Μια μουσική αφήγηση (Τεύχος 25ο)

Μετά από 135 εδάφια ολοκληρώνεται η σειρά κειμένων του Βασίλη Πετρόπουλου, μια ανίχνευση του τι σημαίνει να ακούς και να αγαπάς τη μουσική

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΤΡΙΑΝΤΑ.

Η υγεία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ζωής, η γνώση είναι η κατανόησή της, η φαντασία είναι η δημιουργία και το ελιξίριο της είναι η μουσική. Δίχως την τελευταία, ότι κι αν δημιουργήσεις, ότι κι αν κατανοήσεις, πάντα θα έχεις ένα κενό μέσα σου, ένα γράμμα που θα λείπει από το αλφάβητο της ψυχής σου. Τι να τα κάνεις τα πλούτη, τις απολαύσεις, την ηδονή, την δύναμη, την εξουσία αν δεν έχεις καταφέρει να εξημερώσεις την ψυχή σου; Ακόμη κι αν έχεις εξομολογηθεί τις αμαρτίες σου, ακόμα κι αν έχεις πάρει συγχωροχάρτι από τον θεό σου, πάλι το κενό θα υπάρχει μέσα σου. Γιατί ποτέ δεν το εξημέρωσες, είναι το άγριο ένστικτο του ψυχισμού σου, αχαλίνωτο, αδάμαστο, απαίδευτο. Είναι ένα αγρίμι που μεγαλώνει παράλληλα με τον βιολογικό ιστό σου κι όταν βαριέται τα παιχνίδια σου, ξαπλώνει μόνο στην γωνία του. Κι όσο δεν τρέφεται, μεγαλώνει, δεν πεθαίνει κι αρχίζει να τρώει τις σάρκες και τους νευρώνες του κελιού του. Καλή είναι και η τροφή για σκέψη, το υποκατάστατο που κάπου κάπου το ταΐζεις, όμως αυτό θέλει την μουσική, λαχταρά την κοσμική φύση του, την συμπαντική του μήτρα. Είναι ένα άλλο ξενιτεμένο παιδί της μάνας του, παγιδευμένο στο σώμα ενός ξενιστή και ο μόνος δεσμός που έχει είναι οι νότες, οι μελωδίες, οι διέσεις και οι υφέσεις, η τροφή του. Αν τραφεί με μουσική, συρρικνώνεται, συμμαζεύεται, ηρεμεί κι εξισορροπεί την ύπαρξη του με το θυμικό, συμβαδίζει μαζί του. Όταν όμως δεν συμβαίνει, στερείται το αυτονόητο και καλείται να υπηρετήσει το αυτεπάγγελτο, τον εγωισμό που το υποχρεώνει να κάνει πράγματα αισχρά και χυδαία, να καταπιεί το μέλλον και να φτύσει το παρόν. Αυτή είναι η πάλη που συμβαίνει σε έναν ανθρώπινο νου, η αιώνια πάλη, να ζήσει σαν άνθρωπος ή να ζήσει σαν ζώο και η ψυχή το μόνο που ζητάει είναι η σίτιση της, η μουσική της, η μητέρα της. Ειδάλλως θα μαραζώσει και το κενό θα μεγαλώσει κι όλα τα πλούτη του κόσμου κι όλοι οι γιατροί του κόσμου δεν θα μπορέσουν ποτέ να σώσουν ένα κορμί που πεθαίνει από ψυχική αιμορραγία, γιατί δεν μπορούν να την διαγνώσουν, δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν. Ούτε και οι ψυχίατροι μπορούν να βοηθήσουν, αυτοί χορηγούν φάρμακα και συμβουλές, μεγαλώνοντας περισσότερο το χάσμα και το ανεύρυσμα. Όχι, μόνο η μουσική μπορεί να προσφέρει την ισορροπία σε έναν υγιή άνθρωπο, μόνο η μουσική θα τον ωθήσει να αλλάξει την μοίρα του και να διεκδικήσει αυτά που του ανήκουν. Κι αυτά δεν είναι τα υλικά αγαθά, αλλά η εσωτερική γαληνή που μπορεί να νιώθει ένα πλάσμα μέσα του, η ειρήνη που θα έχει με τον εγωιστικό εαυτό του.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΤΡΙΑΝΤΑ ΕΝΑ.

Όταν ορκίζεσαι να υπηρετείς την μουσική τότε δεσμεύεσαι απέναντι και στην τέχνη, την μητέρα της. Και θα πρέπει από τώρα και στο εξής να είσαι πολύ προσεχτικός, γιατί όταν δεν σέβεσαι την τέχνη τότε αυτή σε τιμωρεί. Κι όταν δε έρθει η ώρα η καλή και δεσμευτείς μαζί της, τότε είναι που πρέπει να είσαι πιο προσεχτικός, γιατί μάνα και κόρη αφορούν τους πάντες και συγχωρούν τα πάντα, εκτός από την προδοσία. Όσοι επίορκοι στο παρελθόν, πλήρωσαν αδρά το σφάλμα τους, ο πέλεκυς έπεσε βαρύς πάνω στα κεφάλια τους. Μπορεί και να σου δίνουν το βρακί τους, να σου επιτρέπουν να αλητεύεις, όμως δεν συγχωρούν ποτέ να τις προδώσεις, τίποτα άλλο, μόνο αυτό. Ειδάλλως οι κατάρες και οι αναθεματισμοί τους θα σε συνοδεύουν διαρκώς, θα είναι χίμαιρες κι ερινύες στο κατόπι σου, σκιές που δεν θα σε αφήνουν ήσυχο. Αν θες ρώτα τους επίορκους πως κοιμούνται τα βράδια στην μιζέρια τους, πως ξυπνούν τα πρωινά άδειοι και γεμάτοι με τίποτα, καθώς κάποια στιγμή ορκίστηκαν και πρόδωσαν και τώρα γεύονται τους καρπούς της προδοσίας τους. Κι αν τι καλοσκεφτείς, δεν είναι πολλά αυτά που σου ζητάνε, πεθερά και νύφη, μόνο να τηρήσεις τους όρκους σου και να μην τις προδώσεις. Θα ζεις, θα κάνεις ότι θέλεις όμως πάντα μα πάντα θα τις έχεις μέσα στην καρδιά σου, αλλιώς τράβα και ζήσε στις σπηλιές, παρέα με τους άλλους.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΤΡΙΑΝΤΑ ΔΥΟ.

Τους music maniacs τους χαρακτηρίζουν δύο στοιχεία: ότι τους αρέσει η μουσική κι ότι υπάρχουν πολλά είδη, όσα σχεδόν και της μουσικής. Δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς την μουσική, είναι το οξυγόνο τους, ο ζωτικός τους χώρος κι υπάρχουν πάμπολλα μουσικά νησιά να βρει την Ιθάκη του. Το ντύσιμο τους μπορεί να είναι διαφορετικό, τα γούστα τους επίσης, όμως η στάση ζωής που έχουνε είναι η ίδια. Όλους μια μάνα τους γέννησε, όλοι τους σε αυτά τα ένστικτα υπακούνε για αυτό ακριβώς και η μουσική δεν διχάζει, παρά μονιάζει, είναι σαν να συναντάς τους δικούς σου ανθρώπους μετά από χρόνια, ένα ραντεβού με τον χρόνο, μια αντανάκλαση του κόσμου. Κι όταν αντιληφθείς και κατανοήσεις καθαρά την ρήση της, ότι τα πάντα είναι ένα, τότε ξεπερνάς τα όρια που θέτει η μουσική σου ταυτότητα κι ενώνεσαι με το δέντρο της τέχνης. Όλοι οι music maniacs έτσι νιώθουν όταν διασχίζουν την Βαλχάλα των ονειρώξεων τους και βλέπουν γεμάτα κρουαζιερόπλοια και τους εαυτούς τους σε σωσίβιες λέμβους. ‘Ολοι τους ζούνε σε ένα όνειρο που λέγεται ζωή κι αρνούνται να ξυπνήσουν. Και η μουσική, σαν φιλάρεσκη θεά που είναι, κάνει lap dance και τους κρατά αιχμάλωτους με το κορμί της. Κι αν τους ρωτήσεις τι είναι αυτό που θυμούνται όταν έχασαν την παρθενιά μαζί της, όλοι θα σου αποκριθούν το ίδιο πράγμα: η ηχώ από τα κλάματα μου όταν γεννήθηκα.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΤΡΙΑΝΤΑ ΤΡΙΑ.

Ignorance is bliss όπως λένε τα αγαπητά φιλαράκια μου, οι New Fast Automatic Daffodils, η καταπληκτική μπάντα από το Μάντσεστερ, που δεν γεύτηκε κι αυτή ένα μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα της δημοσιότητας που της άξιζε. Έπεσαν δυστυχώς ή ευτυχώς, στην μεγάλη φουρνιά από συγκροτήματα του ‘90 κι όποιοι τυχεροί τους είδαν live σίγουρα θα αποκόμισαν κάτι παραπάνω από εμάς τους άθλιους που τους ακούγαμε να εκτελούνε στα πλατό μας. Ας είναι, δεν πειράζει, όμως το live είναι live, είναι ένα βίωμα ωστόσο η μουσική είναι κληρονομιά και προτιμώ να χαίρομαι την κληρονομιά μου κάθε μέρα, παρά να αναπολώ ένα live στην γερασμένη μνήμη μου. Και φυσικά πάνω από όλα, σημασία έχει το μήνυμα, ο στίχος, ο ιός που περνάει η μπάντα με την μουσική της, αυτό που σε ερεθίζει και σε οδηγεί στην ευφορία της ταύτισης, της μύησης, της μέθεξης. Επί τούτου λοιπόν, η άγνοια είναι ευλογία, καμία αντίρρηση, απόλυτα δίκαιη παρατήρηση και τοποθέτηση. Αν παραμένεις αναίσθητος κι αφελής, ζεις στην άγνοια για ότι συμβαίνει γύρω σου, τότε είσαι ευλογημένος στον μικρόκοσμο σου. Τίποτα δεν σου χαλάει την διάθεση, το κέφι, το μπρίο, τίποτα δεν σε αγγίζει και δεν σε κουνάει από το παλάτι που έχεις θρονιαστεί. Η άγνοια είναι σοφία σύμφωνα με τον αρχαίο φιλόσοφο Σωκράτη, γιατί η γνώση σκοτώνει, είναι μιά επικίνδυνη νόσος και δεν μπορούν όλοι να έχουν την ίδια δεκτικότητα απέναντι της. Επομένως η ανοσία κι όχι η ανοησία, αυτή είναι κάτι άλλο, είναι μιά πολύ καλή λύση απέναντι στην γνώση, αν και πολλές φορές υιοθετείται και η έκφραση, ο ανόητος είναι ευτυχισμένος. Προφανώς για τον ίδιο λόγο, δεν γνωρίζει κι αγνοεί, άρα είναι ευτυχισμένος κι ευλογημένος. Δεν ταλαιπωρείται με όλα αυτά που βλέπει να συμβαίνουν, δεν κουράζει το μυαλό του με το τι πρέπει να αλλάξει, ούτε κι επιβαρύνει την ψυχή του με ερωτήματα του τύπου, για ποιόν λόγο να ζεις και να υπάρχεις μέσα σε μιά κοινωνία βίας, ανισότητας κι αδικίας. Όταν αγνοείς δεν σκέφτεσαι, απολαμβάνεις το αγαθό της ελευθερίας από την τριβή της καθημερινότητας, ζεις μέσα στην φούσκα των αναμνήσεων, των ονείρων και των στοχασμών σου, είσαι σαν μιά φυσαλίδα που αναδύεται από τον βυθό, που λαχταρά να βγει στην επιφάνεια. Βασικά όλοι μας είμαστε φυσαλίδες, όμως εκείνος που αγνοεί δεν κουβαλά το βάρος της γνώσης μαζί του, την αλυσίδα που τον κρατά αιχμάλωτο προς τα κάτω, είναι πιό ελαφρύς, πιό γρήγορος, πιό ταχύς. Και το γεγονός ότι αγνοεί και δεν γνωρίζει, λίγη σημασία έχει, γιατί είναι ευλογημένος όπως και το πρόβατο που βόσκει στο απόκρημνο χωράφι ενός νησιού κι ατενίζει την θάλασσα. Δεν το ενδιαφέρει τι υπάρχει πιό πέρα, είναι ευτυχισμένο, καθώς δεν γνωρίζει τι θα μπορούσε να κάνει αν δεν ήταν πρόβατο.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΤΡΙΑΝΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ.

Όταν εμπλέκεσαι με την μουσική πολύ καιρό, όταν η μουσική είναι το οξυγόνο σου, το μικρό άλσος στο τοξικό σου περιβάλλον, μοιραία κάποια στιγμή σκέφτεσαι ότι δεν συναντιέσαι μόνο με μουσικούς στο άλσος σου αλλά και με τα πρόσωπα από τους στίχους τους, φίλους, γνωστούς κι αγαπημένους. Νοερά λοιπόν γίνονται κι αυτοί ένα μέρος του άλσους, ένα κομμάτι του εαυτού σου. Αναλογίζεσαι ποιά μπορεί να είναι η Juliet, η Roxanne, η Louise, η Eileen και πόσες άλλες, ο Τζο, ο Μο, ο Στιβ, ο Κρις και πόσοι άλλοι. Είναι υπαρκτά πρόσωπα, γνωστοί των μουσικών που φιλοξενείς στο άλσος σου κι αναρωτιέσαι μήπως τελικά είναι μικρό για να φιλοξενήσει τόσο κόσμο. Δεν μπορείς να τους διώξεις, είναι οι αγαπημένοι, οι λατρεμένοι, οι ερωτευμένοι, οι πονεμένοι, οι χαμένοι, οι προδομένοι, ανήκουν κι αυτοί στην κουστωδία τους, έχουν μοιραστεί την ύπαρξη τους μαζί σου. Τους γνώρισες μέσα από τους στίχους που απαγγέλουν κάθε μέρα και κάθε βράδυ οι μουσικοί μέσα στο μυαλό σου. Κατανοείς ότι και οι μουσικοί είναι ανθρώπινες υπάρξεις που αγαπούνε, μισούνε, ζηλεύουνε, πονάνε, κλαίνε και γελάνε. Δεν διαφέρουν από τον αρτοποιό, τον μανάβη, τον χασάπη, βιώνουν τα ίδια συναισθήματα και προσφέρουν με το έργο τους στο κοινωνικό σύνολο. Ακολουθώντας λοιπόν την αλληλουχία του συνειρμού σου, ζητάς συγνώμη από τους καλεσμένους σου κι επιστρέφεις στον κήπο σου, αυτόν που κρατάς μυστικό από τους θαμώνες του άλσους σου. Δεν χρειάζεται να ξέρουν τα πάντα για σένα, έχουν κι αυτοί μυστικά, έτσι δεν είναι; Έχουν κι αυτοί τους μυστικούς τους κήπους όταν φεύγουν από το άλσος σου, σωστά; Κάθεσαι λοιπόν μπροστά στον κήπο σου και τον σκαλίζεις, γιατί θέλεις να φυτέψεις τον σπόρο της σκέψης που συνέλαβες. Κάθε φορά που βρίσκεσαι με τους θαμώνες του άλσους πάντα κάτι αποκομίζεις, οπότε διαλέγεις να το φυτέψεις και να δεις τι θα φυτρώσει. Είναι ο μυστικός σου κήπος, δικός σου, κρυφός από όλους τους άλλους, εκεί που καλλιεργούνται κι αναπτύσσονται τα έργα και οι ημέρες του υποσυνείδητου σου. Κι όλες αυτές οι διαφορετικές ποικιλίες που φυτεύεις κάθε φορά, όλο και κάτι καινούριο, πρωτόγνωρο, νεόφερτο φέρνουν, είναι το κρασί από τον μούστο των θαμώνων του άλσους. Πατήθηκε, ζυμώθηκε και τώρα είναι έτοιμο προς κατανάλωση. Βάζεις ένα ποτήρι, κάθεσαι στην πολυθρόνα, ανάβεις ένα τσιγάρο, όχι απαραίτητα με σινσεμίλα, αφουγκράζεσαι την σιωπή που επικρατεί στο άλσος, κοιτάζεις τον ουρανό και χαμογελάς. Είσαι εμβολιασμένος με την ύλη των άστρων, είσαι νοτισμένος με το άρωμα της μουσικής, είναι το δώρο που κάθε φορά οι καλεσμένοι στο άλσος σου, αφήνουν.

ΕΔΑΦΙΟ ΕΚΑΤΟΝ ΤΡΙΑΝΤΑ ΠΕΝΤΕ.

Όλοι οι μουσικοί ανεξαιρέτως, πέρα από το χάρισμα και το φυσικό ταλέντο τους, δεν παύουν να είναι ανθρώπινα όντα, ευαίσθητοι υμένες που πάλλονται από συναισθήματα. Επομένως θεωρώ απόλυτα λογική την προσέγγιση να μην συγχέει κάποιος το έργο με την προσωπικότητα τους. Το τι μπορεί να κάνουν καθημερινά στην ιδιωτική τους ζωή, οι λεπτομέρειες που συνοδεύουν τον προσωπικό τους βίο, όλα αυτά δεν χρειάζεται να τα αντιπαραθέτει μέσα στην ψυχή του όταν ακούει την μουσική τους έκρηξη μέσα στο μυαλό του. Το γεγονός να γνωρίζει ή να ξέρει για κάποιον, ο οποίος είναι ένας ταλαντούχος μουσικός κι ίσως ένας άλλος μαλάκας στην καθημερινότητα του, δεν το θεωρώ σαν απαραίτητο δεδομένο για να τον κρίνει κάποιος ως άνθρωπο. Γιατί αν μπει σε αυτή την διαδικασία, τότε δεν θα διαφέρει από έναν κριτικό, ο οποίος βγάζει την χολή του με το μελάνι του επειδή η προσωπική του ζωή είναι στείρα. Τι σχέση μπορεί να έχει η μουσική τιτανομαχία που παρακολουθείς με τον προσωπικό μύθο του Ιαπετού, του Προμηθέα, του Επιμηθέα; Εστιάσου στην τιτανομαχία, είναι τόσο συγκλονιστικά μαγευτική κι ελπιδοφόρα ώστε οι λεπτομέρειες που αφορούν τις ζωές των μονομάχων, περνούν σε δεύτερη μοίρα. Μοιράζεσαι τις ίδιες αδυναμίες μαζί τους, so what; Μπορεί και να είσαστε ίδιοι, so what; Τσακισμένοι, διαλυμένοι, άσπονδοι φίλοι, αιώνιοι εχθροί, so what; Είσαι πρωταγωνιστής στο έργο που παίζει, δεν σε ενδιαφέρει η προσωπική τους ζωή, σε ενδιαφέρει η ερμηνεία τους. Κι όταν αυτή είναι καταπληκτική, ένα αριστούργημα, για ποιον λόγο να μπεις στις λεπτομέρειες του παρασκηνίου; Γιατί να σε νοιάζει τι είπε ποιός στον άλλον, τι έκανε ο ένας και δεν το έμαθε ο άλλος, τι έκρυβε ο ένας και πότε το ανακάλυψε ο άλλος; Όλα αυτά είναι οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους, δεν έχουν καμία σχέση με την τιτανομαχία που παρακολουθείς. Εσύ είσαι ένα θεατής όχι ένας κριτής, δεν σε νοιάζει ποιός απάτησε ποιά, ούτε ποιός μαστούρωσε και δεν έδωσε μιά τζούρα στον άλλον. Γεμίζεις από την μελωδία της ευτυχίας, δεν σε συγκινεί το άρωμα της ύπαρξης. Ποιος είσαι εσύ να κρίνεις κάποιον για τα λάθη του, τα πάθη του, την αλληλουχία των επιλογών του; Εσένα σε ενδιαφέρει το μήνυμα που περνάει με την υποκριτική του δεινότητα, το πάθος που διεγείρει τους νευρώνες σου κι ερεθίζει τα κύτταρα της ψυχής σου. Ωστόσο μπορείς να τους κρίνεις μόνο για ένα πράγμα, ότι αυτό που έχουν να δηλώσουν, να πουν και να προτείνουν, οφείλουν και οι ίδιοι να το ακολουθήσουν στην ζωή τους. Ειδάλλως θα είναι άλλη μιά χαμένη υπόθεση, μιά άλλη χαμένη Ατλαντίδα, ένας καινούριος κύκλος δωδεκάθεων, με επικεφαλής έναν αιμομίκτη Δία. Νισάφι πιά, ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί να αλλάξουμε κάποτε κάτι.