Μια μουσική αφήγηση (Τεύχος 13ο)

Περί μουσικής μετά φιλίας, φλυαρίας κι αλητείας, περί συναυλιών μετά αποχωρήσεων και αποχών. Του Βασίλη Πετρόπουλου.

ΕΔΑΦΙΟ 62ο

 Από την άλλη μεριά όμως, έδωσα μεγάλο βάρος στη μουσική φιλία. Αυτή που κατοικεί σε δύο σώματα και μοιράζεται το ίδιο όνειρο, το ίδιο κυνήγι αναζήτησης του μουσικού θησαυρού. Οι κυνηγοί του μουσικού θησαυρού, φανερά επηρεασμένοι από τους κυνηγούς της χαμένης κιβωτού, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές όμως. Τους φίλους μπορεί μια γυναίκα να τους χωρίσει, όμως τους μουσικούς φίλους δεν μπορεί καμία να το κάνει. Γιατί έχουν ήδη την Μούσα τους, δεν είναι ευάλωτοι στη γοητεία και τη σαγήνη της. Ούτε και τα τυχόν διαφορετικά μουσικά τους γούστα παίζουν ρόλο. Αυτό που έχει σημασία είναι η αγάπη που νιώθουν για τη μουσική, όποιο είδος κι αν είναι, η αγάπη που μοιράζονται για τη μουσική, το πάθος που τους πλημμυρίζει για τη μουσική. Αυτή είναι η μουσική φιλία, μια de profundis εξομολόγηση δύο ψυχών, δύο φίλων, δύο σκιών. Και κάθε φορά που φλερτάρεις μόνος με μια συναυλία, ο φίλος γυρνά και σου λέει: «Ξέρω, ήταν σαν να ήμουν κι εγώ εκεί», επειδή δεν είναι φυσικά αλλά ψυχικά μαζί σου. Και τότε νιώθεις ευγνωμοσύνη για το μουσικό δώρο της φιλίας. Και για να ξέρετε, δεν είναι υποχρεωτικό να έχεις τα ίδια ακούσματα με κάποιον για να είσαι φίλος. Η μουσική φιλία δε χτίζεται πάνω στο ίδιο, αλλά οικοδομείται μέσα από το διαφορετικό, όπως το Γιν και το Γιανγκ ενώνονται σε ένα.

ΕΔΑΦΙΟ 63ο

 Τον αμείλικτο επεκτατισμό και την φλεγματική νοοτροπία της Μεγάλης Βρετανίας δεν μπορώ να τα συγχωρέσω στη ζωή μου, όμως σίγουρα θα χάριζα δυο τρεις ηλιόλουστους προορισμούς μου σε πρασινογάλαζα νερά του Αιγαίου προκειμένου να γνώριζα άπταιστα τη μητρική τους γλώσσα. Γιατί βλέπετε, όταν ακούς ένα μουσικό κομμάτι και οι στίχοι δεν είναι στην μητρική σου γλώσσα, τότε χάνεται η αμεσότητα, μεσολαβεί η μετάφραση και η μετάφραση είναι πάντα μια παρένθεση στην αμεσότητα. Η μουσική είναι αφήγηση, εικόνες και όταν μεταφράζεις θαμπώνει η εικόνα, θολώνει το τοπίο και χάνεται ο ειρμός, το υφάδι της ενδελέχειας. Σαν να διηγείται η γιαγιά το παραμύθι και ο παππούς να μεταφράζει στα ξενόγλωσσα εγγόνια. «Δώσε κλότσο στην ανέμη να γυρίσει, παραμύθι να αρχινήσει». Άντε μετάφρασέ το αυτό στα εγγόνια να δούμε τι θα καταλάβουν. «Να παίζει το τρανζίστορ τ’ αμερικάνικα κι εσύ με το μπουφάν στους ώμους, να τριγυρνάς στους δρόμους», άντε μετάφρασέ το σε κοκκινομάγουλα Εγγλεζάκια που πρώτη φορά έρχονται στην Ίο. Και για να πω την αλήθεια, θα τους χάριζα και μερικά μάρμαρα, τόσα έχουμε, άλλωστε τώρα τελευταία μόνο τράμπες κάνουμε, άσχετα αν καρπώνονται οι λίγοι τα οφέλη. Ακόμα και τώρα στα πρώιμα γεράματα, θα ήθελα να νιώσω την αμεσότητα και τη διέγερση του «Strange Day», του «Disorder», του «Temperature Drop». Αναγκαστικά έμαθα απέξω κάποιους στίχους, ώστε να μπορώ να συμβαδίσω με την αμεσότητά τους, όμως και πάλι δεν είναι το ίδιο. Σαν να γράφεις το όνομα σου στο φρέσκο τσιμέντο και ύστερα, πριν στεγνώσει, να το ξαναγράφεις. Όχι, δεν είναι το ίδιο, είναι διαφορετικό και το διαφορετικό δεν είναι πλέον το άμεσο, έχει γίνει έμμεσο. Γι’ αυτό λοιπόν επιμένω και σκέφτομαι τι ωραία να γεννιόμουν αγγλομαθής, τουλάχιστον όσον αφορά τη μουσική, θα είχα εξασφαλισμένη την αμεσότητα της κατά τ’ άλλα, απεχθής κουλτούρας τους. Ωστόσο δεν έχω παράπονο, κατάφερα να επιβιώσω. Πάντα υπάρχει ο τρόπος λένε οι σοφοί, που δεν παραδέχονται ότι είναι και αν είναι για καλό, τότε είναι και ευλογημένος, λένε οι χαρτορίχτρες που διαβάζουν τα ταρό στις παραλίες. Η ακεραιότητα της ρήσης δεν έχει την πολυτέλεια της απλούστευσης ή της γενίκευσης προκειμένου να γίνει κατανοητή, η μετάφραση θα της στερήσει αυτή την πολυτέλεια. Μολών λαβέ, Come and get it; Εσείς τι λέτε; Εγώ πάντως λέω να δω μια ταινία, μάλλον να την ξαναδώ, γιατί εδώ που τα λέμε την έχω αρκετά πίσω στην ταινιοθήκη του μυαλού μου. Και οι πρωταγωνιστές είναι καλοί, από ότι θυμάμαι και το σενάριο καλό και η σκηνοθεσία καλή, είναι της Σοφίας Κόπολα. Τί λέτε, θέλετε να τη δείτε μαζί μου; Λέγεται: «Χαμένοι στη μετάφραση», θα κεράσω και σφηνάκια στο ενδιάμεσο!

ΕΔΑΦΙΟ 64ο

 Η μουσική φλυαρία είναι μία παθογόνος κατάσταση, στην οποία ο παθών ή η παθούσα φλυαρεί αυτάρεσκα περί μουσικής. Παραβαίνει κάθε κανόνα δεοντολογίας και φλυαρεί ακατάπαυστα. Φανταστείτε τον μάρτυρα κατηγορίας ν’ απολογείται ενώπιον ορκωτού δικαστηρίου για το αδίκημα που διέπραξε ο κατηγορούμενος. Ακόμα και ο συνήγορος υπεράσπισης θα βαριόταν τη λογοδιάρροιά του. Πάρα πολλοί που ασχολούνται με τη μουσική πάσχουν από μουσική φλυαρία, τους αρέσει να εκμοντερνίζουν κάτι παλιό και να παλαιοποιούν κάτι μοντέρνο. Πηγαίνουν από το ένα άκρο στο άλλο σαν τον μετρονόμο και σταδιακά ανεβάζουν το τέμπο τους και καταλήγουν να μιλάνε μόνο αυτοί, να ακούγονται μόνο αυτοί και να σιγούνε όλοι οι υπόλοιποι. Η αυταρέσκεια της μουσικής φλυαρίας μπαίνει στο τελικό κρεσέντο της και ολοκληρώνει θριαμβευτικά με την υπόκλιση και την ερώτηση στην ομήγυρη: «Μήπως σας κούρασα με τη φλυαρία μου;» Το αντίδοτο για τη μουσική φλυαρία είναι το μουσικό λακωνίζειν. Είναι ένα χάπι που παρασκευάζεται αποκλειστικά στην Λακωνία. Ταν ή Τας, κάπως έτσι λέγεται η εταιρεία, θα σας γελάσω, όμως αυτό το χάπι, έτσι και το πάρεις, την άλλη μέρα η μουσική σου φλυαρία θα ψάχνει για τον επόμενό της ξενιστή.

ΕΔΑΦΙΟ 65ο

 Θα ήθελα πολύ να θίξω το θέμα της μουσικής αλητείας, όμως δεν ξέρω ποιον ασκό του Αιόλου θ’ ανοίξω. Μουσική αλητεία φέρ’ ειπείν είναι το «Never Mind The Bollocks» των Sex Pistols, δε νομίζω να βρεθεί δεύτερο. Ένας χείμαρρος για όλους και για όλα, για τα πάντα και το τίποτα, ένα πολιτικό βέτο μιας μουσικής μπάντας. Όπως επίσης και το «Two Sides» των Mock Turtles, ένα άλμπουμ που ξεπερνά κάθε όριο μουσικής αλητείας. Ποιος μυημένος στις αρχές του ’90 δε γνώριζε το «Can You Dig It»; Έλα ντε όμως που κανένα, μα κανένα, από τα υπόλοιπα κομμάτια του άλμπουμ δεν ακούγεται! Κάθε φορά που επιδιώκεις να το κάνεις, η μουσική αλητεία που εμπεριέχει σε καταρρακώνει. Είναι απλά απροσπέλαστο, αδιάβατο, αδάμαστο, για τέτοια μουσική αλητεία μιλάμε. Ανυπόφορα βαρετό και μονότονο, εκτός από τον μπαλαντέρ, το «Can You Dig It». Κι αυτά είναι μόνο δύο παραδείγματα, υπάρχουν τόσα και τόσα άλλα. Γιατί η μουσική αλητεία υπάρχει, αναπνέει και υφίσταται μέσα στις καρδιές μας, στις ψυχές μας, στις σκέψεις μας. Έχει αυτούς τους δύο πόλους, εσύ διαλέγεις ποιον θα ακολουθήσεις, αν θέλεις να γίνεις αλήτης ή αν είσαι αλήτης.

ΕΔΑΦΙΟ 66ο

 Θα θέλατε να μιλήσουμε για συναυλίες; Εσείς μπορεί όχι, εγώ όμως θέλω. Συναυλίες, θα σας πω για τις συναυλίες. Έχω πάει σε πολλές, σε άλλες τόσες όχι, όμως κάθε συναυλία περιέχει, πέρα από την διασκέδαση και το αντίτιμο αυτής της διασκέδασης, το αντίτιμο μίας σοβαρής εκδήλωσης. Φανταστείτε σε πόσες συναυλίες έχω πάει και ήμασταν σαν παστές σαρδέλες, είτε ο ήχος ήταν κακός, είτε έκανε υπερβολική ζέστη, είτε λειτουργούσε ένα μόνο μπαρ και γινόταν χαμός, είτε το ίδιο συνέβαινε και με τις τουαλέτες. Όταν διοργανώνεις μία συναυλία οφείλεις να σέβεσαι κι αυτούς που θα την παρακολουθήσουν, άλλωστε πληρώνουν κι έχουν απαιτήσεις, τις στοιχειώδεις απαιτήσεις και ασφαλείς προδιαγραφές για τη διεξαγωγή της. Δεν είναι να μετράς μόνο κεφάλια, να ορίζεις το πλαφόν και να τους γράφεις στ’ αυτά σου. Εντάξει, αν θες να κονομήσεις τότε το κάνεις, γιατί λες, που αλλού θα πάνε, εδώ θα έρθουν, σάμπως έχει και τίποτα άλλο; Μόνο που δεν είναι έτσι τα πράγματα, όταν γράφεις στ’ αυτά σου, τότε σε γράφουν και στ’ αυτά τους και οι λίγοι θα γίνουν πολλοί και τότε θα χάσεις και το τεκμήριο που έχεις, την κορδέλα που κόβει χρήμα. Τη φάγαμε δύο φορές με τα φιλαράκια μου, μία στους Spiritualized και άλλη μία στους Death In Vegas. Και ορκίστηκα να μην επαναλάβω το ίδιο λάθος, πράγμα που το τηρήσαμε, όταν σηκωθήκαμε και φύγαμε από το κλαμπ του Μύλου όταν έπαιξαν οι Calexico. Δώσαμε τα εισιτήριά μας στην ξαδέλφη μου, τον άντρα της και μια φίλη τους, τους οποίους πετύχαμε τυχαία ενώ περιμέναμε να δούμε πόσους ακόμα θα έβαζε μέσα ο πορτιέρης. Ήδη το κλαμπ ήταν τίγκα και περίμεναν ακόμα καμιά πενηνταριά απέξω. Μιας και τα παιδιά δεν είχαν εισιτήρια, τους δώσαμε τα δικά μας και κάνοντας μια καλή πράξη, φύγαμε. Τα παιδιά ήταν αποφασισμένα να μπούνε κι εμείς θέλαμε να πιάσουν τόπο τα λεφτά που δώσαμε για μια συναυλία που τελικά δε θα βλέπαμε, καθαρά από αντίδραση για λόγους δεοντολογικούς απέναντι στο διοργανωτή. Για να πούμε ότι πήγαμε και ότι περάσαμε και καλά; Όχι βέβαια, η υποκρισία δεν ταιριάζει στους ειλικρινείς, η απώλεια μιας συναυλίας δεν αντισταθμίζει με τίποτα το κύρος της προσωπικότητας. Δε θέλω να με περνάνε για ένα πρόβατο που περιμένει στη σειρά να μπει στη στάνη. Όταν κάνεις μια δουλειά και δε φέρεσαι με επαγγελματισμό και συνέπεια, τότε χάνεται το gravitas, η σιγουριά που νιώθει στη σχέση ο πελάτης και γίνεται μπούμερανγκ γι’ αυτόν που κάνει την αρπαχτή εις υγείαν του κορόιδου. Τους έχω γνωρίσει και είδα που κατρακύλησαν όλοι αυτοί που εκμεταλλεύτηκαν το πάθος κάποιων για τη μουσική. Το ίδιο ισχύει και για τα δισκοπωλεία, γιατί κι εκεί κάθε μέρα δίνονται συναυλίες κι αυτοί που κοιτάνε την αρπαχτή, κάποια στιγμή θα ξεμείνουν και από πελάτες. Άλλο πράγμα να εμπορεύεσαι κι άλλο να καπηλεύεσαι την μουσική. Κύριοι, θα πρέπει να ξέρετε, ο σεβασμός λειτουργεί μόνο αμοιβαία, σε αντίθεση με την λαμογιά που είναι πάντα μονόπλευρη. Σεβαστείτε το προϊόν που πουλάτε, ώστε να σας σέβεται και ο πελάτης.

ΕΔΑΦΙΟ 67ο

 Στη συναυλία των U2 ξέρω καλά γιατί δεν πήγα. Την είχα ψωνίσει επειδή έπρεπε να προπληρώσω το εισιτήριο και να δώσω τηλεφωνικά τα στοιχεία μου και τον αριθμό ταυτότητάς μου. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα κάτι τέτοιο και το βρήκα τελείως εξευτελιστικό και χειραγωγημένο. Δεν ενέδωσα με τίποτα και σε μεγάλο μου πείσμα δεν παραβρέθηκα. Μάλιστα απέφυγα εντέχνως να μην κυκλοφορήσω στην πόλη, ώστε να μην πέσω και σε καμιά από τις γιγαντοοθόνες που είχαν τοποθετηθεί στην παραλία για το γεγονός. Όχι, δε θα έδινα με τίποτα αυτήν τη χαρά στον σκηνοθέτη του όλου εκτρώματος να μ’ έχει καταγεγραμμένο στις κάμερές του. Κλείστηκα στον εαυτό μου, τον πίεσα πολύ, ώστε να μην ακούγονται οι κραυγές του, κραυγές αγωνίας εις βάρος του καθώς μεγάλωσα με τους U2. Ωστόσο, άλλο το ένα και άλλο το άλλο, έτερον εκάτερον που έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Η συναυλία ήταν εκπληκτική, η παρουσίαση τελείως φαντασμαγορική και η προσέγγιση του κοινού επαγγελματική, όπως ακριβώς αρμόζει στα μεγάλα σχήματα που σέβονται τον εαυτό και το κοινό τους. Ήμουν ένας απών, ένας εθελοντής απών, για πολλά χρόνια το κρατούσα μέσα μου, ώσπου γνώρισα το φιλαράκι μου, το οποίο επίσης δεν είχε πάει στο γεγονός της πόλης για το έτος ’98 ή ’99, δε θυμάμαι, το διέγραψα από τη μνήμη μου. Κι αυτός δε γούσταρε να πάει, όλοι θα ήταν εκεί, αγέλες, κοπάδια, στίφη ανθρώπων για να διαφημίσουν και να διαφημιστούν. Χάρηκα που δεν ήμουν ο μόνος παρτιζάνος σε αυτήν τη μουσική σκευωρία κι έτσι ηρέμησα κι έκανα ειρήνη με τον εαυτό μου. Φυσικά τα χρόνια πέρασαν και με το πρόσχημα του κορονοϊού, σου ζητάνε ανά πάσα στιγμή πιστοποιητικό εμβολιασμού, ένα άλλο είδος ταυτότητας, ευτυχώς όχι ακόμα για υπαίθριες, ανοιχτές στο κοινό, συναυλίες. Μέχρι νεωτέρας δηλαδή, ποτέ δεν ξέρεις τι έχουν στο νου τους. Όμως πλέον δε με νοιάζει, έχω ξεπεράσει το σύνδρομο του δήθεν να είσαι και του τάχα να φαίνεσαι, το έχω αποβάλλει από μέσα μου και δε νιώθω πλέον την ανάγκη να βρίσκομαι κάπου που δεν το θέλω, δεν έχω πια την ανάγκη να υπομένω τον εφιάλτη κάποιου προκειμένου να αντλήσω χαρά από τα όνειρά του. Δε θυμάμαι καλά τι έκανα εκείνο το βράδυ, όμως σίγουρα έμεινα στο σπίτι, κάτι τελείως παράδοξο και ανήκουστο για την οικογένειά μου και σίγουρα δεν ανακαλεί η μνήμη μου τι μπορεί να άκουσα. Αν σας έλεγα ότι άκουσα U2, θα το πιστεύατε; Ούτε κι εγώ δε θα με πίστευα, όμως με την τρέλα που κουβαλούσα τότε, μπορεί και να το έκανα. Κι όλα αυτά γιατί η μουσική είναι αυτό που μετρά και όχι η παρουσία σε μια μαζική εκδήλωσή της.

 

Αναζητώ τα προηγούμενα: Τεύχος 1ο, 2ο, 3ο, 4ο, 5ο, 6ο, 7ο, 8ο, 9ο, 10ο, 11ο, 12o