Μια μουσική αφήγηση (Τεύχος 23ο)

Με τα φτερά της μουσικής και της φαντασίας, της 'νόμιμης νοερής απομόνωσης" κατά τον στίχο... Του Βασίλη Πετρόπουλου

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΔΕΚΑΕΝΝΙΑ.

Υπάρχει η περίοδος των παχιών αγελάδων και η περίοδος των ισχνών αγελάδων, έλεγαν οι παλαιότεροι κι είχαν απόλυτο δίκιο. Σε κάθε χρονική εποχή απαντιούνται αυτές οι περίοδοι, όπως στα μέσα της δεκαετίας του ογδόντα, που κυκλοφορούσε το ένα άλμπουμ μετά το άλλο, το ένα γκρουπ μετά το άλλο και δεν ήξερες τι να πρωτοπάρεις από το ράφι με το πενιχρό σου χαρτζιλίκι. Το ίδιο ακολούθως και στα μέσα του εννενήντα, ίσα που πρόλαβες και άρπαξες κάμποσο πράμα γιατί είχες μιά δουλίτσα και κονομούσες και μόλις κατάφερες να σταθείς στα πόδια σου, να βάλεις τα πράγματα σε μιά σειρά, έσκασε το millennium, το cd και το pc κι εκτοξεύτηκες μοιραία στην κινητή ψηφιακή τεχνολογία. Η κάνουλα της αφθονίας έκλεισε και αναζήτησες σαν μπεκρής τα ψίχουλα που έσταζαν από το βαρέλι. Η κοινωνία άλλαξε, η μουσική προσαρμόστηκε και το μοντέλο του ανακαλύπτω και μαθαίνω, έσβησε για πάντα. Τα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης και προώθησης συνέπραξαν με την διαφήμιση και το τραστ που δημιούργησαν, κατέκτησε τον κόσμο. Rap, RnB, Soul και μακιγιαρισμένη pop, αντικατέστησαν το punk, το new wave, την synth pop και το post rock. Η Ινώ της μουσικής στέφθηκε βασίλισσα στην Κολχίδα και θέλησε να εκδικηθεί τα παιδιά της Νεφέλης. Κατάφερε και της στέρησε το ένα, όμως το δεύτερο επέζησε και ο μύθος του διαδόθηκε από στόμα σε στόμα.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝΕΙΚΟΣΙ.

Στα δύο πρώτα χρόνια του εικοστού πρώτου αιώνα που αισίως διανύουμε, με την πανδημία, την ανεργία, την εγκληματικότητα, την αντιπαλότητα και την ακρίβεια να με κατατρέχει, νιώθω απόλυτα ασφαλής όταν βάζω το κλειδί στην πόρτα και μπαίνω στο ναό μου. Το άρωμα από το λιβάνι του χρόνου με πλημμυρίζει και η οσμή του φόβου χάνεται από το κορμέ μου. Φοράω τα άμφια της αιρετικής σχολής μου και πηγαίνω στο Ιερό να ετοιμάσω την Θεία Κοινωνία. Διαλέγω νάμα από το μουσικό κελάρι μου, άρτο έχω μπόλικο, ας όψεται ο καθημερινός μου κάματος με το ψηφιακό σινάφι, κοινωνώ αλλήλους, εξομολογούμαι τις αμαρτίες μου και στο τέλος ψέλνω ένα Πάτερ Ημών για την μνήμη των προπάτορων μου. Κι έπειτα αρχίζει το πάρτι. Βάζω την βελόνα στο αυλάκι, ανεβάζω την ένταση και τα ηχεία ξερνούν το περιεχόμενο τους. Ο ναός άνοιξε και περιμένει το ποίμνιο του, όσοι πιστοί προσέλθετε. Και μην νομίζετε, κάποιοι έρχονται, δειλά δειλά στην αρχή, αθρόα στο κατόπι. Είναι όλη η πλέμπα της ενορίας μου, η οποία ξέρει ότι θα πιει, θα φτιαχτεί και θα πάρει άφεση για τις αμαρτίες της. Και στον ναό αυτόν πάντα υπάρχει χώρος για τον Ιούδα, τον Εφιάλτη και τον Οιδίποδα, γιατί μόνο τότε θα μπορέσω να συγχωρέσω τον εαυτό μου που τους προέτρεψα κάποτε να φύγουν.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ.

Στο σπίτι που μένω κατοικούν μουσικά ξωτικά. Και το ξέρω και το λέω με σιγουριά. Κάθε φορά που πηγαίνω διακοπές, όταν επιστρέφω όλα δείχνουν ίδια ωστόσο όλα είναι διαφορετικά. Η κιθάρα είναι ξεκούρδιστη, ενώ την αφήνω πάντα κουρδισμένη, το μπάσο στέκεται στραβά στην θέση του, στο Pro One είναι πειραγμένες οι συχνότητες και στην κονσόλα όλα τα Gain βρίσκονται σε λάθος θέση, ακόμα στο Vocoder το Human Voice και τα Strings είναι πειραγμένα. Και όχι μόνο αυτά. Τα βινύλια είναι σε άλλη θέση και πολλά cd σε άλλα ράφια. Είναι πονηρά τα ξωτικά, προσπαθούν να κρύψουν τα ίχνη και την ύπαρξη τους όμως κι εγώ είμαι πιο έξυπνος από αυτά, γιατί θυμάμαι πολύ καλά πως έχω αφήσει το σπίτι πριν πάω διακοπές. Ομολογώ ότι έχουν κάνει φιλότιμες προσπάθειες να μου αποκρύψουν την ύπαρξη τους ωστόσο οι σήκεις δεν μπορούν να κρυφτούν από το φως. Το μόνο που δεν πειράζουν είναι η μόστρα αλλιώς θα καρφωθούν με την μία, όμως από πίσω γίνεται χαμός. Έχω όμως καλό μνημονικό και καταλαβαίνω το παιχνίδι που παίζουν πίσω από την πλάτη μου. Συμμαζεύω λοιπόν την ακαταστασία τους και η ζωή συνεχίζεται. Ωστόσο τελευταία έχουν αποθρασυνθεί. Πειράζουν τον προτζέκτορα και τους σκληρούς δίσκους με τις ταινίες που έχω, μέχρι που μπαίνουν ακόμα και στο διαδίκτυο τα αθεόφοβα! Το καταλαβαίνω γιατί κάποιες ταινίες έχουν άλλη σειρά, το Wi Fi είναι ανοιχτό ενώ πάντα το κλείνω. Και βρίσκω τον προτζέκτορα από την θέση Save Lamp στο Full Definition. Βγάζουν και γούστα τα άτιμα κατά την απουσία μου, ξοδεύοντας την ζωή της λάμπας του προτζέκτορα ερήμην μου. Συμβουλεύτηκα τους πνευματικούς γκουρού μου και όλοι μου είπαν το ίδιο πράγμα: συγχώρεσε και όσα δεν αγαπάς στη ζωή σου. Στην αρχή δυσκολεύτηκα ,το πάλεψα όσο μπορούσα όμως ο ανόητος είναι ανίκητος κι έτσι υποτάχτηκα στην καθοδήγηση τους. Τα παράτησα, αντί να κάθομαι σαν παλαβός και να παρατηρώ τις αλλαγές που είχαν κάνει, δεν έδινα σημασία, απλά έκανα τις ρυθμίσεις που ήθελα και όλα ήταν πλέον μιά χαρά. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις, οφείλω να ομολογήσω ότι οι αλλαγές που είχαν κάνει, είχαν ευεργετική επίδραση στο φενγκ σούι των ηχοχρωμάτων του σπιτιού μου. Έγινε πιό ζεστό, πιό φιλικό, πιό οικείο, ένα καταφύγιο σε ένα φιλόξενο βουνό, μια όαση σε μιά αδηφάγα έρημο και ο θυμός και η αγανάχτηση μου έγιναν συμπάθεια κι ευγνωμοσύνη. Κι αυτό πλέον συμβαίνει όχι μόνο όταν λείπω για διακοπές αλλά και κάθε φορά που απουσιάζω από το σπίτι, όταν επιστρέφω κάτι έχει αλλάξει. Εφόσον αρέσει στα μουσικά ξωτικά να ξεστρατίζουν τόσο απροκάλυπτα, δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό, το μόνο που εύχομαι είναι κάποια στιγμή να τα γνωρίσω, αν και ξέρω ότι είναι ντροπαλά, συνεσταλμένα και αγοραφοβικά. Ξωτικά άλλωστε είναι, όμως αισιοδοξώ ότι κάποια στιγμή θα κεντρίσει την περιέργεια τους η κίνηση μου, να αφήσω ένα χαρτί κι ένα μολύβι, για να γράψουν τα ονόματα τους κάτω από το δικό μου.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΕΙΚΟΣΙΔΥΟ.

Κάθε φορά που νιώθω μόνος και αισθάνομαι μαλάκας, διαλέγω να ακούσω κάτι ξεχωριστό και ειδικό για την περίσταση, επομένως το να κατορθώσω να πετύχω το ιδανικό μετά από τόσα χρόνια ανεπιτυχών και ημιτελών προσπαθειών, φαντάζει σαν την γλυκιά οσμή της μέθεξης. Ποτέ δεν είσαι μόνος γιατί δεν είσαι ο μόνος, μεγάλη κουβέντα να μην λες και μικρή μπουκιά να τρως. Όπως ακριβώς και οι άνεμοι, είναι καλύτεροι οι νοτιάδες και η υγρασία ή μήπως οι βοριάδες και η παγωνιά που φέρνουν; Απολαμβάνω λοιπόν το υστέρημα της μάθησης και της εμπειρίας μου και γεμίζω ενέργεια, ενεργεί που ισούται με την μάζα και την ταχύτητα του φωτός στο τετράγωνο. Μιά εξίσωση που την απέδειξε ο Αϊνστάιν και τώρα δα την ανακαλύπτω. Γιατί όταν πετάω είμαι ενέργεια, νιώθω ανάλαφρος, ένας φελλός στην θάλασσα του σύμπαντος, ένα βότσαλο στο παιχνίδισμα του κύματος. Ναι, η μουσική είναι το ναρκωτικό που δεν ανιχνεύεται στον οργανισμό, είναι αυτό που διαιωνίζεται στον χωροχρόνο και πάντα διώκεται ως απειλή. Για κάθε σφάλμα όμως υπάρχει και το τίμημα, για κάθε βήμα ωστόσο, η ανταμοιβή. Και τι πιό όμορφο, να ταξιδεύεις μέσα στο κέλυφος της μουσικής σου ύπαρξης;

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΕΙΚΟΣΙΤΡΙΑ.

Imagination, legal mental isolation κραύγαζε ο τραγουδιστής των Sad Lovers & Giants και πόσο δίκιο είχε άραγε ο τύπος που έγινε λέκτορας στο πανεπιστήμιο. Είναι ένας στίχος με πυγμή, σχήμα και μορφή. Πηγάζει από μέσα σου η φαντασία, είναι πνευματική και δεν είναι toxication, για αυτό και είναι νόμιμη, δεν είναι παράνομη. Ωστόσο δεν παύει να είναι απομόνωση, μιά εσωτερική παράλυση. Γιατί μόνο στην απομόνωση είσαι ελεύθερος από την αιγίδα του νόμου, μόνο εκεί μπορείς να παρανομήσεις και να φανταστείς. Είναι ο κρυφός κήπος του εαυτού σου που είναι έτοιμος να ανθίσει. Εκεί, μέσα στο κελί του isolation ευωδιάζουν οι στιγμές με imagination και δραπετεύεις και γίνεσαι ένας ταξιδιώτης στο σύμπαν, ένας βεδουίνος του χρόνου. Γιατί αυτή είναι η φαντασία, η μαγεία του να βρίσκεσαι σε πολλά μέρη ταυτόχρονα και η απομόνωση σε προετοιμάζει ώστε να το πετύχεις. Και κάθε φορά που το επιτυγχάνεις, μαθαίνεις να δραπετεύεις από την απομόνωση της φαντασίας σου, παύεις να είσαι εσωτερικά παράλυτος. Τώρα έχεις πια πόδια να τρέξεις, φτερά να πετάξεις, δίχως να μπορεί να σε χρεώσει ούτε ένα ευρώ, η Global Thievery Corporation. Διότι είναι πολύ έξυπνα στημένη αυτή η Corporation. Είναι μιά καλά κουρδισμένη μηχανή, που στραγγίζει καθημερινά χρήμα. Και τι χρήμα! Μαύρο χρήμα, βρώμικο χρήμα, ματωμένο χρήμα. Στραγγίζει τις τσέπες και τον μόχθο και κόπο του κοσμάκη, για να μοιράσει σε κάποιους και να πλουτίσει περισσότερο κάποιους λίγους. Κι αυτός είναι ο στόχος της, αυτή είναι η απομόνωση της. Είσαι πλούσιος ανάμεσα σε φτωχούς, να γλεντάς και να σκορπάς αυτά που δεν τα έχουν ονειρευτοί οι πολλοί και κάθε βράδυ να προσπαθείς να δραπετεύσεις από το χρυσό κλουβί σου, να φαντάζεσαι και να εύχεσαι να είχες πόδια να τρέξεις, φτερά να πετάξεις και να μυρίσεις για μιά έτερη φορά, την ευωδία από τα άνθη του κήπου του εαυτού σου, να ζήσεις άλλη μιά στιγμή ελεύθερος σαν άνθρωπος και να γευτείς την πικρή νίκη της θύμησης. Αυτό όμως δεν πληρώνεται με τίποτα, ούτε με όλα τα λεφτά του κόσμου δεν πρόκειται να το καταφέρεις αυτό, νεκρέ άνθρωπε του πλούτου. Γιατί είσαι τόσο φτωχός, που το μόνο πράγμα που έχεις είναι τα λεφτά και θα ζήσεις και θα γεράσεις και θα πεθάνεις κι εσύ μόνος, φοβισμένος και αδιάφορος, για όλα αυτά που αφήνεις πίσω σου. Και όταν έρθει ο θάνατος και σε ρωτήσει, αν έζησες αλήθεια την ζωή σου, τότε εσύ τι θα του απαντήσεις, μεγαλομέτοχε του κέρδους;

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΕΙΚΟΣΙΤΕΣΣΕΡΑ.

Στις 17 Δεκεμβρίου του σωτήριου έτους 2022, ανακαλύψαμε με το φιλαράκι μου ότι αν αποφασίσει να βγει ο κόσμος έξω Σάββατο βράδυ, τότε δεν κινείται φύλλο στους δρόμους της πόλης. Λεωφορεία, ταξί, αυτοκίνητα κινούνται πιο αργά και από μεθυσμένο φίδι. Όπως επίσης ανακαλύψαμε, ότι αν θες να κατουρήσεις, πρέπει να πας υποχρεωτικά σε κάποιο μαγαζί, από το οποίο είτε πρέπει πρώτα να αγοράσεις κάτι κι ύστερα να πληκτρολογήσεις έναν κωδικό για να μπεις στην τουαλέτα, είτε θα πρέπει να είσαι πελάτης του καταστήματος για να κάνεις χρήση του χώρου υγιεινής του. Όπως επίσης ανακάλυψα, ότι ως μη κάτοχος κινητού, παραλίγο να χαθώ με το φιλαράκι μου. Που χαθήκαμε δηλαδή, όμως η εμπειρία τόσων ετών, με οδήγησε να καπνίσω ένα τσιγάρο έξω από το Eight ball και να ακούσω το I wanna be your dog, με το οποίο οι Stained Veil έκλεισαν την εμφάνιση τους. Είχα την πρόθεση να τους δω ωστόσο δεν τελεσφόρησε η προσπάθεια μου και στο διάλειμμα, βγήκε από μέσα το φιλαράκι μου μαζί με τους άλλους δυό κολλητούς μας. Καθίσαμε λίγο έξω, τα είπαμε με τον Νίκο κι ύστερα μπήκαμε μέσα να δούμε τους Godfathers. Αράξαμε μπροστά στον μπασίστα μιας και υπήρχε ο χώρος κι απολαύσαμε τον εξηνταπεντάρη πλέον Εγγλέζο performer, να ξεδιπλώνουν το πάντρεμα της μουσικής τους κουλτούρας: εγγλέζικο πανκ και αμερικάνικο ροκ, δοσμένο με ταπεραμέντο, ενθουσιασμό και μπρίο. Έκλεισαν φυσικά με τις επιτυχίες τους, She gives me love και το επικό Birth, School, Work, Death, το οποίο ρεφρέν το φώναξα δυνατά όλες τις φορές μαζί με το πλήθος. Τόσα χρόνια φώλιαζε μέσα μου, να μην του επιτρέψω να εκφραστεί ελεύθερα μπροστά μάλιστα στους εμπνευστές του; Θυμάμαι σαν χτες που τους ακούγαμε σπίτι μου και φωνάζαμε δυνατά στα πάρτι το Birth, School, Work, Death, μια γλαφυρή περιγραφή ενός μεσοαστού, που γεννιέται, ζει και πεθαίνει. Έστω στα γεράματα και τα δικά τους αλλά και τα δικά μας, βρεθήκαμε και δώσαμε το παρόν συνεπείς on time. Βγήκαμε έξω και καπνίσαμε ένα τσιγάρο για να ισορροπήσουμε και βρεθήκαμε μπροστά σε μιά τεράστια ουρά από νεαρά άτομα, να περιμένουν για να μπουν σε ένα παρακείμενο ξενυχτάδικο. Το ένα φιλαράκι αποχώρησε και οι υπόλοιποι είπαμε να πιούμε ένα ποτό σε ένα κεντρικό μπαράκι. Διασχίσαμε τα Λαδάδικα και την παραλία μέχρι τον Λευκό Πύργο και το προλάβαμε άδειο. Όταν δε κατέφτασε μιά αγέλη είκοσι ατόμων, ήπιαμε τα ποτά μας και πήραμε δρόμο. Πήγαμε στο σπίτι μου κι ακούσαμε δυο κομμάτια που είχαμε γράψει τις προάλλες. Κουβεντιάσαμε τις σκέψεις μας, αραδιάσαμε τις ιδέες μας και περάσαμε δυό ωρίτσες χαλάρωσης, ρεμβάζοντας κι απολαμβάνοντας το νέκταρ της εξόδου της αποψινής μας μέθεξης. Να μην ξεχάσω να προσθέσω, ο Μικρός πεινούσε κι έφαγε κάτι πατατάκια που είχα διαθέσιμα ακόμα στο ντουλάπι μου.