Please, smile Mr. Dark!! #31
Άλλο ένα αγαπημένο συγκρότημα που επιστρέφει με νέο album μετά από πολύ καιρό είναι οι The Shroud από το Fresno της California. Στο δικό τους - ανεξάρτητο - δισκογραφικό label της Magpie Records και με σταθερή την σύνθεσή τους (Lydia Fortner - φωνητικά, Rodney Walker - κιθάρα, Iyan Reed - μπάσο, Hendrik Groger - πλήκτρα, Eric Dansby - τύμπανα), καταβάλλουν (υποθέτω) κάθε δυνατή προσπάθεια να υπερπηδήσουν ένα τόσο πλήρες σύνολο τραγουδιών, όπως αυτό του προκάτοχου 'A Dark Moon Night' cd album, του 1998. (Ίσως ό,τι αντιπροσωπευτικότερο και ουσιωδέστερο στη γοτθική pop τα τελευταία χρόνια.) Και στο δύσκολο αυτό έργο μας απογοητεύουν! Σφαιρικά βέβαια, αλλά η γεύση δεν αλλάζει.
Το 'In The Garden' είναι η τέταρτη συνολικά δουλειά τους και κυκλοφόρησε τον περασμένο Δεκέμβρη. (Επιπλέον των τριών albums υπάρχει και μια χαμένη κασέτα-ντεμπούτο του 1992, η οποία δίνεται αποκλειστικά από το site τους, με τίτλο 'Drowning Dreams' και σοβαρό περιεχόμενο επτά τραγουδιών που δεν βρίσκονται πουθενά αλλού, εκτός ενός νομίζω σε ένα cd-συλλογή της Neue Asthetik Multimedia.) Και ατυχώς, τα προβλήματα στη διανομή του δείχνουν ακόμη αξεπέραστα. Η, λεγόμενη, απογοήτευσή μας δεν έγκειται τόσο στη νεοφερμένη χρήση ηλεκτρονικών, ούτε στη γενικότερη ηχητική αλλαγή (θέλει τόλμη κάθε τέτοια απόφαση και το ξέρουμε καλά!) - η οποία, όμως, για να πούμε και του στραβού το δίκιο, τους βγάζει να ακούγονται ως μια πομπώδη διασταύρωση Faith And The Muse και Garbage. Έστω και δύσκολα, θα το χωνεύαμε αυτό, αλλά όχι και τη γηγενή αδυναμία των νέων συνθέσεων, που γαντζώνονται, είτε στα χαρισματικά φωνητικά της Lydia Fortner, είτε στην καθαρή παραγωγή της ηχογράφησης, για να σωθούν. Η μετριότητα όμως (όπως και η ομορφιά) δεν συγκαλύπτεται. Ποτέ δεν μπόρεσε, άλλωστε. Γι' αυτό εν κατακλείδι, όσες απ' αυτές προσεγγίζουν την απλότητα και στηρίζονται στον προγενέστερο ήχο τους κερδίζουν και την προτίμησή μας. Μιλάμε για το 'Green Velvet' (ήδη γνωστό από την, προ διετίας, συλλογή 'Towards The Sky'), το αργό 'Mirrorworld', το ρυθμικό 'Let Go', ίσως και το 'Collector'. Μόλις τέσσερα στα δώδεκα, δηλαδή! Χαμηλό δεν είναι για ποσοστό;
Οι Electrelane κατήργησαν κάθε ίχνος των ενδόμυχων ενδοιασμών μας (και των όποιων αντιστάσεων απέρρεαν από αυτούς) μέσα στη μία ώρα και κάτι που διάρκεσε η αθηναϊκή εμφάνισή τους, στις αρχές του περασμένου Απρίλη. Το συγκρότημα σχηματίστηκε από τις Verity Susman (πλήκτρα, κιθάρα, ενίοτε τραγούδι) και Emma Gaze (τύμπανα) όταν ακόμη αυτές πήγαιναν σχολείο. Οι ίδιες δηλώνουν δε ότι πριν προμηθευτούν το Farfisa Compact που πλέον χαρακτηρίζει τον περιπετειώδη, κινηματογραφικό, ήχο τους, αυτός ήταν μόνον κιθάρες. Σήμερα είναι κουαρτέτο με τις Mia Clarke (κιθάρα) και Rachel Dalley (μπάσο) να συμπληρώνουν τον αρχικό πυρήνα.
Η κυκλοφορία του 'I Want To Be The President' EP - στην δική τους Let's Rock Records φυσικά, όπως ο,τιδήποτε τα τελευταία χρόνια - συνέπεσε χρονικά με τη συναυλία τους στη χώρα μας. Και αποτελεί, με τον πλέον στωικό τρόπο που μπορεί να φανταστεί κανείς, έναν μικρό (μόλις τρία τραγούδια σε δεκαπέντε λεπτά) ενεργειακό παροξυσμό. Δείχνοντας πως αυτές οι κοπέλες κατέχουν αυτό το κάτι, που όταν λειτουργεί επιτυχώς (και γίνεται αδιαμφισβήτητο), δύναται να κάνει το παραμύθι της Σταχτοπούτας καθημερινότητα. Και μιλώ για το ταλέντο, βέβαια. Κάτι που μέσα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, του Μεγάλου Αδελφού και των υστερικών ξεσπασμάτων του καταναλωτισμού, μένει όρθιο και αφανώς βρίσκει κανάλια και εκφράζεται. Να τονιστεί η πολύ καλή δουλειά του Echoboy στην παραγωγή (την θέση του οποίου θα πάρει ο πολύς Steve Albini για το νέο τους album), όπως και η έκδοση τον περασμένο Σεπτέμβρη του 'Film Music' 7''/cd single (με επιπρόσθετα τρία remixes από Echoboy, Treva Whateva και Jagz Kooner). Από αυτό το πανέμορφο θέμα άλλωστε (σαν οι Suicide να γράφουν μουσική για αστυνομική ταινία) ξεκίνησε η ιστορία των Electrelane στη σύγχρονη pop σκηνή, όταν αυτό πρωτοκυκλοφόρησε σε ανεξάρτητη έκδοση μόλις πεντακοσίων αντιτύπων βινυλίου κάπου στις αρχές του 2000 (από την Indenial). Πόσο γρήγορα τρέχουν τα πράγματα μερικές φορές!!
Η Sally Doherty από το Sheffield τραγουδάει και παίζει φλάουτο στους Sol Invictus από το 1996. Κατά την παρακολούθηση της συναυλίας των τελευταίων στην Αθήνα, πριν λίγα χρόνια, κατάλαβα πως από εκείνη τη μαγική στιγμή θα συμπορευόμουν με τα τραγούδια και τη μουσική της. Γοητευμένος, κυρίως από τις εξαιρετικές φωνητικές επιδόσεις της. (Φίλε μου, αυτή η γυναίκα σμπαράλιασε κάθε εσώψυχό της στο πάλκο, σαν να μην υπήρχε περίπτωση να ειδωθούμε ξανά. Και δεν ήξερε πού να σταματήσει!!)
Και το πλήρωμα του χρόνου έκρυβε ακόμη και άλλες, πολλές, εκπλήξεις. Όπως το πρόσφατο 'Black Is The Colour', τρίτο album των Sally Doherty And The Sumacs (και έκτο συνολικά, μαζί με τα προσωπικά της) - στη δική της Tiger Records (μέσω World Serpent Distribution), όπως και τα υπόλοιπα - ίσως ό,τι πιο υποκειμενικό και ανομοιόμορφο μας έχει δώσει μέχρι σήμερα. Και αυτό διότι ουσιαστικά πρόκειται για μια συλλογή παραδοσιακών τραγουδιών από διάφορες χώρες (Ιρλανδία, Σκοτία, Γαλλία, Ισπανία, Μεξικό), τα περισσότερα από τα οποία η ίδια μας εξομολογείται ότι τα άκουσε να τραγουδιούνται από τη μητέρα της όταν ακόμη ήταν παιδί και θέλησε να ηχογραφήσει. (Το πλεονέκτημα να κατάγεσαι από μουσική οικογένεια!) Είναι φανερό ότι όλη η προσπάθειά της είναι να παρέμβει τόσο, ώστε να τα κατακτήσει και να τα σημαδέψει, συνδυάζοντάς τα μάλιστα και με μερικές συνθέσεις αμιγώς δικές της. Μολαταύτα και παρότι δεν λείπουν οι γοητευτικές στιγμές, το αποτέλεσμα παρασύρεται στα μονοπάτια της Loreena McKennitt ή της δικής μας Σαβίνας Γιαννάτου. Γεγονός που δεν είναι μομφή, αλλά σίγουρα δεν το περιμέναμε σε αυτόν τον βαθμό. Βέβαια, να σημειώσουμε ότι η μελαγχολία του ομότιτλου, μιας από τις πλέον διασκευασμένες παραδοσιακές μπαλάντες της Ιρλανδίας (Nina Simone, Joan Baez, δύο μόνον απ' όσους το έχουν τραγουδήσει), είναι ασυναγώνιστη και πάντα αφοπλιστική. Όπως και το, επίσης ιρλανδικό παραδοσιακό, 'The Praities', το οποίο μάλιστα η ίδια η Sally Doherty έχει τραγουδήσει σε διαφορετική εκτέλεση στο 'In A Garden Green' album των Sol Invictus πριν λίγα χρόνια. Αυτές, μαζί με το 'The Bonny Boy' και το δικό της 'Requiem Waltz' έχουν να εκφράσουν πολλά περισσότερα από απλή ιστορία.
Τελικώς, ένα όμορφο, αλλά αυστηρά προσωπικό και παρορμητικό album που καταγράφεται δικαίως ως μια κατάθεση πρωτίστως για τους φίλους που συμμερίζονται. Έχει και αυτό την αξία του. Έτσι;
Να αποκαταστήσω και ένα θέμα ηθικής τάξης (έτσι το νοιώθω, επιτρέψτε μου), αφού δεν παρουσίασα εγκαίρως το Sense 24 (τεύχος Μαΐου/ Ιουνίου, εξώφυλλο The Breeders) και ο χρόνος μου έφερε ήδη το ολοκαίνουργιο Sense 25 (τεύχος Ιουλίου/ Αυγούστου, εξώφυλλο Beth Orton). Το τελευταίο αφιερωμένο σε σύγχρονους τραγουδοποιούς, όπως η Beth Orton του κεντρικού θέματος, αλλά και οι Nathan Amundson (Rivulets), Richard McGraw, Jason Sweeney (Simpatico) και June Panic που την συνοδεύουν στις σελίδες του. Μια, διμηνιαία, ανεξάρτητη προσπάθεια πενήντα δύο σελίδων, γεμάτων από μια άμεση, ενθουσιώδη, γραφή και πάμπολλες μουσικές ομορφιές που ανακαλύπτονται για μας και χωρίς πολύ σκέψη μας μεταδίδονται. Τουλάχιστον η ειλικρίνεια και ο εθελοντισμός (ένα βαθύ νόημα που σταδιακά εξαφανίζεται), είναι αξίες ξεχωριστές και
ενεργητικές για αυτό το περιοδικάκι. Τι ποιο άμεσος τρόπος επικοινωνίας από την ανταλλαγή, τελικά; (Χειροποίητη και σε τριακόσια αντίτυπα!)
Και όπως πρόσφατα καλομάθαμε, περιορισμένες κόπιες (οι πρώτες) κάθε τεύχους συνοδεύονται από μια προσεγμένη συλλογή, σε CD-R. Εδώ το πρώτο από την 'On The Shore' με πέντε τραγούδια, ανάμεσά τους μια εναλλακτική εκτέλεση του 'Mutiny' των Con Dolore και το εξαιρετικό, αποκλειστικό, 'Aggravation' των δικών μας Tilbury On Cloves - κάπου ανάμεσα σε Eyeless In Gaza και Black Tape For A Blue Girl - των οποίων album αναμένεται από την Pop Art Records, κάπου το φθινόπωρο. Στο δεύτερο έχουμε δύο μακροσκελείς, υπνωτικές, συνθέσεις των διαλυμένων Legend Of Boggy Creek, αμφότερες από το ομότιτλό τους album που κυκλοφόρησε το 1999 στην Amelia Records.
PLAY-LIST στήλης (το βαρόμετρο της έσω εντροπίας μου) :
1. VARIOUS ARTISTS - An Anthology Of Noise And Electronic Music/ First A-Chronology Volume #1 2CD
2. PIANO MAGIC - Writers Without Homes
3. TANAKH - Villa Claustrophobia
4. RAIN FELL WITHIN - Refuge
5. CHRIS BROKAW - Red Cities