Κάτι καλό να ακούσω;

Οκτώβριος 2025

Chamber pop, crust, post punk, σκέτο punk, metal, indie, jazz (free και μη), soul, trip hop, dream pop... Όροι που προσπαθούν να χαρακτηρίσουν ήχους και μουσικές που απαντώνται στην καινούργια έκδοση της καθιερωμένης μας μηνιαίας στήλης

Χίλντα Παπαδημητρίου

Divine Comedy – Rainy Sunday Afternoon (Divine Comedy Records Limited, 2025)

Ο Neil Hannon μόλις επέστρεψε με ένα ακόμα κομψοτέχνημα της chamber pop – του μουσικού υβριδίου των σκεπτόμενων και ενίοτε άκρως μελαγχολικών μουσικών που ακολουθούν πιστά τον δρόμο του Brian Wilson και του Scott Walker. Με το σχήμα των Divine Comedy για άλλη μια φορά, παρότι ο δίσκος δεν θα μπορούσε να είναι πιο προσωπικός, καθώς μιλάει για όλα τα θέματα που απασχολούν όσους έχουν περάσει τα πρώτα -ήντα: το αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου, η θνητότητα όλων των αγαπημένων μας πλασμάτων, η τραγωδία να παρακολουθείς τον γονιό σου να γλιστράει στην άνοια.

Κι αν σας μαύρισα την καρδιά, λυπάμαι αλλά δεν προσέξατε τον τίτλο του άλμπουμ; Συννεφιασμένη Κυριακή, μοιάζεις με την καρδιά μου, κλπ κλπ. Το σύνολο, παρά το μελαγχολικό ψυχολογικό φορτίο που κουβαλάει, έχει τις ευφυείς στιγμές που έχουμε συνδέσει με τον Ιρλανδό Neil, όπως το ‘Mar-a-Lago By The Sea’, στο οποίο διαλύει τον πορτοκαλί πλανητάρχη με μια ειρωνεία αλά Randy Newman.

Από το σύνολο, με δυσκολία επιλέγω ένα κομμάτι μόνο, το ‘Heart is a lonely hunter’, το οποίο παραπέμπει στο βιβλίο της Carson McCullers [ή έτσι εικάζω, τουλάχιστον, και αποδίδει το νόημά του πολύ πιο σωστά απ’ ό,τι η εκδοχή των Thievery Corporation].

 

Αντώνης Ξαγάς

Vooeetone – The structure in me (B Otherside, 2025)

Η μουσική ως οργάνωση του χάους (ή της σιωπής). Η μουσική ως αέανη αναζήτηση μιας δομής, ενός μοτίβου. Η τέχνη, η επιστήμη, η ανθρώπινη δημιουργικότητα εν γένει, αυτό δεν είναι στην ουσία της; Μια αναζήτηση (επινόηση;) μιας εσώτερης δομής; Από τον κόσμο και το σύμπαν μέχρι τον άνθρωπο… Μια αναζήτηση η οποία προαπαιτεί βεβαίως κανόνες. Και η πιο ελεύθερη ακόμη. Έτσι στον παρόντα δίσκο οι κανόνες ήταν δημιουργικώς …σαφείς. Μπαίνουμε στο στούντιο (‘In a room’, ‘In my room’), «χωρίς πρόβες, χωρίς σχέδιο, σαν αυθόρμητο παιχνίδι». Κατά έναν τρόπο είναι και αυτός ένας κανόνας. Κεντρικός ενορχηστρωτής του παιχνιδιού ο Γιάννης Ντρενογιάννης, κιθαρίστας ο οποίος έχει ταυτίσει το όνομά του με μερικές από τις σπουδαιότερες στιγμές της εγχώριας εναλλακτικής παραγωγής, ο οποίος μολαταύτα φαίνεται δεν έχει μεγάλη πρεμούρα να το δει γραμμένο μόνο του στο εξώφυλλο δίσκου, πάντα ήταν παίκτης ομάδας και καθοριστικό μέλος σε κάμποσες τέτοιες, με κάποιες να κρατάνε χρόνια στο μάλλον ανάδελφο περιβάλλον της ελληνικής σκηνής. Στην προκείμενη, έκαστος, από τον Άκη Μπογιατζή (Sigmatropic και άλλα), τον Αντώνη Λιβιεράτο (Κεφάλαιο 24 και άλλα) και τον Γιάννη Τρυφερούλη (όλα τα προηγούμενα και άλλα), εντός του (περι)ορισθέντος πλαίσιου κομίζει το κάτι τις του, τη δική του σκευή και άποψη, καταλήγοντας σε ένα αποτέλεσμα το οποίο ακούγεται ως μια συνισταμένη η οποία θυμίζει μεν τις συνιστώσες (αναπόφευκτο!), ωστόσο δεν ταυτίζεται με αυτές δημιουργώντας μια προσθετική εκ της συλλογικότητας αξία. Και το σπουδαιότερο: μορφοποιείται σε δομές οι οποίες αναδύονται ευκρινώς μελωδικές, αποφεύγοντας έτσι και τον εγγενή κίνδυνο τέτοιων εγχειρημάτων: να περνάνε καλύτερα οι μουσικοί μεταξύ τους παρά οι ακροατές.

 

Τάσος Βαφειάδης

Bleak Squad – Strange love (Poison City Records, 2025)

Οι Bleak Squad είναι μια κολεκτίβα μουσικών από την Αυστραλία. Απαρτίζεται από τον γνωστό μας Mick Harvey (Bad Seeds και δεν συμμαζεύεται…), την Adalita (Magic Dirt), τον Mick Turner (Dirty Three) και τον Marty Brown (Art of Fighting).

Η αλήθεια είναι πως τέτοιες συμπράξεις πολλές φορές καταλήγουν σε κάτι αδιάφορο. Κάτι σαν μια ποδοσφαιρική ομάδα που κάνει ακριβές μεταγραφές και τελικά τερματίζει στο μέσο της βαθμολογίας! Ωστόσο, στην περίπτωσή μας, η πρωτοβουλία του Marty Brown μας βγήκε σε καλό, γιατί παίρνουμε ό,τι φανταζόμασταν, ό,τι θα θέλαμε. Αγαπημένο αυστραλέζικο ήχο, πολύ ωραία τραγούδια και μια ιδιαίτερα δεμένη μπάντα που σε κάνει ν’ απορείς αν το κουαρτέτο βρέθηκε πριν λίγους μήνες ή έκανε πρόβες για χρόνια. Επίσης, από τα πρώτα τραγούδια συμπεραίνεις ότι η επιλογή να ενταχθεί στο συγκρότημα η Adalita ήταν κίνηση ματ, μια που η φωνή της ανεβάζει τον δίσκο (τουλάχιστον) δύο επίπεδα ψηλότερα.

Θα αποφύγω τον κλισέ δημοσιογραφικό τίτλο, «σούπερ γκρουπ», αλλά δεν θα αποφύγω τον χαρακτηρισμό, σούπερ άλμπουμ!

 

Ηρακλής Ν. Κοκοζίδης

Lathe of Heaven - Aurora (Sacred Bones Records, 2025)

Με όνομα εμπνευσμένο από τo δημοφιλέστερο βιβλίο της σπουδαίας Αμερικανίδας συγγραφέως επιστημονικής φαντασίας Ursula Kroeber Le Guin, οι τέσσερις νεαροί από το Brooklyn έδωσαν νέα πνοή στο post-punk με το προ διετίας ντεμπούτο τους «Bound By Naked Skies», όπου ξεχωρίζουν τα αιχμηρά κιθαριστικά μέρη, η παρορμητική ρυθμική βάση και οι φορτισμένες με λυρισμό ερμηνείες, ενώ περιγράφεται γλαφυρά η επίπλαστη καθημερινότητα και το δυστοπικό μέλλον του σύγχρονου ανθρώπου. Στη νέα τους δουλειά, οι τόνοι αμβλύνονται αισθητά λόγω του πρωταγωνιστικού ρόλου των πλήκτρων και της υιοθέτησης μελωδικότερων φωνητικών γραμμών, με συνθέσεις που παραπέμπουν στους Depeche Mode ή τους A Flock of Seagulls, π.χ. «Exodus», «Aurora», «Just Beyond the Reach of Light» και «Kaleidoscope». Ωστόσο, το σφρίγος και η ζοφερότητα του ντεμπούτου αποτυπώνονται εμφανώς στα «Portrait of a Scorched-Earth», «Oblivion», «Matrix of Control», «Catatonia», «Infinity's Kiss», «Automation Bias», «Rorschach», τα οποία κερδίζουν τις εντυπώσεις και θεωρώ ότι θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον του φανατικού κοινού των New Model Army και Killing Joke. Το μοναδικό ψεγάδι που εντόπισα είναι η επιτηδευμένα ατημέλητη ηχοληψία και μίξη, η οποία αφενός μεν αποσκοπεί στην ανάδειξη vintage αισθητικής, αφετέρου όμως λειτουργεί εις βάρος του συνολικού αποτελέσματος.

 

Ελένη Φουντή

Die Spitz - Something To Consume (Third Man Records, 2025)

Κάτι να καταναλώσουμε λοιπόν. Η κατανάλωση στη μουσική παραπέμπει σε υψηλή ευληπτότητα, εύκολη αφομοίωση, γενικώς σε εύκολα, άμεσα και απροβλημάτιστα πράγματα. Θέλει μάλλον θράσος ή μεγάλη αυτοπεποίθηση ο αυτοϋπονομευτικός τίτλος, ιδίως όταν μιλάμε για το ντεμπούτο τεσσάρων κοριτσιών. Παιδικές φίλες από το Austin, ορισμένες μάλιστα από το νηπιαγωγείο, οι Ava Schrobilgen, Chloe Andrews, Ellie Livingston και Kate Halter, πάνκισσες κατά βάση αλλά και χαρντρόκερς, περνάνε από το punk στο metal σαν σίφουνας αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά το προφανές, ότι αυτά τα δύο τέμνονται. Εν τη γενέσει τους μάλιστα, δεν χρειαζόμασταν καν τους Motörhead δηλαδή ή τις απολήξεις του πρώιμου speed metal. Πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο τίτλος είναι ειρωνικός. Οι Die Spitz στρέφονται εναντίον του σημερινού παραλογισμού που τις κατατρώει. Της δυσκολίας των ανθρώπινων σχέσεων, της κατάντιας της παγκοσμιοποίησης, του υπαρκτού σουρεαλισμού που ζουν οι Αμερικανοί σε μια χώρα που έχει κηρύξει τον πόλεμο σε όσους βρίσκονται στο περιθώριο και, όπως λέει και η ντράμερ Chloe Andrews, σύντομα δεν θα μπορεί κανείς να μείνει αδρανής... Ναι, ήταν μάλλον απίθανο να ψηφίζουν Τραμπ τα κορίτσια, παρότι περικυκλωμένες εκεί που ζουν. Σε έναν δίσκο που θέτει shoegaze/dream pop υπόνοιες από τα πρώτα δευτερόλεπτα επειδή έτσι γουστάρει, οι Die Spitz (τι το θέλουν το άρθρο στα γερμανικά όμως και μας μπερδεύουν) μοιράζουν αμάσητα γυναικείο πανκ, ξύλο, σπαθιά και αιχμηρά riffs τύφλα να 'χουν οι Neurosis. Καταναλώστε το αλλά ακούστε το.

 

Μαρία Φλέδου

NewDad - Altar (Fair Youth/Atlantic, 2025)

Δεν έχω πολλά να πω για το δεύτερο άλμπουμ των Ιρλανδών NewDad, πρέπει να πω όμως ότι έχουν γίνει επίσημα η αγαπημένη μου νέα μπάντα με 2/2 (αν βάλουμε και τα EP 4/4) εξαιρετικές κυκλοφορίες ως τώρα.

Αν είναι ένα πράγμα που πάλι λίγο με προβλημάτισε είναι η παραγωγή που επιλέγουν, μόνο και μόνο γιατί πιστεύω ότι δεν αφήνει την καταπληκτική φωνή της Julie Dawson να αναδειχτεί όσο στα live τους, περιορίζει σε κάποιες φασεις το εύρος της. Δεν πειράζει όμως, αυτά έχει η στούντιο ηχογράφηση.

Οι NewDad είναι λίγο ίντι, λίγο γκοθ, πολύ attitude επί σκηνής, όλα όσα μου αρέσουν δηλαδή, και το ‘Altar’ από τους αγαπημένους μου δίσκους για αυτή τη χρονιά.

 

Απόστολος Βαρνάς

AFAR – Changing Rules (Laut & Luise, 2025)

Στην εποχή που ο Αλγόριθμος στοχεύει στο να επηρεάζει όλο και περισσότερο τις επιλογές μας, ειδικά στο τμήμα της ανακάλυψης νέων σχημάτων και ήχων, η αξία των ανθρώπινων επαφών αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία.

Τους AFAR από το Βερολίνο τους ανακάλυψα με αυτό τον τρόπο σε ένα ταξίδι που ξεκίνησε από ένα μπαρ στο New Haven και κατέληξε σε ένα ραδιοφωνικό studio στην Θεσσαλονίκη. Η Ευτυχία Μακρή (το ½ των Αχινών) μπήκε στο εν λόγω μπαρ, εκείνη την στιγμή έτυχε από τα ηχεία να ακούγεται το «Low High» των AFAR κόλλησε άμεσα, το ενέταξε σε μια λίστα που έκανε, το άκουσα εγώ, πήρα την σκυτάλη του κολλήματος, το έπαιξα στην εκπομπή μου στο offradio, το άκουσε ο Νίκος Κομνηνός κόλλησε και αυτός το έπαιξε και αυτός στην εκπομπή του, είμαι σίγουρος το άκουσαν κάποιοι ακροατές κόλλησαν και αυτοί, το μετέφεραν στους κολλητούς και η κόλλα πάει λέγοντας.

Λοιπόν για να επανέλθουμε στο ζήτημα μας, το “Changing Rules” κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβρη, είναι το τρίτο τους LP και όπως και στα προηγούμενα συνεχίζουν να ακροβατούν μεταξύ ενός ηλεκτρονικού και ενός χορευτικού (“Embodied”) ήχου, σε αυτό τον δίσκο περισσότερο προς έναν πιο κιθαριστικό ήχο ο οποίος είναι η τέλεια έκφραση του πως θα θέλαμε να ακούγεται η PJ Harvey σήμερα («Born and Die», «No more Advice»).

Η Elena και ο Joseph λοιπόν αλλάζουν ρόλους σε όργανα και φωνητικά («Something Special») και παρουσιάζουν ένα σύνολο από 9 τραγούδια που ποντάρω οτι κάπου θα κολλήσεις και εσύ αυτό το φθινόπωρο.

 

Γιάννης Πλόχωρας

Nerrves – Changer (Patari Records, 2025)

Σύγχρονο μεταμιλλένιαλ αθηναϊκό γκαράζ. Ωραίο καταιγιστικό ριφφ αλλά τί έχει να μας πει;

Απαντάει στο mic.gr ο Τζιόμυ, ο οργανίστας τους:

"Λοιπόν, τα περισσότερα κομμάτια των Nerrves βγαίνουν και διαμορφώνονται στις πρόβες μας. Μέσα από τη τριβή και τον πειραματισμό δημιουργείται μια βάση πάνω στην οποία βάζουμε ο καθένας τη δική του πινελιά μέχρι να έρθει το κομμάτι με τα λάιβ, τα demo αλλά και την εξέλιξη της μπάντας, στην τελική του μορφή. Στο συγκεκριμένο, η δική μου "πινελιά" ήταν η εισαγωγή και οι στίχοι σε συνεργασία με τον Γιάννη, τον ντράμερ μας, ο οποίος είναι και ο main vocalist στα περισσότερα κομμάτια μας.

Το ‘Changer’ δημιουργήθηκε το μακρινό 2018 και ήταν να μπει στο ντεμπούτο άλμπουμ μας "We Were too Late Anyway". Ηχογραφήθηκε, αλλά θεωρήσαμε ότι έπρεπε να ακολουθήσουμε διαφορετική προσέγγιση στην ηχογράφηση και την παραγωγή για να πετύχουμε αυτό που φανταζόμασταν, οπότε το κόψαμε κρατώντας το για τον επόμενο δίσκο.

Οι στίχοι μιλάνε κάπως αφηρημένα για ένα θέμα που με απασχολεί, το φαινόμενο του να είσαι σε μια συνεχή προσπάθεια να μετατρέψεις τα πάντα γύρω σου σε εσένα ή στην άποψη την οποία υποστηρίζεις. Εννοείται είναι ένα φαινόμενο που βλέπει κανείς στη πολιτική, στον χουλιγκανισμό, στην εκπαίδευση ...αλλά και στη κοινωνία στη καθημερινότητα μας. Κάτι που σε κάνει να αναρωτιέσαι πού θα φτάσει αυτή η κατάσταση. Πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι ξέρεις την αλήθεια; Όλοι θέλουμε να ανήκουμε κάπου, να μαχόμαστε για κάτι, αλλά πρέπει να σεβόμαστε και τον διπλανό μας. Ας μην προσπαθούμε λοιπόν να αλλάξουμε τους άλλους, αλλά τον εαυτό μας, μόνο έτσι μπορεί να δούμε τις πολλές όψεις της αλήθειας και να φτάσουμε ένα βήμα πιο κοντά σε αυτήν"

Ε, είναι πιο κουλ να χτυπιέσαι όταν υπάρχει και άλλοθι στο νόημα, πώς να το κάνουμ’.

 

Παναγιώτης Αναστασόπουλος

Cardiacs - LSD (The Alphabet Business Concern, 2025)

Η προϊστορία είναι μακρά και ενίοτε συνδεδεμένη με όχι και τόσο αγνές προθέσεις. Όλοι έχουμε στη δισκοθήκη μας κάποιες posthumus κυκλοφορίες και να ακόμα μία προτεινόμενη εις μνήμην του αγαπητού «τρελάρα» Tim Smith, ο οποίος μας φόρτωσε για πάντα στην πλάτη το ανεπανάληπτο μαϊμουδάκι “Is This the Life?” και έξι -πλέον- άλμπουμ για να τον θυμόμαστε μαζί με τη μπάντα των Cardiacs. Εικοσιέξι χρόνια σιωπής ήταν αρκετά για να τον ξεχάσουν κάποιοι, αν δεν διάβασαν στα ψιλά το ότι έφυγε από κοντά μας πριν πέντε καλοκαίρια, ενώ δε λες και λίγα τα δεκαοκτώ που χρειάστηκαν για να ολοκληρωθούν τα γραμμένα από τον ίδιο δεκαεπτά τραγούδια του “LSD”. Αν, παρόλα αυτά, το περιφρονήσετε ως μεταθανάτια κυκλοφορία, ίσως χάσετε έναν αυθεντικό και μάλιστα από τους καλύτερους avant-garde, prog, ψυχεδελικό και, τέλος πάντων, rock δίσκους των Cardiacs.

 

Γιώργος Λεβέντης

Ganser - Animal Hospital (Felte, 2025)

Οι art/post punkers από το Σικάγο επιστρέφουν μετά από πέντε χρόνια, με αλλαγές στη σύνθεση, τον Angus Andrew να βοηθάει στην κονσόλα και την άποψη περί του τι είναι εξέλιξη για μια ροκ μπάντα όσο μπερδεμένη και αδιέξοδη τη φανταζόμαστε το 2025. Είναι παρά ταύτα, ένας από τους δίσκους με την περισσότερη ενέργεια που άκουσα αυτόν τον χρόνο.

Όπως κάθε αμερικανικό γκρουπ της ψηφιακής εποχής που σέβεται αδιέξοδα και κλισέ όταν πάει να κάνει ένα βήμα μπρος, οι Ganser καταλήγουν να βρίσκουν καταφύγιο σε έναν συνδυασμό ομίχλης από ταινία του Lynch στα early 90s και post-Fugazi ήχου, ενώ πού και πού κάνουν και βόλτες γύρω από το trip-hop. Πράγματα δηλαδή που τους κάνουν το βράδυ να πηγαίνουν για ύπνο νιώθοντας ότι το πάλεψαν να μην τους περάσει η γειτονιά για βαρετούς.

Το όλο πείραμα δεν δουλεύει πάντα (οι πανκ στιγμές δεν εκτοξεύονται και οι πειραματισμοί είναι απλοϊκοί), για κάποιον περίεργο λόγο όμως, αν πάρεις τον δίσκο από την αρχή με καλό μάτι θα είναι δύσκολο να σταματήσεις να τον ακούς σύντομα.

 

Μιχάλης Βαρνάς

Chip Wickham - The eternal now (Gondwana Records, 2025)

Επειδή ζούμε στην εποχή των αμφιβολιών και των αντιφατικών απόψεων, δυσκολευόμαστε και σε πιο απλά ζητήματα όπως αν είναι πράγματι σπουδαίος ένας δίσκος ή μήπως να περιμένουμε δυο τρεις βδομάδες ακροάσεων να δούμε αν τον άκουσε και κανείς άλλος. Αν δεν τον άκουσε έχουμε πλεονέκτημα, γιατί το πιο πιθανό είναι πως δεν θα τον ακούσει ακόμη και μετά την δική μας άποψη. Η λογική θυμίζει τον Νίκο Αναστόπουλο στο ημίχρονο του τελικού κυπέλλου το 1986 (σαν τώρα τον θυμάμαι) που λέει στον προπονητή του, τον Αντώνη Γεωργιάδη, «κυρ Αντώνη δεν το έχουμε, να γυρίσουμε πίσω να χάσουμε 2-0 και να τα ρίξουμε στη διαιτησία;».

Πιστεύω όμως πως τα πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα όπως και στον τελικό του ‘86. Το ‘The Eternal Now’ είναι πολύ καλός δίσκος. Ίσως και λίγο παραπάνω. Ας αποφύγουμε όμως τους φανταχτερούς χαρακτηρισμούς. Τα τελευταία χρόνια ο φλαουτίστας και σαξοφωνίστας Chip Wickham ηχογραφεί τα άλμπουμ του για την Gondwana του τρομπετίστα Matthew Halsall. Η συνεργασία ξεκινάει πολλά χρόνια πριν συμμετέχοντας στο πρώτο άλμπουμ του Halsall το 2008.

Ο ήχος του ‘The Eternal Now’ εμπεριέχει την Gondwana, την ατμόσφαιρα ενός απογεύματος που έχει πάει πολύ καλά και δε θες να το εγκαταλείψεις κι ας μην αρέσει η τζαζ στους γείτονες. Η κινηματογραφική χροιά του άλμπουμ φτάνει στο αποκορύφωμα της στο ‘No Turning Back’. Τους αγκαλιάζουμε αυτούς τους δίσκους και κοιμόμαστε αγκαλιά.

ΥΓ. Ο τελικός κυπέλλου ποδοσφαίρου 1986: Παναθηναϊκός- Ολυμπιακός 4-0

 

Αναστάσιος Μπαμπατζιάς

Meklit – A Piece of Infinity (Smithsonian Folkways, 2025)

Η σύγχρονη μουσική από την Αιθιοπία είναι αναγνωρίσιμη κυρίως λόγο της τεράστιας, παταγώδους θα λέγαμε, παγκόσμιας επιτυχίας του Mulatu Astatke (που επίσης έβγαλε φέτος ένα πολύ καλό νέο άλμπουμ). Όλοι έχουν κάπου, κάπως, ακούσει τραγούδια του, έστω και χωρίς να το ξέρουν. Εκτός από το ότι είναι σπουδαίο αυτό ως γεγονός, βοηθάει και άλλους Αιθίοπες μουσικούς να διαδοθούν περισσότερο. Η Meklit, μια νεότερη καλλιτέχνιδα της αιθιοπικής τζαζ είναι μια τραγουδίστρια πραγματικά μοναδική. Στο ‘Piece of Infinity’ τραγουδά σε τρεις διαφορετικές αιθιοπικές γλώσσες (και στα αγγλικά) και ενώ δεν παρατηρεί κανείς κάποια καινοτομία ή κάτι παράδοξο που να διαχωρίζει φανερά αυτό το έργο από οτιδήποτε άλλο, παρόλα αυτά αυτό παραμένει ξεχωριστό κυρίως λόγο του ιδιοσυγκρασιακού του αλλά ανεπιτήδευτου ύφους. Jazz, soul σαν μαύρος άγγελος της Αφρικής.

 

Μαριάννα Βασιλείου

Nine Inch Nails - Tron: Ares (Interscope, 2025)

Αναρωτιέμαι ποια άλλη (έστω και χαλαρή) τριλογία ταινιών μπορεί να περηφανεύεται ότι το καθένα από τα τρία μέρη της ντύθηκε μουσικά από ιδιοφυΐες. Το “Tron” του 1982 από τη Wendy Carlos, το “Tron: Legacy” του 2010 από τους Daft Punk και το “Tron: Ares” του 2025 από τους Nine Inch Nails. Δεν θα μπορούσε να φανταστώ πιο ταιριαστό δημιουργό από τον Trent Reznor για έναν κόσμο στον οποίο τίθενται ερωτήματα για το κατά πόσο η τεχνητή νοημοσύνη έχει συναισθήματα – κατά πόσο έχει ψυχή, με άλλα λόγια. Αν δεν γράψει μουσική για αυτό το θέμα ο άνθρωπος που κατάφερε να περιγράψει τι σημαίνει να χάνει ο/η άνθρωπος συναισθήματα και ψυχή στο “The Downward Spiral” και στο “The Fragile”, δεν ξέρω ποιος ή ποια θα μπορέσει να το κάνει. Δεν έχω δει ακόμα την ταινία, οπότε δεν ξέρω ποια ιστορία προσπαθεί να πει ο Reznor μαζί με τον Atticus Ross υπό την αιγίδα των Nine Inch Nails. Ίσως να είναι και καλύτερα έτσι. Ίσως να μην έχει νόημα αν στο “Who wants to live forever?” οι NIN και η Judeline μιλούν για την αθανασία μιας τεχνητής νοημοσύνης, για το ολόγραμμα ενός αγαπημένου προσώπου που έχει φύγει από τη ζωή ή για μια ανθρώπινη ύπαρξη που χάνεται μετά από μια πλήρη ζωή. Ίσως να μιλούν και για τα τρία αυτά μαζί – και για ακόμα περισσότερα.

 

Άρης Μπούρας

James K – Friend (AD 93, 2025)

Η James Krasner, στο τρίτο της άλμπουμ, μου έφερε εικόνες από τα ‘90s, την trip-hop και τη χαμηλότονη pop εκείνης της δεκαετίας, αλλά και από πιο πίσω, από τα ‘80s, τότε που η indie pop ακολουθούσε είτε πιο synth είτε πιο shoegaze δρόμους. Η ίδια, άλλωστε, δηλώνει ότι οι My Bloody Valentine και οι Cocteau Twins αποτέλεσαν καίρια ακούσματα της εφηβείας της, που διαμόρφωσαν μετέπειτα το ύφος και το στυλ της. Η αγγελική και αισθησιακή φωνή της, δε, δανείζεται στοιχεία από κυρίες του παρελθόντος.

Στο πρώτο άκουσμα των δεκατριών νέων τραγουδιών της, η αλήθεια είναι πως δεν ένιωσα κάποια ιδιαίτερη σπίθα να πεταρίζει μέσα μου. Όσο όμως επέστρεφα - κυρίως από βίτσιο, για να επιβεβαιώσω τρόπον τινά τις καλές κριτικές που διάβασα να συνοδεύουν το “Friend” - άρχισα πράγματι να βυθίζομαι στο σύμπαν της νεαράς από τη Νέα Υόρκη. Η παραγωγή της είναι κρυστάλλινη, ισορροπώντας ανάμεσα σε στρωτές μελωδίες και διακριτικό πειραματισμό, και κάπου εκεί νιώθεις όμορφα, ακούγοντας την ονειρική της ποπ.

 

Χριστίνα Κουτρουλού

Kalliopi Mitropoulou- Between (Submersion Records, 2025)

Υπάρχει κάτι πολύ σημαντικό στη νέα σόλο δουλειά της Καλλιόπης Μητροπούλου, κάτι που ίσως προσφέρει μια ανακούφιση σε όσους ενδιαφέρονται για το μέλλον της alternative σκηνής στην Ελλάδα, αλλά συχνά κοιτούν προς λάθος κατευθύνσεις στην προσπάθειά τους να το παίξουν ιεροκήρυκες της. Στο ‘Between’ η δημιουργική προσφορά παρουσιάζεται πιο καθαρά, τόσο ως προς την πρόθεση όσο και ως προς την προσωπική ταυτότητα της δημιουργού. Υπάρχει ο καλός αγγλόφωνος στίχος, η (σε σημαντικό βαθμό) αφομοίωση των αναφορών, η προσεγμένη παραγωγή -δια χειρός Νίκου Βελιώτη- αλλά και η ουσιαστική γνώση της μουσικής.

Έτσι, ακούς ολοκληρωμένα κομμάτια που συνδυάζουν στοιχεία κλασικής μουσικής με τη μελαγχολία της dream pop. Καθώς ο κόσμος σπάει ανάμεσα στην ηρεμία και το χάος, ο μικρός κόσμος γίνεται μεγάλος και ο μεγάλος μικρός, απέναντι στο προσωπικό δράμα και το τραύμα. Η αυθυποβολή ενός τρόπου ζωής, οι μικρές συμπεριφορές που καθημερινά ροκανίζουν την ψυχική υγεία, η ανάγκη να υπάρξεις σε ισορροπία ενώ βρίσκεσαι σχισμένος στα δύο -όλα αυτά αποτυπώνονται και μέσα στη μουσική: οι συνθέσεις δημιουργούν ένα ηχοτοπίο που φιλοξενεί την ευθραυστότητα και την εσωτερική ένταση των αφηγήσεων, αφήνοντας χώρο για συγκρατημένες στιγμές εξωστρέφειας. Μοιάζοντας με έναν υπαρξιακό συλλογισμό που ψιθυρίζει στο μυαλό σου, σαν μια φωνή που ανακαλεί τον εαυτό σου πίσω από το σκοτάδι και τις αβεβαιότητες.

 

Βασίλης Παπαδόπουλος

Yasmine Hamdan – I Remember I Forget (Crammed Discs, 2025)

Το ‘I Remember I Forget’ της Yasmine Hamdan είναι μια ελεγεία για μια κατεστραμμένη χώρα. Η Λιβανέζα πρωτοπόρος της σύγχρονης ηλεκτρικής σκηνής της Βηρυττού, που εδώ και πολλά χρόνια κατοικεί στο Παρίσι, ξαναγυρνά στην πατρίδα της και θρηνεί. Ο θρήνος είναι παγωμένος, κοκκαλωμένος, δεν είναι λυτρωτικός. Το πρώτο τραγούδι του δίσκου, το στοιχειωμένο “Hon”, βγήκε από τα ερείπια της έκρηξης στη Βηρυτό το 2020, μιας έκρηξης που συντάραξε τη χώρα, και υπενθύμισε δραματικά τις συνέπειες των πολέμων στην ευρύτερη περιοχή, όσο και την ανικανότητα αυτών που κυβερνούν τη χώρα.

Όπως λέει και η ίδια η δημιουργός, το τραγούδι, όσο και όλος ο δίσκος, απέκτησαν νέο νόημα με την κατάσταση στη Γάζα. Το βλέμμα έχει παγώσει, ο χρόνος έχει παγώσει. Οι καρδιές και οι ψυχές των ανθρώπων έχουν πια περάσει όλα τα στάδια του πένθους. Οι συνεχείς απώλειες, η πείνα, το άγχος της επιβίωσης και η φρίκη που ξεπροβάλλει από παντού έχει πλέον στομώσει τους ανθρώπους. Γράφουν λέει τα ονόματα των αγαπημένων τους πάνω στα ερείπια των σπιτιών τους και ταϊζουν από τα ψίχουλα που δεν έχουν τις πεινασμένες γάτες τους. Όταν τελειώσει όλο αυτό, θα έχει αφήσει μια βαθιά πληγή και μια δυσεπίλυτη απορία. Και ταυτόχρονα ανθρώπους βουβούς, κοκαλωμένους, σαν το θάνατο που τους περιτριγυρίζει. Θα θυμούνται τι έγινε, αλλά θα θέλουν και να ξεχάσουν.

 

Χρήστος Αναγνώστου

The Protomen – Act III: This City Made Us (Sound Machine Records, 2026)

Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ολόκληρο δίσκο άλλα με μια προακρόαση δυο κομματιών, είναι όμως τόσο μεγάλη η αναμονή αυτής της κυκλοφορίας που δεν γινόταν να μην κάνουμε αναφορά. 16 χρόνια μετά το κορυφαίο των κορυφαίων ‘Act II: The Father of Death’ έχουμε μια ιδέα για το τι θα παραλάβουμε τον Ιανουάριο του ‘26 παρακαλώ. Για όσους δεν έχουν ιδέα για τι μιλάμε φανταστείτε τους Queen να βγάζουν οπερετικά κομμάτια εμπνευσμένα από το video game Mega Man. Κάτι που μπορεί να φαντάζει διεστραμμένο και αδιάφορο για μεσήλικες, αλλά οι δέκα με δεκαπέντε χρόνια μικρότεροι θα το νιώσουν στο πετσί τους. Αν τα σποραδικά live, εμφανίσεις με στολές τύπου cosplay και οτιδήποτε συνδυάζει anime, manga κλπ. comics είναι του γούστου σας, είστε στο στοιχείο σας.

 

Χάρης Συμβουλίδης

Stygian Ruin - Stygia II: Ancient And Arcane (ανεξάρτητη έκδοση, 2025)

Εύκολα τρέχει το ελληνικό σου μυαλό στον Χελμό και στα ύδατα της Στυγός –τις πηγές του ποταμού Κράθι, δηλαδή– καθώς στέκεσαι απέναντι στον τριπλό συνδυασμό του τίτλου: Στυξ, αρχαιότητα και αποκρυφισμός. Όμως αυτό το ουάν μαν σόου του Erlend Rønning έχει να κάνει με τη Στυγία• τη χώρα που στη λογοτεχνική μυθολογία του Κόναν (του Βάρβαρου) βρισκόταν πάνω από τα Μαύρα Βασίλεια.

Εύκολα, επίσης, θα σκεφτείς τους Stygian Ruin ως dungeon synth περίπτωση, ως έναν ακόμα από τους κλώνους που βλάστησαν στις σκιές της κληρονομιάς του Mortiis. Εκεί δεν παραπέμπει, άλλωστε, το ντεμπούτο EP 'Sulfuric Vapour From The Depths' (2020); Όμως πάλι θα έχεις λαθέψει, γιατί ο Rønning το εξέλιξε το εγχείρημά του μέσα σε πέντε έτη δράσης. Και με εφαλτήριο τις κατακτήσεις του περσινού 'A Violent Egress' φτάνει σε «ατμόσφαιρες» που χρωστάνε περισσότερα στα σάουντρακ του John Carpenter, παρά στον Mortiis. Τις οποίες μπολιάζει μ' ένα απειλητικό black metal που, όταν δεν παραπέμπει σε περιπτώσεις σαν, π.χ., τους Paysage d'Hiver, αρέσκεται ν' αφρίζει και να λυσσομανά, βαφτίζοντας τις ρομαντικές sprechgesang τεχνικές στο αγέρωχο νορβηγικό κατράμι.

Γενικώς, λοιπόν, οι Stygian Ruin εκπλήσσουν. Για αλλού τους έχεις, αλλού σε πάνε, ενώ, πάνω που ετοιμάζεσαι να επαινέσεις τα πιο μοχθηρά τους κομμάτια, καταλαβαίνεις πόσο πιο πειστικά και πλούσια γίνονται χάρη στις ατμόσφαιρες και τις αναπάντεχες synth μελωδίες –σαν κι εκείνη, λ.χ., που αναβλύζει στο μέσον του "Ancient And Arcane". Είναι η πιο ενδιαφέρουσα κατάθεσή τους μέχρι τώρα, οπότε μένει να δούμε εάν εδώ αρχίζει κάτι ή αν ταβάνιασε το όραμα του Rønning.

 

Δημήτρης Τσιρώνης

Μορμώ – Δυστοπία (Νεκρόφως Ρέκορντς, 2025)

Η Μορμώ είναι πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας / Οι Μορμώ είναι πρόσωπα της σημερινής πραγματικότητας, ένας θηλυκός δαίμονας / τρεις μουσικοί από τον  Τύρναβο . Είχε την μορφή μιας δύσμορφης αιώνια γριάς γυναίκας / Έχουν τη μορφή ενός ελληνόφωνου crust συγκροτήματος έξι χρόνια τώρα, με λυκίσιο ή σκυλίσιο πρόσωπο που έστελνε η θεά Εκάτη από τον Άδη και χρησιμοποιόταν σαν φόβητρο των μικρών παιδιών / αγγελικά πλασμένοι συνάνθρωποι με στόχο στην καλύτερη την αφύπνισή μας ή στην χειρότερη την διασκέδαση όλων σαν φόβητρο των υπολοίπων. Έλεγαν πως δάγκωνε τα κακά παιδιά και τα άφηνε κουτσά / Εγώ λέω ότι καλύτερα να κρίνεται με τα αυτιά και την αντίληψή σας την Τραγωδία, τη Βροντή, τη Στάχτη, την Παγανιά, τη Δυστοπία ολάκερη. Η Μορμώ ταυτίζεται συχνά στις πηγές με άλλα παρόμοια όντα, όπως η Λάμια, η Γελώ και η Έμπουσα / Οι Μορμώ δρουν αυτόνομα και υπόγεια μαζί με άλλα παρόμοια όντα όπως οι Καταχνιά, οι Ορυμαγδός, οι Πανικός και οι άλλοι ανάμεσα τους…

 

Kώστας Καρδερίνης

Akira Sakata, Giovanni Di Domenico, Giotis Damianidis, Petros Damianidis, Aleksandar Škorić - Hyperentasis/Live in Thessaloniki: Entasis Sakata 80 (defkaz, 2025)

Δυο βινύλια σε έναν διπλό δίσκο γεμάτα/ο με την ένταση, το πάθος και τις φωνές του Akira Sakata [άλτο σαξόφωνο, κλαρινέτο, φωνητικά, κουδούνια], φωνές που ηχούν ωσάν βγαλμένες από επική ταινία του Ακίρα Κουροσάβα, φωνές που παντρεύουν το χιούμορ με την υπερένταση. Κοινός τόπος η Θεσσαλονίκη και κοινός παρονομαστής οι γηγενείς αδερφοί Δαμιανίδη, ο διεθνής Γιώτης [ηλεκτρική κιθάρα] και ο επίμονος Πέτρος [κοντραμπάσο].

Η αγάπη του Σακάτα για την Θεσσαλονίκη εκφράζεται εκρηκτικά μέσα από δυο σχήματα και δυο ζωντανά ηχογραφημένες εμφανίσεις. Η πρώτη πριν δυο χρόνια, στο άνωθεν τότε Duende, όπου η ψυχεδέλεια μπολιάζεται με φρη τζαζ και φιούζιον ενέσεις αδρεναλίνης. Τους τρεις πλαισιώνουν ο Giovanni Di Domenico [ανοιχτό πιάνο] και ο βαλκάνιος ντράμερ Aleksandar Škorić. Η δεύτερη το 2025 στο νέο Duende που πήγε πια στον πρώην Όμιλο Φίλων Θαλάσσης. Εδώ το τρίο αναμετράται με δυο στακάτους τυμπανιστές, τον Νορβηγό Paal Nilssen-Love και τον, συντοπίτη του Σακάτα, Tatsuhisa Yamamoto.

Πώς να περιγραφεί η καταιγίδα που ονομάζεται Ακίρα Σακάτα; Όσα αποτυπώνονται και ακούγονται στο διπλό αυτό απόκτημα είναι αψευδείς μάρτυρες του φαινομένου που εξακολουθεί να φυσά χαλκέντερος στα 80 του, υπερεντατικός, ομιλητικός, προσηνής, ταπεινός και ακμαίος. Το Sakata 90 φαντάζει μπορετό, το Sakata 100 είναι επίσης πιθανό.

 

Βασούλα Τσιμινάκη

Yazz Ahmed - A Paradise In The Hold (Night Time Stories, 2025)

Μια ματιά στο παραμυθένιο εξώφυλλο και νομίζεις πως ξέρεις τι περιμένεις : A Paradise in the hold, ένας ηχητικός παράδεισος γεμάτος γοργόνες, θεές σειρήνες, νύφες, δύτες μαργαριταριών, επικίνδυνα ταξίδια και πολύτιμα φορτία κι ο ήχος της θάλασσας να σε συντροφεύει.

Είπα όμως "νομίζεις", γιατί η χαρισματική Yazz Ahmed με τους μαγικούς ήχους της τρομπέτας, με ένα έξοχο μουσικό ξάφνιασμα σε μεταφέρει σε έναν κόσμο απόλυτης ομορφιάς κι ευαισθησίας, χαράς και δακρύων, όπως ταιριάζει στα μαργαριτάρια, μέσα από ένα αναπάντεχα αρμονικό πάντρεμα τζαζ και αραβικής μουσικής.

Εκπληκτικοί συνεργάτες της στα κρουστά οι Corrina Silvester και ο "γίγαντας" Martin France, υπέροχη η φωνή της Ahmed (αυτό είναι το πρώτο άλμπουμ που γράφει και για φωνή), ηχογραφήσεις πεδίου, η φωνή του πατέρα της σε κάποιο τραγούδι, μελωδίες του Μπαχρέιν και μαγνητική τζαζ, το ταξίδι αυτογνωσίας της δημιουργού μεταξύ του Μπαχρέιν και της Αγγλίας την έφερε πίσω με πολύτιμο φορτίο, τη μαγική συγχώνευση μουσικών κόσμων στους οποίους μπορούμε κι εμείς να μετέχουμε συνταξιδιώτες ή λαθρεπιβάτες.

00:00 The Divine Comedy - The heart of rock and roll
03:42 Vooeetone - In a room
06:56 Bleak Squad - Everything Must Change
12:21 Lathe of Heaven - Portrait Of A Scorched Earth
15:31 Die Spitz - Pop punk anthem (Sorry for the delay)
19:21 Newdad - Roobosh
22:35 AFAR - No more advice
26:36 Nerrves - Changer
30:07 Cardiacs - Woodeneye
33:23 Ganser - Black Sand
36:18 Chip Wickham - No Turning Back
39:19 Meklit - Tizita
43:44 Nine Inch Nails - Who Wants to Live Forever?
49:27 James K - Hypersoft Lovejinx Junkdream
53:12 Kalliopi Mitropoulou - Waterloo
56:41 Yasmine Hamdan - Hon هون
1:01:12 The Protomen - Hold Back The Night
1:07:46 Stygian Ruin - Blod og sand
1:13:44 Μορμώ – Βροντή
1:23:06 Akira Sakata/Giovanni Di Domenico/Giotis Damianidis/Petros Damianidis/Aleksandar Škorić - Symposium
1:27:18 Yazz Ahmed - A Paradise In The Hold

 

(O πίνακας στο εξώφυλλο είναι του Στέφανου Ζαννή, Άρτεμις, 2025)