Κάτι καλό να ακούσω;

Σεπτέμβριος 2024

Πρωτοβρόχια, επιστροφή στα θρανία, κίνηση στους δρόμους, νέο 'Κάτι Καλό'

Άρης Μπούρας

BADBADNOTGOOD - Mid Spiral (XL, 2024)

Από τα κομμάτια που άκουσα πολλάκις μες στο καλοκαίρι, είτε εντός είτε εκτός αστικών κέντρων, το “Mid Spiral” αποτελεί ουσιαστικά συρραφή των τριών EP που βρήκαν τον δρόμο προς τις ψηφιακές πλατφόρμες νωρίτερα μες στη χρονιά και θα κυκλοφορήσουν σε φυσική μορφή (βινύλιο και CD) τον Οκτώβρη. Το τρίο από το Τορόντο προσκαλεί δίπλα του μερικούς ακόμη εξαίρετους μουσικούς και προσφέρει 18 στο σύνολο track, με την jazz να αποτελεί το σταθερό σημείο γύρω από το οποίο περιστρέφονται η funk που συχνά πυκνά κάνει έντονη την παρουσία της, η instrumental πλευρά της hip-hop και η νεο-σόουλ, φέρνοντας τις πιο σύγχρονες πινελιές στον ήχο του σχήματος. Βάλτε και λίγο indie, λίγο neo-psychedelia, ακόμη και latin στο ελικοειδές trip τους, και θα απορροφηθείτε κι εσείς μεμιάς στις ηχητικές τους διαθέσεις, που ορίζονται από “Chaos, Order and Growth”.

 

Αντώνης Ξαγάς

Buzz' Ayaz - BuzzAyaz (Glitterbeat, 2024)

«Τζ̆ζ̆αι κουρτίζουν με σ’ αναμμένον χορόν», χορόν που οδηγούν τα όργανα, ο τζουράς στην μπρίζα, το βαρύ μπάσο κλαρινέτο, τα κρουστά σε διονυσιακή επήρεια, και μαζί και τα σύνθια να δίνουν πινελιές που παραπέμπουν σε αυτό που αναγνωρίζεται στην Δύση (αλλά κα δύσκολα ορίζεται και ακόμη πιο δύσκολα περιορίζεται) ως ψυχεδέλεια. Οφείλει να είναι και αναμμένος ο χορός, μπας και ζεσταθείς από τον παγωμένο αγέρα, το μπούζι αγιάζι όπως εύκολα αναγνωρίζουμε στο πολλαπλών αναφορών όνομα του νεόκοπου σχήματος, το οποίο έχει ως δημιουργικό επίκεντρο τον Αντώνη Αντωνίου σε διαρκή συνεργατική διάθεση και αναζήτηση στην γραμμική –αλλά και παράλληλη- πορεία του σε σχήματα όπως οι Τρίο Τεκκέ και οι Monsieur Doumani. Σχήματα με κοινές προσλαμβάνουσες και αφορμήσεις, αλλά το καθένα διαφορετικής στόχευσης, εδώ π.χ. οι παραπομπές στο ρεμπέτικο κάνουν ένα βήμα πίσω, δεν υπάρχουν επίσης καν κιθάρες αλλά η γκρούβα δεν τις έχει ανάγκη, την σέρνει το κλαρινέτο, παιγμένο μάλιστα από Βρετανό, στην παράδοση των πολλαπλώς καταφρονεμένων (Φραγκο)Λεβαντίνων. Κοινό είναι πάνω απ’ όλα όμως το πνεύμα που αναζητά ήχους και υπερβάσεις συνόρων και γραμμών κάθε χρώματος (ταιριαστή εδώ και η εταιρεία κυκλοφορίας, η αμβουργιανή Glitterbeat με μεγάλη παράδοση στο είδος, αναπόφευκτοι οι παραλληλισμοί με ομόσταυλα σχήματα όπως οι Altın Gün). Μες στα φυλλοκάρκια φύσα πάλε, φύσα, αγιάζι.

 

Δημήτρης Κάζης

Still Pigeon - Τοο Μuch Milk’ (Αυτοέκδοση, 2024)

Oι Still Pigeon δημιουργήθηκαν στην Οξφόρδη το 2018 σαν ένα τυπικό φοιτητικό alt pop σχήμα. Αναφέρουν σαν επιρροές τους Men I Trust, Easy Life και Crumb που είναι εξωφρενικά πρόσφατοι για να αποτελούν επιρροές οπότε εμείς οι μεσήλικες διακρίνουμε το φάντασμα των Belle and Sebastian. Σε αντίθεση με την πλειοψηφία που κρύβουν τα κορίτσια πίσω από το μπάσο ή τα ντραμς αυτοί έχουν το θηλυκό τους μέλος εκεί που πρέπει, να το λούζουν οι προβολείς της τραγουδίστριας. Το ‘Τοο Μuch Milk’ είναι η τελευταία τους κυκλοφορία με ημερομηνία 4/9/2024.

 

Ηρακλής Ν. Κοκοζίδης

High Vis – Mind’s A Lie (Dais Records, 2024)

Το συγκρότημα από το Λονδίνο κυκλοφόρησε δύο άλμπουμ και μερικά επτάιντσα στη βραχύχρονη πορεία του, αναδεικνύοντας μέχρι στιγμής εξαιρετικά δείγματα στους θιασώτες του punk και του post-punk. Αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση είναι οι ζωντανές τους εμφανίσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται από εκρηκτική ενέργεια και φοβερή αλληλεπίδραση μεταξύ μουσικών και ακροατηρίου. Το τι γίνεται επάνω και κάτω από τη σκηνή είναι απερίγραπτο.

Εν αναμονή του τρίτου άλμπουμ «Guided Tour» στα μέσα του επόμενου μήνα, μας αιφνιδιάζουν ευχάριστα, αφού το δεύτερο δείγμα μετά το «Mob DLA» δεν έχει καμία απολύτως ηχητική σχέση με όσα γνωρίζαμε. Το «Mind’s A Lie» είναι μία σύνθεση που έχει κατά βάση χορευτικό ρυθμό, δομημένη επάνω στο αργόσυρτο μπάσο, τα σφιχτά τύμπανα και τις χαμηλότονες κιθάρες με τα επαναλαμβανόμενα εφέ. Τα φωνητικά του Graham Sayle διατηρούν μεν την ορμή και την τραχύτητά τους, ωστόσο μετριάζονται από τα αιθέρια και γλυκά δεύτερα φωνητικά της Ell Murphy που τον συνοδεύουν διαρκώς. Οι στίχοι αναφέρονται στην απομόνωση που αισθάνονται ορισμένοι άνθρωποι στα σύγχρονα αστικά περιβάλλοντα, απλά και μόνο επειδή αντιστέκονται στα ρεύματα της εποχής και τις επιταγές της μόδας, θυμίζοντάς μας τον κεντρικό ήρωα του Irvine Welsh στο αξεπέραστο «Trainspotting».

 

Βασίλης Παπαδόπουλος

The Drin – Elude the Torch (Feel it records, 2024)

Aπό το άσημο μουσικά Cincinnati του Ohio οι The Drin μας παραδίδουν ένα κλασικό rock’n’roll δίσκο. Πολλά reviews τους χαρακτηρίζουν post punk, άλλα ότι έχουν επιρροές από kraut rock, άλλα ότι είναι αρκούντως ψυχεδελικοί ή νεοφολκ. Νομίζω τίποτε από όλα αυτά. Κλασικό ροκ παίζουν, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί έως σήμερα στην πατρίδα του την Αμερική. Ξεκίνησαν κάπου το 2020 με κύρια φιγούρα τον τραγουδιστή τους Dylan McCartney, αν και μάλλον ο πλέον καθοριστικός ρόλος ανήκει στoυς δύο κιθαρίστες που έδωσαν και τον τόνο στους τελευταίους δύο δίσκους τους, τον φετινό που επιλέγουμε και τον πολύ καλό προηγούμενο του 2023, ‘Today My Friend You Drunk the Venom’. Το ‘Elude the torch’ περιέχει τα πάντα, σε σημείο που να μην μπορείς να διαλέξεις εύκολα το ένα τραγούδι για την στήλη. Ας είναι λοιπόν το ομώνυμο όπου οργιάζουν οι κιθάρες.

 

Μιχάλης Βαρνάς

Thee Marloes – Perak (Big Crown, 2024)

Ο Έκα Κουρνιαουάν είναι συγγραφέας του μαγικού ρεαλισμού – τον αναφέρουν ως πνευματικό παιδί του Μάρκες, του Γκύντερ Γκρας και του Σαλμάν Ρούσντι – κι η πατρίδα του είναι η Τασικμαλάια της Ινδονησίας. Διάβασα πέρυσι το βιβλίο του ‘Η Ομορφιά Είναι Πληγή’ (μτφρ. Ουρανία Παπακωνσταντίνου, εκδόσεις Πατάκη) και επιβεβαιώνω για την πνευματική συγγένεια με τον Μάρκες τουλάχιστον. Έξοχο δείγμα μαγικού ρεαλισμού και ταυτόχρονα μας φέρνει όσο κοντά μπορούμε να βρεθούμε με τον πολιτισμό και την ιστορία της Ινδονησίας.

Τι σχέση έχει ο Έκα Κουρνιαουάν κι ο μαγικός ρεαλισμός με τους Thee Marloes; Η κοινή τους καταγωγή. Η Ινδονησία. Για να επεκτείνουμε τις γνώσεις μας ας αναφέρουμε και τη Σουραμπάγια, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ινδονησίας. Η μουσική των Thee Marloes είναι η σύγχρονη σόουλ με έντονη την υπνωτιστική διάθεση η οποία καταφέρνει να σε αγκαλιάσει και μια αγκαλιά είναι πάντοτε επωφελής συνθήκη στις μέρες μας. Είναι πλέον πολλά τα σχήματα που πραγματεύονται αυτό το είδος και πολλές φορές δύσκολα συγκρατείς το χασμουρητό. Ο υπνωτισμός δε πετυχαίνει πάντα τον στόχο του εκτός από ένα διάλειμμα από τον καθημερινό μόχθο. Με τους Thee Marloes δε θα κοιμηθείς.

Αν εξαιρέσεις τα κομμάτια που είναι στη γλώσσα τους δεν υπάρχει κάτι το ινδονησιακό στη μουσική τους ή τουλάχιστον πρέπει να το σκαλίσεις αρκετά για να το ανακαλύψεις. Δεν είναι για παράδειγμα κάτι αντίστοιχο των Dengue Fever. Η φόρμα των τραγουδιών είναι η δυτικότροπη σόουλ.

Το ‘Perak’ μοιάζει με μαγικό ρεαλισμό αλλά είναι πραγματικότητα κι αυτό από μόνο του το ομορφαίνει.

 

Χάρης Συμβουλίδης

Κωστής - Όσα Περίμενα Αυτό Το Καλοκαίρι (Mellowsophy Music, 2024)

Δεν είναι άλμπουμ, ούτε καν ΕΡ. Είναι από αυτά που οι παλιότεροι δισκο-θήρες αναγνώριζαν ως «non-album singles», φόρμα που, πλέον, έχει μετατραπεί σε «ψηφιακό single», αποκτώντας ακόμα πιο απλή μορφή, αφού στο ιντερνετικό περιβάλλον δεν υπάρχει ανάγκη για b-sides. Κακοφαίνεται, μάλλον, σε όσους μπήκαμε στον κόπο να γεμίσουμε ράφια με βινύλια και CD, όμως πρόκειται για κυρίαρχη «νομισματική μονάδα», εν έτει 2024. Περισσότερη σημασία, πάντως, έχουν άλλα πράγματα.

Ένα κάτι πηγαία «ερασιτεχνικό» και ακατέργαστο στους εκφραστικούς τρόπους του Κωστή (Χρήστου), λ.χ., το οποίο συγγενεύει με τις πρώτες Σκιαδαρέσες ή με πράγματα που θα μπορούσες να βρεις στις κυκλοφορίες της Φυτίνης, μα, ταυτόχρονα, διαθέτει και πιο απτές ρίζες στο κυρίως σώμα εκείνου που εξακολουθούμε να αντιλαμβανόμαστε ως «ελληνικό τραγούδι»: ευθείες, νομίζω, οι παραπομπές στον Μάνο Χατζιδάκι και σε μια εγχώριας κοπής «summertime sadness», που μέσα στις δεκαετίες έχει προσωποποιηθεί από τον Δάκη, την Πέγκυ Ζήνα ή την «Αύγουστος, φώτα στην παραλία» σύμπραξη της Ελένης Καραΐνδρου με την Τζένη Καρέζη. Γλυκό, πικρό, συμμετοχικό σε κρυφούς έρωτες, μα και μοναχικά εξομολογητικό, με έναν ρομαντισμό βγαλμένο θαρρείς από πίνακες του Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ, το τραγούδι (μια σύνθεση του papatanice) έχει και το μπουζούκι του δίπλα σε όργανα σαν την τούμπα ή το φλάουτο, αλλά και τη συμβολή των αδελφών Μιχάλη & Παντελή Καλογεράκη. Απαρχή, ίσως, μιας ευρύτερης συνεργασίας;

 

Χίλντα Παπαδημητρίου

Hermanos GutiérrezSonico Cósmico (Easy Eye Sound, 2024)

Οι αδερφοί Gutiérrez γεννήθηκαν στο Εκουαδόρ αλλά μεγάλωσαν στην Ελβετία. Τώρα, πώς κατάφεραν να δημιουργήσουν τόσο άψογα την ατμόσφαιρα των γουέστερν σπαγγέτι και των σάουντρακ του Ennio Morricone και του Sylvio Cipriani, είναι απορίας άξιο. Φανερά επηρεασμένοι από τον Ry Cooder και την κιθαριστική τεχνοτροπία του [όχι μόνο στο Paris, Texas, αλλά απ’ όλη τη μουσική πορεία του], όπως επίσης από την ατμόσφαιρα Calexico των Calexico, Khruangbin, Meridian Brothers, Gustavo Santaolalla etc., γράφουν άλμπουμ instrumental, σαν σάουντρακ της ερημιάς των νότιων ΗΠΑ. Ο Alejandro παίζει κιθάρα με reverb και pedal steel, o Estevan κιθάρα και κρουστά, και οι δυο μαζί αναπαράγουν τη μοναξιά των τοπίων της Αριζόνας. Εδώ να πούμε ότι κάποια στιγμή έβαλε το χρυσό χεράκι του ως παραγωγός ο Dan Auerbach, που τους πήγε στο Νάσβιλ και ηχογράφησαν τα δύο τελευταία άλμπουμ τους. Σύμφωνα με τον τίτλο του δίσκου, εδώ θα βρούμε ήχους κάπως «κοσμικούς», υπό την έννοια του συμπαντικού, αλλά για να πω την αλήθεια, σε κομμάτια όπως το Barrio Hustle, η φαρφίσα του Mike Rojas μου φέρνει στον νου κάτι instrumental με το Β.Β. (ο νοών νοείτω). Για τους φαν των γουέστερν σπαγγέτι [αν δείτε μάλιστα τις φάτσες των Αδερφών Gutiérrez, θα θυμηθείτε όλους τους κακούς Μεξικάνους του Πέκινπα και του Σέρτζιο Λεόνε] κι όσους αναζητούν ήχους πέρα από τον indie.

 

Μαριάννα Βασιλείου

Nick Cave & The Bad Seeds – Wild God (Play It Again Sam, 2024)

Για τον Nick Cave και την πορεία του, ειδικά τα τελευταία χρόνια, μπορούν να ειπωθούν πολλά – και με πολύ ειρωνικό τρόπο. Πλην όμως το λάθος στην περίπτωση αυτή έγκειται στο ότι ο Nick Cave δεν είναι πλέον (μόνο) ένας μουσικός. Έχει πλέον φτάσει σε άλλα επίπεδα πνευματικότητας, που μόνο ένας άνθρωπος που έχει επιβιώσει από τον πλέον άφατο πόνο μπορεί να φτάσει. Είναι λάθος να θεωρούμε τον Nick Cave ως μουσικό μόνο – πρόκειται για έναν δημιουργό που έχει κάνει το πένθος διαδραστικό έργο τέχνης, με μια έκφανση αυτού να είναι η μουσική του. Τούτων λεχθέντων, το “Wild God” είναι ενδεικτικό του πώς ο πόνος και το πένθος μετασχηματίζονται: το μούδιασμα και το σοκ του “Skeleton Tree” γίνεται στη συνέχεια ενδοσκόπηση και απόσυρση στο “Ghosteen” και καταλήγει σε αποδοχή και δέος για την ιερότητα της ζωής στο “Wild God”. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, πιθανολογώ ότι σε κάνα χρόνο θα το ακούσουμε ζωντανά στην Πλατεία Νερού. Θα είναι άλλη μια θρησκευτική εμπειρία – και θα φύγουμε μετά τη συναυλία αλλαγμένοι και αλλαγμένες προς το καλύτερο.

 

Νάνσυ Σταυρίδου

The The – Ensoulment (Cinéola/earMUSIC, 2024))

Ο Σεπτέμβριος είναι για τους περισσότερους ο μήνας επιστροφής από τις διακοπές όπου χρειαζόμαστε «εμψύχωση» για να προσαρμοστούμε και πάλι στη ρουτίνα μας. Θα μπορούσε άραγε να συμβάλλει σε αυτό το “Ensoulment”, το νέο στούντιο άλμπουμ των The The το οποίο κυκλοφόρησε μόλις την Παρασκευή μετά από 24 ολόκληρα χρόνια απουσίας;

Μάλλον όχι σε όλους, αλλά σίγουρα θα βρει απήχηση στους πιστούς φανς μιας μπάντας με πρωταγωνιστή τον Matt Johnson ο οποίος δεν έμεινε ποτέ καλλιτεχνικά ανενεργός με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας όπου κόντεψε να χάσει τη φωνή του και τη ζωή του.

Σαν να μην πέρασε μια μέρα, λέω εγώ που δε σταμάτησα ποτέ να ανατρέχω στις παλιές δουλειές τους όπως το “Soul Mining”, το “Dusk” και άλλα, έχοντας πάντα την προσμονή για το επόμενό τους βήμα και να τους δω φυσικά ζωντανά.

Αισθάνομαι ακούγοντας το άλμπουμ, ότι ο Matt Johnson είναι σε μεγάλη φόρμα όχι επειδή επέστρεψε με κάτι πρωτοποριακό για τα δεδομένα των The The, αλλά επειδή δημιούργησε άλλα 12 κλασικά και διαχρονικά κομμάτια τα οποία έχουν μια εκπληκτική μουσική συνέχεια και έχουν όλα κάτι να πουν είτε για την πολιτική, τη ζωή, τον θάνατο, την αγάπη, την κυριαρχία της τεχνολογίας και πως αυτή μας επηρεάζει, θέματα τα οποία ανέκαθεν τον απασχολούσαν, χωρίς όμως να φλυαρεί και να υπερβάλει.

Από την άλλη η εκτέλεση του δίσκου είναι εξαιρετική, σε αυτό ενδεχομένως να συνέβαλλε και το “reunion” ας πούμε παλιών του συνεργατών που έχουν βάλει τη σφραγίδα τους σε αυτή την ιδιαίτερη μπάντα η οποία δεν απευθύνεται στη μάζα, μήπως όμως θα έπρεπε;

Ζηλεύω πολύ όσους καταφέρουν να τους δουν live, καλή μας σεζόν!

 

Τάσος Βαφειάδης

Texas & Spooner Oldham ‎ The Muscle Shoals Sessions (PIAS, 2024)

Από το ξεκίνημά τους μου άρεσαν οι Texas. Κάτι η μουσική τους, κάτι τα πιασάρικα τραγούδια τους, κάτι η φωνή της Sharleen Spiteri, κάτι η μοναδική ομορφιά της (αφού φτάσαμε ως εδώ, θα το πω: θεωρώ ότι στα νιάτα της υπήρξε η πιο όμορφη τραγουδίστρια των τελευταίων 50 ετών!) δεν έχασα το ενδιαφέρον μου γι’ αυτούς. Η μεταστροφή τους σε ένα πιο ποπ ύφος, ήταν αυτό που τους κράτησε εμπορικά ζωντανούς 35 χρόνια και μέχρι σήμερα οι συναυλίες τους είναι ιδιαίτερα πετυχημένες (Ελλάδα βέβαια ποτέ δεν ήρθαν, ούτε ποτέ ακούστηκε ως πιθανότητα, αν και μεταδίδονται από τα ραδιόφωνα).

Η τελευταία δουλειά των Texas είναι μια συνεργασία με τον οργανίστα Spooner Oldham, μέλος της θρυλικής ομάδας των μουσικών που έκανε ηχογραφήσεις στα φημισμένα FAME στούντιο στη Muscle Shoals τη δεκαετία του ’60. Μάλιστα, οι Texas ταξίδεψαν έως εκεί και ηχογράφησαν ολόκληρο το άλμπουμ στα διάσημα στούντιο. Τα τραγούδια είναι ενορχηστρωμένα μόνο με φωνητικά και το όργανο του Oldham. Οι επιλογές είναι, προφανώς, από το ρεπερτόριο των Texas μαζί με τρεις διασκευές (“Keep On Talking” (του Oldham), “Would I lie to you” και “Save the last dance”). Πολύ όμορφες εκτελέσεις, ωραίων ποπ, ροκ, σόουλ τραγουδιών, ό,τι πρέπει για το καλοκαίρι που μας αποχαιρετά.

 

Παναγιώτης Αναστασόπουλος

Uncle Acid & the Dead Beats - Nell' Ora Blu (Rise Above Records, 2024)

Ξεχάστε το “Blood Lust”, δηλαδή… ξεχάστε το κατά κάποιον τρόπο. Μην περιμένετε κάτι ανάλογο μουσικά, εδώ δεν έχει Sabbath ούτε αποκρυφιστικές metal αναφορές. Έχει όμως τη δεδομένη στην έως τώρα δισκογραφία τους ψυχεδελική διάσταση των ‘60s και των ‘70s και μάλιστα για πρώτη φορά πλήρως διαποτισμένη με τη μουσική των giallo. Ναι, καλά καταλάβατε, οι Uncle Acid & the Dead Beats αναπαράγουν πολυδιάστατα και ευλαβικά (sic) την άμεσα αναγνωρίσιμη μουσική που έντυνε τις ταινίες των Dario Argento και Lucio Fulci με ένα στυλ, που θα μπορούσε να περιγραφεί ως «ο Kevin Ayers διασκευάζει Goblin». Επίσης, πιστεύω ακράδαντα πως από τον Μάιο που κυκλοφόρησε το άλμπουμ, τα δάκρυα από τα μάτια των Electric Wizard δε θα έχουν ακόμα στεγνώσει. Ο δίσκος είναι concept, μέχρι το μεδούλι κινηματογραφικός και πραγματικά καλός. Επέλεξα -με δυσκολία- τη σύνθεση “Il Sole Sorge Sempre”, διότι το μπάσο του Justin Smith με έκανε να νοσταλγήσω -και να σπεύσω να ξανακούσω- εκείνο του Ντέμη Ρούσσου στο λατρεμένο “Aegean Sea”. Και ως επιμύθιο: ομολογώ ότι να αποδειχτεί το Cambridge τέτοια λεβεντογέννα Ιταλομάνα, δεν το περίμενα.

 

Δημήτρης Όρλης

Ni Moya – The Acid Chronicles (Logarithm Cassette Label, 2024)

Με μια κασέτα-EP επιστρέφει ο Ni Moya για φέτος, μετά από δύο ενδιαφέροντες δίσκους τα προηγούμενα χρόνια. Τον βρίσκουμε εδώ ηλεκτρονικό, ως συνήθως, βεβαίως πειραματικό και ποικιλοτρόπως συνθετικό. Στο "Labyrinthic Lake" συνδυάζει μια υποβόσκουσα ένταση την οποία αντιστοιχίζω στο κεφάλι μου με μια αγωνιώδη περιήγηση σε λαβύρινθο, με την ανοιχτωσιά και τους χαμηλούς τόνους μιας λίμνης, κάτι που ακούγεται και σε άλλα κομμάτια αυτού του EP. Είτε techno τα βαφτίσουμε, είτε ambient, τα μπλιμπλίκια του Ni Moya συνεχίζουν να έχουν ενδιαφέρον, τουλάχιστον αντίστοιχο με τα όσα κάνει με το μπάσο του στους Naxatras.

 

Ελένη Φουντή

Patricia Brennan Septet - Breaking Stretch (Pyroclastic Records, 2024)

Απλά τα πράγματα. Η βιμπραφωνίστρια Patricia Brennan είναι μία από τους σημαντικότερους τζαζ μουσικούς σήμερα. Και εδώ βάζει κάτω ιδέες που καίνε και μελωδίες που σου καρφώνονται σαν λεπίδες στο μυαλό. Τζαζ που ψάχνεται στα όρια (όπως δηλώνει και ο τίτλος του δίσκου), κλασικισμός ουσίας που αποφεύγει τα κλισέ, παραδόσεις από τη γενέθλια χώρα της το Μεξικό, funk, salsa, άφθονη Καραϊβική και απροσδόκητα electronics που χρειάζονται λίγες μόνο - αν και στοχευμένες - ακροάσεις για να καταλάβεις ότι είναι ο σκελετός του "Breaking Stretch", ενός δίσκου υψηλής έμπνευσης και τεχνικής, στον οποίο συνδράμουν το βασικό κουαρτέτο της Brennan (πλέον της ίδιας, Kim Cass - μπάσο, Marcus Gilmore - ντραμς, Mauricio Herrera - κρουστά) μαζί με τους Jon Irabagon και Mark Shim στα σαξόφωνα και τον Adam O’Farrill στην τρομπέτα και τα electronics. Όλοι γνωστοί στις καλύτερες τζαζ πιάτσες. Έχουμε έναν από τους κορυφαίους τζαζ δίσκους της χρονιάς που δεν θυμίζει τίποτα και δεν σέβεται τίποτα, σαν το "Palo De Oros (Suit Of Coins)" που ξεκινάει με παρατεταμένο σόλο μπάσο του Cass και καταλήγει σε γλέντι άνευ ετέρου. Έτσι πρέπει. Δεν παίρνεις σκαλπ με σεβασμούς. Απλά τα πράγματα.

 

Αναστάσιος Μπαμπατζιάς

Michael Wollny & Joachim Kühn – Duo (Act, 2024)

Μερικές φορές μου τη σπάει η Act. Γιατί μέσα στα πολλά άλμπουμ που βγάζει διαρκώς (και πολύ καλά κάνει) είναι κάμποσα που δεν ξεπερνούν το final frontier που πριν από αυτό είναι η αδιάφορη τεχνική αρτιότητα και μετά από αυτό η τέχνη. Έλα όμως που τα υπόλοιπα είναι τέχνη και μάλιστα υψηλού επιπέδου και μάλιστα χωρίς ψευτοεντυπωσιασμούς και τυμπανοκρουσίες! Ειδικά κάποια, όπως αυτό που ακούμε εδώ, είναι μυστικά αριστουργήματα που δυστυχώς ελάχιστοι θα ανακαλύψουν αφού δεν ξεκουνάνε από τις μόδες και τα επιβεβλημένα. Οι δύο σπουδαίοι μουσικοί εδώ δεν είναι μοδάτοι. Απλώς παίζουν μεγάλη πιανιστική τέχνη.

00:00 BADBADNOTGOOD - Last Laugh
03:01 Buzz' Ayaz - Buzzi Ayazi
07:35 Still Pigeon - Too Much Milk
10:44 High Vis - Mind's Α Lie
14:55 The Drin - Elude the Torch
18:33 Thee Marloes - Summer
21:22 Κωστής - Όσα Περίμενα Αυτό Το Καλοκαίρι
24:38 Hermanos Gutiérrez - Until We Meet Again
27:29 Nick Cave & The Bad Seeds - Cinnamon Horses
32:36 The The - I Want to Wake up with You
36:27 Texas & Spooner Oldham - Black Eyed Boy
39:25 Uncle Acid & the Dead Beats - Il Sole Sorge Sempre
44:36 Ni Moya - Labyrinthic Lake
52:41 Patricia Brennan Septet - Palo de Oros
1:01:56 Michael Wollny & Joachim Kühn - Vienna pitch