Μια μουσική αφήγηση (Τεύχος 16ο)

Η συνέχεια της ιδιότυπης περιήγησης του Βασίλη Πετρόπουλου στον κόσμο των ήχων. Μουσικοί που παίζουν για την ψυχή του, ακροατές που ακούνε για την ψυχή τους...

ΕΔΑΦΙΟ 86ο

Το δίσεκτο 2000, το πολυσυζητημένο millennium έκτισε τις βάσεις και έβαλε τα θεμέλια της παγκόσμιας παρακμής. Την απαρχή της σήψης και της διαφθοράς στην πολιτική, στην οικονομία, στην κοινωνία, στην ηθική και στην ψυχική υγιεινή. Η μουσική δεν έμεινε φυσικά στο απυρόβλητο και πλήρωσε με τη σειρά της το τίμημα. Τείνω να τραβήξω μία γραμμή, να σηκώσω τον πήχη, να βάλω μία τελεία και να πω, η εποχή προ millennium και η εποχή μετά millennium, π.μ. και μ.μ. Θα προτιμούσα να επικεντρωθώ στο μουσικό κομμάτι και όχι στο κοινωνικό, γιατί τότε θα εκνευριστώ και θ’ αρχίσω να σκίζω μπλουζάκια, να σπάζω βινύλια, να πετάω κονκάρδες, λες και άκουσα την τελευταία δουλειά της αγαπημένης μου μπάντας κι ένιωσα σαν ξεβρασμένο σκυλόψαρο σε sushi bar. Όχι, θα περιοριστώ στο μουσικό κομμάτι, γιατί αυτό θέλω να θίξω και όχι το άλλο, το ηθικό και το ψυχικό. Όσο πιο πίσω κάνω την αναδρομή στο μουσικό παρελθόν, τόσο πιο συχνά διαπιστώνω την έλλειψη της ρηχότητας, της κενότητας και της ανοργασμικής επανάληψης που κυριαρχεί στη μετά millennium εποχή. Αντιθέτως, βουτάω σε μια θάλασσα γεμάτη αντίδραση, απαίτηση και αθέτηση του κοινωνικού κατεστημένου και πλαισίου ύπαρξης. Η μουσική που πάντα εκφράζει την κοινωνία σε κάθε εποχή, έθεσε την καινοτομία, τη συμμετοχή και την ελευθερία λόγου κι έκφρασης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση των ανήθικων ηθικολόγων. Πολέμησε και μάτωσε, η μια γενιά μετά την άλλη για να φιγουράρει η παντιέρα της στο φόρουμ των συνομιλίων και το millennium έδειξε την αδιαλλαξία και την αλαζονεία του Κοίταξε το πριν και κοίτα το μετά, θα καταλάβεις γρήγορα που γέρνει η ζυγαριά, όμως ο κόσμος προχώρησε μπροστά, έχεις δίκιο, είσαι ηθικός, έντιμος, ευσεβής, όμως τα ήθη έχουν αλλαξιές. Το παράνομο έγινε νόμιμο και το ταμπού απλά deja vu, στη μετά millenium εποχή, το κινητό σεξ είναι η πληροφορία. Γυρίζω την πλάτη στα λόγια του, ωστόσο μυρίζω τη σήψη τους και μετά βίας κρατιέμαι να μην ξεράσω. Η ψηφιακή αποφορά της υπεροψίας του μου θύμισε τον αναλογικό πατσά της ζωής μου. Λυπάμαι, είμαι υποχρεωμένος να σταματήσω και να ζητήσω συγνώμη για την αδυναμία μου να συνεχίσω.

ΕΔΑΦΙΟ 87ο

 Αν με ρωτούσε κάποιος ποιο ήταν το πρώτο CD που αγόρασα και πότε, δε θα θυμόμουν. Ίσως αν το προσπαθούσα πολύ να το κατάφερνα, όμως είμαι σίγουρος ότι αν το θυμόμουν δε θα το ξεχνούσα ποτέ. Όπως αντιθέτως θυμάμαι επακριβώς το πρώτο βινύλιο και το πότε. Βέβαια πριν το βινύλιο υπήρξε η κασέτα, η μαγνητοταινία. Όλοι οι παλιοί πρώτα ακούσαμε μουσική από κασέτες, κασέτες που τις γράφαμε σε δισκοπωλεία. Δεν είχαμε ακόμα πικάπ και ενισχυτές, επομένως έπρεπε να τα βολέψουμε μ’ ένα φορητό κασετόφωνο και τις κασέτες. Θυμάμαι που πήγαινα στις ξαδέλφες μου, ήμουν δεν ήμουν δέκα χρονών, οι οποίες είχαν κασετόφωνο. Εγώ δεν είχα ακόμα κι άκουγα τα μουσικά τους γούστα. Εκεί άκουσα πρώτη φορά Simon & Garfunkel, το «Mrs. Robinson», το «Boxer», το «Sound Of Silence», το υπέροχο «Bridge Over Troubled Water». Άκουσα και David Bowie, ολόκληρο το «Ziggy Stardust», Doors και Θεοδωράκη. Είχα βέβαια άλλες μουσικές προτιμήσεις, όμως χαράχτηκαν στη μνήμη μου και κατάφερα ν’ αποκτήσω τέσσερα πέντε χρόνια αργότερα το διπλό άλμπουμ «The Concert In Central Park» από τον «Λαμπρόπουλο», το πολυκατάστημα που πουλούσε τότε και δίσκους. Δεν ντρέπομαι να σας πω ότι το «Ziggy Stardust» το απέκτησα πριν πέντε χρόνια, Doors έχω ένα διπλό live CD και από Μίκη Θεοδωράκη δεν έχω τίποτα στη δισκοθήκη μου. Η εμμονή μου με το «Boxer» και το «Bridge Over Troubled Water» ήταν τόσο μεγάλη, με μαγνήτισαν οι στίχοι τους και φανταστείτε την ευχάριστη έκπληξή μου όταν ανακάλυψα στη συσκευασία κι ένα ένθετο με στίχους και φωτογραφίες. Κι εγώ από κάπου έπρεπε να ξεκινήσω, ν’ αποκτήσω μια βάση, πέρα από τα εκατοντάδες ελληνικά τραγούδια που άκουσα στα σχολικά μου χρόνια, στο ραδιόφωνο του σπιτιού και του αυτοκινήτου. Και μιλάω για έντεχνο λαϊκό, όχι τίποτα σκυλάδικα, ευτυχώς! Με είχε κερδίσει όμως ο ξένος στίχος, ο ρυθμός, το Rock και το New Wave, οι Kraftwerk, οι O.M.D., οι Alphaville, οι Police, η Joan Jett. Κι έτσι άρχισα την αναρρίχησή μου στην Annapurna της μουσικής και σιγά σιγά ήθελα να κατακτήσω κι άλλες κορυφές, πιο απρόσιτες, πιο εχθρικές, πιο δύσβατες. Killing Joke, Angelic Upstarts, Stranglers, Depeche Mode, Cure, Sound, Joy Division, U2, κοκ. Δυστυχώς εξακολουθώ μετά την αναπόληση να μη θυμάμαι το πρώτο μου CD, ίσως γιατί θα είμαι πάντα δεμένος με την αναλογική δυναμική της μουσικής και όχι με την ψηφιακή μορφή του ήχου.

ΕΔΑΦΙΟ 88ο

Με τον Τομ των Savage Republic γνωριστήκαμε ένα απόγευμα, μια ώρα πριν τη συναυλία τους στην Υδρόγειο, στο λόμπι του διπλανού ξενοδοχείου. Τη συνάντηση την είχε κανονίσει ο κολλητός μου, ο οποίος είχε χρόνια φιλίας μαζί του και είχε μεσολαβήσει για να γίνει η συναυλία. Με συμπάθησε και τον συμπάθησα αμοιβαία, όταν του είπα: «Sorry Tom, I like your music but I am fan of Joy Division». «Me too», μου απάντησε και ήπια την μπίρα που με κέρασε. Μιλήσαμε και λίγο στα γερμανικά, έχει γερμανική ρίζα, είπαμε λίγα πραγματάκια και σφίξαμε τα χέρια. Μια ώρα μετά θα έβγαινε στη σκηνή. Θα έβλεπε καμιά εξηνταριά άτομα όλα κι όλα και θα έλεγε: «Συνήθως παίζουμε σε περισσότερο κόσμο, όμως δεν μας πειράζει, μπορούμε να παίξουμε για σας». Και παίξανε και γουστάραμε, οι λίγοι που βρεθήκαμε εκεί, εκείνο το βράδυ. Το κολλητάρι μού είχε υποσχεθεί να μου φέρει τη λίστα με τα τραγούδια που θα έπαιζαν και λίγο πριν την πάρει μια χοντρούλα, της την άρπαξε από τα χέρια και της είπε ότι ο Τομ την είχε υποσχεθεί σ’ αυτόν. Το κολλητάρι μου έχει πειθώ και είναι αυστηρός όταν προσπαθούν να τον καπελώσουν, ιδιαίτερα ευτραφείς ημεδαπές. Η λίστα κατέληξε στα χέρια μου, ένα ακόμα τρόπαιο που κοσμεί τους τέσσερις τοίχους που κατοικώ. Η συναυλία δεν πήγε τόσο καλά όσο θα έπρεπε, γιατί η πόλη πάντα στηρίζει τους Savage όταν παίζουνε, όμως είτε λόγω κακής διαφήμισης, είτε επειδή έπαιζε κάποια άλλη μπάντα και μονοπώλησε το ενδιαφέρον, είτε γιατί ήταν χειμώνας, το θυμάμαι καλά, φορούσαμε Dr. Martens ο Τομ κι εγώ, ο κόσμος δεν ανταποκρίθηκε. Δε με πείραξε ποτέ. Ίσα ίσα, ένιωσα σαν τους Joy Division που γνωρίστηκαν στη συναυλία των Sex Pistols, ήταν δεν ήταν σαράντα άτομα. Αυτές είναι οι συναυλίες που σου αλλάζουν τη ζωή, σε κάνουν να λες ότι έχεις μουσική ψυχή, ότι δεν παίζεις για τον κόσμο, παίζεις πρώτα για σένα και έπειτα για τους άλλους, παίζεις μουσική γιατί σέβεσαι αυτό που υπηρετείς και γιατί σέβεσαι και όσους έχουν έρθει να σε ακούσουν. Κι εφόσον ό,τι σε πληγώνει σε κάνει πιο δυνατό, τότε δυναμώνεις σαν άνθρωπος, ξεπερνάς τον πόνο και προχωράς προς το επόμενο σου λάθος. Και θυμάμαι και το άλλο φιλαράκι μου που είχε φέρει και τον ανιψιό του, ήταν δεν ήταν είκοσι χρονών, στη συναυλία και γούσταρα διπλά για τον πιτσιρικά που ρουφούσε την πρωτόγονη ενέργεια των Savage. Τα δώσανε όλα για τους φίλους και τους «συγγενείς» τους, τους ολίγους που βρίσκονταν στη συναυλιακή τους «κηδεία» εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ στην αχαΐρευτή μας πόλη.

ΕΔΑΦΙΟ 89ο

Ο τεράστιος Gandhi είπε πως η βία δε νικιέται με τη βία, μόνο με την αγάπη κι αποδείχτηκε πόσο δίκιο είχε, διώχνοντας τον Βρετανό ιμπεριαλιστή από το σπίτι του. Και σκέφτομαι τον Κάιν που σκότωσε τον αδελφό του και τον Ησαύ που πούλησε τα πρωτοτόκια του για ένα πιάτο φακές. Ο ένας έφερε τη βία και ο άλλος την εκμετάλλευση στην κοινωνία. Και από τότε έτσι πάει το έργο μέχρι που παρεμβαίνει η μουσική. Πόσοι πόλεμοι έχουν γίνει για τη μουσική; Θέλω να πω, έχουν κατέβει ποτέ metal-άδες σε σταυροφορία εναντίον των rave-άδων στους Αγίους Τόπους; Δεν το νομίζω, γιατί η μουσική δεν είναι θρησκεία, η μουσική είναι ελευθερία, δεν έχει μόνο εχθρούς έχει και φίλους, τους μεγαλύτερους ειρηνικούς επαναστάτες, που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας εκφράζοντας απλά το έργο τους. Η μουσική χαλιναγωγεί τα βίαια ένστικτα, φιμώνει τη βαναυσότητα της ψυχής και ευφραίνει την καρδιά της. Τη μεθάει με το άρωμά της και εκλεπτύνει την άστοργή της χυδαιότητα. Ακόμα και ο Χίτλερ όταν άκουγε τις αγαπημένες Βαλκυρίες του, σίγουρα θα ένιωθε ένα μικρό τσίμπημα στο βάθος της καρδιάς του, το οποίο σκιρτούσε για έλεος, τύψη και μετάνοια. Κάθε είδος μουσικής που σε ωθεί στη βία δεν είναι μουσική, είναι είδος που το έχουν βαφτίσει οι ειδικοί και οι κριτικοί για να κάνουν τη δουλειά τους με το κοινωνικό τσουνάμι που μπορεί να φέρει η επίγνωση της αγνότητάς της. Θα προσπαθήσω να γίνω πιο ξεκάθαρος, γιατί νιώθω ότι μπορεί να έχω μπερδέψει την κρίση σας, η μουσική δεν έχει καμία σχέση με τον μουσικό, τον άνθρωπο που την εκφράζει. Η μουσική είναι ένα μεγάλο σύννεφο, κινείται ανεξάρτητα και δεν ασχολείται με τα θέλω και τα δεν θέλω της βροχής που κουβαλάει. Σχηματίζεται από τους υδρατμούς της κοινωνίας, κυοφορεί κι έπειτα γεννάει κι επαναλαμβάνει το ίδιο πράγμα, αδιάσπαστη, αμέριμνη κι ευτυχισμένη γιατί είναι σύννεφο, πηγαίνει όπου θέλει, κάνει ότι θέλει και το κυριότερο, αν θυμώσει τότε τιμωρεί αυτούς που την πρόδωσαν, όχι με τη βία φυσικά αλλά με την αγάπη, στέλνοντάς τους αστροπελέκια μήπως και ξυπνήσουν από το λήθαργο της τρυφηλότητας και της φαυλότητας που έχουν υποπέσει. Θέλω να επαναλάβω ότι η μουσική είναι πάντα εγρήγορση, δε σε αφήνει λεπτό να ησυχάσεις όταν νιώθει ν’ απειλείται, να χειραγωγείται και να γελοιοποιείται. Η μουσική σου δίνει το χέρι της, εσύ πόσο αγνός είσαι για να το φιλήσεις;

 

Αναζητώ τα προηγούμενα: Τεύχος 1ο, 2ο, 3ο, 4ο, 5ο, 6ο, 7ο, 8ο, 9ο, 10ο, 11ο, 12o, 13ο, 14ο, 15o