Magic Bus (trip one)


CaravanCARAVAN : Caravan (Verve, 1968)

Κίονες Ιωνικού ρυθμού μέσα στην έρημο, φιλοξενούν το καραβάνι των αδελφών Sinclair, ενώ η καμήλα στο βάθος τους περιμένει να ξεκινήσουν το πρώτο τους ηχητικό ταξίδι μέσα στη φιλόξενη αγκαλιά του Canterbury. Το εξώφυλλο του ντεμπούτου των Caravan μας παραπέμπει στην ψυχεδελική παράνοια της εποχής, όπου το φανταστικό και το αλληγορικό ήταν ο κανόνας και η πραγματικότητα η εξαίρεση. Ηχητικά όμως οι Caravan δείχνουν μακριά απ' την ψυχεδέλεια. Με έντονα προοδευτικές τάσεις προσδιορίζουν τον ήχο του Canterbury, που έμελλε να γίνει σχολή τα επόμενα χρόνια. Μουντός o ήχος, νωχελικά τα φωνητικά και με το όργανο του David Sinclair που κυριαρχεί, ο κόσμος των Caravan δείχνει απόμακρος, ζοφερός, αλλά συνάμα συναρπαστικός και ενδιαφέρων, αφού οι εναλλαγές μελωδίας-ρυθμού και οι εκπλήξεις είναι συνεχείς. Στο "Love song with flute" ο αδελφός του Rye, Jimmy Hastings παίζει ένα φανταστικό σόλο στο φλάουτο με hippy διάθεση. Το φινάλε του άλπουμ διανθίζεται απ' το εννιάλεπτο "Where but for caravan would I" όπου η προοδευτική μουσική αναδεικνύεται δειλά-δειλά μέσα από ένα καταιγισμό κιθάρας και ντράμς. Το ομώνυμο πρώτο άλμπουμ των Caravan απέτυχε εμπορικά. Η καλλιτεχνική και συλλεκτική του αξία όμως είναι μεγάλη και θεωρείται ένα απ' τα σημαντικότερα άλμπουμ της θρυλικής σκηνής του Canterbury.


First lossMURPHY BLEND : First loss (Kuckuck, 1970)

Η αξία του underground των early 70's έγκειται στο γεγονός ότι αποτελούσε ένα ανεξάντλητο κολλάζ τεχνοτροπιών και τάσεων που κυριάρχησαν στη μουσική κατά την δεκαετία του '60 με τις νέες τάσεις που έρχονταν σαν χιονοστοιβάδα γύρω στο 1970. Ένα τέτοιο κολλάζ, δομημένο μ' ένα απαράμιλλο τρόπο, είναι το μοναδικό άλμπουμ των Murphy Blend απ' το Μόναχο. Μεγάλες συνθέσεις με απίστευτες εναλλαγές ρυθμού και εκπληκτικό παίξιμο απ' τους τέσσερεις βιρτουόζους Γερμανούς μουσικούς, η έμπνευση των οποίων είναι μια πραγματική έκπληξη. Θαρρείς και εξαντλήθηκε όλη σ' αυτό το άλμπουμ κι έτσι δεν ξαναηχογράφησαν. Το τευτονικό όργανο (βαρύ, εκκλησιαστικό) χρωματίζει έντονα όλες τις συνθέσεις δημιουργώντας μια υποβλητική ατμόσφαιρα που παραπέμπει σε Emerson Lake and Palmer, Nice και Greenslade. Η μουσική είναι μοναδική χωρίς αδύνατες στιγμές που χαρακτηρίζουν πολλά progressive άλμπουμ. Οι αυθεντικές κόπιες βινυλίου αξίζουν μια περιουσία και είναι περιζήτητες στους συλλεκτικούς κύκλους.


Whos nextTHE WHO : Who's next (Track, 1971)

Ένα περίπου χρόνο μετά την επιτυχία του "Tommy" ο Pete Townshend άρχισε να επεξεργάζεται ένα καινούργιο project με το όνομα Lifehouse, ένα φιλόδοξο concept διπλό άλμπουμ το οποίο θα πλαισιώνονταν από φίλμ, θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες κλπ. Το βασικό θέμα του θα ήταν η θέση του rock μέσα σε μια κοινωνία "virtual reality" όπου η τεχνολογία δεσπόζει και οδηγεί τα πάντα. Το project αυτό απ' την πρώτη του παρουσίαση στο Young Vic Theatre στις 4 Ιανουαρίου του 1971 φάνηκε ότι δεν προχωρούσε κι έτσι αποφασίστηκε τον Ιούνιο του 1971 να κυκλοφορήσει ένα μονό άλμπουμ με τις καλύτερες στιγμές του Lifehouse συν ένα κομμάτι του John Entwistle ("My wife"). Έτσι γεννήθηκε το "Who's next" ένα απ' τα σπουδαιότερα άλμπουμ της rock που έφτασε άλλωστε το #1 στην Βρετανία και το #4 στις Η.Π.Α. Οι συνθέσεις αριστουργηματικές, το παίξιμο μεστό και εκρηκτικό και η φωνή του Daltrey σχίζει τα ουράνια με μεγαλύτερη στιγμή της τον ύμνο "Behind blue eyes". Η έντονη χρήση των συνθεσάιζερς παραπέμπει στο "Lifehouse" και ξενίζει τον κάθε σκληροπυρηνικό οπαδό των Who. Οι προοδευτικές τάσεις οδηγούν σε μεγάλες συνθέσεις με εκπληκτική δομή ("Baba O'Riley", "Won't get fooled again") που σφράγισαν με την παρουσία τους την rock μουσική, ενώ το εκρηκτικό παρελθόν εκπροσωπείται απ'το "Bargain".
Ως αναφορά στον Keith Moon, το παίξιμό του είναι αυτό που τον καθιέρωσε σαν τον κορυφαίο ντράμερ της rock. O Townshend απογοητεύθηκε απ' την αποτυχία του "Lifehouse". Συνέχισε όμως να δουλεύει πάνω σε ενιαίες θεματικές ενότητες και το 1973 παρουσίασε το ωριμότερό του έργο "Quadrophenia". Σχετικά με το "Lifehouse" δεν έμεινε τελικά «στα χαρτιά». Παρουσιάστηκε πέρσι απ' το δημιουργό του και διατίθεται απ' το προσωπικό του site σε box set με 6cd.


TasteTASTE : Taste (Polydor, 1969)
Στα τέλη των 60'ς το Βρετανικό blues βρίσκονταν στις δόξες του και αποτελούσε τη βάση για κάθε νέα τάση και πειραματισμό. Μέσα από το μεγάλο αυτό κίνημα που άλλαξε πολλά στη μουσική, ξεκίνησαν και οι Taste, ένα blues-rock τρίο με ηγετική φυσιογνωμία τον Ιρλανδό Rory Gallagher. Ο σπουδαίος αυτός μουσικός συγκαταλέγεται μέσα στους κορυφαίους κιθαρίστες της rock και ήταν (γιατί δεν ζει πιά) ιδιαίτερα δημοφιλής στη χώρα μας, αφού μάλιστα εμφανίστηκε σε δύο συναυλίες στις αρχές των 80'ς. Όλες οι δουλειές του αναγνωρίζονται εύκολα λόγω της φωνής του, η οποία νομίζει κανείς ότι φαλτσάρει, κινείται δε σχεδόν πάντοτε στον χώρο των χαμηλών συχνοτήτων.
Το ντεμπούτο λοιπόν των Taste παρουσιάστηκε το 1969 με το συγκρότημα να σχοινοβατεί ανάμεσα στα blues και τη rock μουσική. Το άλμπουμ ανοίγει με το καταιγιστικό "Blister on the moon", ένα πολύ αξιόλογο ρυθμικό κομμάτι ενώ στη συνέχεια η παράδοση των blues παρελαύνει απ' τα αυλάκια του δίσκου με αποκορύφωμα τα παραδοσιακά "Sugar mama" και "Catfish". Το τελευταίο μάλιστα διαρκεί οκτώ λεπτά και αποδεικνύει γιατί οι Taste ήταν φημισμένοι για την σκηνική τους παρουσία και το συναίσθημα τους . Το συγκρότημα διέλυσε σύντομα μετά από δύο ακόμα επιτυχημένα άλμπουμ και ο Gallagher ακολούθησε σόλο καριέρα με μεγάλη εμπορική επιτυχία και συνθέσεις που στιγμάτισαν τη rock μουσική.


StoogesTHE STOOGES : Stooges (Elektra, 1969)

Γύρω στο 1968 στην περιοχή του Detroit άρχισε να δημιουργείται μια σχολή συγκροτημάτων (MC5, Amboy Dukes κλπ) που πειραματίζονταν με τα blues σε πιο σκληρές φόρμες. Οι Stooges ήταν ένα απ' αυτά με τραγουδιστή τους τον εκκεντρικό Iggy Pop. Το 1969 λοιπόν παρουσίασαν το πρώτο τους ομώνυμο άλμπουμ, το οποίο έμελλε να είναι ένα απ' τα πιο επιδραστικά της rock μουσικής. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο Iggy χαρακτηρίστηκε ως "ο παππούς του punk".
Ο δίσκος είναι γεμάτος εκρήξεις και κιθαριστικά μπαράζ του περίφημου κιθαρίστα Scott Asheton. Η φωνή του Iggy βρυχάται μέσα από ένα ντελίριο επιθετικότητας και έντονης σεξουαλικότητας σε ακραίες της μορφές ("I wanna be your dog"). Ας μη ξεχνάμε ότι στις εμφανίσεις τους, οι Stooges ήταν μοναδικοί, με τον Iggy να προχωράει στα τέσσερα ή να πέφτει ημίγυμνος πάνω σε σπασμένα γυαλιά ή ακόμα επιδεικνύοντας επίμαχα σημεία του σώματός του, κίνηση που κάνει μερικές φορές και στα σημερινά του show. Την παραγωγή έχει αναλάβει ο John Cale.
Πράγματι ο ήχος σοκάρει για τα δεδομένα της εποχής με κομμάτια "δυναμίτες", όπως τα "1969", "No fun", "Real cool time", "Not right" και "Little doll". Στο "Ann" αναδεικνύεται η τρυφερή πλευρά του συγκροτήματος (κι όμως υπάρχει), ενώ το "We will fall" είναι μια δεκάλεπτη ψυχεδελική λιτανεία πνευμάτων με την βιόλα του Cale να ολοκληρώνει ένα απ' τα πιο εκτροχιαστικά κομμάτια της rock μουσικής. Το πρώτο άλμπουμ των Stooges αναγνωρίστηκε πολύ μετά απ' την εποχή του και αποτελεί ένα απ' τα κλασσικότερα του είδους του.