Some cherries - Volume 2
Λίγα κεράσια για μεγάλο καλάθι, τουλάχιστον μεγαλύτερο απ' αυτό που θα παίρναμε για τα πολλά ή, αν θέλετε, το κερασάκι στο mainstream του alternative (υπάρχει κι αυτό). Λίγα λόγια για κάποιες πρόσφατες κυκλοφορίες που έτυχε να προσέξουμε και που ίσως αργήσουν να φωτιστούν από τους προβολείς του hype, μαζί με κάποιες ειδήσεις, σχόλια, κλπ.
Ένας δίσκος που απουσίαζε από τις περισσότερες λίστες του 2003 ήταν το 'Phoenix' των Warlocks, ίσως όχι άδικα όμως αφού πρόκειται για επανέκδοση κυκλοφορίας του 2002. Το όνομα αυτό χρησιμοποίησαν δύο άλλα group στο παρελθόν (αργότερα το άλλαξαν σε Grateful Dead και Velvet Underground αντίστοιχα) και, αν στο 'Rise and fall' (2001) ο βετεράνος της σκηνής του Los Angeles Bobby Hecksher και το επταμελές σχήμα του έδειξαν με τα μακροσκελή acid jam να εμπνέονται από τους πρώτους, στην δεύτερη αυτή δουλειά τους δείχνουν καθαρά την προτίμησή τους για τους δεύτερους. Διατηρούν τον συμπαγή ήχο (τρείς κιθάρες και δύο drums) και τον μεταφέρουν πετυχημένα σε απλούστερες δομές με αποτέλεσμα τραγούδια όπως το εμβατηριακό 'Stickman blues' με τον τοίχο θορύβου που διογκώνεται ή επικά trip όπως το 'Cosmic letdown', που συνοψίζουν την ψυχεδελική εμπειρία των '60's χωρίς να ηχούν παράγωγα ή αναχρονιστικά. Μέλη της διακεκριμένης παρέας των Brian Jonestown Massacre και BRMC, προσεγγίζουν τους μεν στο pop ύφος του single 'Baby blue', στις καλύτερες στιγμές τους όμως στέκονται στον σκοτεινό (και αμερικανόφωνο) αντίποδα των τελευταίων, με τραγούδια όπως τα 'Shake the dope out', 'Hurricane heart attack', 'Moving and shaking' ή 'The dope feels good' (υπάρχει κάποια παρήχηση του dope). Μια πολύ καλή δουλειά που μπορεί να υπνωτίζει και να συναρπάζει ταυτόχρονα.
Η πολυθρυλούμενη επανασύνδεση των Pixies είναι πλέον γεγονός. Οι Frank Black, Joey Santiago, Kim Deal και David Lovering είναι και πάλι μαζί και μάλλον ήταν ώρα, γιατί πληθαίνουν οι μιμητές και ακόμη γιατί ίσως έτσι ανακοπεί η βιομηχανική παραγωγή τραγουδιών από τον Frank Black. Έχουν ολοκληρώσει τις πρόβες και θα είναι στον δρόμο ολόκληρη την άνοιξη. Προς το παρόν δεν υπάρχει συζήτηση για νέο δίσκο, ο δρόμος όμως αυτός θα τους φέρει και μέχρι το Roskilde Festival στις αρχές Ιουλίου.
Μια άλλη επιστροφή που θα προκαλέσει αίσθηση είναι αυτή των Blonde Redhead με την επερχόμενη (έκτη) κυκλοφορία τους 'Misery is beautiful'. Οι δίδυμοι Ιταλοί Simone και Amedeo Pace και η Γιαπωνέζα Kazu Makino, πολιτογραφημένοι Νεοϋορκέζοι, στην σχεδόν δεκαετή πορεία τους δημιούργησαν ένα ιδιοσυγκρασιακό art-punk ύφος που εκτιμήθηκε δυστυχώς μόνο από τους κριτικούς και μια μικρή μερίδα κοινού. Ίσως προηγήθηκαν της εποχής τους καθώς είναι γεγονός ότι έστρωσαν τον δρόμο για αρκετούς σημερινούς (οποιαδήποτε ομοιότητα διαφόρων σύγχρονων frontwomen με την Kazu δεν είναι συμπτωματική). Οι πρώτες γεύσεις της νέας δουλειάς δείχνουν απόκλιση από τον αιχμηρά λιτό ήχο τους υπέρ των περισσότερο ατμοσφαιρικών ενορχηστρώσεων (ίσως λόγω της αλλαγής περιβάλλοντος στην 4AD) καθώς η έμφαση δίνεται στα keyboards, χωρίς αυτό να τους εμποδίζει να δώσουν μερικά διαμάντια ('Equus', 'Elephant woman', 'Maddening cloud'). Η Kazu ακούγεται περισσότερο εύθραυστη και ευάλωτη από ποτέ και συνολικά ο δίσκος ποτίζεται από μια λεπτή και αιθέρια μελαγχολία που ακούγεται περισσότερο ευρωπαϊκή, σαν να θέλουν να κρατήσουν κάποιες αποστάσεις από την σύγχρονη σκηνή της Νέας Υόρκης. Υπάρχουν όμως και στιγμές όπου συνδυάζουν την νέα τους κατεύθυνση με την επιστροφή στις Sonic Youth ρίζες, με αποτέλεσμα τραγούδια όπως τα 'Doll is mine' και 'Anticipation'. Ακόμη όμως και αν εδώ οι γωνίες είναι κάπως στρογγυλεμένες, πρόκειται για ένα δίσκο που θα συζητηθεί και μάλλον θα ξεχωρίσει ανάμεσα στις φετινές κυκλοφορίες. Ίσως μάλιστα φέρει επιτέλους και την πλατύτερη αναγνώριση, κάτι που οπωσδήποτε δικαιούνται. Για μια φορά, ας είναι πολλά τα κεράσια.
Είναι μακρύς ο κατάλογος των επίδοξων μνηστήρων που έθεσαν υποψηφιότητα την προηγούμενη χρονιά για τον τίτλο των επόμενων Interpol, ενώ ακόμη και οι R.E.M. κλείνουν τα live τους με την ακουστική εκτέλεση του NYC. Στο μεταξύ οι πρωταίτιοι της κατάστασης δεν φαίνονται να βιάζονται (ο νέος δίσκος δεν αναμένεται πριν το φθινόπωρο) και η βραδύτητα αυτή δεν σχολιάστηκε πολύ ευνοϊκά, καθώς θεωρήθηκε ότι έχουν επηρρεαστεί απ' όλο το hype που δημιουργήθηκε γύρω τους. Εξηγεί ο Carlos Dengler: "Περάσαμε πολύ καιρό περιοδεύοντας και όταν είμαστε στον δρόμο δεν μπορούμε να γράψουμε. Μέχρι τώρα ακολουθούμε το ένστικτό μας σε ό,τι κάνουμε και έτσι θέλουμε να συνεχίσουμε." Έχουν ετοιμάσει επτά τραγούδια ως τώρα, δύο από τα οποία παίζουν εδώ και λίγο καιρό στα live τους. Σύμφωνα με τις αναφορές το NARC είναι περισσότερο pop ενώ το 'Length of love' αρκετά σκοτεινό και θα ξενίσει μάλλον ένα μέρος των οπαδών τους. Εμείς θα εκφράσουμε την ευχή τα κεράσια εδώ να είναι όσα.ακούγονται.
Το 2004 ίσως είναι η χρονιά των Denali από το Richmond, το τετραμελές group της Maura Davis και του αδελφού της Keeley. Η δεύτερη δουλειά τους 'The instinct' (2003) φιλοδοξεί να απηχήσει εξίσου στους φίλους των Portishead, της Cat Power αλλά και των Blonde Redhead. Η αφετηρία των Denali βρίσκεται στις σκοτεινές ηλεκτρονικές όσο και ονειρικές ατμόσφαιρες, όπου έπεφτε και το βάρος της ομώνυμης πρώτης δουλειάς τους (2002) και είναι εκεί που φαίνεται καλύτερα η κλασσική παιδεία της Maura ('Nullaby', 'Do something'). Όταν όμως οι κιθάρες βρεθούν σε πρώτο πλάνο, το σκηνικό μετατρέπεται ευδιάκριτα σε art-punk, αιχμηρό και ευαίσθητο μαζί ('The instinct', 'Real heat'). Στο 'Hold your breath' η Cat Power συναντά τους YYYs, το 'Surface' θα μπορούσε να βρίσκεται σε (παλαιότερο) δίσκο των Blonde Redhead και, πολλοί οι παραλληλισμοί ο τρόπος όμως που το φως εναλλάσσεται με το σκοτάδι εδώ δείχνουν τελικά ένα ύφος ιδιοσυγκρασιακό και ιδιαίτερο. Ιδιαίτερη φαίνεται να είναι και η ίδια η Maura, καθώς δεν δίστασε να αντιμετωπίσει (και να κερδίσει) το κοινό των Deftones παίζοντας support στην πρόσφατη περιοδεία τους. Όπως φαίνεται, είναι μοιραίο οι λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς να είναι ελλειπείς, έτσι όπως πάντα κάποιοι δίσκοι θα φτάνουν ως εδώ αργοπορημένοι.
Κι αν την τελευταία διετία το μπάσο βρίσκεται υπό διωγμό έτσι όπως πληθαίνουν ολοένα τα group με κιθάρα μόνο και drums, φαίνεται ότι και οι μπασίστες συσπειρώνονται από την πλευρά τους. Προηγήθηκαν βέβαια οι Girls Against Boys με δύο μπασίστες, πρόσφατα όμως εμφανίζονται αρκετά νέα group είτε με δύο μπασίστες (Black Eyed Snakes) είτε μόνο με μπάσο και drums (Lightning Bolt, The Mormones, κά.), που μάλιστα υποστηρίζουν ότι η απουσία κιθάρας δεν γίνεται καθόλου αισθητή. Διατηρώντας μερικές επιφυλάξεις για το τελευταίο, θα παρακολουθήσουμε οπωσδήποτε με ενδιαφέρον την εξελισσόμενη διαμάχη.