Μια μουσική αφήγηση (Τεύχος 6ο)
Η συνέχεια στο ημερολόγιο του Βασίλη Πετρόπουλου, με οδηγό τη μουσική στο σήμερα και σε ένα χτες που ενίοτε είναι σαν σήμερα.
ΕΔΑΦΙΟ 23ο
Ο μακαρίτης ο Κάφκα είχε πει ότι ένα καλό βιβλίο πέφτει σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας. Θα προσθέσω ότι κι ένα καλό άλμπουμ έχει το ίδιο αποτέλεσμα, τον ίδιο αντίκτυπο και στην καρδιά μας. Πρόσφατα, ένα φιλαράκι μού σύστησε μία καινούρια ημεδαπή μπάντα, η οποία υπήρξε ένα πολύ καλό βιβλίο. Οι Sugar for The Pill εξέπληξαν ευχάριστα, όχι μόνο εμένα αλλά και όλη την παρέα με τη δουλειά τους. Είχα πολύ καιρό ν’ ακούσω κάτι που να θυμίζει ένα σωρό αγαπημένες μπάντες και απ’ ό,τι φαίνεται, τα μέλη τους μοιράζονται και κοινά ακούσματα: Slowdive, Chameleons, Lush, είναι κάποια που μου ήρθαν στο μυαλό. Μέσα σ’ όλη τη μουσική σαβούρα που κυκλοφορεί, τα καλά άλμπουμ είναι σαν οάσεις στην έρημο της μουσικής ανυδρίας. Δεν πειράζει όμως, ποτέ δεν πείραζε άλλωστε, σημασία έχει να πέφτουν στην αντίληψη σου και να έχεις κάτι φρέσκο και αισιόδοξο να σου κρατάει συντροφιά σ’ αυτό το ζοφερό σκοτάδι παρακμής, διαφθοράς και απαξίωσης που βιώνουμε το σωτήριο έτος 2022. Ναι, ένα καλό βιβλίο-άλμπουμ θρυμματίζει τον πάγο και σε ξυπνάει από τον λήθαργο της νάρκης που έχεις υποπέσει.
ΕΔΑΦΙΟ 24ο
Βαδίζεις μονάχος στο ναρκοπέδιο της ζωής, με το σακίδιο της μουσικής στην πλάτη και με την ξιφολόγχη της σιωπής ψηλαφίζεις να βρεις το μονοπάτι σου. Παντού γύρω σου μία έρημος, όσο μακριά φτάνει το βλέμμα σου. Σιγά σιγά, προχωράς και αφήνεις πίσω τον ύπουλο εχθρό σου. Όταν κουράζεσαι, ξαποσταίνεις και ξεδιψάς με τις προμήθειες που κουβαλάς στο σακίδιο σου. Και το μόνο που μετράει είναι το κάθε λεπτό που είσαι ζωντανός, το κάθε βήμα που σε φέρνει μακριά από τον θάνατο. Φυσικά δεν είσαι ο μόνος που βαδίζει στο ναρκοπέδιο, υπάρχουν κι άλλοι, χιλιάδες, τους βλέπεις μόνο όταν συναντιούνται τα μονοπάτια σας. Και τότε μαθαίνεις τι σημαίνει να εμπιστεύεσαι σε κάποιον τη ζωή σου, ν’ ανοίγεις σε κάποιον την καρδιά σου, να κάνεις σχέση με το συνάνθρωπό σου. Κάτω από σκληρές και θανατηφόρες συνθήκες, μαθαίνεις να λειτουργείς ακούγοντας τη μελωδία της καρδιάς σου και το intro της ψυχής σου. Τί άλλο μπορεί να σε κάνει να αιωρηθείς πάνω από το ναρκοπέδιο και να δεις το υπερπέραν; Μόνο η μουσική μπορεί να σε ξυπνήσει από τον εφιάλτη της νάρκης που έχεις πατήσει.
ΕΔΑΦΙΟ 25ο
Απόψε το «Ave Maria» μας το έπαιξαν οι Dead Can Dance. Για μια ακόμη φορά τα μεταλλαγμένα μουσικά σαρκία μας, δέχτηκαν την ενέργεια που παράγουν τα εβδομηντάχρονα Τσερνόμπιλ της γενιάς μας: αυτούσια, ζωντανή και θανατηφόρα. Κάποιοι από τους παρόντες γεννήθηκαν ξανά, άλλοι θυμήθηκαν πάλι, μερικοί ρώτησαν να μάθουν, λίγοι όμως ένιωσαν το ίδιο. Μια πανδαισία ήχων και χρωμάτων στον γαλαξιακό καμβά μιας γήινης νύχτας, πασπαλισμένης με την σκόνη των ξωτικών και τις νότες μιας μούσας και ενός αοιδού. Τα ευχαριστώ που είπαν, οι υποκλίσεις που μας απηύθυναν, σημάδεψαν το άρωμα που θα καίει απόψε στα όνειρα μας : 01 Ιουλίου 2019.
ΕΔΑΦΙΟ 26ο
Όταν ξαφνικά χάνεται ένας ξεχασμένος φίλος, μοιραία σκέφτεσαι πότε τον είδες τελευταία φορά, πότε είχες τελευταία νέα του. «Ο ξεχασμένος φίλος μου» λες και απλά διαχειρίζεσαι το γεγονός. Κι ύστερα έρχεται μια σωρεία αναμνήσεων, θετικών και αρνητικών συναισθημάτων, πλούσιων και φτωχών εικόνων, φανταστικών και πραγματικών συμβάντων. Δεν είναι εύκολο ν’ αποχωρίζεσαι έναν φίλο, έστω ξεχασμένο, ωστόσο δεν μπορείς να καλύψεις το κενό της σχέσης. Μπορείς όμως να θυμηθείς ξανά μαζί του όλα αυτά που ζήσατε και να του χαρίσεις τα ελάχιστα λεπτά που του αρκούν στη σύντομη μνήμη της ζωής σου. Γιατί οι φίλοι, αυτοί που έχουν μοιραστεί το δώρο της φιλίας, ακόμα και ξεχασμένοι, πάντοτε θα μοιράζονται την ύστατη ανάσα της αξιοπιστίας τους. Για τον Βασίλη τον Truth, τον μέντορα του Aloof, αυτόν που δεν είχε ούτε μέτρα ούτε σταθμά. Τον πήρε η πανδημία ένα Πάσχα και μας άφησε μονάχους μας.
ΕΔΑΦΙΟ 27ο
Βρεθήκαμε λίγο μετά τις εννιά και αφού συζητήσαμε για το Γιν και το Γιανγκ πήραμε ταξί και κατεβήκαμε στο κέντρο. Περπατήσαμε στους γνώριμους δρομίσκους και είδαμε μια νέα τάξη δεδομένων. Φτάσαμε στο μαγαζί και λανσαριστήκαμε στο εσωτερικό του. Η βραδιά αποδείχτηκε αρκετά πλούσια, καθώς παραβρεθήκανε τρία μουσικά σχήματα, τα οποία δόμησαν αρχιτεκτονικά τη δεκεμβριανή μας παρουσία. Απολαύσαμε μια μουσική πρόκληση και η ανταπόκρισή μας βρήκε ξανά λεία, γνωστά εδάφη, ν’ απλώσει το αδηφάγο της βλέμμα για μία ακόμα ζωντανή εμφάνιση. Η μουσική παραμένει πάντα μία πρόσκληση ν’ ακούς, να μαθαίνεις και να γνωρίζεις. Ένα ωραίο μουσικό ταξίδι όταν περιέχει και κάποια νέα γνωριμία, τότε αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Μπορεί να εκτοξευτεί εκατομμύρια έτη φωτός πίσω και να ατενίσει ξανά το σύμπαν που ανδρώθηκε. Κι αφού συντονιστήκαμε, τότε επικοινωνήσαμε και ανταλλάξαμε γνώριμες και κοινές εμπειρίες, σε ίδιους τόπους, σε ίδιους χρόνους, σε ίδιους περπατημένους δρόμους. Η ίδια σκανδαλιάρικη ηχώ που σε προκαλεί να βρίσκεσαι στο ραντεβού σου, σ’ αυτό το μικρό κενό του χρόνου, στη μαύρη τρύπα του χωροχρόνου. Ανταλλάξαμε ιδέες, ελπίδες, ευχές και τηλέφωνα και επιστρέψαμε ποδαράτοι, παίρνοντας μια γεύση της παραλίας ένα πρωινό μιας καθημερινής. Μετρήσαμε πολλούς ψαράδες με καλάμια και αναρωτηθήκαμε αν τα ψάρια που πιάνουνε τα τρώνε ή τα πουλάνε ως φρέσκα στους μετανάστες. Ολοκληρώσαμε τα τελευταία μας βήματα στη θαλπωρή και την στέγη των σύγχρονών μας κλουβιών. Εκεί θα καταστρώσουμε τα σχέδια μας, θα ξετυλίξουμε τα όνειρά μας και θα ξεδιπλώσουμε τα ταλέντα μας. Νιώσαμε γι’ άλλη μια φορά σαν γκουρού σε γλέντι με όμοιους, σα Ζουλού σε γκαλά της ζούγκλας, όταν ακροαστήκαμε τον ήχο και τον παλμό της πόλης, μια ευφορία μελωδικών προσανατολισμών, μια εμπειρία πλοήγησης ανάμεσα στο νέο, στο παλιό και στο σήμερα. Ήταν 12 Δεκεμβρίου του 2019, η προτελευταία συναυλία πριν τον κορονοϊό.
ΕΔΑΦΙΟ 28ο
Δεν ξέρω για εσάς, αλλά εμένα μου συμβαίνει όλο και πιο συχνά να μη συγκρατώ χρονολογίες, ωστόσο να θυμάμαι επακριβώς ένα γεγονός, σα να συμβαίνει τώρα, μπροστά μου. Ήταν λοιπόν ένα Πάσχα, όπου είχαμε φιλοξενηθεί μια παρέα φίλων στο Κουστοχώρι Ημαθίας και μετά από μια όμορφη και συγκρατημένη Ανάσταση, ξημέρωσε η επόμενη μέρα μιας ιλαροτραγωδίας. Όλη, μα όλη η παρέα, χορτάτη από φαγητό, ποτό και οτιδήποτε άλλο, γύρω στις δέκα το βράδυ, αιφνιδιαστικά μ’ εγκατέλειψαν και πήγαν όλοι για ύπνο. Κι έμεινα μονάχος, ανήμερα του Πάσχα, γεμάτος ενέργεια και διάθεση να συζητήσω, να σχολιάσω, ν’ ακούσω, να μοιραστώ. Και τότε μού ήρθε η φαεινή ιδέα ν’ ακούσω το CD δώρο που είχε φέρει ο φίλος μου για τον οικοδεσπότη, ξέρετε, αυτόν που με ξέρει από μηδέν χρονών. Ήταν το «Stars and Dust» του Yagya, το είχα ακούσει βέβαια, στολίζει τη δισκοθήκη μου, όμως αυτή τη φορά θα μπορούσα να το ακούσω βρισκόμενος σε μία άλλη συναισθηματική διέγερση. Έβαλα λοιπόν το CD στη θήκη, πάτησα το play και απογειώθηκα. Το άκουσα ίσα με τρεις φορές, σουλατσάροντας έξω από το σπίτι και κοιτάζοντας τα αστέρια. Κάποιες ψιχάλες βάφτισαν το ενύπνιό μου και μοιράστηκα δυστυχώς πολλές σκέψεις μόνο με τον εαυτό μου. Ήθελα τόσο πολύ ν’ αδειάσω και να ξεφορτωθώ, οτιδήποτε μ’ ενοχλούσε και μ’ απασχολούσε, ενώ οι πιο καλοί και πιστοί μου ακροατές είχαν πάει ήδη για ύπνο, βασκαμένοι όπως θα μάθαινα την επόμενη μέρα. Ποιο κακό μάτι τους είδε και τους βάσκανε δεν το γνωρίζω, αυτό που ξέρω είναι ότι μοιράστηκα για τρεις ώρες το φως των αστεριών και τη σκόνη του χρόνου. Από τότε ακούω ανελλιπώς κάθε βράδυ πριν πέσω για ύπνο το συγκεκριμένο CD και δεν τολμώ να διακόψω την ροή του. Το βάζω να παίξει και το βγάζω μόλις τελειώσει, λες κι ένα μαγικό χέρι μ’ εμποδίζει να παρέμβω. Είναι ένα άλμπουμ που το θεωρώ ξεχωριστό, μια μάσκα οξυγόνου για την καρδιά μου, μια ανάσα ζωής για την ψυχή μου. Γέμισα λοιπόν όσο μπόρεσα με αστρικό φως, φούλαρα τις μπαταρίες μου και κορεσμένος αποσύρθηκα στον ξενώνα μου. Την επομένη διηγήθηκα τα νυχτερινά μου καμώματα και οι υπόλοιποι της παρέας προσπάθησαν να τεντώσουν τις στομωμένες χορδές τους, μάταια όμως κι έτσι πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι ο οικοδεσπότης ξέχασε ότι είχε λάβει δώρο το CD και το καταχώνιασε κάπου στο ράφι. Ύστερα από λίγο καιρό το κατέβασε, το έκαψε σε CD κι έφτιαξε και εξώφυλλο. Μετά από τρία χρόνια, ανακάλυψε ότι το είχε γνήσιο και θυμήθηκε εκείνο το Πάσχα. Όπως σας είπα, ξεχνάω τα περιττά και θυμάμαι τα ουσιαστικά, άλλωστε από το καράβι της μνήμης σου, όλο και κάτι θα πρέπει να πετάς στη θάλασσα.
(συνεχίζεται)