Some cherries - Volume 11
Citius - Altius - Fortius, πιο γρήγορα - πιο ψηλά - πιο δυνατά θέλουμε τους αθλητές των Ολυμπιακών, ζητώντας στην πραγματικότητα να μας μεταφέρουν εκεί όπου δεν μπορούμε να βρεθούμε από μόνοι μας, σαν εξιδανικευμένα avatars σε παιχνίδι εικονικής πραγματικότητας της πολυθρόνας, κατά την γνωστή ρήση: "λατρεύω τον αθλητισμό, μπορώ να παρακολουθώ επί ώρες". Το ίδιο motto ισχύει και για την μουσική μας, από την οποία επίσης ζητούμε αντίστοιχες αποδράσεις και εξιδανικεύσεις, με την διαφορά ότι οι διαδρομές εδώ είναι εσωτερικές ενώ βέβαια, όπως εύστοχα το τοποθέτησε πρόσφατα ο Αντώνης Ξαγάς, το όχημα μόνο προμηθευόμαστε και τα υπόλοιπα που χρειάζονται για το ταξίδι τα συμπληρώνουμε εμείς. Αν πρόκειται λοιπόν να διαλέξουμε ανάμεσα σε tripάκια, η δική μας επιλογή ήταν και παραμένει η μουσική, όπου άλλωστε υπάρχουν και πραγματικά μετάλλια για τον καθένα χωριστά και προσωπικά ενώ, επιπλέον, και οι έλεγχοι doping είναι αισθητά πιο χαλαροί.
Το 'Sad Days' είναι η δεύτερη μόλις δουλειά μετά από τέσσερα χρόνια των Alice Texas, ενός σχήματος που φαίνεται ότι μεταλλάσσει την σύνθεσή του συχνότερα απ' ότι δισκογραφεί. Με κεντρικό άξονα την Alice Schneider και έδρα την Νέα Υόρκη (κι όχι το Texas) το group φιλοξένησε κατά καιρούς στις τάξεις του, μεταξύ άλλων, τον Jim Sclavounos και τον Robert Vickers (Go-Betweens), ενώ η τρέχουσα ενσάρκωση περιλαμβάνει έναν άλλο "δικό μας", τον Pete Mavrogeorgis. Ανεπηρέαστη όμως παρόλες τις μετακινήσεις συνεργατών παραμένει η Schneider στο ύφος και την τραγουδοποιία της, μπαλάντες που ελαφρώνουν την σκοτεινή φόρτιση του Nick Cave με την υπνωτική ατμόσφαιρα των Mazzy Star και αισθητά country ηχοχρώματα, σε λιτό αλλά πλούσιο καμβά όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι διακριτικές αλλά ανεξίτηλες πινελιές απ' την κιθάρα του Mavrogeorgis. Κυρίαρχη φυσικά η φωνή της Schneider που μαγνητίζει με την gospel προσήλωσή της, σκοτεινότερη και πιο γήινη εκδοχή της Hope Sandoval. American gothic λοιπόν, ταιριαστό για την επένδυση ταινιών δρόμου στον αμερικανικό νότο, που καθηλώνει με την υπόκωφη ένταση που διογκώνεται στην πορεία των τραγουδιών, μερικές φορές εκκωφαντικά όπως στο πολύ καλό 'New Leaves', συνήθως όμως απειλητικά. Κι αν η σκοτεινή και υποβλητική ατμόσφαιρα των εξαιρετικών 'Run To You' και 'Tramp Is Haire' είναι αντιπροσωπευτική της σύμπραξης Cave και Mazzy Star, στο 'Where I'd Become' εμφανίζεται η southern εκδοχή της PJ Harvey, η απατηλή αθωότητα του 'X's For Eyes' ανακαλεί την Cat Power ενώ στο 'Coney Island' με το πιο γρήγορο tempo η Hope Sandoval γίνεται frontwoman των 16ΗΡ. Ιδιαίτερη τελικά δουλειά που δείχνει ν' ανήκει σε διαφορετικό χωροχρόνο απ' τα σύγχρονα προϊόντα της ΝΥ και μπορεί να ξεγελάσει με την φαινομενική απλότητά της (κινδυνεύοντας να περάσει απαρατήρητη ακριβώς γι' αυτό τον λόγο), μοιάζει περισσότερο με αναμμένα κάρβουνα που σιγοκαίνε -και αργούν πολύ να σβήσουν.
Πολυάσχολος βιοποριστής δηλώνει πρόσφατα ο Mark Lanegan που άφησε πολύ γρήγορα πίσω του το 'Bubblegum', την τελευταία και πολύ καλή δουλειά του (σύμφωνα με πληροφορίες, καθώς οι "ήσυχες" μέρες του Αυγούστου δεν επέτρεψαν να φτάσει ως εμάς μέχρι τώρα) και ήδη έχει καταπιαστεί με άλλα project, με σκοπό την εξασφάλιση του επιούσιου. Τελειώνει λοιπόν την ηχογράφηση του πρώτου LP των Gutter Twins, σχήματος όπου συνεργάζεται με τον Greg Dulli (Afghan Whigs, Twilight Singers), αλλά κι ενός ακόμη με την Isobel Campbell. Στο μεταξύ, φαίνεται πως έχει κάτι και για τους φίλους των Screaming Trees, καθώς για τον επόμενο χρόνο προγραμματίζει μια συλλογή της περιόδου '89-'96 (Sony) που θα περιλαμβάνει και πολλά "χαμένα" τραγούδια, αλλά και την κυκλοφορία ενός ολόκληρου ανέκδοτου άλμπουμ που είχε ηχογραφηθεί μετά το 'Dust' χωρίς ποτέ να δεί το φως μέχρι τώρα. Πιστεύουμε ότι μόνο τα δύο τελευταία αρκούν για να εξασφαλίσουν στον Mark επιπλέον και τα τσιγάρα του, που φαίνεται πως είναι η μόνη κακή συνήθεια που του απέμεινε.
Τακτική αναδίπλωση έχουν αναγκαστεί να κάνουν οι (International) Noise Conspiracy καθώς, μετά τους εμπρηστικούς φιλιππικούς κατά του καπιταλισμού και παντός άλλου υπευθύνου μεταπήδησαν σε μεγάλη αμερικανική εταιρεία, γεγονός που συγκέντρωσε επάνω τους τα πυρά όλων ενώ αποχώρησε και η Sara Almgren με σκοπό να δημιουργήσει ένα νέο σχήμα, συνδυασμό Che Guevara και Elvis Presley όπως δήλωσε. Προσπαθούν λοιπόν να παρουσιαστούν διανοούμενοι παρά ακτιβιστές επαναστάτες, διευκρινίζοντας ότι τα "όπλα" που αναφέρονται στον τίτλο της νέας δουλειάς τους αλλά και τους στίχους υπονοούν την γνώση ή την μουσική καθώς, θα συμπληρώσουμε, είναι γνωστό από την εποχή της Ιεριχούς ότι η μουσική μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν όπλο. Την ίδια ώρα, ο Al Jourgensen που πιστεύει -μάλλον ορθά- ότι το κλειδί για την μη επανεκλογή του Bush είναι η συμμετοχή περισσότερων νέων στις εκλογές μεταφέρει σε κάθε live των Ministry εκλογικό αντιπρόσωπο και παρακινεί -πρακτικά σπρώχνει- τους παρευρισκόμενους να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους, δείχνοντας ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες -εκτός φυσικά από τα όπλα- για όποιον θυμάται την γνωστή παροιμία για τα πολλά λόγια.
Θα πρέπει μάλλον να υπάρχει κάποιο είδος αποκατάστασης για όλα αυτά τα group εκεί έξω που δίνουν αξιόλογες δουλειές σε πείσμα της αδιαφορίας που συναντούν, ίσως κάποια δικαιότερη άλλη ζωή ή κάτι παρόμοιο. Ότι κι αν είναι, φαίνεται πως οι National το γνωρίζουν γι' αυτό και επιμένουν, παρουσιάζοντας το νέο τους ΕΡ 'Cherry Tree' λίγους μόνο μήνες μετά το πολύ καλό περισυνό 'Sad Songs For Dirty Lovers' που συνάντησε θερμή υποδοχή μόνο από τους κριτικούς (εμφανίστηκε και σε μερικές λίστες στο τέλος της χρονιάς). Έξι τραγούδια και η live εκδοχή ενός απ' την προηγούμενη δουλειά που βρίσκουν το πενταμελές σχήμα με έδρα την ΝΥ (και καταγωγή το Ohio) στο γνώριμο πλέον sadcore ύφος, αυτό που σε επιπόλαιο άκουσμα θα μπορούσε να τους χαρακτηρίσει υπερατλαντικούς ομολόγους των Tindersticks. Υπάρχουν όμως περισσότερα και, ενώ στο 'Sad Songs..' έδειχναν να στέκονται αναποφάσιστοι ανάμεσα σε διάφορα ιδιώματα, εδώ παρουσιάζονται να χειρίζονται το υλικό τους με περισσότερη σιγουριά. Η πρόοδος είναι φανερή στο εξαιρετικό και δυνατό indie του 'All The Wine', την υπνωτική ομώνυμη μπαλάντα με το jazzy πιάνο όπου ο ήχος διογκώνεται αποφεύγοντας όμως τις δραματικές κορυφώσεις ή τα 'All Dolled-Up In Straps' και 'Wasp Nest' που ακούγονται σαν την alt.country εκδοχή των Tindersticks με τον Leonard Cohen στο μικρόφωνο. Ο δεύτερος δείχνει πράγματι να συχνάζει περισσότερο απ' τους πρώτους στις προτιμήσεις του Matt Berninger και των υπολοίπων που ντύνουν κάθε τραγούδι λιτά, αλλού με έγχορδα, αλλού με διακριτικό post κιθαριστικό "χαλί", σε μια δουλειά που εδραιώνει την θέση των National ανάμεσα στην ατμοσφαιρική country, την americana και το indie rock εξασφαλίζοντας οπωσδήποτε την μεταφυσική δικαίωση, ελπίζουμε όμως και την αμεσότερη επίγεια.
"Από σήμερα είσαι ο μοναδικός άντρας στην ζωή μου" ανακοίνωσε ανώνυμη αμερικανίδα νοικοκυρά στον εμβρόντητο σύζυγό της την ημέρα που πέθανε ο Elvis Presley. Από τότε βέβαια συμπληρώνονται 27 χρόνια αυτές τις μέρες κι' όλα αυτά φαίνονται πια κάπως γραφικά, καθώς η εικόνα που απέμεινε σαν μετείκασμα ήταν αυτή της παρακμής και των υπερβολών. Παραμένει όμως το γεγονός ότι ο Elvis ήταν ο καταλύτης που πυροδότησε το "πυροτέχνημα" του rock 'n' roll (πυροτέχνημα που διαρκεί βέβαια σχεδόν πενήντα χρόνια τώρα), ενώ έγραψε και το βιβλίο-πρότυπο συμπεριφοράς του "rock star", το οποίο από τότε ακολουθούν με παραλλαγές αλλά χωρίς παρεκκλίσεις όλοι ανεξαιρέτως. Αντί τραγουδιστής-(ανθο)δοχείο που θα έντυνε με την φωνή του κάποια τραγούδια, αποτέλεσε τον αγωγό μέσα από τον οποίο διοχετεύτηκαν οι ενέργειες που εγκυμονούσε η εποχή του, δίνοντάς τους στην πορεία μορφή και προσωπικότητα. Όπως είπε λοιπόν και ο Neil Young, the king is gone but is not forgotten.
Μία ακόμη επανασύνδεση την χρονιά αυτή, καθώς οι ανταποκριτές των κερασιών αναφέρουν ότι οι "δικοί" μας Drums And Stories είναι και πάλι μαζί, με την αρχική σύνθεση (Ηλίας Πετρίδης, Βασίλης Στεργίου, Μανώλης Πηλείδης). "Συναντηθήκαμε διερευνητικά πριν λίγους μήνες" μας είπε ο Ηλίας Πετρίδης, "γρήγορα όμως φάνηκε ότι όλοι είχαμε την ίδια σκέψη κι από τότε γράφουμε συνεχώς νέα τραγούδια, στον ρυθμό που υπαγορεύουν οι άλλες μας ασχολίες ". Διακριτική κι αθόρυβη επανασύνδεση λοιπόν ενός βραχύβιου group της πόλης που πρόλαβε όμως στα μέσα των '90's να δώσει δύο αξιόλογες δουλειές και να δημιουργήσει το δικό του κοινό. Ανυπομονούμε και για την επίσημη -δισκογραφική και ζωντανή- επανεμφάνισή τους, καθώς πιστεύουμε ότι έχει πλέον καρποφορήσει (στην Αθήνα κυρίως) το έδαφος που προετοίμασαν από τότε με την ιδιαίτερη art-pop τους.