Σημεία, μύθοι και τέρατα #5
Ο ήχος του τίποτα
Το θέαμα είναι γνωστό: αναφέρομαι στα άσπρα ακουστικά-ψείρες του iPod με τα οποία όλο και πιο πολλοί άνθρωποι κυκλοφορούν στο δρόμο. Αλλά και παραλλαγές του φαινομένου είναι πλέον συνήθεις: μαύρα ακουστικά, μικρά ή μεγάλα ('του σαλονιού'), ασύρματα ή με καλώδια, συνδεδεμένα σε κινητά τηλέφωνα, φορητούς υπολογιστές, mp3 players και πάει λέγοντας. Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι κλείνουν τ' αυτιά τους και περπατούν παρέα με την αγαπημένη τους υπόκρουση.
Διάβαζα τις προάλλες ένας άρθρο στο οποίο κάποιος κοινωνικός επιστήμονας μιλούσε για τη 'νεολαία': τα μέλη της, σύμφωνα μ' αυτόν, δέχονται τόσα πολλά ερεθίσματα από τόσες πολλές πηγές ώστε αρχίζουν και φιλτράρουν με ποικίλους τρόπους τα όσα δέχονται. Το ακουστικό τους σύστημα βομβαρδίζεται πλέον με τόσα πολλά ώσπου καταλήγουν να μην ακούνε τα περισσότερα. Αφού η 'νεολαία' δεν έχει βρει ακόμα τον τρόπο να τρυπήσει τη βαβούρα του μηδενός που την περιβάλλει, προσπαθεί τουλάχιστον να έχει μια μουσική υπόκρουση του γούστου της όταν περπατάει στο δρόμο. Να μια πιθανή αιτία γιατί όλο και περισσότεροι άνθρωποι κυκλοφορούν μ' ακουστικά στ' αυτιά τους. Αλλά σίγουρα όχι η μόνη.
Για να εξηγήσουμε το φαινόμενο λίγο παραπάνω ας εξετάσουμε μια ακραία έκφανσή του: ένα νέο τρόπο διασκέδασης, ο οποίος ξεκίνησε από την Ολλανδία σαν ένας τρόπος για να μπορεί να συνεχιστεί το πάρτυ στις πρωινές ώρες χωρίς να ενοχλούνται οι γείτονες ή οι αρχές. Στο μεταξύ η ιδέα έχει μεταδοθεί και σε άλλες χώρες. Το όνομά της: 'silent disco'. Εκεί οι συμμετέχοντες φορούν ασύρματα ακουστικά μέσω των οποίων μεταδίδεται η ίδια μουσική σε όλους. Οι άνθρωποι λικνίζονται στους ίδιους ρυθμούς και χορεύουν σ' ένα χώρο όπου όποιος δε φοράει τ' ακουστικά δεν παίρνει γρι από το τι παίζει ο εκάστοτε DJ. Για όποιον παρατηρεί απ' έξω, μια μάζωξη σαν αυτή θα μπορούσε να είναι κάλλιστα μια χοροεσπερίδα κωφάλαλων. Τούτη η σιωπηλή ντίσκο είναι ο ιδανικός συμβολισμός για το τίποτα που περιβάλλει τους περαστικούς-υπνοβάτες με τ' ακουστικά που ανέφερα στην αρχή.
Ας το εξηγήσω αυτό ξεκινώντας με μια απλή παραδοχή: ότι η χρήση ενός κοινού κώδικα αποτελεί τη βασική προϋπόθεση επικοινωνίας. Η σκηνοθεσία του silent disco είναι άλλη μια απόδειξη του ότι αποκλείεται να υπάρξει αλληλεπίδραση εκτός κι αν συντονιστούν όλοι στην ίδια συχνότητα - απλά πράγματα αλλά όχι κι αυτονόητα στις μέρες μας. Έλα όμως που ο συντονισμός σημαίνει ότι τουλάχιστον δύο δέκτες έπιασαν τη συχνότητα ενός πομπού -αλλά δε λέει τίποτα για το κατά πόσο οι δέκτες έχουν κάποια επικοινωνία και αναμεταξύ τους. Αυτό εξάλλου εξηγεί και την -ύποπτη- μανία με την οποία μοντέρνοι επικοινωνιολόγοι, τεχνοκράτες και πολιτικάντηδες των Μέσων επιμένουν να χωρίζουν τους παραγωγούς κώδικα σε Δέκτες και Πομπούς. Κάποιοι από αυτούς γιορτάζουν το τωρινό μπέρδεμα των δύο ρόλων σαν τον επί γης παράδεισο, προφανώς επειδή θεωρούν ότι ο Πύργος της Βαβέλ ήταν μια παραβολή για παλιομοδίτες, αγκυλωμένους στοχαστές. Μ' αυτόν τον τρόπο αποφεύγουν να απαντήσουν σε πιο καίρια ερωτήματα, όπως π.χ. τον ρόλο τους στον αρχικό διαχωρισμό και την αποξένωση αυτών των εννοιών.
Η ομαδικότητα του silent disco, λοιπόν, μας δείχνει ότι αυτό που ζητάνε όλοι δεν είναι μια μουσική υπόκρουση για να συνοδεύει τις βόλτες τους μέσα στη θορυβώδη σιωπή τού μηδέν, αλλά έναν ορισμό αυτού ακριβώς του μηδενός με όρους μουσικούς. Τα μέλη τής παρέας του silent disco πασχίζουν ν' αρθρώσουν κάτι με ουσία -έστω κι αν αυτό το κάτι είναι καταδικασμένοι να το ακούσουν μόνο οι ίδιοι. Ας υποθέσουμε ότι ο μέσος νομάς των μεγαλουπόλεων είναι σαν τον ξέμπαρκο ναυαγό, ο οποίος πριν καταλήξει στο νησί που θα περάσει μόνος το υπόλοιπο της ζωής του, πρόλαβε και πήρε μαζί του όλη τη συλλογή με mp3. Τότε το silent disco είναι σαν να συναντήθηκε τυχαία μ' άλλον έναν ναυαγό στο νησί, αλλά αντί να χαρούν κι οι δυο τους για το γεγονός της συνάντησης, την καταβρήκαν μόνο και μόνο γιατί ανακάλυψαν ότι ακούγαν το ίδιο τραγούδι στο ipod τους.
Ένα από τα πράγματα που η πίστα του silent disco θυμίζει στους γνώστες, είναι ότι η συνιστώσα που προηγείται της μέθεξης μετά μουσικής είναι -ποιος άλλος; -ο χρόνος. Με άλλα λόγια, τα παιδάκια με τ' ακουστικά στην πίστα δεν έχουν πρόσβαση στο κουμπί για να πάνε στο επόμενο τραγούδι αλλά εξαρτούνται από τις επιλογές του DJ (αν και σιγά σιγά καταρρίπτεται κι αυτή η παραδοχή μια και πρόσφατα πάρτυ του είδους εμφανίστηκε το μαγικό κουμπάκι στα ακουστικά με το οποίο οι συμμετέχοντες μπορούν ν' αλλάξουν υπόκρουση). Όπως και να είναι, οι συνθήκες πάρτυ ανεβάζουν κατακόρυφα τις πιθανότητες καταστάσεων όπως οι ανταλλαγές χαμόγελου, το λυντσάρισμα κακών DJ, η πιθανότητα να μην πας μόνος στο σπίτι κλπ. κλπ. Η σιωπηλή ντίσκο τονίζει τη σιωπή προβάλοντάς την στη συνιστώσα του χρόνου απέξω. Μ' αυτόν τον τρόπο, δίνει ανάσα στη μουσική από μέσα. Κι αν ακόμα δεν έγινε κατανοητό πού το πάω, σκεφτείτε: πόσο θ' άντεχε ο μέσος τηλεθεατής την παρακολούθηση ενός βίντεο silent disco χωρίς καμία υπόκρουση, χωρίς λόγια; (Ας μην ξεχνάμε ότι το πέρασμα του χρόνου είναι το πιο αντιτηλεοπτικό θέαμα).
Τις μέρες που δούλευα το παρόν κείμενο, ανιχνεύοντας τα σημεία, τους μύθους και τις τερατογενέσεις της μουσικής ακρόασης, ένα φυλλάδιο στο γραμματοκιβώτιό μου με έφερε σε επαφή με μια νέα μορφή διοργάνωσης: τα ipod party. Έχουμε και λέμε: άλλη μια μόδα, όπου οι συμμετέχοντες φέρνουν το γεμάτο ipod τους από το σπίτι κι όποιος θέλει μπορεί να παίξει τη μουσική του στο κοινό. Χωρίς ακουστικά, χωρίς σιωπές, χωρίς προσποιήσεις. Ένας κόσμος αγγελικά πλασμένος, δίχως όρια, σκοπό και περίπλοκους κανόνες, με μόνο πρωταγωνιστή το μηχάνημα (πράγμα που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι κανένας δε θυμάται πια τον νικητή του περσινού πάρτυ). Κι επειδή η τελειότητα, ως γνωστόν, δεν το ξεκουνάει από μόνη της, αυτή η διοργάνωση έχει δια βοής ψηφοφορίες, γύρους πρωταθλήματος και αξεσουάρ δώρο για το νικητή της βραδιάς. Ειδάλλως, ποιος ο λόγος να υπάρξει; (για να αποκαλύψουμε την ερώτηση την οποία το πλήθος δεν τολμά να ξεστομίσει). Αν λοιπόν η σιωπηλή ντίσκο μου έδωσε προς στιγμήν ελπίδα για κάποια χαζοχαρούμενα λεπτά συνειδητοποίησης κάπου σε μια πίστα του κόσμου, το φλάιερ του ipod party τρύπωσε στο γραμματοκιβώτιό μου σαν ένα παλιρροϊκό κύμα που έπνιξε δια παντός τους ναυαγούς της προηγούμενης μεταφοράς μου.
Προσπαθώντας να συνοψίσω τις σημειώσεις μου πάνω στο μοίρασμα της ακρόασης και του χρόνου, ανακαλώ το παράδειγμα της κασέτας: σε περασμένους καιρούς, κάποιοι φτωχοί ακροατές έπρεπε να περιμένουν το κασετόφωνο να γυρίσει μέχρι το επιθυμητό σημείο, μπρος ή πίσω, σε μερικά δευτερόλεπτα παρέα με το θόρυβο από το μοτεράκι, υπενθύμιση του μεταίχμιου από την μουσική στην αναπαραγωγή της. Αυτά τα δευτερόλεπτα ήταν οι δείκτες της διάθεσης: είτε μεγάλωναν την επιθυμία ακρόασης, είτε έκαναν τον ακροατή να συνειδητοποιήσει ότι σε τελική ανάλυση το κομμάτι που ακολουθούσε και να μην άξιζε όλη αυτή την αναμονή.
Σήμερα ο κύκλος του iPod είναι πανταχού παρών για να μας θυμίζει ότι η υπόκρουση μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει, έστω κι αν ο μόνος λόγος για να συμβεί αυτό είναι ένας ακόμα καταναγκασμός μιας καταραμένης εργάσιμης μέρας στη μεγαλούπολη. Σκέψου: όταν έχεις τη δυνατότητα να επικαλεστείς οπουδήποτε κι οποτεδήποτε την αγαπημένη σου μουσική, τότε παίρνεις δώρο και τη ικανότητα να τη σκοτώσεις κάθε κλάσμα του δευτερολέπτου. Κι όταν έχεις βρει τον ιδανικό τρόπο να αποφεύγεις τη βαβούρα έξω σου δε σημαίνει ότι νίκησες και την κουφαμάρα μέσα σου. Όσα gigabytes μουσικής κι αν κουβαλάς στο τσεπάκι σου, τα κυκλώματα του iPod παραμένουν κουφά -εξ' ορισμού. Αλλά αυτό το αυτονόητο αξίωμα θα το αποδείξω σ' ένα από τα επόμενα κείμενα.
Ως τότε, πολλά παιδιά ακόμα θα εξακολουθήσουν να κουβαλούν τις ψηφιακές λατέρνες των μουσικών ονείρων τους στο δρόμο ή στα πάρτυ, τα πιο πολλά από αυτά καταδικασμένα να μην μάθουν ποτέ ότι η μέθεξη είναι μια από κείνες τις καταστάσεις που δεν γίνονται να ψηφιοποιηθούν χωρίς ανεπίστρεπτη απώλεια της πιστότητας.
10 Δεκεμβρίου 2005
[Οι φωτογραφίες silent disco προέρχονται από την ιστοσελίδα των διοργανωτών]