Please, smile Mr. Dark!! #50



1992Ήταν περίπου δέκα χρόνια πριν όταν μια καινούργια γενιά μουσικών αναθέρμανε εκ νέου το ενδιαφέρον μας για την πειραματική, ηλεκτρονική σκηνή της Κολονίας. Ένας από εκείνη ήταν και ο σαραντάχρονος σήμερα Hans-Juergen Schunk, γνωστότερος με το όνομα Hajsch (από τα αρχικά των τριών λέξεων του ονόματός του). Φέτος, το τοπικό label της Sonig αποκαθιστά αναδρομικά την πρωτοποριακή αξία του έργου του, επανακυκλοφορώντας δύο δίσκους του εκείνης της περιόδου σε ένα cd album με τον σημαδιακό τίτλο '1992'. Αδράχνουμε και εμείς αυτή την ευκαιρία λοιπόν για να αναφέρουμε και να επεξηγήσουμε όσα οι σημειώσεις της έκδοσης αυτής παραλείπουν (άγνωστο γιατί), βάζοντας και μια ιστορική τάξη στα πολλά, όπως θα διαπιστώσετε, παραλειπόμενα.
Πρόκειται αρχικώς για τα albums 'Nagual (fur Silvio Manuel)' και 'Akasa/Fur Cleo' τα οποία κόπηκαν αμφότερα το 1992, μόνον σε βινύλιο και σε περιορισμένη έκδοση, με διαφορετικά όμως projects: το πρώτο ως προσωπικό του Hajsch και το δεύτερο από το σχήμα των PFN που διατηρούσε τότε ο συνθέτης μαζί με την Monika Westphal. Στο παρόν cd της Sonig αυτό δεν διευκρινίζεται. Από τα πέντε θέματα που περιέχονται, το πρώτο και τελευταίο, είναι τα δύο από το album των PFN και τα ενδιάμεσα

Hajschτρία από το solo lp του Hajsch, τα οποία ωστόσο ενώ στην πρώτη τους έκδοση ήταν ξεχωρισμένα, εδώ ενοποιούνται σε τρεις μεγαλύτερους τίτλους. Είναι σαφής η διάθεση του συνθέτη να στηθεί εξαρχής, αλλά προσεχτικά και χωρίς να επέμβει τόσο ώστε να αλλάξει την αδρότητα όσων κάποτε έγραψε, δίνοντας κατά το re-mastering την αίσθηση ενός ενιαίου έργου. Να αναφέρω ότι οι αυθεντικές εκδόσεις βγήκαν από το δικό του ανεξάρτητο label της Quiet Artworks, το οποίο μετέπειτα έπαψε να λειτουργεί. Στον ίδιο το συνθέτη επίσης οφείλεται και το πανέμορφο εξώφυλλο της παρούσης επανέκδοσης.
Το σημαίνον στην περίπτωση του Hans-Juergen Schunk είναι πως υπήρξε ερευνητής με ένα σαφέστατα ελευθεριακό πνεύμα, αυστηρό και ποτέ εύκολο. Στις συνθέσεις του συνδύαζε πολλά στοιχεία από ηλεκτροακουστική και ατονάλ μουσική, χρησιμοποίησε μαγνητοταινίες, πειραματίστηκε με συχνότητες και δούλεψε με μεθόδους σχεδόν εργαστηριακές (ο όρος απόξεση δεν έκρυβε ποτέ μουσικότητα, έτσι;) και σε ''ανοιχτό'' περιβάλλον. Δύο χρόνια αργότερα, το 1994, με ένα άλλο σχήμα επίσης από την Κολονία, την αυτοσχεδιαστική ορχήστρα Kontakta (όπου συμμετείχε με το ψευδώνυμο Inde du Nord), μαζί με τους Carsten SchulzC-Schulz), Marcus Schmickler, Monika Westphal, Georg Odijk και Frank Dommert έδωσαν ένα album με τίτλο απλώς το όνομά τους για το παριζιάνικο label της Odd Size, το οποίο είναι κατά την γνώμη μου ό,τι σπουδαιότερο έβγαλε αυτή η ομάδα. Αν το βρείτε, πράγμα όχι εύκολο, προτιμήστε να ξεκινήστε από αυτό. Ωραία σφήνα, ε;



Minotaur ShockΌπως όλοι οι ανήσυχοι, μα εφευρετικοί νεαροί, τις ώρες της μέρας του ο David Edwards έχει να τις διαθέσει σε διάφορες ασχολίες. Οι αίθουσες του Swansea University, όπου φοιτά και η θέση πίσω από τα τύμπανα των Bronze Age Fox (σχήμα από το Bristol) είναι επί τούτου οι κύριες. Από βαθμούς δεν ξέρω πώς τα πάει, το συγκρότημα όμως έχει ήδη σε κυκλοφορία το ντεμπούτο του 'The Sunshine Made The Desert' ep. Ωστόσο δεν πάμε γι' αυτό εδώ, αλλά για ό,τι γράφει τις βραδινές του ώρες (και μέχρι την αυγή της επομένης όταν η φαντασία γεννάει), απορροφημένος στο προσωπικό του project τους Minotaur Shock. Ύπνος, μόνον ο απαραίτητος (λέτε όντως κάθε πλεόνασμα να σκοτώνει;).
Και επειδή ψάξαμε πολύ σχολαστικά για να βρούμε στα βρετανικά εδάφη τους σπόρους της σύγχρονης γερμανικής οργανικής folk/electronica (τύπου Morr Music), αλλά και κάποιους αξιόμαχους διαδόχους των Fridge/Four Tet, η ανακάλυψη των Minotaur Shock και ενός εκ των πεντακοσίων cd αντιτύπων της πλέον πρόσφατης κυκλοφορίας τους, του περσινού 'Rockpoolin' EP' στην Melodic από το Manchester, μας επιβράβευσε διπλά, με ένα πανέμορφο ηχητικό πέπλο και μαζί το επιζητούμενο πειστήριο. Ξετυλίγοντας δε το νήμα προς τα πίσω βρήκαμε πως ο εικοσιεξάχρονος αυτός νεαρός έχει ήδη με αυτό το όνομα άλλα δύο eps, καθώς και ένα πλήρες album με τον τίτλο 'Chiff-Chaffs And Willow Warbles', στην ίδια εταιρεία. Ευτυχώς, η πρώτη προγραμματισμένη κυκλοφορία των Minotaur Shock για το 2003 θα είναι μια συλλογή (μόνο σε cd, αυτή τη φορά), η οποία θα κλείσει σε ένα δισκάκι με τίτλο 'Rinse' υλικό από τα τρία τους eps, στο σύνολό τους εξαντλημένα πια.



Yellowbellied WonderlandΗ ιστορία και η τραγική κατάληξη του Ambrose Oddfellow και του περιοδεύοντος τσίρκο του (με human freaks ως ατραξιόν), μου θύμισαν άθελα τον Tod Browning. Το τερατώδες των ταινιών του τελευταίου όμως στο Oddfellow's Casino του πρώτου αποκτά μια αίσθηση ευγενικότητας που το διαφοροποιεί ουσιαστικά. Τόσο ώστε τελικώς τα δυο τους να μην είναι καν συγκρίσιμα. Αν διαβάσει κάποιος τις λεπτομέρειες της αυθεντικής ιστορίας, όπως αυτή εξελίχτηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στα δάση του Lincolnshire, θα καταλάβει και την τραγικότητα που ο σύγχρονός μας συγγραφέας και μουσικός David Bramwell από το Brighton βγάζει στους στίχους και στη μουσική του ντεμπούτο album των Oddfellows Casino - concept πάνω στα πρόσωπα και τα γεγονότα μιας πλοκής που λίγο έλειψε να στοιχειώσει, αν δεν το έκανε κιόλας. Για περισσότερα ανοίξτε τη διεύθυνση www.oddfellowscasino.org, μιας και το επίσημο link της Pickled Egg Records (που εξέδωσε πέρυσι αυτό το εξαιρετικό υλικό) δεν οδηγεί προς το παρόν πουθενά.
Ο David Bramwell δεν είναι άπειρος βεβαίως. Το συγγραφικό του έργο είναι αρκετό και περιλαμβάνει ακόμα και την επιμέλεια της πετυχημένης κωμικής σειράς των 'Cheeky Guides' (ξεκινώντας από την πόλη του, το Brighton). Στο μουσικό του, έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με την Shimmy Disc του Kramer. Στα έντεκα τραγούδια του 'Yellowbellied Wonderland' αναδεικνύει μια ώριμη, αφοπλιστική ευαισθησία, ακολουθώντας αισθητικά τις φόρμες και το εκφραστικό στυλ του Robert Wyatt, του John Cale και του Mark Hollis, αλλά και την ακουστική pop νεότερων σε ηλικία, όπως οι Belle & Sebastian. Οι καλεσμένοι του στο Oddfellows Ranch, χώρος όπου έγιναν οι ηχογραφήσεις για το παρόν album (και για κάθε μελλοντικό), γεμίζουν τις συνθέσεις με πληθώρα μαγευτικών ήχων από κρουστά (Russell Bond), κλαρινέτο (Emma Papper), κορνέτο (Alistair Strachan), φλάουτο (Michele Saliman, Kirsty Baggins), τσέλο (Simon Janes) και ακορντεόν (Jason Pegg). Στα καινούργια τραγούδια που φιλοδοξούν να απαρτίσουν το διάδοχο album (από αυτά που περιμένουμε το 2003) ξέρουμε ήδη πως θα συμμετέχει και ο Simon Johns των Stereolab. Προς το παρόν όμως, αρκούμαστε στο πολύ όμορφο σύνολο από μπαλάντες και ακουστική pop που έχουμε εδώ, το οποίο περιμένει εναγωνίως να (σας) μιλήσει - αφού ατυχώς στις περσινές ανασκοπήσεις δεν πρόλαβε (ή έφτασε λίγο πριν τη δεκάδα), να βρει μια θέση.



Star Of AshΜε τη Νορβηγίδα Heidi S. Tveitan έχουμε μια μεγάλη, κοινή αγάπη: το έργο του σπουδαίου σύγχρονου Εσθονού συνθέτη Arvo Part. Σήμερα θα αφήσουμε κατά μέρος το διαφορετικό πρόσωπο του παρελθόντος της (ως Ihriel στο avant-metal project των Peccatum), για να ασχοληθούμε με όσα συνέβησαν και καταγράφηκαν στο δικό της Symphonique studio στην κωμόπολη του Notodden και ακούμε στο album 'Iter.Viator.', το ντεμπούτο των Star Of Ash. Αυτοί είναι το απόλυτο, προσωπικό της project. Τη συνοδεύουν, στο εκκεντρικό της δραματικό ξέσπασμα, ένας jazz drummer, ο Knut Aalefjaer, τρεις άλλοι σε κιθάρες/ μπάσο (οι Jostein Thomassen, Kenneth Lia Solberg και ο σύζυγός της Vegard Tveitan των Emperor), δύο τραγουδιστές, ο Einar Solberg και ο Kris G. Rygg των Ulver, αλλά και μια πολυμελής χορωδία. Σε αυτό το σκοτεινό κρεσέντο των επτά θεμάτων, η ηλεκτρονική ηχητική εσωτερικότητα του 'Perdition City' των Ulver και κάτι αναγνωρίσιμο, αλλά όχι επακριβώς προσδιορισμένο από την Bjork και τους Portishead,

Iter.Viatorσυνδυάζεται με τις πολυφωνικές αρμονίες και τα συμφωνικά μέρη των Miranda Sex Garden, δίνοντας ένα έργο με πολύ ενδιαφέρουσα, διεγερτική πλοκή και επιβλητική σκοτεινότητα. Ιδιαίτερη εντύπωση κάνουν οι στίχοι, όμορφοι και συνάμα βίαιοι, όπως μας έχουν συνηθίσει οι Diamanda Galas και Jarboe, τη φλέβα των οποίων η Heidi S. Tveitan φαίνεται πως ασπάζεται και την επιλέγει εδώ αυτούσια.
Το album κυκλοφόρησε στην Jester Records. Η συνήθη ύποπτη για κάτι τέτοια The End Records ευθύνεται για την αμερικανική έκδοσή του, στις αρχές του τρέχοντος έτους. Ο τίτλος του, συχνότατη ερώτηση στις πρόσφατες συνεντεύξεις της Heidi S. Tveitan, είναι το λατινικό του 'The Journey.The Traveler'. Ενδελεχώς, ένα δείγμα των ήχων του λυκαυγούς.

PLAY-LIST στήλης (το βαρόμετρο της έσω εντροπίας μου) :

1. FRED FRITH/MAYBE MONDAY - Digital Wildlife
2. VARIOUS ARTISTS - Ulver 1993-2003: 1st Decade In The Machines
3. THE EPOXIES - The Epoxies
4. OVA LOOVEN - 58:34
5. ELEND - Winds Devouring Men