Ο συνδυασμός του εκκλησιαστικού οργάνου με τα ηλεκτρονικά στοιχεία μοναδικός και αληθινά ασύλληπτης ομορφιάς. Ότι καλύτερο έχω ακούσει σε αυτόν τον τομέα από εποχής Phillip Glass.

00:00 Annie & the Caldwells - I Made It
04:14 No Bad News In Heaven - After Everything
07:38 Circuit des Yeux - Megaloner
11:44 Marina Zispin - The Tudors
16:10 Theodoros - Wait For The Day
20:10 Messier 13 - 313
23:16 Sharp Pins - You Don't Live Here Anymore
27:04 The Ex - Circuit Breaker
32:35 Bryan Ferry and Amelia Barratt - Orchestra
35:32 Susanna Hoffs - Eternal Flame
39:10 Μαίρη Δαλάκου & Φώντας Λάδης - Κάτω από νερά αφρισμένα
41:59 Yazz Ahmed - She Stands On the Shore
47:06 Rizwan Muazzam Qawwali - Yaar da muhallah
59:28 Yazz Ahmed - Though My Eyes Go To Sleep, My Heart Does Not Forget You
1:07:54 Sylvie Courvoisier & Mary Halvorson - Bone Bells
1:14:15 Sarah Davachi - Night Horns

(O πίνακας στο εξώφυλλο είναι του Henri Matisse με τίτλο «La Tristesse Du Roi» (Η θλίψη του βασιλιά), 1952)