Please, smile Mr. Dark!! #3
Οφείλονται πολλά από την αναδόμηση που υπέστη η μουσική ως τακτική και συνθετική φόρμα, σε κάποιους άβολους και ανήσυχους τύπους. Σε αυτούς που η αίσθηση του περιορισμού και η έλλειψη κάθε αυταρέσκειας γίνονται κινητήριος δύναμη και τόλμη. Σε αυτούς που φροντίζουν επιμελώς να αφήνουν πάντα την πόρτα πίσω τους ανοιχτή. Σε τύπους όπως ο Rob Ellis.
Τι του καταλογίζω; Ότι δεν αρκέστηκε ως συνοδευτικό μέλος της μπάντας της P.J. Harvey των δύο πρώτων της albums, αν και η εξυπνάδα του αποκλείει να είχε εκτιμήσει λανθασμένα την επερχόμενη καταξίωσή της. Ότι δεν αρκέστηκε ούτε ακόμη και στην αυτάρκεια του προσωπικού του σχήματος, των Spleen και αμφιβάλλω αν αρκεστεί και στην ικανοποίηση να βλέπει μόνον το δικό του όνομα στο εξώφυλλο, όπως συμβαίνει με το CD 'Music For The Home' (The Leaf Label), στο περιεχόμενο του οποίου βρίσκουμε ηχογραφήσεις της περιόδου 1994-99, τις οποίες περιγράφει στον υπότιτλο ως οργανική, μηχανική και ηλεκτρονική μουσική. Και μόνον ο όρος μηχανική, αντί του συμβατική, αυτού δηλαδή που θα χρησιμοποιούσαμε οι περισσότεροι από μας πιθανόν, είναι ενδεικτικός ότι η φωτιά στα σωθικά του δεν λέει να καταλαγιάσει.
Οι συνθέσεις είναι γραμμένες για πιάνο. Με αυτήν την σκέψη δηλαδή ξεκίνησε να τις δουλεύει ο Rob Ellis, αλλά κατά την ανάπτυξή τους ξέφυγε από το αυστηρό ύφος και φλερτάρισε με κλασσικότροπες τονικές παραλλαγές, που γεμίζουν όλο το εύρος, από τον Brian Eno μέχρι τον Eric Satie, απορροφώντας παράλληλα ρυθμούς από αυτοσχεδιασμούς της jazz. Πολύ ενδιαφέρον πειραματισμός, επιθετικός ως σκέψη και χαλαρός ως έκφραση. Μου αρέσει έτσι. Στην επιμέλεια του εξωφύλλου η θρυλική v23.
Χαίρομαι πολύ που βρίσκω ακόμη ενεργό τον Ted Milton. Σε εποχές αναβρασμού βλέπετε, όμοιες με αυτές των αρχών των '80's, δημιουργήθηκαν μεγάλες φιλίες, οι οποίες έμειναν αναλλοίωτες και εξίσου δυνατές στα χρόνια που ακολούθησαν.
Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά το 'In Berlin' των Blurt λοιπόν, ώριμος, έμπειρος, με τον αέρα και τον στόμφο του σοφού, εξακολουθεί να γράφει και να ερμηνεύει τρομερούς στίχους. Οι γερμανοί Loopspool έχουν αναλάβει στα νεώτερα τον ρόλο που κάποτε είχαν οι Blurt, αυτόν δηλαδή του μέσου έκφρασης για την αξεπέραστη φωνή, το σαξόφωνο (που δεν αποχωρίστηκε ούτε στιγμή από τότε) και την ποίηση, του Ted Milton. Και μπροστά σε αυτά, το ηλεκτρονικό σχήμα του Andreas Gerth, προσπαθεί υπερβαίνοντας εαυτούς να δώσει το βέλτιστο και αντί για αυτό δίνει το, επί του παρόντος, δυνατό. Σποραδικά μάλιστα φαίνεται και μια μικρή δυσκολία στο να ακολουθήσει τον ρυθμό που αυτός προστάζει.
Όλος ο λόγος γίνεται για το 'Sublime' CD album. Κυκλοφορία στην μικρή Charhizma, η οποία πέρασε αδικαιολογήτως με συνοπτικές διαδικασίες στο ξεκαθάρισμα της περσινής χρονιάς και είναι η συνέχεια της συνεργασίας των Ted Milton και Andreas Gerth που είχε ξεκινήσει πρωτύτερα με το '[Oh Pity Us]' 12'' EP στην Hausmusik. Ελπίζω, έστω και εκπρόθεσμα, να του δοθεί η ευκαιρία που έπρεπε.
Η ώρα του 'You've Seen The Light' με συγκλόνισε συθέμελα, με βούρκωσε σαν μικρό παιδί, με έκανε να ουρλιάξω από απελπισμένη χαρά. Πως βγήκε αυτό το τραγούδι ρε παλιόφιλε; Και πόσο θα πάρει να το χορτάσω;
Δικαιολογημένη η σύγχυση γύρω από την ταινία 'Temenos' της Nina Danino, παραγωγή του 1998. Άλλοι την χαρακτηρίζουν ιμπρεσσιονιστικό documentary film, άλλοι μεταφυσικό thriller και άλλοι ψάχνονται, ακόμη κλεισμένοι στα ιδιαίτερα και με τα λεξικά ανοιγμένα, για να βρουν τις κατάλληλες λέξεις. Γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο να προσδιορίσει κάποιος μια ονειροπόληση, ένα οδοιπορικό του νου στα μέρη της Ευρώπης όπου λέγεται ότι έχει εμφανιστεί ή εμφανίζεται ακόμη η Παρθένος Μαρία, μητέρα του Ιησού, είτε αυτό ονομάζεται Fatima και είναι στην Πορτογαλία, είτε Lourdes και είναι στην Γαλλία, είτε Medjugorje και είναι στην Βοσνία.
Το ασυνήθιστο και απρόβλεπτο του εγχειρήματος συνολικά, επεκτείνεται με την ίδια ένταση και στην μουσική επένδυση, για την οποία η Nina Danino εξαντλεί κάθε περιθώριο που μπορεί να τεθεί στην ιδιαιτερότητα, όπως ευθύς εξαρχής γίνεται αντιληπτό ακούγοντας το soundtrack, κυκλοφορία που μόνον η Leo Records θα μπορούσε να έχει εκδώσει, όπως και έκανε, στα τέλη του 2000.
Την μουσική υπογράφουν οι Sainkho Namchylak, Shelley Hirsch και Catherine Bott, με την συμμετοχή της ίδιας της σκηνοθέτιδας (στις απαγγελίες των εισαγωγών και ανάμεσα των θεμάτων) και του Pavlo Beznosiuk στο βιολί και είναι αυτοσχεδιαστική φωνητική μουσική. Ακούστε τον άνεμο να σφυρίζει στο δάσος, τον φλοίσβο των νερών, τα πουλιά. Ήχοι φυσικοί και συνάμα εξορκισμοί, εμβολιασμένοι με αναφιλητά, κλάματα, στροφές από πολυφωνικά τραγούδια, μια aria του J. S. Bach, το θαυμάσιο 'Planctus' του επίλογου. Όλα προϊόντα των φωνητικών χορδών των τριών κυρίων που προαναφέραμε.
Θα συμφωνήσω με τον Chris Blackford, που υπογράφει ένα από τα κείμενα του ένθετου booklet, ότι πολλά θα μπορούσε να διαλέξει η Nina Danino για να συνοδεύσει και να περιγράψει την θρησκευτικότητα του θέματός της, από απλή ηλεκτρονική μουσική μέχρι εκκλησιαστικά μαρδιγάλια, πολλά εκτός από αυτήν την ανατρεπτική πρόταση που τελικά επέλεξε και η οποία αιφνιδιάζει, ακριβώς διότι δεν έχει προηγούμενο στα δεδομένα της μνήμης μου, πέρα από κάποιους συσχετισμούς με την Diamanda Galas, οι οποίοι περιορίζονται βασικά στην συνθετική τακτική.
Τολμηρό, διαφορετικό, πρωτόγνωρο, αλλά δύσκολο album. Το ερώτημα : 'Μα καλά, που είναι η μουσική;', θα σας έρθει αρκετές φορές μέχρι το τέλος.
Πολύς θόρυβος έγινε για τους Life Without Buildings με την ευκαιρία της, μόλις προ λίγων εβδομάδων, ζωντανής εμφάνισής τους στο Αν Club. Από ενθουσιασμό πριν και από απογοήτευση μετά.
Για το τελευταίο, γνώμη μου είναι, ότι είναι καλύτερα να βλέπουμε κονσέρτα συγκροτημάτων όταν αυτά διαμορφώνονται ακόμη, παρά μετά από μια ή δυο δεκαετίες, όταν πλέον έχουν περάσει στην προβλέψιμη φάση του μεσήλικου, αρκεί αυτά να έχουν ενδιαφέρον. Έστω και αν υπάρχει ερασιτεχνισμός, ανωριμότητα και άλλες τέτοιες, δεκτές μεν, λίγες μπρος στην αυθεντικότητα δε, ενστάσεις. Οσονούπω μόνον καλά λόγια έχω για το Fractal Press που διοργάνωσε την συναυλία και μακάρι να έχουμε και άλλες τέτοιες ευκαιρίες στο μέλλον.
Πάμε στο ντεμπούτο album τους τώρα, με τίτλο 'Any Other City', στην σκοτσέζικη Tugboat Records. Μια δουλειά στο πνεύμα της αναβίωσης της pop/post-punk σκηνής των αρχών των 80's, με εμφανείς επιρροές από σχήματα όπως οι Gang Of Four, Raincoats, Altered Images, Au Pairs. Βέβαια η Sue Tompkins ούτε κατά διάνοια μπορεί να διεκδικήσει με ίσους όρους μια θέση στην καρδιά μας δίπλα στην Leslie Woods, έχει όμως την πρωτεύουσα ευθύνη για την μουσική ταυτότητα των Life Without Buildings, τραγουδώντας με τρόπο νευρικό, αυθόρμητο, ανήσυχο, ίσως λίγο αντι-μουσικό, αλλά νεανικό και ζωντανό. Την άλλη την έχουν οι κοφτές κιθάρες του Robert Johnston. Όλα καλά μέχρι εδώ και θα έμεναν έτσι αν δεν υπήρχε μια συμπερασματική παρατήρηση, ουσιαστική και τελικά καθοριστική, για την αξιολόγηση του CD : το 'Any Other City' δεν έχει τραγούδια και εκτός από τα 'New Town' και 'Young Offenders' (αμφότερα είχαν εμφανιστεί σε singles, που προηγήθηκαν του album), τα υπόλοιπα, πλην ελαχίστων, δεν χρήζουν σημασίας και δεν αντέχουν σε ακροάσεις. Και άμα δεν έχεις τραγούδια δεν έχεις τίποτα.
Ένα album στα αυστηρά πλαίσια ενός, προς το παρόν, θετικού και ελπιδοφόρου μηνύματος. Περιμένουμε, αν και εφόσον μπορέσει φυσικά, αυτό να ολοκληρωθεί σε κάτι σπουδαιότερο από το απλώς συμπαθητικό που βρίσκεται τώρα. Αποστολή πολύ δύσκολη αν σκεφτεί κανείς τι διαχρονικά στολίδια έχει βγάλει αυτός ο χώρος στο παρελθόν.
PLAY-LIST στήλης (το βαρόμετρο της έσω εντροπίας μου) :
1. VIEW - All Love Is Lost Forever
2. JOCELYN POOK - Untold Things
3. 2 BY BUKOWSKI - What A Long, Strange Journey This Has Been
4. EINSTURZENDE NEUBAUTEN - Silence Is Sexy
5. SOME OF THE QUIET - The Metamorphosis
08/06/2001