Αντιγόνη Ηλιάδη

Η τέχνη δεν σταματά ποτέ, και από ένα τίποτα, μπορεί να γεννηθεί, αν έχεις τέτοια ανάγκη μέσα σου

Γενιές πάνε, έρχονται, συγκρούονται και αλληλεπιδρούν δημιουργώντας έναν θρυμματισμένο κόσμο. Μια έκθεση η οποία προσπαθεί να αποτυπώσει αυτό το χάος και μια συνέντευξη με την δημιουργό. Του Νικόλα Μαλεβίτση

H κάτωθι συνέντευξη προέκυψε τυχαία, βλέποντας την επίκαιρη (όσο ποτέ) έκθεση Serial Generations, της Αντιγόνης Ηλιάδη, στον πάνω χώρο του Πικάπ. Η Αντιγόνη, ποιήτρια, συγγραφέας, καθηγήτρια δημιουργικής γραφής, σύμφωνα με το βιογραφικό της, θα έπαιρνα το θάρρος να πω ότι είναι ένας από τους ανθρώπους που ξέρει να δημιουργεί δράσεις και καταστάσεις σε αυτή την πόλη (Θεσσαλονίκη), τρέχοντας μια ενδιαφέρουσα εβδομαδιαία εκπομπή στο ραδιόφωνο του Πικάπ και πολλά άλλα. Προτείνω ανεπιφύλακτα τα βιβλία που έχει εκδώσει έως τώρα. Αλλά και να αναζητήσει κανείς επικοινωνώντας μαζί της τον κατάλογο που τύπωσε με αφορμή την έκθεση η οποία τρέχει έως τις 8/3 στον πάνω χώρο του Πικάπ.

Η έκθεση μπορεί να έχει μια μικρή διάρκεια (δυστυχώς ο πάνω χώρος του Πικάπ είναι για βραχύβιες εκθέσεις) όμως ευελπιστώ να παρουσιαστεί και αλλού σε άλλους χώρους ή πόλεις καθώς έχει να κάνει με ένα αίτημα των καιρών μας. Όχι μόνο συζήτηση για τα προβλήματα γενεών, αλλά για το τι έχουν να παρουσιάσουν ως πρόταση εξέλιξης αυτές οι γενιές. Η κάτωθι συνέντευξη έγινε με email στις 4/3/2025 και αποτυπώνεται αυτούσια χωρίς περικοπές ή κανένα ρετουσάρισμα, επειδή είχα καιρό να κάνω μια τόσο ωραία και χειμαρρώδη συνέντευξη με ένα δημιουργικό άνθρωπο... Χύμα και ωμός λόγος που ταιριάζει σε μια κοινωνία η οποία βλέπει τις τελευταίες ψευδαισθήσεις της να καταρρέουν και γυρνάει πίσω σε εποχές που (θεωρητικά) είχε ξεπεράσει....

Μπορείτε να βρείτε τα 2 βιβλία που έχει εκδώσει έως τώρα εδώ

Και να ακούσετε τις εκπομπές της στο ράδιο του Πικάπ εδώ

- Πως προέκυψε η ιδέα του Serial Generations;

Η ιδέα ξεκίνησε από μία βραδιά στο Belleville (σημ. καφέ, μπαρ, βιβλιοπωλείο στην περιοχή της Ροτόντας, Θεσσαλονίκη), όπου μία ομάδα φίλων ποιητών/τριών με κάλεσαν να διαβάσω ένα ποίημα. Εγώ όμως γράφω κυρίως πεζά, οπότε, τους είπα, έχω ένα μεγάλο ποίημα, το «Η Γενιά Μου», ένα πεντασέλιδο αφιερωμένο στον Γκίνσμπεργκ, εμπνευσμένο από το «Ουρλιαχτό» («The Hawl»). Εκείνη τη βραδιά, είχε άπειρο κόσμο στο μαγαζί, μέσα κι έξω, κόσμο που είχε ανάγκη να ακούσει και να μοιραστεί πράγματα. Οπότε και μού είπαν να το περιορίσω το ποίημα. Προειδοποίησα στο μικρόφωνο ότι είναι μεγάλο και να βγει ο κόσμος για διάλειμμα και τσιγάρο. Όταν ξεκίνησα την ανάγνωση, ο κόσμος άρχισε να μπαίνει μέσα, αντί να βγαίνει έξω, οπότε το διάβασα όλο, τελικά. Και πήρα πολύ καλή ανατροφοδότηση. Όμως, ήθελα να γράψει και ο κόσμος τι πιστεύει για τη δική του γενιά, έτσι έβαλα το γνωστό κουτί μου συλλογής ιδεών και μάζεψα κάποιες.

Στην αρχή, διστακτικά και μετά, μέχρι να φύγω από το μαγαζί, με κυνηγούσαν κόσμος για να γράψουν. Και όταν πήγα σε ένα άλλο μαγαζί που δούλευε η αδερφή μου και τους είπα τι έγινε, ήθελαν οπωσδήποτε να γράψουν και αυτοί, οπότε κατάλαβα ότι είναι μεγαλύτερο από one night stand καταγραφή. Πήρε ενάμισι χρόνο και συνεχίζεται. Τα κολάζ, τα βρήκε ο αγαπημένος μου στο σπίτι μας, που τα είχα κάπου παραχωμένα και άρχισε να τα διαβάζει. Και ενώ παντού έχει «τέχνη» το σπίτι, εκεί κόλλησε και επέμενε ότι κάτι πρέπει να τα κάνω.

Τα διάβασα, τα ξαναδιάβασα και σκέφτηκα ότι θα ταίριαζαν στην καταγραφή των γενεών. Αποτυπώνουν και περιγράφουν την εποχή πλήρως, παρότι έγιναν σε πολύ προσωπικές μου στιγμές. Τα είχα παραγκωνίσει, γιατί ήταν επίπονο να τα κοιτάω. Ένιωσα ότι μπορώ να ξανακοιτάξω τον εαυτό μου, όπως ήταν τότε, τις στιγμές που τα έκανα. Το πρώτο σχόλιο που έλαβα, όταν ανακοίνωσα την έκθεσή τους στο Πικάπ, είναι ότι είναι κολάζ σαν από serial killer και λέω τέλεια, θα κάνουμε μία έκθεση που θα λέγεται «Serial Generations». Αλλά πρέπει να πούμε ότι δεν «φταίνε» μόνο οι γενιές για αυτό που αντιλαμβάνονται και βιώνουν, υπάρχουν και πράγματα που θάβονται κάτω από το χαλί και αυτό έχει γίνει πολύ έντονο από τον κόβιντ και έπειτα. Εξ ου και το χαλί που έχει μπει στο σετ. Έκανα συλλογή από «κουλά» και «ακραία» νέα που μάζεψα από τον κόβιντ μέχρι και σήμερα. Αν σηκώσει κάποιος το χαλί, θα τα δει, αλλά επιβεβαιώνοντας τη λαϊκή σοφία, ό,τι θάβεται κάτω από το χαλί, μένει εκεί.

- Κρίνοντας από τη δική μου ζωή την τελευταία 25ετία, πώς είναι να είσαι συνέχεια σε κίνηση και να μοιράζεσαι τη ζωή σου ανάμεσα σε δύο πόλεις; 

Περιπετειώδες ακούγεται, αν και εγώ μένω στη Θεσσαλονίκη τον τελευταίο ενάμισι χρόνο και κάνω εδώ πράγματα. Είμαι συνέχεια σε κίνηση, αλλά εκεί που τα πράγματα όντως κινούνται προς μία δημιουργική κατεύθυνση. Αν τα βλέπω στάσιμα, δεν αντέχω και φεύγω. Έτσι γεννήθηκα. Οπότε είμαι σε μόνιμη κίνηση, ανεξαρτήτως πόλης και το έχω αποδεχθεί πια για τον εαυτό μου. Όπου μπορώ να δημιουργήσω, εκεί μπορώ και να υπάρξω.

- Σε αρκετές από τις αναρτήσεις που έγιναν από το κοινό στην έκθεση παρατήρησα το ίδιο πράγμα. Εκτός από την αναφορά του καθενός για τη γενιά του και τα προβλήματά της. Πέρα από το κυνήγι ονείρων (και την όποια κατάληξή τους). Το να βρίσκεσαι εξαιτίας καταστάσεων με δύο πόδια σε 100 βάρκες ώρες ώρες μου θυμίζει την ατάκα του Αξελού για αυτήν την κατάσταση, «είναι ένα σπασμένο παιχνίδι ο άνθρωπος».

Χωρίς να έχω γνώση για το θέμα, θα πω ότι ο άνθρωπος μπορεί να «σπάει» και να διαλύεται, αλλά συνεχώς αναδομείται και επανέρχεται, γιατί αυτή είναι η φυσική ροή. Όσο για το αν είναι παιχνίδι ή όχι, για κάποιους μπορεί να είναι. Ναι. Προσωπικά, δεν βλέπω και δεν θέλω να δω σαν παιχνίδια τους ανθρώπους, ούτε και θα μπορούσα να κάνω τέτοια αναλογία. Οπότε αδράχνω την ευκαιρία για να πω ότι άνθρωποι, οικογένειες, παιδιά, ανήλικα και βρέφη, αναγκάζονται να μπούνε σε βάρκες από το 2015 μέχρι και σήμερα, γιατί οι κυβερνήσεις τους το επιτάσσουν, και άλλες κυβερνήσεις –σε υποτίθεται πιο «εκσυγχρονισμένα κράτη»- τους πνίγουν ή τους απωθούν, ωθώντας τους σε επικίνδυνες συνθήκες ή και βέβαιο θάνατο. Αυτό γίνεται τα τελευταία δέκα χρόνια στη Δύση. Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί και όλοι κάνουμε πως το Αιγαίο δεν είναι νεκροταφείο και η ζωή συνεχίζεται –όπως πάντα θα συνεχίζεται, μέχρι να εξαντληθεί. Από την άλλη, και για τους γηγενείς στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό, η διαβίωση έχει γίνει πολύ δύσκολη για τον μέσο άνθρωπο. Τα Τέμπη και οι 57 νεκροί ήταν σοβαρή αφορμή, για να εκραγεί ένας τόπος που βράζει τα τελευταία χρόνια, με όσα συμβαίνουν. Επιπλέον, οι παγκόσμιες πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές είναι τρομακτικές. Δεν είναι παράξενο να γράφει ο κόσμος ότι η γενιά του έχει προβλήματα ή ότι είναι χαμένη. Σε μικροεπίπεδο και σε μακροεπίπεδο υπάρχουν σοβαρά προβλήματα και τα «μεγάλα κεφάλια» φαίνεται πως δεν ενδιαφέρονται και πως έχουν ξεπεράσει τις προφάσεις βασικής ηθικής διαχείρισης που επιτάσσει τον σεβασμό απέναντι στην ανθρώπινη ζωή. Για αυτούς είμαστε νούμερα, όλες οι γενιές. Αυτό που ήθελα εγώ να αναδείξω δημοσιεύοντας όλες τις καταθέσεις των γενεών, ανεξαρτήτως εν τέλει ηλικίας, φύλου, καταγωγής, έθνους, τάξης και φυλής, λόγω της πρόσβασης στην τεχνολογία και μέσω του ίντερνετ, είναι ότι όλοι βιώνουν ταυτόχρονα την πορεία του κόσμου και μαθαίνουν πολύ γρήγορα τα γεγονότα και τι κάνουν οι δισεκατομμυριούχοι που θέλουν να απομυζήσουν τα πάντα με την ηθική της ολιγαρχίας. Αναμενόμενο να επικρατεί μία πίεση, μία αρνητική χροιά και ένα παράπονο, ότι οι γενιές «χάνονται», αφού μοιάζουν όλα να ολισθαίνουν ούτως ή άλλως, στον βωμό του κέρδους, ώσπου να καταστραφεί η ανθρωπότητα και να γλυτώσει ο πλανήτης. Πέρα από την αλληλεγγύη και την καθολική αντίδραση, την αλλαγή στα μικροεπίπεδά μας, δεν ξέρω αν μπορούμε να κάνουμε και πολλά, με την υπερσυσσώρευση του πλούτου και κατ’ επέκταση της εξουσίας και των αποφάσεων. 

- Καταλαβαίνω ότι έχεις τη λογική της δουλειάς σε εξέλιξη, έχεις σκεφτεί να παρουσιάσεις και την έκθεση και αλλού; Ή έστω ένα διαδικτυακό τόπο που θα αναρτώνται νέα, εικόνες, βίντεο σχετικά με την ιδέα αυτή;

Ναι, έχω σκεφτεί ήδη την εξέλιξη αυτής και άλλων ιδεών. Θα ήταν πολύ ωραίο να εξελιχθεί και πέρα από το βιβλίο της αυτοέκδοσης για τα κολάζ. Έβγαλα το πρώτο μου βιβλίο μόνη μου, λέγεται «Ποιητική Πολιτική», είναι το πέμπτο βιβλίο μου, το πρώτο ανεξάρτητο από διαμεσολαβήσεις. Είμαι περήφανη για αυτό, παρά τις δυσκολίες του και ήδη πάει πολύ καλά, οπότε θα ήθελα να κάνω μία παρουσίαση, κάποια στιγμή στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, γι’ αυτό. Όσο για το υπόλοιπο πρότζεκτ, θα συνεχιστεί σίγουρα, με κάποιον τρόπο. Θα μπορούσα να φανταστώ μία διαφορετικού τύπου εγκατάσταση σε μεγαλύτερο χώρο. Παρότι κάνω πολλά πράγματα, σύμφωνα με ό,τι μού λένε οι γύρω που το παρατηρούν, θα συνεχίσω να τα εξελίσσω και «να κάνω», ό,τι νιώθω και ό,τι μού βγαίνει, μέχρι τέλους. Γιατί δεν μπορώ απλώς να σταματήσω. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έτσι είμαι, αλλά και η πραγματικότητα, οι συνθήκες και οι καταστάσεις με ωθούν στη συνεχή και ακατάπαυστη δημιουργική ανάπτυξη ως τη μόνη διέξοδο και λύτρωση. Μπορεί να μην έχω υψηλά και ακριβά μέσα για να το κάνω, όμως το κάνω έτσι κι αλλιώς. Η τέχνη δεν σταματά ποτέ, και από ένα τίποτα, μπορεί να γεννηθεί, αν έχεις τέτοια ανάγκη μέσα σου.