Αύγουστος Κορτώ: Ο άνθρωπος που έδινε πολλά (αγάπη και γέλιο κυρίως)
Παραφράζω τον τίτλο του νέου πονήματος του αγαπημένου Αύγουστου Κορτώ ("Ο άνθρωπος που έτρωγε πολλά"), κυρίως γιατί πρόκειται για ένα βιβλιαράκι γεμάτο γέλιο και αγάπη για όλα τα στραβά της καθημερινότητάς μας - από τα πιο σοβαρά ως τα πιο ασήμαντα.
Ο Αύγουστος Κορτώ, σε κάθε κεφάλαιο του βιβλίου, παίρνει κομμάτια της παιδικής, εφηβικής και μετεφηβικής ζωής του και γράφει μια αυτοβιογραφία σε είκοσι επεισόδια, αυτοσαρκαζόμενος και διακωμωδώντας ανηλεώς τα πάθη και τα λάθη του στο δρόμο προς την ενηλικίωση. Τα περιττά κιλά, οι παραφουσκωμένες πιστωτικές, η κατάθλιψη, η κατάσταση των ελληνικών πανεπιστημίων, οι προσπάθειες να προσελκύσουμε το αντικείμενο του πόθου μας που καταλήγουν σε μνημεία γελοιότητας... είναι πράγματα που μπορούν να σου κάνουν την ψυχή μαύρη. Αν τα πάρεις στα σοβαρά. Αν όμως γελάσεις μαζί τους, τα ξορκίζεις. Τα ξεπερνάς. Και μαθαίνεις να τα αγαπάς στην τελική, γιατί είναι και αυτά κομμάτι σου. Σαν ένας άλλος Ρέμους Λούπιν, αντί να αφήσει όσα φοβάται να τον καταπλακώσουν, φωνάζει ένα "Ρεντίκολο!", τα φέρνει στις πραγματικές τους διαστάσεις και τα κάνει σκόνη. Χάνει τα περιττά κιλά, αλλά δεν απαρνιέται ποτέ το τζιν τόνικ και τις σοκολάτες. Κάνει 22 ώρες σε ένα πλοίο μπας και αναθερμάνει μια σχέση, αλλά σε αυτές τις 22 ώρες γράφει και ένα "Αυτοκτονώντας ασύστολα". Συνεχίζει να ψωνίζει σαν να μην υπάρχει αύριο, αλλά ξέρει ότι το βασικό που πρέπει να έχεις στο σπίτι σου είναι αγάπη. Και να τη μοιράζεις απλόχερα, με κάθε τρόπο. Με βιβλία σαν και αυτό, ας πούμε.
- Ας υποθέσουμε ότι βρίσκεσαι με κόσμο που δε σε ξέρει. Ποιός είναι λοιπόν ο Αύγουστος Κορτώ και σε τι διαφέρει από τον Πέτρο Χατζόπουλο;
Ο Κορτώ είναι η περσόνα που φοράω για να μπορώ να επικοινωνώ με ανθρώπους μπρος στους οποίους αλλιώς δεν θα 'βγαζα μιλιά. Όχι ότι δεν είναι εξίσου προβληματικός με τον Πέτρο, που τον επινόησε (τι να λέμε τώρα, εδώ μιλάω για τον εαυτό μου σε δύο τρίτα πρόσωπα!) αλλά είναι ελαφρώς πιο τσαμπουκαλεμένος και θαρραλέος.
- Υπό ποιές συνθήκες σου αρέσει να γράφεις; Μίλησέ μου για τη μέθοδο και τον τρόπο σου.
Πλήρης απομόνωση από το περιβάλλον (ακουστικά, μουσική), πολύ τσιγάρο κι αναψυκτικά-νερά-καφέδες για να μη γίνεται ο στόμας τσαρούχι, και πολλές ώρες εθελούσιου εγκλεισμού μες στο τσερβέλο μου, ακόμα κι όταν δεν είμαι μπροστά στον υπολογιστή. Και φυσικά, σταθερό ωράριο και καθημερινή, ψυχαναγκαστική τριβή με το εκάστοτε βιβλίο.
- Ποιό ήταν το αγαπημένο σου παραμύθι όταν ήσουν μικρός;
Λάτρευα τα παραμύθια του Άντερσεν, των αδελφών Γκριμ και του Όσκαρ Ουάιλντ, βαριόμουν αφάνταστα την Αλίκη και τον Μικρό Πρίγκηπα - και μετά ανακάλυψα, χάρη στη μανούλα μου, τα Παραμύθια πίσω από τα κάγκελα του Τσιφόρου, που παραμένουν τα αγαπημένα μου...
- Δεδομένου ότι ουσιαστικά εντάσσεσαι στα βιβλία σου και μπλέκεις τη ζωή σου με αυτά, δεν νιώθεις ευάλωτος, ανοίγοντας τόσο πολύ την ψυχή σου σε άγνωστους, οι οποίοι δεν είναι πάντα καλοπροαίρετοι;
Μπα... από το πρώτο μου βιβλίο, η θεματολογία και η ψυχογραφία των χαρακτήρων πρόδιδε τόσο απροκάλυπτα τις εμμονές και τα απωθημένα μου, που στην ουσία είμαι γυμνός εδώ και δεκατρία χρόνια (είναι να απορείς που δεν έχω ψοφήσει από θερμοπληξία ή πνευμονία). Τους κακοπροαίρετους βέβαια ακόμα δεν έχω μάθει να τους αγνοώ. Και η πιο άστοχη, χολωμένη, απρόκλητη επίθεση - ακόμα και μονολεκτική - μου κλονίζει τρομερά την αυτοπεποίθηση.
- Μιλώντας για ευθυμογραφήματα, γιατί νομίζεις ότι η κωμωδία θεωρείται είδος πιο ευτελές, σε σχέση με το "σοβαρό" μυθιστόρημα; Ποιούς ευθυμογράφους θα πρότεινες να διαβάσουμε όλοι ανεξαιρέτως;
Ίσως έχει να κάνει με την αντιπαραγωγικότητα της ευτυχίας και την αναντίρρητα γονιμοποιό πλευρά της δυστυχίας, αλλά νομίζω πως η κωμωδία αποτελούσε ανέκαθεν στόχο των 'σοβαρών' απλώς και μόνον διότι είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις κάποιον να βουρκώσει ή να πλαντάξει απ' το να τον κάνεις να ξεκαρδιστεί και να κυλιέται στα πατώματα. Οπότε μιλάμε για φθόνο. Και παρ' ότι κινδυνεύω να γίνω μονότονος, θα πρότεινα στους αναγνώστες που δεν έχουν διαβάσει Τσιφόρο, να ξεκοκκαλίσουν όλα, μα όλα του τα βιβλία, από τις ιστορικές πραγματείες (που είναι εξίσου ξεκαρδιστικές με τις φιξιόν του), μέχρι την ιερή για μένα 'Τριλογία της πιάτσας' (Τα παιδιά της πιάτσας, Παραμύθια πίσω από τα κάγκελα, Τα παλιόπαιδα τ' ατίθασα) και το έργο-σταθμό της νεοελληνικής γραμματείας (άλλο που δεν αντιμετωπίζεται ως τέτοιο από την επίσημη διανόηση): την Ελληνική Μυθολογία.
- Αν δεχτούμε ότι όλοι ανεξαιρέτως οι συγγραφείς περνάνε αναπόφευκτα το writer's block, εσύ πώς βγήκες από το δικό σου;
Εγώ βγήκα μεταπηδώντας στην Αγγλική γλώσσα, που με την παιγνιώδη φύση της μου διέλυσε τον έσωθεν φραγμό. Απ' την άλλη, ίσως αρκεί να κάνεις υπομονή, διαβάζοντας, χωρίς να ψυχαναγκάζεσαι, μέχρι κάποια ιδέα να σε οδηγήσει και πάλι στον δρόμο της γραφής.
- Πώς και έγινες και μεταφραστής; Για βιοπορισμό ή και για άλλους λόγους; Τι έχεις κερδίσει από αυτήν ως συγγραφέας;
Έγινα μεταφραστής από σύμπτωση, όταν μετέφρασα εν τάχει Το μυστικό του Brokeback Mountain για να προλάβουμε την ταινία και τα Όσκαρ. Κατόπιν γλυκάθηκα, κι εξακολούθησα να μεταφράζω, και για βιοποριστικούς λόγους εννοείται. Αλλά πέρα απ' την απόλαυση και την τιμή του να δουλεύω πάνω στο έργο σπουδαίων συγγραφέων, η μετάφραση λειτούργησε και λειτουργεί ως σχολείο, στο οποίο μαθαίνω καθημερινά πώς οι μεγάλοι μάστορες λύνουν τα αφηγηματικά, δομικά ή άλλα προβλήματά τους. Είμαι πραγματικά ευγνώμων για την ευκαιρία που μου δόθηκε να γίνω μεταφραστής.
- Τι σου άφησε η εμπειρία της "Τεστοστερόνης"; Θα ήθελες να ασχοληθείς και με άλλες μορφές τέχνης-χορό, ζωγραφική κλπ;
Καίτοι προϊόν μεγάλης αγάπης μεταξύ εμού και του μεγάλου Πανουσόπουλου, η Τεστοστερόνη μου άφησε πρωτίστως κούραση, φθορά και σύγχυση. Το σινεμά είναι ομαδική τέχνη, κι εγώ είμαι πολύ μοναχοφάης και άρα κακός συνεργάτης. Οπότε δεν θέλησα, ούτε θέλω να υπογράψω άλλο ένα αδύναμο σενάριο. Καθείς εφ' ω ετάχθη, ή επί το λαϊκότερον, 'Άλλη είναι η δουλειά του ναύτη, κι άλλη του καντηλανάφτη'.
- Μια και είμαστε σε μουσικό portal, μίλησέ μου για τη σχέση σου με τη μουσική.
Η σχέση μου με τη μουσική είναι μακρά και παθιασμένη. Ξεκίνησε απ' την κοιλιά της μαμάς μου που μου έβαζε τον Μεγάλο Ερωτικό για να μην κλοτσάω, συνεχίστηκε πάλι με Χατζιδάκι στην παιδική ηλικία και την εφηβεία μου, ο οποίος με οδήγησε στον Σούμπερτ, που υπήρξε η αφετηρία της σχεδόν εικοσαετούς πλέον τριβής μου με την ευρέως εννοούμενη ως 'κλασσική' μουσική. Όχι φυσικά ότι απ' όλη αυτή την πορεία εξαιρούνται ξένες μπάντες ή τραγουδοποιοί - αλλά ακόμα κι εκεί λειτουργούσα με εμμονές: λ.χ. Κόουλ Πόρτερ, Cranberries, Ζακ Μπρελ κτλ. μέχρι τελικής πτώσης.
- Για να κλείσουμε, θα ήθελα να μου αποκαλύψεις το μυστικό για μια κολασμένη μπαβαρουάζ φράουλα, όπως τη θέλουμε και όπως μας αξίζει.
Το μυστικό είναι να μη σου βγαίνει ο κώλος οχτώ ώρες για το γαμογλυκό, και να πας σ' ένα ζαχαροπλαστείο, να πάρεις μία έτοιμη του κιλού, και να τη σκίσεις με κουτάλι της σούπας, αν όχι κουτάλα του σερβιρίσματος...
_____
("Ο άνθρωπος που έτρωγε πολλά" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Διαβάζεται μακριά από κατσαρίδες, αφού έχουμε ξεφορτωθεί κάθε είδους σαβούρα από το σπίτι, με συνοδεία αλκοόλ και σοκολάτας. Τόνων σοκολάτας).
Φωτογραφίες: Α. Σαμουηλίδης