What’s Up, Doc? #12

A Band Called Death

Σκηνοθεσία: Mark Christopher Covino, Jeff Howlett / 2012

Ντοκιμαντέρ που ιχνηλατεί ένα από πολλά μονοπάτια που οδήγησαν κάποια στιγμή στο πανκ... Του Θάνου Σιόντορου

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε αυτή την τόσο καταραμένη και τόσο ευλογημένη ταυτόχρονα πόλη του Detroit, στο σπίτι ενός μαύρου Βαπτιστή ιεροκήρυκα με 8 παιδιά, όπου στήνεται ένα εντελώς παράδοξο για τα τότε δεδομένα σκηνικό. Ενώ όλη η πόλη - και πόσο μάλλον η μαύρη κοινότητα - γκρουβάρει  με τους ήχους της Motown, τρία από τα αγόρια της οικογένειας Hackney, εκμεταλλευόμενα μια αποζημίωση από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, αγοράζουν όργανα και στήνουν στο σπίτι ένα μουσικό δωματιάκι όπου αποφασίζουν να παίξουν …rock ’n roll. Και μάλιστα όχι χαλαρό ροκενρολάκι αλλά γρήγορο, ζόρικο και μπαρουτοκαπνισμένο πανκ ροκ σαν αυτό τον MC5 και άλλων αγαπημένων λευκών proto punk αλητάμπουρων. «White boy music» δηλαδή, όπως θυμούνται και οι ίδιοι στο “A Band Called Death” και σκάνε στα γέλια.

To ντοκιμαντέρ του 2012 τα παίρνει όλα από την αρχή και ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας των Death με άξονα το συναίσθημα μιας και όταν περάσει η κάτι παραπάνω από μιάμιση ώρα που διαρκεί, έχεις πιάσει τον εαυτό σου να γελάει δυνατά, να ονειροπολεί, να δακρύζει, να ξαφνιάζεται, να προβληματίζεται και γενικότερα να μπαίνει εντελώς μέσα στην πολύ ενδιαφέρουσα, ανθρώπινη και γλυκόπικρη ιστορία της μπάντας.

Άμα σε πετύχει σε κυνική διάθεση μπορεί να πετάξεις κανένα: «Καλούλι μωρέ ήταν, σαν ‘Sugarman’ από τα… lidl αλλά δε με χάλασε κιόλας». Άμα είσαι στα καλά σου θα εστιάσεις στα πρόσωπα των απλών βιοπαλαιστών που ενώ γελάνε δυνατά τα μάτια είναι συχνά λυπημένα, στη μεγάλη δύναμη και τους μεγάλους περιορισμούς συνάμα της οικογένειας, στην αδυσώπητη μοίρα που σχεδόν πάντα ακολουθεί τους πρωτοπόρους, στα μεγάλα όχι και ναι της ζωής, στα παιχνίδια που μας παίζει ο χρόνος και φυσικά στο ίδιο το ροκ εν ρολ!

Εμένα βλέποντάς το μου ήρθε στο μυαλό και η Sharon Jones αλλά δεν έχω διευκρινίσει ακόμα μέσω ποιας συναισθηματικής καραμπόλας ακριβώς έγινε αυτό. Ίσως λόγω της βροντερής και τόσο γεμάτης αξιοπρέπεια παρουσίας κάποιων μαύρων μουσικών, παρόλες τις μύριες όσες δυσκολίες, αλλά και την ετεροχρονισμένη γλυκόπικρη αναγνώριση, όπως δηλαδή στις περιπτώσεις των Death αλλά και της κυρίας Jones.

Το “A Band Called Death” κλείνει με τον ένα από τους τρεις αδερφούς να μνημονεύει τα λόγια του εδώ και καιρό χαμένου του αδελφού, κιθαρίστα και ουσιαστικά ιθύνοντα νου της μπάντας, David Hackney: «Ποιο το νόημα να κερδίσεις ολόκληρο τον κόσμο αλλά να χάσεις την ψυχή σου;». Με αυτά θα κλείσω κι εγώ και νομίζω ότι διαβάζοντας αυτές τις γραμμές μπορεί να βρει κανείς αρκετούς λόγους για να δει το “A Band Called Death” και να ανακαλύψει τη σπουδαία αυτή μπάντα.