Μια μουσική αφήγηση (Τεύχος 5ο)
Μια... echo από το παρελθόν αντηχεί και σε αυτή τη συνέχεια της στήλης του Βασίλη Πετρόπουλου
ΕΔΑΦΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ
Εκατομμύρια άτομα γνωρίζουν την τεράστια Λίβερπουλ, τους Κόκκινους Διάβολους του Άνφιλντ και τον διάσημο ύμνο τους «You Will Never Walk Alone». Εκατομμύρια άνθρωποι παρακολουθούν τα πρόσφατά τους ποδοσφαιρικά επιτεύγματα και εκατοντάδες χιλιάδες είναι οι οπαδοί της σε όλο τον πλανήτη. Ωστόσο μια πολύ μεγάλη μπάντα, που έχει κι αυτή την καταγωγή της από το Λίβερπουλ, πέρα από τους διάσημους Beatles, τους Echo and the Bunnymen κάποιες χιλιάδες μόνο τους ξέρουν. Πόσες, δεν έχει σημασία, τα νούμερα δε μετράνε ποτέ στη μουσική, μόνο στη μουσική βιομηχανία. Όσον αφορά τη μουσική σκηνή, εκεί μετράνε μόνο οι ριζοσπαστικές κατανύξεις που προσφέρουν, οι καινοτόμες κατευθύνσεις που προτείνουν. Και αυτή η μπάντα είναι και μεγάλη αλλά και αδικημένη σε σύγκριση με κάποιες άλλες, ίσως ακόμα και παρεξηγημένη. Ακόμα κι εγώ, από την πρώτη στιγμή την έβαλα στην καρδιά μου, ωστόσο δεν ασχολήθηκα μαζί της όσο θα έπρεπε. Κι επειδή το καλό με τη μουσική είναι ότι πάντα επιστρέφει σε αυτόν που περιμένει, ήρθε πάλι η στιγμή που ασχολήθηκα πιο ενδοσκοπικά μαζί τους. Απέκτησα δύο άλμπουμ τους που τα είχα στο στόχαστρο της μνήμης μου ανέκαθεν και τηλεμεταφέρθηκα πίσω στον χρόνο, την εποχή που το ένα από τα δύο, το έφερνε ο φιλαράκος μου που με ξέρει από μηδέν χρονών και το ακούγαμε στο σπίτι. Είχαμε συμφωνήσει, καθώς οι εποχές ήταν δύσκολες και τα κουκιά μετρημένα, ν’ αγοράζουμε διαφορετικά βινύλια ώστε να μην έχουμε τα ίδια. Καλύτερα δεν είναι ν’ ακούς εκατό διαφορετικά πράγματα παρά μόνο τα ίδια πενήντα; Και ο καθένας μας έγραφε σε κασέτες αυτά που δεν είχε για να τ’ ακούει μόνος στο σπίτι. Κι ένιωσα ξανά όπως τότε, μέσα στην τρελή χαρά, να παίζουμε και να ακούμε μουσική στο σπίτι, να μιλάμε για μουσική και πόσα άλλα, να παρτάρουμε πριν βγούμε και καμιά γύρα έξω. Και τώρα που ακούω τους Echo, νιώθω πάλι την ίδια ένταση, την ίδια φρεσκάδα να με πλημμυρίζει με το άρωμά της και προσέχω κάποια πράγματα που τόσα χρόνια μου είχαν διαφύγει: τις χαραμάδες που άνοιξαν με την δική τους πινελιά στον καμβά του κόσμου. Και νιώθω πάλι ανάλαφρος, νέος και ερωτευμένος και αισθάνομαι την ίδια ορμή, ένταση και πάθος. Αυτό δεν στο βγάζουν όλες οι μπάντες, στο βγάζουν μόνο αυτές που έχεις κάνει δεσμό μαζί τους στο παρελθόν, είναι οι ερωμένες σου που τις απάτησες με άλλες ερωμένες, που τις παράτησες για άλλες ερωμένες και να είσαι πάλι εδώ, πίσω σε αυτές γύρισες. Και στέκεσαι διστακτικός, να ζητήσεις μια συγνώμη γιατί τις αδίκησες, όμως δεν πειράζει, αυτές σε αγκαλιάζουν, σε συγχωρούν, γιατί ποτέ δεν σε ξέχασαν, γιατί ποτέ δεν έπαψαν να σ’ αγαπάνε.
ΕΔΑΦΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Το στοίχημα της μουσικής είτε το κερδίζεις είτε το χάνεις στη ζωή σου. Παίζεται μόνο μια φορά και η έκβαση του είναι αμετάκλητη, όπως ακριβώς ο Ηρακλής στη μυθολογία διάλεξε το μονοπάτι της Αρετής και όχι της Κακίας. Δεν έχει σημασία πότε θα το παίξεις, σημασία έχει αν θα το χάσεις ή αν θα το κερδίσεις. Κι εγώ το κέρδισα το στοίχημα όταν αγόρασα τον πρώτο μου δίσκο και τον έβαλα να παίξει στο Sherton, τον ραδιοενισχυτή με πικάπ και κασετόφωνο που μου αγόρασε ο πατέρας μου, ύστερα από τα παρακάλια μου στην ηλικία των δώδεκα ετών. Έβγαλα το άχτι μου ακούγοντας το «Electricity», βάζοντάς το πάντα πρώτο στην αρχή, έπειτα όλα τα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου και στο τέλος πάλι το «Electricity» για κλείσιμο. Ήταν σαν ένα τελετουργικό, το οποίο επαναλαμβανόταν κάθε μέρα ώσπου ν’ αγοράσω το δεύτερο δίσκο μου, ύστερα τον τρίτο κοκ. Όμως το μονοπάτι δεν είναι πάντα ευκολοδιάβατο, είναι και κακοτράχαλο, απότομο και κάποιες φορές και επικίνδυνο. Και γνώρισα πάρα πολλούς που ενώ κέρδισαν το στοίχημα, στη συνέχεια εγκατέλειψαν το μονοπάτι κι επέστρεψαν πίσω, στην ασφάλεια, τη θαλπωρή και τη φιλοδοξία της ρουτίνας. Δεν άντεξαν το βάρος της κακουχίας, της δυσκολίας και της προσδοκίας και κατέθεσαν τα όπλα. Κι όλους όμως αυτούς τους θεωρούν ήρωες γιατί εγκατέλειψαν τίμια την μάχη, ενώ εσύ είσαι ένας δειλός που μάχεται ανέντιμα να κερδίσει τον αγώνα. Το μεγάλο όπλο της Αρετής έναντι στα θέλγητρα της Κακίας αποδείχτηκε ότι ήταν ένα: η αμέριστη ειλικρίνεια. Και η μουσική είναι αμέριστα ειλικρινής, δεν κρύβει τίποτα, δεν φοβάται τίποτα, δεν ζητάει τίποτα, αφουγκράζεται μόνο την ψυχή σου. Κι ύστερα, αν σε θεωρήσει κατάλληλο, σε καθοδηγεί, σε νουθετεί και σε συμβουλεύει. Ναι, αυτό κάνει και μη νομίζετε πως είναι κάποιου είδους αστείο. Όχι δεν είναι καθόλου αστείο, αντίθετα είναι σοβαρό, η μουσική είναι σοβαρή δεν είναι αστεία, έχει κύρος δεν είναι γελοία, δεν είναι θεός είναι λατρεία. Η μουσική είναι αγάπη και τα δυο μαζί αρμονία, το πολυπόθητο αγαθό για κάθε έμβιο ον, μετά την υγεία φυσικά. Και όταν φτάσεις στο τέλος του μονοπατιού, σε περιμένει ο Σιντάρτα με ένα μουσικό υνί και στο χαρίζει για ν’ αυλακώνεις τα ίχνη σου στον κόσμο. Ναι, γιατί όχι, γιατί να μην σκαρφαλώσεις το Έβερεστ, επειδή ο μοναδικός λόγος είναι ότι βρίσκεται εκεί, γιατί να μη σαλπάρεις στο άγνωστο, γνωρίζοντας ότι η Γη δεν είναι επίπεδη αλλά στρογγυλή, γιατί να μην ταξιδέψεις στο διάστημα ξέροντας ότι ο κόσμος είναι απλά απέραντος;
(συνεχίζεται...)
Αναζητώ τα προηγούμενα: