Μάρτιος 2024
Η τοπογραφική αποτύπωση των μουσικών μας επιλογών και αυτού του μήνα
Ηρακλής N. Κοκοζίδης
Topographies - Interior Spring (Dark Entries, 2024)
Πριν μερικούς μήνες παρατήρησα σε μια λίστα να φιγουράρει ένα συγκρότημα με το όνομα Topographies και ο συνειρμός με την επαγγελματική μου ενασχόληση μού κίνησε το ενδιαφέρον. Το πρώτο στοιχείο που ανακάλυψα ήταν ότι ο τραγουδιστής ονομάζεται Gray Tolhurst και υπέθεσα ότι είναι απλή συνωνυμία με το ιδρυτικό μέλος και ντράμερ των Cure, Lol Tolhurst, αλλά μετά από αναζήτηση στο διαδίκτυο κατάλαβα ότι είναι πατέρας και γιος. Παρεμπιπτόντως, ο Lol είναι ενεργός μουσικά και έχει κυκλοφορήσει πρόσφατα μια δουλειά με τον Budgie των Banshees, η οποία είναι αξιόλογη και συμμετέχουν πολλά ονόματα του εναλλακτικού ήχου. Το δεύτερο στοιχείο ήταν ο ηχητικός τους προσανατολισμός, ένας συνδυασμός post-punk, dark wave και shoegaze, με μελωδικά και σκοτεινά φωνητικά που φέρνουν αναπόφευκτα στο νου τον Robert Smith, αιχμηρές κιθάρες και ογκώδες μπάσο. Η χρήση drum machine αντί τυμπάνων μου προκάλεσε μεγάλη έκπληξη και αρνητική εντύπωση. Το «Interior Spring» κυκλοφόρησε πριν από ένα μήνα στην ετικέτα Dark Entries, η οποία εδρεύει στην ίδια πόλη με το σχήμα, το San Francisco, και ειδικεύεται στις επανεκδόσεις ιδιαίτερων και σπάνιων δίσκων, συμπεριλαμβανομένων της Λένας Πλάτωνος. Εμφανίζονται σαφώς βελτιωμένοι σε σχέση με το ντεμπούτο «Ideal Form» και θεωρώ ότι θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον αρκετών φίλων του συγκεκριμένου ήχου.
Αντώνης Ξαγάς
Tango Mangalore – re-Vamp (Minimalkombinat Records, 2024)
Πέρασαν αρκετά χρόνια μετά το «Dear Shore», ο Tango Magalore είναι «ναυαγιστής πια στην στεριά» -που έγραφε κι ο ναυτικός ποιητής- ωστόσο η θάλασσα εξακολουθεί να καλεί, η mal(ady) du depart, οι απώλειες, οι (απο)χωρισμοί, αβαρίες και ρίφια, σχέσεις με ημερομηνία λήξης το σφύριγμα του απόπλου, οι μνήμες στοιχειώνουν και τα νέα του τραγούδια, σε (ακόμη) πιο προσωπικό, σχεδόν εξομολογητικό και αναστοχαστικό ύφος, σφραγισμένα από τη δική του αναγνωρίσιμη ταυτότητα, την αγάπη για το μακάβριο αλλά και το γκροτέσκο, την αλληγορία, την θεατρική ερμηνεία υπογραμμισμένη από διαφόρων ειδών και τύπων σύνθια κι ένα νέο επινοημένο είδος (ωστόσο αρκετά εύστοχο και περιγραφικό: γεννηθήτω λοιπόν midi:goth). Ακούμε κι εμείς οι στεριανοί κι ας ‘ακούμε’ μόνο όσο είναι πάνω από την ίσαλο γραμμή…
Νάνσυ Σταυρίδου
The Fauns – How Lost (Invada, 2024)
Όταν ένα άλμπουμ ξεκινά με Νανσοτράγουδο, δε γίνεται παρά να είμαι θετικά προσκείμενη σε αυτό! Πόσο μάλλον όταν στην πορεία συναντώ κι άλλα.
Ποια είναι λοιπόν η συνταγή ενός Νανσοτράγουδου; Αιθέρια γυναικεία φωνητικά με μια όμως σκοτεινή και μελαγχολική χροιά, ονειρικές κιθάρες που θυμίζουν Cocteau Twins και φυσικά ατμοσφαιρικά synths τα οποία δίνουν τον ρυθμό του κομματιού. Μία μίξη new wave με shoegaze θα έλεγα.
Και κάπως έτσι, 10 χρόνια μετά, οι The Fauns επιστρέφουν δισκογραφικά πιο ώριμοι και κατασταλαγμένοι μουσικά, αφήνοντας πίσω τους τον ερασιτεχνικό και ρομαντικό indie pop ήχο τους που προσωπικά θεωρούσα μονότονο και λίγο βαρετό, ήταν όμως ιδιαίτερα αγαπητός στα 00s.
Οι μελωδίες τους είναι πιο δυναμικές και κατασταλαγμένες, σε παρασέρνουν τα beats ενώ αφήνεσαι στις πιο ήρεμες συνθέσεις τους. Κοινώς η μπάντα θέλει να μας κάνει να κουνηθούμε και όχι να προβληματιστούμε με τους στίχους και αυτό είναι ευπρόσδεκτο από μένα. Σα να βρίσκεσαι σε μια “Dark Discotheque”.
Χριστίνα Κουτρουλού
Chelsea Wolfe- She Reaches Out to She Reaches Out to She (Loma Vista , 2024)
Υπάρχει καριέρα μετά τη νηφαλιότητα; Πολλοί καλλιτέχνες απάντησαν σε αυτό το ερώτημα, κατατροπώντας μάλλον, την ρομαντικοποιήση της αυτοκαταστροφικής διάθεσης, που περιέχεται κάποιες φορές σε διάφορες καλλιτεχνικές περσόνες. Έτσι, το είδε τελικά και η Chelsea Wolfe. Μετά από χρόνια αλκοολισμού, επέστρεψε με πρόθεση να προσδιορίσει ξανά τον εαυτό της και το δισκογραφικό της γίγνεσθαι. Το ‘She Reaches Out to She Reaches Out to She’ θέτει τις βάσεις για την αλλαγή που κρίνει πως χρειάζεται. Χωρίς όμως να αποφεύγει το παρελθόν ή να απαρνιέται τα σκοτάδια της. Αντίθετα, μοιάζει να ξεκινά από τον λασπώδη βούρκο που είχε συστήσει παλιότερα ως το καταφύγιο της. Έστω κι αν γι'αυτό χρειάζονται αρκετές γνώριμες μουσικές αναφορές και η στροφή της σε έναν πιο ηλεκτρονικό κόσμο. Είναι όμως δικαιολογημένο. Ακόμα κι αν το άλμπουμ έχει τα σκαμπανεβάσματά του, παρουσιάζεται συμπαγές με κάποιες λαμπρές στιγμές, συνεχίζοντας τη δυναμική του στο στιχουργικό κομμάτι. Εκεί είναι κυρίως που πετυχαίνει να ξανασυστηθεί, διεκδικώντας αυτή τη φορά μια θέση στο Φως.
Μαριάννα Βασιλείου
Nadine Shah - Filthy Underneath (EMI North, 2024)
Να χάνεις το γονιό ή τη γονιό σου εν μέσω πανδημίας, να πέσεις με τα μούτρα στα ναρκωτικά, να κάνεις απόπειρες αυτοκτονίας, να πάρεις διαζύγιο – και αντί να κάνεις ακόμα μια απόπειρα να πάρεις τη ζωή σου, να επανακάμψεις και να βγάλεις ένα δίσκο για να τα ξορκίσεις όλα αυτά. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά να βγάλεις έναν δίσκο που αντί να είναι εξομολογητικός και θλιβερός, ποντάρει στην ενεργητικότητα και στη δύναμη που αποκτάς όταν ξεκολλήσεις από τον πάτο και αναδυθείς στην επιφάνεια. Αφού βγήκες ζωντανή από όλα αυτά, τίποτα δεν θα σε σκοτώσει ποτέ.
Μαρία Φλέδου
Whitelands – Night-bound Eyes Are Blind to the Day (Sonic Cathedral, 2024)
H πρώτη κυκλοφορία της Sonic Cathedral για το ΄24 είναι το ντεμπούτο των Λονδρέζων Whitelands το οποίο περίμενα πώς και πώς από την πρώτη στιγμή που άκουσα το ‘Setting Sun’ πριν ένα χρόνο περίπου.
Το προμο-στίκερ του άλμπουμ μας το παρουσιάζει μεν ως shoegaze, άλλωστε η εταιρία είναι πια συνώνυμη του είδους, αλλά και ως μία ανερχομένη μπάντα της νέας γενιάς μαύρης βρετανικής καθαριστικής μουσικής.
Αυτό το τελευταίο είναι το πιο σημαντικό στοιχείο τους, λόγω της ταυτότητας τους αλλά και της προσέγγισής τους στον συγκεκριμένο και παραδοσιακά 90% ‘λευκό’ ήχο που είναι μεν η έμπνευση πίσω από τις συνθέσεις τους αλλά δεν τις παγιδεύει σε αόριστες παραμορφωσεις και χιλιοακουσμένα κλισέ.
Τα φωνητικά του frontman Etienne Quartey Papafio είναι υπέροχα και καθαρά ακόμη και όταν οι δύο κιθάρες μοιάζουν να τα σκεπάζουν όλα (‘Born in Understanding’) και το μπάσο της Vanessa Govinden βρίσκει και λίγο περιθώριο να χωρέσει κάποιες παραπάνω νότες (‘How it Feels’), και οι στίχοι μέσα στον ρομαντισμό τους γίνονται και ευθέως πολιτικοί, ώσπου στο φινάλε του δίσκου ‘Now Here’s the Weather’, δεν υπάρχει αμφιβολία για το τι εννοεί ο ποιητής.
Εν συντομία οι Whitelands είναι από τις ελάχιστες μετα-90ς περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα και οι DIIV, που καταφέρνουν να αποδώσουν αυτή την γνώριμη και νοσταλγική αίσθηση και ταυτόχρονα πηγαίνουν το indie ένα μικρό αλλά σταθερό βήμα παραπέρα.
Ελένη Φουντή
Les Amazones d'Afrique - Musow Danse (Real World Records, 2024)
Κάποτε μιλούσαμε για "ethnic" και "world music" και όλα καλά. Καμία συζήτηση για την υποτιμητική μετα-αποικιοκρατική αντιμετώπιση του "υπόλοιπου" πλανήτη ως κάτι ενιαίου που απηχούσαν τα τσουβαλιάσματα. Φυσικά αυτοί οι όροι θεωρούνται αδόκιμοι και ξεπερασμένοι σήμερα, ξέρουμε ότι είναι άλλη η μουσική της Δυτικής ή της Βόρειας Αφρικής, άλλη της Νοτιοανατολικής Ασίας κλπ, αλλά παλιότερα αυτά ήταν ψιλά γράμματα. Γι' αυτό ήταν σημαντική η πρωτοβουλία του Peter Gabriel να φτιάξει τα πέτρινα χρόνια τη Real World Records, ως πλατφόρμα αφενός έκφρασης και ορατότητας καλλιτεχνών από όλο τον κόσμο και αφετέρου έκθεσης των δυτικών αυτιών σε πολιτισμούς και παραδόσεις που δεν γνώριζαν. Από τα τέλη των 1980s μέχρι σήμερα η Real World μας έχει συστήσει ουκ ολίγους/ες αξιόλογους/ες μουσικούς του Πραγματικού Κόσμου που δεν περικλείει μόνο την Ευρώπη και τις ΗΠΑ και συνεχίζει.
Μια τέτοια περίπτωση είναι το supergroup γυναικών από το Μάλι, Les Amazones D'Afrique, που στον τρίτο δίσκο τους στην Real World δεν σταματούν να μάχονται για τη φυλετική ισότητα αλλά και εναντίον της έμφυλης βίας. Δημιουργήθηκαν πριν δέκα περίπου χρόνια από μουσικούς και ακτιβίστριες και έχουν εξελιχθεί σε ευρεία κολεκτίβα της Δυτικής Αφρικής. Μία αυτιά θα την άξιζαν και μόνο για τη δράση τους, αλλά κερδίζουν πολλές περισσότερες λόγω της μουσικής τους. Οι Αμαζόνες, που επιπλέον διεκδικούν και το καλύτερο εξώφυλλο της χρονιάς, φτιάχνουν ένα ξεσηκωτικό afrobeat με αφρικανικά πολυρρυθμικά στοιχεία (πχ μουσική jùjú), electro-pop και hip-hop, με όμορφα πλούσια πλήκτρα, χωρίς να μασάνε να βουτήξουν και στο trap, αλλά αυτό που βρίσκω πραγματικά συναρπαστικό είναι η έμφαση στον λόγο. Στο "Musow Danse" ακούγονται πάνω από δέκα διαφορετικές γλώσσες από τη Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι, το Μπενίν, την Ακτή Ελεφαντοστού και το Κονγκό (όχι το πρώην Ζαϊρ), πολλές από αυτές μέσα στο ίδιο τραγούδι. Οι Αμαζόνες ξέρουν ότι δεν καταλαβαίνουμε γρι, αλλά χρησιμοποιούν έξυπνα τις ομοηχίες για να απευθυνθούν και σε εμάς. Πχ στο ομώνυμο κομμάτι του "Χορού των Γυναικών" τραγουδούν "Iye iye, a ye wuli" (στίχοι στο bandcamp), αλλά εμείς νομίζουμε ότι ακούμε "iye iye, are you willing?". Σημαίνει "rise up". African women, rise up! Ακόμα καλύτερα!
Βασίλης Παπαδόπουλος
Little Simz – Drop 7 (Digital File, 2024)
Στο ντεμαράζ η Little Simz προσπέρασε τους Idles γι’ αυτόν τον μήνα. Θα γράφαμε για το ‘Tangk’, τη νέα δισκάρα στων τελευταίων (δίκαια ήδη Νο 1 στο UK Top Ten), αλλά κάτι που έχουμε γράψει για αυτούς, κάτι που μας εντυπωσίασε πάλι η Βρετανίδα ράπερ, επιλέξαμε το ‘Drop 7’, το τελευταίο της EP.
2 χρόνια μετά το ‘Sometimes I might be introvert’, τον δίσκο που την ενέταξε στην πρωτοπορία της σύγχρονης μουσικής, πιάνοντας το νήμα από το προηγούμενο EP της του 2020, το ‘Drop 6’ η μικρή κυρία βουτάει στην καταγωγή των Νιγηριανών γονιών της και μας παραδίδει τραγούδια δυναμίτες χορού. Εκείνο που ξεχωρίζει είναι τα αφρικάνικα τύμπανα (μπορεί βέβαια να είναι και βραζιλιάνικη funk, όπως λέει το Pitchfork, μικρή σημασία έχει). Η Little Simz μας αποδεικνύει ότι εκτός από καλή ραπ, καλή soul και καλή jazz μουσική ξέρει να φτιάχνει και καλή χορευτική μουσική. Έχει κατακτήσει την κορυφή και μπορεί πλέον να πειραματίζεται ελεύθερα. Να ’ναι καλά.
Μιχάλης Βαρνάς
Julian Lage – Speak to me (Blue Note Records, 2024)
Ο πρώτος δίσκος που θα αγόραζα φέτος θα ήταν η τέταρτη κυκλοφορία του Julian Lage στη Blue Note. Ο Julian Lage είναι από τις αξιοθαύμαστες περιπτώσεις μουσικών όπου έχουν εμφανιστεί στη σκηνή σαν παιδιά-θαύματα και στη δισκογραφία από τα δεκαεφτά του σε άλμπουμ του Gary Barton και δεν κατέληξαν ατραξιόν σε γάμους με μπάρμπεκιου ή σε εκδηλώσεις της 4ης Ιουλίου με σημαιάκια και πυροτεχνήματα. Ένα σωρό συνεργασίες και πολλά προσωπικά άλμπουμ από το 2009 και έπειτα. Δεν είναι απλά βιρτουόζος, αν αυτό το θεωρήσουμε απλό και καθημερινό σαν την ενασχόληση με τον κήπο, αλλά και συνθέτης. Στο ‘Speak To Me’ και οι δεκατρείς συνθέσεις είναι δικές του. Εφόσον διαβάζουμε την ετικέτα Blue Note άμεσα δημιουργούμε το ηχητικό περιβάλλον της τζαζ μέσα μας. Πολύ φυσιολογικό. Ποιοι ακριβώς είναι τζαζ δίσκοι σήμερα είναι όμως μια διαφορετική κουβέντα. Που δεν θα την ανοίξουμε διότι θα χάσουμε το ‘Speak To Me’ που είναι αρκετά τζαζ αλλά και μπλουζ και φολκ. Μου θύμισε έντονα τον ήχο του Bill Frisell με τον οποίο σωστά μπορείς να μαντέψεις ότι έχει συνεργαστεί. Το ‘Speak To Me’ σε αγκαλιάζει από την αρχή ως το τέλος. Ο Joe Henry στη παραγωγή έχει βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση. Ο άνθρωπος που έχει υπογράψει άλμπουμ του Solomon Burke, το πολυαγαπημένο ‘Don't Give Up on Me’ (2002), του Alain Toussaint και ένα σωρό ακόμη έχει υπό την επιτήρηση του το ‘Speak To Me’. Ένα άλμπουμ χωρίς τραγούδια, λιτό στην ενορχήστρωση του σε αναγκάζει σε δεύτερες και τρίτες ακροάσεις.
Θα το αγοράσω τελικά; Ίσως στο τέλος της χρονιάς.
Άρης Μπούρας
Jonny from Space - back then I didn't but now I do (Incienso)
Από το Μαϊάμι μας έρχεται ετούτη η νέα κυκλοφορία, με τον Jonny from Space (κατά κόσμον Jonathan Trujillo) να προσφέρει δέκα κομμάτια για το εξαίρετο νεοϋορκέζικο label των Anthony Naples και Jenny Slattery, Incienso. Κι αν σας κάνει διστακτικούς το σχόλιο του παραγωγού/dj για την πρώτη του full length δουλειά, “this album is built 2 chill”, θα σας προέτρεπα να πατήσετε το play δίχως δεύτερη σκέψη, καθότι ενέχει την ατμόσφαιρα, το βάθος αλλά και τα διακριτικά πειραματικά στοιχεία που απέχουν παρασάγγας από έναν τυπικό chill out δίσκο. Ambient, μελωδική techno και ονειρική pop, συνυπάρχουν μαγικά στον αιθέρα, με το μπάσο και τον αργόσυρτο - κατά βάση - ρυθμό να σε παροτρύνουν να αγκαλιάσεις τα ηχεία σου. Ιδανικό άκουσμα για τις πρώτες εκείνες βραδινές ώρες που θες απλά να επιπλέεις στον χωροχρόνο.
Τάσος Βαφειάδης
George Houston – Vehicular suicide (Αυτοέκδοση, 2023)
Καταραμένες Δημόσιες Σχέσεις! Ο George Houston είναι ένας νεαρός τραγουδοποιός από την Ιρλανδία, ο οποίος από το 2021 κυκλοφορεί κάθε χρονιά και ένα άλμπουμ. Το τρίτο και τελευταίο άλμπουμ του είναι γεμάτο από πολύ ωραία (ελαφρώς indie) ροκ, με μπλουζ πινελιές, τραγούδια, που κανονικά θα έκανε όλες τις μουσικές ιστοσελίδες να γράψουν γι’ αυτόν. Αλλά αν δεν έχεις κανέναν να σε προωθήσει, τι ελπίδες έχεις;
Ότι κάτι δεν πάει καλά με την προώθηση φαίνεται, άλλωστε, και από το εξώφυλλο του άλμπουμ, που φέρνει κάτι από “Back to the future” και μόνο για το περιεχόμενό του δεν σε προδιαθέτει. Ακόμα και στο discogs να τον ψάξεις, δεν υπάρχει!
Καταραμένες Δημόσιες Σχέσεις!
Χάρης Συμβουλίδης
Σταύρος Σταυρίδης - Ημερολόγιο Φανταστικών Γεγονότων (Μετρονόμος, 2024)
Πέρασαν 10 χρόνια απ' όταν γνωρίσαμε τον Σταύρο Σταυρίδη με τα «Θεατρικά» (2014), δίσκο-όαση απέναντι στη διογκούμενη απογοήτευση που συσσωρεύεται στην έντεχνη όχθη των εγχώριων πραγμάτων. Είναι δύσκολο να μην το αναλογιστείς ακούγοντας το «Ημερολόγιο Φανταστικών Γεγονότων», γιατί, λιγότερο ή περισσότερο, από εκεί κρατάει η σκούφια του.
Ο Θεσσαλονικιός συνθέτης και στιχουργός επιμένει να φτιάχνει δουλειές που ζητούν χρόνο και προσήλωση, αλλά κι ένα ενδιαφέρον για την πιο ενδοσκοπική πλευρά της ύπαρξης –το «Ημερολόγιο Φανταστικών Γεγονότων» γοητεύει δίχως να είναι ένας εύθυμος, ανέμελος δίσκος, αφού τα κάπως παράξενα άσματά του μιλάνε για τραύματα, για ανεκπλήρωτα, για τη μοναξιά, την απώλεια. Ως δημιουργό, επίσης, τον διακρίνει συναίσθηση απέναντι στην τραγουδιστική παράδοση, αφού από την άποψη των μελωδιών και των ενορχηστρώσεων διατηρεί τον διάλογο ζωντανό: και τον δικό του με το μεγάλο μας παρελθόν, μα κι αυτόν μεταξύ εντοπιότητας και Δύσης.
Προσωπικά, βέβαια, δεν ενθουσιάστηκα με τη Μέλα Γεροφώτη και τις ερμηνείες της: δεν λείπουν τα χαρίσματα ή η έκφραση, θα ήταν άδικο να ειπωθεί κάτι τέτοιο με δεδομένο το πώς τραγούδησε στο "Πίσω Απ' Την Κουρτίνα" και στα "Ρούχα Σου". Ίσως, όμως, να λείπει το «ψήσιμο» εκείνο που θα τη βοηθούσε να φέρει σε πρώτο πλάνο το κάτι βαθύτερο το οποίο συναισθάνεσαι ότι υπάρχει εδώ, χαρίζοντάς του ένα πιο αδρό περίγραμμα.
Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
Sean Ono Lennon – Asterisms (Tzadik, 2024)
Ας πω πρώτα κάτι περίπου άσχετο που ήθελα πολύ να πω για να ξεμπερδεύουμε μ ’αυτό. Είναι απίστευτο πόσο μοιάζει εμφανισιακά ο Sean και με τον John και με τη Yoko ταυτόχρονα! Φαίνεται λες και είναι εργαστηριακό πείραμα όπου έβαλαν μαζί το ζεύγος σε ένα σώμα για να συνεχίσουν να ζουν μέσα σε αυτό.
Απ΄ότι ακούγεται εδώ πάντως το πληθωρικό του ταλέντο το κληρονόμησε και αυτό και από τους δύο. Και ροκ δηλαδή και έντεχνος. Και αυτός χρόνια πια στο κουρμπέτι έβγαλε τώρα μια φοβερή δισκάρα που μπορεί κανείς να τη χαρακτηρίσει ακριβώς έτσι. Έντεχνο ροκ. Μιλάμε για μια μπάντα που απαρτίζεται από διάφορους σπουδαίους μουσικούς που συμβάλουν στο υπέροχο αποτέλεσμα. Πλήκτρα, κιθάρες, τρομπέτες, τύμπανα κ.ά. ενορχηστρωμένα με γνώση και αγάπη. Μουσική που πείθει γρήγορα με την πυκνότητα της. Κόσμημα για την Tzadik του John Zorn.
Παναγιώτης Αναστασόπουλος
Abdullah Ibrahim - 3 (Gearbox Records, 2024)
Το fusion της classic modern jazz του “3” μπορεί να μην ξαφνιάζει πια, αλλά η μεστή Cape jazz, λόγω της μακρόχρονης πορείας του ενενηντάχρονου Abdullah Ibrahim, εξακολουθεί να ακούγεται το ίδιο απολαυστική όπως τις δύσκολες μέρες του apartheid που πρωτογεννήθηκε στο Cape Town. Το πρώτο μέρος της διπλής αυτής κυκλοφορίας περιλαμβάνει έξι συνθέσεις ηχογραφημένες με 1’’ Scully tape machine (που χρησιμοποιήθηκε για τον Elvis στα Sun Studios του Memphis) χωρίς την παρουσία κοινού πριν τη συναυλία στο London’s Barbican, ενώ το δεύτερο αποτελείται από πρωτότυπες και διασκευασμένες συνθέσεις της συναυλίας. Εκτός από τις σόλο στιγμές, μαζί του παίζουν δύο γνώριμα από τους Ekaya μέλη, ο φλαουτίστας και σαξοφωνίστας Cleave Guyton Jr. (Dizzy Gillespie, Joe Henderson, Aretha Franklin) και ο μπασίστας και τσελίστας Noah Jackson.
Κώστας Καρδερίνης
Xylouris White - The Forest in Me (Remote Control Records, 2023)
Μια που έρχεται Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ [το 26ο], προτείνω ένα σάουντρακ αλλιώτικο για ένα δάσος αλλιώτικο. Ένα δάσος στη σιβηρική τάιγκα με τα διαστημικά απομεινάρια και τις αρκούδες κι ένα μετα-ηφαιστειακό χαβανέζικο τοπίο τρίτου τύπου παραβάλλονται με Το δάσος μέσα μου [2024 Ελλάς /ΗΒ, 80λ] της Rebecca E. Marshall και του γιου, μωρού που μεγαλώνει κι ανακαλύπτει τον κόσμο γύρω του, τέρα ινκόγκνιτα. Χαρμολύπη και συγκρατημένη αισιοδοξία για τη Γη και τη μοναξιά που αντέχει στα χτυπήματα των καιρών και των στυγερών.
Την αντιπαραβολή αυτή πλαισιώνουν επάξια το δίδυμο Xylouris White, ο Γιώργης Ξυλούρης με το κρητικό λαούτο κι ο νεοϋορκέζος βιρτουόζος περκασιονίστας Jim White [Dirty Three]. Έδρα τους η Μελβούρνη [που τους ξαναθέσπισε] και τρίτος στο γύρο, παραγωγός σε όλες τις κοινές δουλειές τους, ο Guy Picciotto [Fugazi, Rites of Spring]. Η οικογενειακή κρητική φολκ παράδοση συναντά τους κρουστικούς ακτιβισμούς σε αυτοσχεδιαστικές τζαζ συζυγίες με τον ήλιο και τη σελήνη. Οι ροκ πινελιές γειώνουν και ενίοτε υπογειώνουν, για να μην ξεχνάμε σε ποιον κόσμο μεγαλώνουμε ή θα θέλαμε να μεγαλώνουμε.
Δημήτρης Όρλης
Σωκράτης Βότσκος Quartet - Pajko, Fire In The Forest On The Mountain (FWF Records, 2024)
Ο Σωκράτης Βότσκος είναι ένας δραστήριος μουσικός με ποικίλες συμμετοχές και εμφανίσεις, διατηρώντας το κουαρτέτο του με το οποίο κυρίως παρουσιάζει δισκογραφικά τις συνθέσεις του και τις ιδέες του στα πνευστά. Σαξόφωνα και κλαρινέτο παίζει στον καινούργιο του δίσκο, αν και συχνά δεν αρκείται σε αυτά. Το κουαρτέτο απαρτίζεται «συμβατικά» από τύμπανα, πιάνο και κοντραμπάσο, και ο ήχος του(ς) διατρέχεται από μία διακριτική ροπή προς παραδοσιακότροπους ήχους και σχήματα, παραμένοντας ωστόσο σε σαφή jazz πλαίσιο. Ο τίτλος του δίσκου αναφέρει το Πάικο, αλλά το τραγούδι που ξεχώρισα για να μπει στη σημερινή λίστα αφορά το απέναντι βουνό, την Τζένα. Το “Spirits Of Djena” είναι ορθώς τελευταίο, όντας αισθητά διαφορετικό και πιο σκοτεινό από τον υπόλοιπο δίσκο, αλλά η όλη ατμόσφαιρα και τα σαξόφωνα του Βότσκου το καθιστούν ένα από τα καλύτερα κομμάτια του μέχρι σήμερα. Υπάρχουν κι άλλα όμορφα πράγματα στον δίσκο, όπως το ομότιτλο κομμάτι με κυρίαρχο το πιάνο ή το “Footprints Of Some Giant Steps” με τις κλασικές jazz αναφορές του. Αξίζει το περίπου μισάωρο που ζητάει για την ακρόαση που (μας) πηγαίνει από βουνό σε βουνό.