What’s Up, Doc? #4

Unknown Passage: The Dead Moon Story

Σκηνοθεσία: Kate Fix, Jason Summers/2006

Στη σειρά κειμένων του Θάνου Σιόντορου για μουσικά ντοκιμαντέρ, ώρα για τίμιο και γνήσιο ροκ εν ρολ

Αν ερχόταν κάποια ή κάποιος εκεί που κάθομαι αραχτός και με ρώταγε: «Ρε συ Σιόντορε, τι είναι το ροκ εν ρoλ;», νομίζω κατευθείαν θα απάνταγα κι εγώ με ερώτηση: «Έχεις δει τους Dead Moon live;». Πέραν των υποθετικών σεναρίων τέτοιου τύπου που ο νους μου αρέσκεται συχνά-πυκνά να χτίζει, ακόμη θυμάμαι και θα θυμάμαι για πάντα την πρώτη φορά που είδα τους Dead Moon στη σκηνή. Το αστείο είναι ότι δεν έχω συγκρατήσει το μέρος ή τη χρονική στιγμή αλλά μόνο το ατόφιο συναίσθημα! Μα αυτό ήταν ξεκάθαρα το ροκ εν ρολ, αν μπορεί τέλος πάντων να οριστεί κάπως, και ήταν μπροστά στα μάτια μας και φυσικά μας πήρε και μας σήκωσε!

Στο, από το μακρινό πλέον 2006, ντοκιμαντέρ “Unknown Passage: The Dead Moon Story” οι επίσης κεραυνοβολημένοι από την τεράστια αυτή μπάντα δημιουργοί του, προσπάθησαν να διηγηθούν την ιστορία των Dead Moon και τα κατάφεραν με απλότητα, χιούμορ, τρυφερότητα και φυσικά τιμιότητα, όπως ακριβώς και ο τρόπος με τον οποίο το υπέροχο τρίο διέγραψε τη σχεδόν εικοσάχρονη πορεία του.

Ξεκινώντας από τις πρώτες περιηγήσεις του Fred Cole στο χώρο της μουσικής (Deep Soul Cole - …ή ο λευκός Stevie Wonder-, The Lords, The Weeds, The Lollipop Shoppe) και κάνοντας μεγάλη στάση, εκ των πραγμάτων, στο σουρεαλιστικό και τόσο αγαπησιάρικο σύμπαν των Fred και Toody (κατά κόσμον Kathleen Conner), μαθαίνουμε σχεδόν τα πάντα για τη γνωριμία, τον γάμο τους, τα τρία παιδιά (με τις διηγήσεις των δύο γιων να κλέβουν την παράσταση, σπόιλερ δεν κάνω), τα εγγόνια, τα 60s, το Καλοκαίρι της Αγάπης, το General Store, τις δυσκολίες, τις περιπέτειες, την επέτειο των 25 χρόνων και την πρώτη ας πούμε μορφή των Dead Moon, τους Range Rats ή απλά Rats.

Κάπου εκεί μπαίνει στο πλάνο και ο τρίτος της παρέας, ο Andrew Loomis και το γλυκό δένει οριστικά. Για τον Andrew ο ίδιος ο Fred είπε το εξής: «Ο Andrew είναι το ροκ εν ρολ. Έκανε ακριβώς ότι έκανε κι ο Keith Richards αλλά με πολύ λιγότερα λεφτά στην τσέπη του». Θαρρώ δε χρειάζεται να προστεθούν και πολλά σε αυτή τη δήλωση.

Πιο DIY κι από το ίδιο το DIY, απόλυτα τίμιοι, επαναστατικοί όχι για την επανάσταση αλλά γιατί έτσι απλά ήταν η φάση τους χωρίς να τη διαπραγματεύονται ακόμη κι αν έπρεπε να μείνουν στο περιθώριο, old school και mono γιατί έτσι τους άρεσε κι όχι για να πουλήσουν ως ρετρό, μπορεί τελικά ο Fred να μην έφτασε τα 100 όπως ήθελε και οι Dead Moon να μην έγιναν η πρώτη μπάντα που θα έπαιζε στο φεγγάρι, όπως επίσης ήθελε, αλλά μέχρι και σήμερα δεν έχω γνωρίσει άνθρωπο που να τους αγαπά και στο άκουσμα του ονόματός τους να μη χαμογελά διάπλατα και να μη ρίχνει έστω και λίγο τις άμυνές του. Σαν το όνομά τους να αποτελεί αυτόματα έναν μυστικό, κοινό κώδικα αξιολόγησης και σεβασμού σχετικά με τις μουσικές - και όχι μόνο - επιλογές του άλλου.

Σύμπτωση; Πιθανότατα, μπορεί και όχι όμως.