Ηλεκτρονικοί τροβαδούροι του ελληνικού τοπίου
Τρία πολύ σημαντικά και ενδιαφέροντα έργα τέχνης από τη χώρα μας. Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Ζω σε χωριό. Και μου αρέσει πάρα πολύ, ειδικά την Άνοιξη, να κάνω βόλτες με το ποδήλατο στις γύρω περιοχές. Διαδρομές λίγων χιλιομέτρων μέσα στην ερημιά του τοπίου. Τι είδους ήχο (παλμό) εκπέμπει τελικά αυτή η έρημος; Οι ώχρες και τα πράσινα και ένα ιδιότροπο γκριζογάλαζο (αυτό που βλέπεις στις πέτρες) κυριαρχούν. Αυτό που έχει τεράστιο ενδιαφέρον είναι το ότι μπορείς να κάνεις κάθε μέρα την ίδια και απαράλλαχτη διαδρομή και να μη βαρεθείς ποτέ. Το γεγονός ότι όλο το σύμπαν ενυπάρχει μέσα σε ένα τετραγωνικό μέτρο πέτρας, χώματος και πρασινάδας είναι τόσο ολοφάνερο όταν αφουγκραστείς μόνος αυτή την πραγματικότητα... Και ο συνδυασμός των εσωτερικών σου καταβολών, των σφραγισμένων πάνω στο ίδιο σου το DNA, με αυτό το μεγαλείο που αντικρίζεις, τόσο καθημερινά, τόσο κοντά και τόσο εύκολα, οδηγεί στο πλάσιμο του προσωπικού σου καταλόγου μύθων. Και κάπως έτσι γεννιέται η τέχνη. Σαν τον αέρα που φυσά στο πρόσωπο του ποδηλάτη.
Κάπως έτσι υποθέτω προέκυψαν τελευταία, μερικά πολύ σημαντικά και ενδιαφέροντα έργα τέχνης στη χώρα μας, η οποία εδώ και πάρα πολλά χρόνια (και ακόμα) διακατέχεται από τρομακτικές δημιουργικές αγκυλώσεις. Αυτά τα έργα φυσικά είναι εξαιρέσεις. Σχεδόν γκετοποιημένη μειοψηφία. Το λεγόμενο underground. Το αληθινό underground, αυτό που δεν θέλει σώνει και καλά να είναι τέτοιο. Αυτό που απλώς είναι πολύ "αληθινό" για να γίνει αποδεκτό από ένα ευρύτερο κοινό.
Τρεις από αυτές τις εξαιρέσεις μας απασχολούν εδώ, οι οποίες παρουσιάζουν μια πολύ ενδιαφέρουσα κατά τη γνώμη μου κοινή συνισταμένη. Κουβαλάν ένα αρχέγονο (χωρίς απαραίτητα να το επιδιώκουν συνειδητά - και γι' αυτό είναι ακόμα πιο λειτουργικό) φορτίο εντοπιότητας. Φυσικής εντοπιότητας, όχι ιδεοληπτικής. Μια νύξη της εικόνας, της οσμής και του ήχου του παραδείσιου μύθου του ελληνικού τοπίου έτσι όπως αυτός πλάθεται μέσα στο νου αυτών που κάνουν αυτά τα μοναχικά μικροταξίδια που περιέγραψα παραπάνω.
Vault Of Blossomed Ropes - S/T (Triple Bath-2014)
Έχω ξαναγράψει για το συγκεκριμένο δίσκο στο Mic, στο αφιέρωμα για τα καλύτερα του 2014 αλλά είναι πραγματικά τόσο ξεχωριστός που άλλη μια αναφορά μετά από χώνεψη και καιρό, την αξίζει.
Στο πρώτο κομμάτι η προσθήκη ενός ποιήματος με τη φωνή του ίδιου του Εμπειρίκου, έχει τοποθετηθεί τόσο "σωστά" επάνω στο ηχητικό βάθρο που έχει χτίσει το σχήμα, που καταφέρνουν να υψώσουν τα "ιερά" αυτά λόγια σχεδόν σε πιο απόκοσμη σφαίρα από αυτή που είδη υπαινίσσεται το ποίημα και χωρίς να χάνεται παραδόξως η γήινη ποιότητα, η οσμή και ο παλμός του χώματος, μια μουσική σχεδόν ambient, σχεδόν αρχαία. Δε θα μπορούσε να μη χρησιμοποιηθεί ο αυτοσχεδιασμός σε αυτό το εγχείρημα έτσι όπως τον διακρίνουμε στους διαλόγους του φλάουτου του Στέλιου Ρομαλιάδη με τα ηλεκτρονικά τερτίπια του Νίκου Φωκά στο "Kaidan" ή στους βοκαλισμούς της Άννας Λινάρδου πάνω στο ζεστό μπάσο του Στρατή Σγουρέλη και δίπλα στην διάφανη ηλεκτρική κιθάρα του Γιώργου Βαρούτα στο "Johdpur".
Υπάρχει πληθώρα πειραματισμών και μαγικών συγχωνεύσεων στους Vault Of Blossomed Ropes. Kι όμως. Το αποτέλεσμα είναι χωνεμένο, συνολικό. Δε είναι μια ακατάσχετη παράταξη δυνατοτήτων τύπου "κοίτα εμείς κάνουμε και αυτό και εκείνο και το άλλο οπότε είμαστε γαμάτοι". Είναι κατά τη γνώμη μου πέρα από κατηγοριοποιήσεις. Δεν ξέρω τελικά πως τα κατάφεραν αλλά δημιούργησαν ένα δείγμα παραδοσιακής μουσικής από μια παράδοση όμως άγνωστη στους ιστορικούς χρόνους. Άγγιξαν τον ενστικτώδη εσωτερικό εαυτό. Αυτό που όλοι κουβαλάμε αλλά δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι μπορούμε και να το εκφράσουμε. Δεν υπερβάλω, νομίζω ότι κάποτε θα τον θυμόμαστε αυτό το δίσκο.
Στυλιανός Τζιρίτας - Α.Ο.R. (2015)
Δε μου είναι και πολύ εύκολο να γράψω κάτι για αυτό το έργο. Και αυτό γιατί ο Στυλιανός είναι πολύ καλός φίλος και άνθρωπος που εκτιμώ πολύ για διάφορους λόγους. Έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που άκουσα αυτά τα κομμάτια και έτσι δε νομίζω ότι κινδυνεύω (όχι πολύ) να χάσω την όποια αντικειμενικότητα (εντάξει μη βαράτε, ξέρω, απόλυτη αντικειμενικότητα δεν υπάρχει) έχω κατακτήσει μετά από πολλά χρόνια ακατάπαυστης ακρόασης μουσικής. Οπότε λέω να το προσπαθήσω ξεκινώντας από το εξώφυλλο. Είναι ένα σπουδαίο έργο εφαρμοσμένης τέχνης. Θα μου πείτε "σιγά ρε παιδί μου αφού τι είναι, ένα υνί και κάτι γράμματα". Κι όμως, η επιλογή του χρώματος, της γραμματοσειράς και του εικονιδίου αυτού, με τον τρόπο που έχουν τοποθετηθεί, κατασκευαστικά αλλά και εννοιολογικά, εντείνουν μια ας πούμε μυστηριώδη ατμόσφαιρα και εσωτερικότητα που υπάρχει στο ηχητικό μέρος. Αφαιρετικά όμως. Δεν περιγράφει ο Τζιρίτας. Είναι ποιητής. Με την έννοια του υποβάλλοντα δημιουργού. Μπαίνουμε στο ψητό. Καταφέρνει να υπερβεί τον εαυτό του κάνοντας σωστή χρήση των μεγάλων δυνατοτήτων των μουσικών που επιστρατεύει και ενώ είναι γενικότερα ένας πολύ δυναμικός και εξωστρεφής χαρακτήρας μας οδηγεί στο μυστήριο και μια εσωτερικά αποτυπωμένη στο υποσυνείδητο ρέουσα μελανή χολή με νύξεις διαύγειας αφού φαίνεται ξεκάθαρα και εδώ η προσπάθεια του να συνδέσει το λόγο, το πιο αγαπημένο του από τα μέσα που διαθέτει ως εργάτης της εκφραστικότητας, με τα ηχοτοπία τα οποία με τόση προσήλωση επιδιώκει να "κορνιζώσει" στις διάφορες εξορμήσεις-καταγραφές του στο ελληνικό τοπίο του σήμερα, αστικό και υπερ-αστικό, ζωντανό με τον παλμό της στιγμής ακινητοποιημένο και δαμασμένο. Εμένα προσωπικά δεν με εκπλήσσει αυτό. Το περίμενα. Περίμενα φυσικά και τις μισοκρυμμένες, διακριτικές μελωδίες από δημοτικό άσμα στο "Mockinbird", ολίγον τι μεταλλαγμένες βεβαίως (δε θα μπορούσε αλλιώς). Χάρμα χάρμα.
Υ.Γ. Αφού γράφω που γράφω για αυτή την κασέτα (ω ναι πρόκειται περί κασέτας), δε θα μπορούσα να μην ευχαριστήσω το Στέλιο που μου αφιερώνει ένα κομμάτι της, το οποίο το ονομάζει "Μπαμπατζίας" και μάλιστα με τον τόνο εξ επίτηδες στην παραλήγουσα και όχι στη λήγουσα όπως είναι στην πραγματικότητα, διότι λέει θα μου άρεσε που ακούγεται έτσι πιο exotic. Φυσικά και δεν πέφτει έξω. Μου δίνει και μένα όμως πάσα να πω ότι κάτι πιο εξοτίκ από αυτό το έργο δύσκολα θα (ξανα)ακούσετε. Αυτά.
Bellerophone - Do you feel lucky? (2015)
Βελλεροφόντης. Το όνομα και μόνο αρκεί για να φαντασιωθεί ο έχον φαντασία διάφορα ποικίλα και παρελθοντικά. Από τα τρία άλμπουμ που παρουσιάζονται εδώ αυτό είναι το πιο ανοιχτό σε ''ερμηνείες'' από αυτή την άποψη. Ενώ υπάρχουν τίτλοι στα κομμάτια και κάπως μπορούν να οδηγήσουν τη φαντασία σου, μάλλον ο ήχος μόνος του παίζει μπάλα αυτή τη φορά. Αμπιεντικός ηλεκτροφόρος ορίζοντας. Ο μεγάλος ύπνος, μια εισαγωγή στο ταξίδιον τούτο, δίνει μια ιδέα σχετικά με τη δραματικότητα που ο ικανός δημιουργός είναι σε θέση να αφήσει να εξαπλωθεί μέσα στο μικρό σου δωμάτιο ως μία νύξη της απέραντης ερήμου που συμπυκνώνεται και κατοικοεδρεύει μέσα στο κεφάλι του. Μπορεί να τη ''διαβάσει" και να την αναπαράγει ως ηχητική εικόνα αφού γνωρίζει περί της ιδέας του απείρου και πως αυτό ενυπάρχει παντού, ακόμα και σε μικρά εμβαδά. Το παλάτι των θαυμάτων είναι η αρχή της εξιστόρησης του μύθου. Αυτομάτως νιώθω σαν να βρίσκομαι στον απόκοσμα όμορφο όσο και δύσκολα βιώσιμο Αράκις και ακούω τον φίλο μουσικό ακόλουθο των Ατρειδών, να παίζει το άγνωστο, μάλλον έγχορδο όργανο στο υπέροχο βιβλίο του Frank Herbert. Δεν ξέρω αν είναι ιδέα μου αλλά και πάλι διακρίνω μια κάποιου είδους εντοπιότητα σε αυτά τα ηχοτοπία. Παρά τους αλά Tangerine Dream βόμβους και τα ηλεκτρονικά νεφελώματα που εμφανίζονται απ' το πουθενά και ταξιδεύουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς άγνωστες κατευθύνσεις, ένα οικείο οπτικά περιβάλλον αρχίζει να παίρνει μορφή στο μυαλό μου. Ίσως να φταίει και η θύμηση του Vangelis στις εναλλασσόμενες μεταξύ απέραντης θάλασσας και πρασινοκίτρινης πεδιάδας μελωδίες στο "Scapegoat". Πολλές οι επιρροές, πολλές οι μνήμες ονομάτων και παραστάσεων (όπως και του Brian Eno στο ομώνυμο κομμάτι), οι οποίες όμως όχι μόνο δεν ενοχλούν, αλλά όλες μαζί γίνονται ένα μάγμα συνολικό και πυκνό το οποίο ρέει σταθερά προς την κατεύθυνση μιας χωρίς αμφισβήτηση πλούσιας και δημιουργικής διαδικασίας.
Κάπως έτσι λειτουργεί το underground. Με do it yourself εκδόσεις και δισκογραφικές εταιρίες αφού δεν αντέχει (ούτε και θέλει να αντέξει) να μοιάζει με τα τυποποιημένα παράγωγα που σωρηδόν καταναλώνονται από τον κόσμο, πανομοιότυπα και εφιαλτικά μονόχνοτα. Άνθρωποι που δεν θέλουν να μοιάζουν σε κανέναν λοιπόν, που θέλουν οι μονομανίες τους, οι αδυναμίες τους και τελικά η προσωπικότητα τους να φαίνεται στο έργο τους ταυτόχρονα με τα χαρακτηριστικά που τους ενώνουν και τους κάνουν ομάδα. Και πως αλλιώς να κάνει κανείς δηλαδή νέα τέχνη;