Νοέμβριος 2024
Άλλος δίσκος ήταν το φαβορί του μήνα, άλλος μας προέκυψε. Μαζί με κάμποσες άλλες λίαν ιδιαίτερες επιλογές.
Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
Soul Jazz Records presents ELECTRO THROWDOWN – Sci-Fi Inter-Planetary Electro Attack on Planet Earth 1982-89 (Soul Jazz, 2024)
Άλλη μια εξαιρετική συλλογή από την ειδική εταιρία ανεύρεσης εξαιρετικών μουσικών απολιθωμάτων Soul Jazz. Εδώ ανακαλύπτουμε όλοι, ακόμα και οι σχετικοί, θησαυρούς του λεγόμενου electro. Όχι γενικώς και αορίστως, αλλά του συγκεκριμένου ιδιώματος που έκανε την επίθεσή του στον πλανήτη Γη μέσα στα 80s, ένα συνονθύλευμα από πρώιμα ηλεκτρονικά beats, πολύ funk και πολύ αγάπη για το… διάστημα μέσω science fiction. Μιλάμε για τις μουσικές που ξεκίνησαν όλη τη φάση της electronica των 90s. Πιο απλοϊκές τότε, ακόμα και αφελείς, με μια αμεσότητα και μια εκφραστικότητα όμως που γοήτευσε καλλιτέχνες όπως τους Autechre, τον Aphex Twin και δε συμμαζεύεται… και έγινε ότι έγινε. Ξέρετε τώρα. Σαν επέλαση εξωγήινων.
Μιχάλης Βαρνάς
Emma Donovan – Til my song is done (Cooking Vinyl, 2024)
Ακόμη ένας σόουλ δίσκος προερχόμενος από μια σπουδαία μαύρη φωνή που σου γνέφει από μακριά τις επιρροές του και μπορεί άνετα να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των σόουλ άλμπουμ που ανανέωσαν το είδος τη τελευταία εικοσαετία;
Ακριβώς έτσι.
Οι προηγούμενοι τρεις δίσκοι της Emma Donovan ήταν με τους PutBacks και ήταν επίσης γκρουβάτοι όπως το ‘Til My Song Is Done’, τον οποίο τον υπογράφει μόνη της. Ίσως μια πινελιά ποπ κουλτούρας να αιωρείται στον αέρα ψάχνοντας τις διαφορές με το πρόσφατο παρελθόν.
Η Donovan είναι από την Αυστραλία στην οποία το είδος ανθεί ποικιλοτρόπως. Το ‘Till My Song Is Done’ δεν κρύβει καμία παραξενιά. Ανόθευτη σόουλ στηριγμένη στις δυνατότητες της τραγουδίστριας και στα ευχάριστα τραγούδια.
Στο ερώτημα που θέτουμε στον εαυτό μας ως πότε θα μας αρέσουν αυτοί οι δίσκοι, η απάντηση είναι μέχρι να σταματήσουν να γράφονται ωραία τραγούδια.
Παναγιώτης Αναστασόπουλος
Barry Adamson - Cut to Black (Barry Adamson Incorporated, 2024)
Όποιος επιχειρήσει να περιγράψει τη μουσική του Barry Adamson σίγουρα θα χαθεί στα μισά του δρόμου. Ας πούμε λοιπόν πως ακούγεται σαν ένα noir soundtrack, που έχει ρίζες στη jazz δισκοθήκη του πατέρα του και προσπαθεί επιμελώς -και ευτυχώς χωρίς επιτυχία- να θολώσει τα νερά. Από το 1989 μέχρι και το τελευταίο δέκατο προσωπικό άλμπουμ του, ο γεννημένος στο Moss Side του Manchester πολυσχιδής καλλιτέχνης μας αφηγείται, κατά κανόνα αριστοτεχνικά και ανέκαθεν με πολύ στυλ, πτυχές από την ιστορία της γενέτειράς του, καίγοντας κάθε γέφυρα με το μουσικό παρελθόν του. Εδώ που τα λέμε, δε θα διαφωνούσα καθόλου μαζί του αν πριν από το πέρασμά του από τους Visage ή ακόμα και από τους Nick Cave and the Bad Seeds δεν είχε την τιμή να παίξει στους Magazine. Δεν πειράζει -και τόσο- όμως. Όσο φτιάχνει τέτοιους δίσκους, ακόμα και τώρα που προφανώς οι δισκογραφικές εταιρείες της επιλογής του δεν τους κυκλοφορούν, μπορεί να υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα.
Νάνσυ Σταυρίδου
Hamish Hawk – A Firmer Hand (Fierce Panda, So Recordings, 2024)
Θα ήταν πολύ άδικο να κλείσει η χρονιά και να μην αναφερθώ έστω σε λίγες γραμμές στην υπέροχη μπάσα φωνή του Σκωτσέζου Hamish Hawk η οποία με ξεκούνησε μονομιάς από τον καναπέ όταν τυχαία έπεσα πάνω στο τρίτο στούντιο άλμπουμ του, το “A Firmer Hand”. Με ταρακούνησε ξανά αυτός ο σκοτεινός, στιβαρός και καθαρός ήχος που φέρνει σε post punk όπως όταν είχα πρωτοακούσει παλιά τους Interpol, τους Editors και τους She Wants Revenge.
Εξαιρετική παραγωγή και κάτι μου λέει ότι είναι από τις περιπτώσεις που το στούντιο άλμπουμ ακούγεται πολύ καλύτερα από ότι ζωντανά, είναι πολύ δουλεμένος ο ήχος και εκπέμπει έναν σέξι δυναμισμό που ταιριάζει απόλυτα με αυτή τη φωνάρα – θα το ξαναπώ.
Υπάρχει μια ευθύτητα και προσωπική ειλικρίνεια στους στίχους καθώς ο ίδιος μιλάει ανοιχτά για τη σχέση του με τους άντρες, τον ανδρισμό, τη ντροπή και την καταπιεσμένη σεξουαλικότητα που πολλοί βιώνουν.
“Dearest Nancy, dances past me” γράφει σε ένα κομμάτι και θα μπορούσα να είμαι εγώ κάπου, κάπως, κάποτε.
Ηρακλής Ν. Κοκοζίδης
Gavin Friday – Ecce Homo (BMG, 2024)
Παρά τα εξηνταπέντε χρόνια του, ο πάλαι ποτέ εμβληματικός τραγουδιστής και ιδρυτικό μέλος των Ιρλανδών Virgin Prunes επέστρεψε με νέο δίσκο, δεκατρία χρόνια μετά το προσωπικό ‘Catholic’ και επτά μετά την αναπάντεχη συνεργασία του με το ιδιόρρυθμο, αλλά αξιοπρόσεκτο σχήμα των Atonalist, δίχως να υπολογίζονται οι πολυάριθμες και ενδιαφέρουσες συμμετοχές του σε κινηματογραφικά σάουντρακ ή αφιερωματικές συλλογές.
Ένας διαχρονικός φίλος του αειθαλούς καλλιτέχνη, ο πολύπειρος Dave Ball των Soft Cell και The Crid συνεργάζεται για πολλοστή φορά μαζί του, δημιουργεί εξαιρετικούς ηλεκτρονικούς ήχους και αναλαμβάνει την παραγωγή. Οι περισσότερες συνθέσεις διαθέτουν ανεβαστικούς ρυθμούς που διασπείρουν θετικές δονήσεις στην ατμόσφαιρα, ενώ οι ερμηνείες χαρακτηρίζονται από ευφορία, ζωντάνια και αισιοδοξία, ένας συνδυασμός που δίνει το πράσινο φως για χορό σε οποιαδήποτε πίστα του πλανήτη. Ωστόσο, υπάρχουν και συνθέσεις όπου οι έντονοι ρυθμοί δίνουν τη θέση τους σε υποβλητικές ατμόσφαιρες, με τον Friday να επιδίδεται σε ενδοσκοπικές ερμηνείες με την ψιθυριστή και βραχνή φωνή του. Το «When The World Was Young» βρίσκεται κάπου στο ενδιάμεσο των δύο πόλων, μεταδίδει καθ’ όλη τη διάρκειά του μια μελοδραματική ένταση που κλιμακώνεται σταδιακά και συνοδεύεται από μια παθιασμένη ερμηνεία που μου θύμισε τα έργα του Peter Gabriel τη δεκαετία του ογδόντα.
Μάνος Μπούρας
Alex K., Κτίρια Τη Νύχτα - Alex K. + Κτίρια Τη Νύχτα (Inner Ear, 2024)
Απρόσμενη συνεργασία από δύο βετεράνους της εγχώριας μουσικής σκηνής. Γιατί απρόσμενη; θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς. Δεν έχω απάντηση σ' αυτό, έτσι μου φάνηκε εξ αρχής, με το άκουσμα της προοπτικής ενός δίσκου κοινού των δύο αυτών. Ίσως έχει να κάνει με το ότι στο μυαλό μας τους έχουμε κατατάξει σε διαφορετικά μουσικά είδη (ροκ μουσικός ο ένας με θητεία σε πολλά και διάφορα παρακλάδια του, σχεδιαστής ήχων βασικά ο άλλος, με μεγάλο φάσμα μουσικών τάσεων στις δουλειές του, από εναλλακτικού φάσματος ποπ έως πειραματική μουσική), μα απ' ότι φαίνεται εκ του αποτελέσματος, όπου έχουμε να κάνουμε με δημιουργική διαδικασία και καλλιτεχνική πραγμάτωση, δε νοούνται κανόνες, όρια, δεδομένα, αναμενόμενα πηλίκα. Ξεχάστε όσα έχετε ακούσει από τους ανθρώπους που υπογράφουν αυτό το έργο, τίποτα δε θυμίζει τις επιμέρους διαδρομές του παρελθόντος τους, η ιστορία γράφεται από την αρχή και μάλιστα με συναρπαστικά χρώματα και ήχους. Παρά το σκοτεινό χαρακτήρα του δίσκου - που έρχεται να υπογραμίσει και το ασπρόμαυρο αλλά πολύ ατμοσφαιρικό και περιγραφικό εξώφυλλο - η ποικιλία της αφετηρίας των ήχων και η λεπτομερής καταγραφή τους οδηγεί αλλού σε κάθε κομμάτι, το οποίο διαφέρει τόσο από το προηγούμενο, όσο και από το επόμενό του. Οπότε που καταλήγουμε με το τέλος της διάρκειας των οκτώ κομματιών που το απαρτίζουν; Στο απρόσμενο, εκεί απ' όπου είχαμε ξεκινήσει, εκεί ακριβώς που υποψιαζόμαστε ότι θα φτάναμε ως αισθητικό αποτέλεσμα.
Μαρία Φλέδου
Desperate Journalist – No Hero (Fierce Panda, 2024)
Οι Desperate Journalist μόλις γιόρτασαν τα δέκα χρόνια τους στην δισκογραφία και μπορεί στην πορεία τους αυτή να μην έκαναν τεράστια άλματα από άλμπουμ σε άλμπουμ, αλλά με σταθερά βήματα έφτασαν ως το πέμπτο και καλύτερο.
Η ομορφιά του ‘No Hero’ βρίσκεται στις λεπτομέρειες, τις μικρές συνειδητοποιημένες αλλαγές που κάνουν πάνω στον ήχο που με υπομονή δημιούργησαν και με επιμονή υπερασπίστηκαν όλα αυτά τα χρόνια που τους έδεσαν σαν γκρουπ. Όλα έχουν βάθος: η απόδοση της Jo Bevan δείχνει πως πλέον έχει το απόλυτο κοντρόλ της υπέροχης φωνής της, από τα γνώριμα δραματικά ξεσπάσματα του ‘Adha’ στην συγκρατημένη συναισθηματική ένταση του ‘Unsympathetic 1’, τα synths δεν ενοχλούν τις κιθάρες αλλά τους δίνουν καινούρια διάσταση και όπως πάντα το rhythm section οδηγεί με την χαρακτηριστική του αυτοπεποίθηση.
Μια μπάντα στην καλύτερη φάση της.
Μαριάννα Βασιλείου
Pom Pom Squad - Mirror Starts Moving Without Me (City Slang, 2024)
Indie pop που δαγκώνει μέχρι να βρει μεδούλι; Ορίστε, συμπυκνωμένη σε ένα χορταστικότατο μισάωρο. Αν στο “Death Of A Cheerleader” η Mia Berrin ασχολήθηκε με τη σχέση της με την εαυτή της, στον καινούριο αυτό δίσκο εστιάζει στην εικόνα που έχει ο κόσμος για αυτήν – και στην αναπόφευκτη μοναξιά που επιφέρει η δύναμη και η ανεξαρτησία. Και το κάνει με μια κατά τι πιο σκοτεινή αισθητική, αναφορές στον «Μαύρο Κύκνο» του Ντάρεν Αρονόφσκι και στην «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» του Λιούς Κάρολ, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που χρωστάει στην FKA Twigs και pop ξεσπάσματα που θυμίζουν Prince – και κυρίως, μια ευαλωτότητα που διαφαίνεται πίσω από το δυναμισμό. Και για αυτό είναι ακόμα πιο σημαντική από όσο φαίνεται με μια πρώτη ακρόαση.
Βασίλης Παπαδόπουλος
Strangers to Kindness – Call the Council (℗5641351 Records DK, 2023)
Ακολουθούν διαφημίσεις: Τους Ξένους με την Καλοσύνη μας τους σύστησε ο nikosoi που έπαιξε πριν δύο Σάββατα στο Kakofonix Bar στους Αγίους Αναργύρους. Ο nikosoi διατηρεί webradio (το RadiOi) και παίζει γμτ punk. Πριν δύο Σάββατα λοιπόν, μαζί με άλλα ασαζαμάριστα διαμαντάκια, έβαλε και το ‘Break Down’ από τους Ξένους με την Καλοσύνη, που μας έρχονται από το Brisbane. Παρότι η δημιουργία (δίσκος δεν υπάρχει και μάλλον δεν θα βγει, καθώς έχουν προβολές έως την καλύτερη 79 τον αριθμό στο YouTube) είναι του 2023, τη βάζουμε τώρα, γιατί είναι κάτι σα μικρή ανακάλυψη. Κρυμμένο pebble στη σύγχρονη ιστορία του πανκ που υπηρετεί πιστά ο nikosoi από την διαδικτυακή συχνότητα του RadiOi. Πως στο καλό ανακάλυψε αυτό το διαμαντάκι που δεν το έχουν ακούσει καλά -καλά ούτε οι φίλοι αυτού του αυστραλιανού τρίο; Μάλλον ακούει συγγενή ραδιόφωνα, όπως το 4ΖΖΖ από το Brisbane που μπορεί να είναι και το μοναδικό ραδιόφωνο που τους έπαιξε (μαζί με διάφορα άλλα πανάγνωστα αυστραλιανά – από το playlist γνωρίζαμε μόνο την Amyl και τους Sniffers). Τώρα τους παίζουμε και εμείς εδώ στο MiC. Αν θέλετε να τους ακούσετε live, από την σελίδα τους στο fb προσφέρονται να παίξουν σε κάθε show ή πάρτυ (μάλλον εννοούν όχι γαμήλιο) για 200 δολάρια, πιθανολογώ μαζί με τις μπύρες, τα σουβλάκια και τα εισιτήριά τους.
Δημήτρης Όρλης
Alex K., Κτίρια Τη Νύχτα - Alex K. + Κτίρια Τη Νύχτα (Inner Ear, 2024)
Είναι τα Κτίρια Τη Νύχτα που επιστρέφουν δισκογραφικά με την επί ίσοις όροις συνδρομή και συμμετοχή του Alex K. Δεν φτάνει καν τη μισή ώρα η πρώτη αυτή συνεργασία των δύο μουσικών, αλλά προλαβαίνει να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα οικεία και κοντινή στα όσα έχουν παρουσιάσει στο παρελθόν ξεχωριστά. Οι στίχοι του Alex K. είναι στα ελληνικά και άλλοτε τραγουδιούνται, άλλοτε έρχονται ως ομιλία συνοδεία της μουσικής, η οποία στήνεται από μια πληθώρα οργάνων και (φιλικών) συμμετοχών. Σύνθια και ηλεκτρονικά, beats, μπάσα, κιθάρες, βιόλα, τρομπέτα είναι τα κύρια στοιχεία αυτού του αστικού ακροάματος. Ξεχώρισα το τραγούδι «Αιώρηση» από την πρώτη ακρόαση ως αυτό που περιλαμβάνει τα περισσότερα από όσα έχει να πει το ντουέτο με τον δίσκο αυτόν και τα παρουσιάζει με ευκρινή τρόπο. Θαρρώ πως υπήρχε χώρος και χρόνος για να αφεθούν μουσικά και σε ακόμα μεγαλύτερες διάρκειες, κάτι που όσο συμβαίνει μεμονωμένα οδηγεί σε ευχάριστο αποτέλεσμα (ακούστε π.χ. και το «Αν Ποτέ»). Ας είναι. Πιο εύκολο για την εποχή μας που η εκτεταμένη προσοχή ή αφοσίωση είναι δύσκολο χόμπι.
Τάσος Βαφειάδης
Steve Wynn – Make it right (Fire Records, 2024)
Δεν είχαν μόνο οι Cure να κυκλοφορήσουν άλμπουμ για 16 χρόνια. Και ο παλιός γνώριμός μας από το Συνδικάτο του Ονείρου, Steve Wynn, είχε ακριβώς 16 χρόνια να βγάλει άλμπουμ με νέα τραγούδια. Και όπως δεν περιμέναμε (και δεν θέλαμε) από τους Cure με 45 χρόνια μουσικής πορείας, να αλλάξουν 180 μοίρες τον ήχο τους και να αρχίσουν να τραγουδούν τραπ (ή δεν ξέρω εγώ τι), έτσι και ο Steve Wynn αράζει σε γνωστά λιμάνια (και καλά κάνει).
Το νέο του άλμπουμ γράφτηκε και ηχογραφήθηκε τη διάρκεια που έγραφε την αυτοβιογραφία του, “I wouldn't say it if it wasn't true: A memoir of life, music, and The Dream Syndicate”, που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες. Στον δίσκο συμμετέχουν πολλοί φίλοι και φίλες που έχει κάνει όλα αυτά τα χρόνια, όπως ο Mike Mills των R.E.M., η Vicki Peterson των Bangles κ.ά. Όλοι μαζί μας προσφέρουν ένα δεμένο άλμπουμ, χωρίς εκπλήξεις, με κάποιες ιδιαίτερα ξεχωριστές συνθέσεις. Και για να είμαστε και λίγο σοβαροί, θα θέλαμε κάτι άλλο είτε από τον Wynn είτε από τους Cure;
Έ, Μπάμπη;
Αντώνης Ξαγάς
Anadol & Marie Klock – La Grande Accumulation (Pingipung, 2024)
La grande illusion, La grande bouffe, La grande vadrouille, ήτοι η μεγάλη χίμαιρα (Ρενουάρ), το μεγάλο φαγοπότι (Φερέρι), η μεγάλη απόδραση (Ντε Φυνές, έμπνευση για την δική μας τσακωνική μεγάλη…απόφραξη, δεν άντεξα), στην γαλλοευρωπαϊκή παράδοση το σχήμα ‘la grande…’ έχει μια μακρά παράδοση, εδώ η συνεργασία της γνωστής μας πια Τουρκίδας Gözen Atila με την Γαλλίδα συγγραφέα και μουσικό Marie Klock τιτλοδοτείται «η μεγάλη συσσώρευση», θα μπορούσε να έχει και πολιτικές αιχμές, αντιστοιχεί όμως ωραία και στη συνάντηση ήχων, επιρροών και ιδεών που… συσσωρεύονται στον δίσκο αυτό, είναι και φαινόμενο (για κάποιες σύμπτωμα ή και νόσος) των καιρών αυτό. Εδώ όμως το αποτέλεσμα καταλήγει να μην ακούγεται βαρυφορτωμένο ή χαωμένο. Η Klock χρησιμοποιεί ποικιλοτρόπως την φωνή της, από ‘παραδοσιακό’ τραγούδι μέχρι ασθματικό λόγο, ψιθύρους και απαγγελίες, κάπου μου θύμισε την εκφορά της Brigitte Fontaine σε εκείνο τον θρυλικό δίσκο με τους Art Ensemble of Chicago, μόνο που εδώ ‘χαλί’ δεν είναι πια οι τζαζ αλλά τα psych ηλεκτρονικά της Anadol, όλα ηχογραφημένα κάπου σε ένα Πριγκιπονήσι στη γειτονιά της Ιστανμπούλ (αν ο χώρος έχει κάποια μεταφυσική σημασία). Ένας έξυπνος παιχνιδιάρικος χαριτωμένος κατά στιγμές γοητευτικός δίσκος όπου συμπλέκονται ποικίλες σουρεαλιστικές νότες διακριτές και από τους μη-κατόχους Σορμπόν (έχει και μια «Σονάτα για ζαμπόν», το δε άσμα της επιλογής αναφέρεται σε έναν δαίμονα που πέφτει στο λούκι). Να πούμε και la grande belezza, έστω και για λόγους εμφατικής στόχευσης υπερβολής;
Βασούλα Τσιμινάκη
Aeson Zervas - Aeson Zervas (Αυτοέκδοση, 2024)
H γοητεία του εξώφυλλου με τη σπασμένη συμμετρία των πλακιδίων και η αλλόκοτη, ασύμμετρη τάξη σωμάτων και συμπλεγμάτων γίνεται ο αρμός που ενώνει και τα 8 ατμοσφαιρικά κομμάτια του άλμπουμ. Θραύσματα ήχων από το μουσικό ταλέντο του καλλιτέχνη, από βυθισμένα μεσημέρια καλοκαιριού, από καταπραϋντική νταρκίλα, από ρεμπέτικο που δεν είναι ρεμπέτικο, από εικόνες και μυρωδιές ελληνικής υπαίθρου και νοσταλγικού άστεως, σε ένα αναπάντεχο ηχητικό πάντρεμα.
Ο Αίσων Ζέρβας μαγεύει και παρασύρει σε ένα ταξίδι νου και ψυχής, υπνωτιστικό και άχρονο, μινιμαλιστικό και περιεκτικό, που διαρκεί πέρα από τις 8 άτιτλες, αργόσυρτες διαδρομές, σε ένα πραγματικό heat crime, όπως υπόσχεται η δισκογραφική του. Το πρόσωπο που σε κοιτά κατάματα, μέσα από το εξώφυλλο στο λέει καθαρά: πρέπει να το ακούσεις, αλλιώς...
Θάνος Σιόντορος
Svaneborg Kardyb - Superkilen (Gondwana Records, 2024)
Από την πολυαγαπημένη εταιρεία Gondwana Records έρχεται το τέταρτο άλμπουμ των Δανών Svaneborg Kardyb, το οποίο συνεχίζει επάξια να φέρει αυτή τη χαρακτηριστική ψυχρή ζεστασιά - ή ζεστή ψυχρότητα αν προτιμάτε – του Βορρά, εκεί ακριβώς που σμίγουν ο μινιμαλισμός, η σκανδιναβική jazz, η ambient, τα ηλεκτρονικά και η folk. Οι κύριοι Nikolaj Svaneborg και Jonas Kardyb μας χαϊδεύουν τα αυτιά και την ψυχή για ακόμη μια φορά με τις μελωδίες και τις ατμόσφαιρες που συνθέτουν και το κομμάτι που κλείνει το άλμπουμ, με τίτλο “Arendal”, είναι ένα εξαίρετο δείγμα βραδυφλεγούς, λεπτεπίλεπτης ομορφιάς.
Άρης Μπούρας
Underworld - Strawberry Hotel (Smith Hyde Productions/Virgin, 2024)
Από το 1994 που κυκλοφόρησαν το “Dubnobasswithmyheadman”, άλμπουμ σταθμό στην ηλεκτρονική μουσική, έως σήμερα, 30 χρόνια μετά, οι Underworld όχι μόνο δε χρειάζεται να αποδείξουν τίποτα σε κανέναν, αλλά ούτε και να πρωτοπορήσουν στον ήχο τους, αφού το έπραξαν πολλάκις κατά το παρελθόν. Από το 1987 που σχηματίστηκαν, σ’ ένα κατεξοχήν είδος μουσικής όπου η σύγχρονη και ανατρεπτική ματιά πάντα μετράει θετικά, καταφέρνουν να συγκινούν και να εκστασιάζουν τους υπάρχοντες fan τους, ενώ κλείνουν το μάτι και σε νεότερες γενιές. Το “Strawberry Hotel”, ενδέκατο άλμπουμ τους, καταφέρνει στα 15 κομμάτια που περιλαμβάνει, να κινείται ανάμεσα σε γλυκές, χαμηλότονες στιγμές, και κομμάτια που παίρνουν κάθε σου κύτταρο και το σηκώνουν από το έδαφος της γης προς άλλους αστερισμούς. Ακούστε το δυνατά, σε συνεχή ροή και please don’t shuffle… όπως μας παροτρύνουν και οι ίδιοι.
Χάρης Συμβουλίδης
Borknagar - Fall (Century Media, 2024)
«Fall» στα αγγλικά σημαίνει, συνήθως, «πτώση»• αλλά, μερικές φορές, η λέξη ορίζει και το φθινόπωρο, με τα χαρακτηριστικώς πεσμένα φύλλα των δέντρων να αποτελούν εικόνα με ισχυρό αντίκτυπο στον ανθρώπινο ψυχισμό. Και τούτοι οι Νορβηγοί έχουν αποδείξει, πολλάκις, ότι η τέχνη τους ανθεί όταν φτάνει η ώρα να μιλήσει για τα όσα κομίζει αυτή η κομβική μεταβολή στις εποχές –όταν εμείς στον ευρωπαϊκό νότο κλείνουμε τα παράθυρά μας από νωρίς το απόγευμα, ενόσω ο απώτατος βορράς μαζεύει τις δυνάμεις του για να μη σαρωθεί από τη δριμεία επέλαση του Βασιλιά Χειμώνα.
Αυτό το νέο άλμπουμ δεν διαθέτει την κλάση του «True North» (2019). Δείχνει, όμως, τη σαφή δέσμευση του γκρουπ σε ένα πολυσυλλεκτικό και σαγηνευτικώς μελαγχολικό χέβι μέταλ με σκανδιναβική στάμπα, το οποίο παραμένει κοφτερό, παρά τη φθορά των ετών και τις αλλαγές σε σημαντικά μέλη. Η συνολική έμπνευση, βέβαια, έχει τα πάνω και τα κάτω της. Ωστόσο, όταν οι Borknagar σφυρηλατούν στο ίδιο αμόνι το τραχύ black σκλήρισμα του ICS Vortex με τις καθάριες, progressive καταβολών, επιφάνειες όπου δρα ο Lars A. Nedland, φανερώνουν ένα χάρισμα που εξακολουθεί να ζωοδοτεί άσματα σαν τα "Afar" και "Stars Ablaze", προσδένοντας τις υπαρξιακές διερωτήσεις των θνητών στην αιώνια Φύση της χειμερινής Νορβηγίας.
Ελένη Φουντή
Blood Incantation - Absolute Elsewhere (Century Media, 2024)
Τι γίνεται επιτέλους με τους Blood Incantation; Μήπως από τα αποθεωτικά reviews στο Pitchfork μέχρι την κάθε obscure γωνία του ίντερνετ τους παραχαϊδεύουμε; Προσωπικά ξεκαθαρίζω ότι μετά το εντυπωσιακό "Starspawn", δεν είχα πειστεί από τη συνάντηση death metal και αρχαίων εξωγήινων στο δημοφιλές "Hidden History of the Human Race", αντίθετα ενθουσιάστηκα με τη space ambient στροφή του παραγνωρισμένου EP "Timewave Zero". Το είχα άλλωστε συμπεριλάβει και σε μια παλιότερη έκδοση της παρούσας στήλης. Τότε, πολλοί βιάστηκαν να υποβαθμίσουν το ότι ένα τόσο μελετημένο ομάζ στον αναλογικό ρετρό ήχο δύσκολα μπορεί να αποδοθεί σε μια τρέλα της στιγμής και ευχήθηκαν να κλείσει αυτή η παρένθεση το συντομότερο. Όμως, παρά τη λογικοφανή άποψη ότι η μοναδικότητα των Blood Incantatiοn απορρέει πρωτίστως από τη θέση τους στο extreme metal και άρα θα ήταν κρίμα να χαθεί, το "Absolute Elsewhere" έδειξε ότι το συγκρότημα βρισκόταν.. Εντελώς Αλλού και ότι το "Timewave Zero" κάθε άλλο παρά παρένθεση ήταν. Οι Blood Incantation επιφυλάσσουν εδώ μερακλίδικη μεταχείριση όχι μόνο στο ραφιναρισμένο death metal τους, αλλά και στο 70s progressive rock, τα berlin school electronics και την ambient. Γι΄αυτό, αν και καλύπτει τεράστιες αποστάσεις από τους Yes, τους Eloy, τους Pink Floyd μέχρι τους Morbid Angel, τους Pestilence και τους... Tangerine Dream, ο δίσκος έχει τον αντίκτυπο - φαινόμενο και την αποδοχή που βλέπουμε σήμερα. Ομολογώ ότι διατηρώ κάποιες επιφυλάξεις για το κατά πόσο το μεράκι οδηγεί πάντα και σε πειστική αφομοίωση των επιρροών, δηλαδή σε κάποια σημεία μάλλον έχουμε περισσότερο συρραφή ετερόκλητων μουσικών παρά ένα συνεκτικό όραμα, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του δίσκου το σκεπτικό λειτουργεί πλήρως. Για παράδειγμα, το ότι οι ρυθμικές μετατοπίσεις των Yes ακούγονται όχι μόνο στα prog rock αλλά και στα death metal περάσματα είναι ενδεικτικό ότι ξέρουν τι κάνουν και ότι προηγήθηκε διαδρομή ουσίας. Πέρα από το πόσο καλός δίσκος είναι (πολύ), το "Absolute Elsewhere" είναι σημαντική και μονοσήμαντη κυκλοφορία για τον extreme metal χώρο που θα μνημονεύεται ως ορόσημο. Είναι δίσκος πέρα από ανασκοπήσεις και λίστες δηλαδή. Και δεν μπορώ να αντισταθώ στο φωσφοριζέ new age - Sun Ra εξώφυλλο που με κάθε ακρόαση βάζει τις πυραμίδες και στα αστέρια σε κίνηση.
(Η εικόνα στο εξώφυλλο είναι έργο του Αναστάσιου Μπαμπατζιά)