Demetria

H εικόνα, η ιστορία, τα χρώματα από πίσω είναι μέρος της διαδικασίας της σύνθεσης

Μια two woman show συνέντευξη με αφορμή έναν one woman show δίσκο. Της Μαριάννας Βασιλείου

Να είσαι μόλις 22 χρονών, να έχεις κυκλοφορήσει ήδη τέσσερις δουλειές συνολικά, να γράφεις τη δική σου μουσική, να οπτικοποιείς τα τραγούδια σου, να έχεις καντάρια ταλέντου και πολύ μουσικό μέλλον μπροστά σου. Αρκετά επαρκείς λόγοι για μια συνέντευξη με τη Demetria, της οποίας το πρώτο προσωπικό άλμπουμ με τίτλο “Pillow Shifter” μόλις κυκλοφόρησε από την Puzzlemusik.

Πώς θα συστηνόσουν σε κάποιον-α που δεν έχει ιδέα ποια είναι η Demetria;

Νομίζω πως θα έλεγα κάτι του στυλ: Γεια, είμαι η Demetria, μου αρέσει να γράφω μουσική και να συνδυάζω άλλες τέχνες με αυτήν.

Δεδομένου ότι το αντικείμενο των σπουδών σου είναι η μουσική, θεωρείς ότι το θεωρητικό background είναι απαραίτητο για κάποιον μουσικό;

Οι θεωρητικές γνώσεις/η τεχνική στο εκάστοτε μουσικό όργανο είναι εργαλεία τα οποία. σιγά σιγά κατακτώντας τα, μπορείς να τα έχεις διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή όταν τα χρειαστείς μέσα στην δημιουργική διαδικασία. Στην διαδικασία αυτήν λοιπόν, προσωπικά έχω εντοπίσει δυο βασικούς πυλώνες, τα εργαλεία αυτά και την δημιουργικότητα/φαντασία. Θεωρώ πως αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα και βοηθούν σημαντικά το ένα το άλλο. Παρ’ όλα αυτά, το βασικότερο στοιχείο είναι οι ιδέες και το φαντασιακό μέρος του εγκεφάλου μας. Το κομμάτι των θεωρητικών γνώσεων και της τεχνικής είναι κάτι που το εξασκείς και αργά ή γρήγορα το βρίσκεις, ενώ το άλλο συνήθως είναι πολύ πιο δύσκολο να το αναπτύξεις. Όλα αυτά βέβαια αλλάζουν ανάλογα με τις τεχνικές απαιτήσεις που έχει και η κάθε ιδέα. Οπότε η απάντηση μου θα ήταν πως εξαρτάται.

Επί της ουσίας, εγώ φαντάζομαι την διαδικασία ως εξής: Μαζεύουμε εργαλεία, γνώσεις, τεχνικές και τα αποθηκεύουμε όλα μέσα στο mind palace μας. Όταν λοιπόν μπαίνουμε στην έκσταση της δημιουργικής διαδικασίας, αυτόματα μπορούμε να δανειστούμε ό, τι έχει να μας προσφέρει το mind palace μας (είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα), προκειμένου να αποτυπώσουμε τις ιδέες μας όσο πιο πιστά γίνεται. Με άλλα λόγια, τα μέσα να εξυπηρετούν την ιδέα χωρίς να χρειαστεί να την περιορίσουμε ή να την τροποποιήσουμε.

Ακόμα όμως και όταν δεν έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία και πειραματιζόμαστε με την ιδέα, μπορούν σαφώς και τότε να συμβούν μαγικά πράγματα που ενδεχομένως να μην τα σκεφτόμασταν καν αν δουλεύαμε διαφορετικά. Νιώθω ότι υπάρχουν άπειροι δρόμοι/τρόποι και πως απλά πρέπει ο/η καθένας/μία να βρει τον δικό του/της. Μέχρι στιγμής, εμένα μου αρέσει να δουλεύω συνδυαστικά.

Αν μπορούσες να στήσεις το φεστιβαλικό line up των ονείρων σου, ποιο θα ήταν αυτό; Δεν υπάρχει κανένας απολύτως χρονικός και χωρικός περιορισμός.

Σε ένα ιδανικό φεστιβαλικό line up θα καλούσα όλους τους μουσικούς/δημιουργούς που άλλαξαν την μουσική μου ζωή από πολύ παλιά μέχρι και σήμερα. Και φαντάζομαι πως θα πήγαινε κάπως έτσι:

Το πρώτο μουσικό κεφάλαιο θα περιλάμβανε Brad Mehldau solo πιάνο και μετά με την μπάντα Brian Blade, Christian McBride και Joshua Redman. Την πιανίστρια Hiromi με την μπάντα της. Μετά την Esperanza Spalding, τον Robert Glasper, τον Chick Corea και Avishai Cohen.

Στο δεύτερο μουσικό κεφάλαιο θα καλούσα τους Radiohead, Thom Yorke, τους Big Thief, την Fiona Apple, τους Hiatus Kaiyote, James Blake, τους Beatles, τους Queen, τους Red Hot Chili Peppers, τους Muse.

Και θα έκλεινα με το τρίτο κεφάλαιο με Λένα Πλάτωνος και Σαββίνα Γιαννάτου, Δανάη Στρατηγοπούλου και Αττίκ, Αρλέτα και Σωτηρία Μπέλλου.

Ποια διαφορά υπάρχει στη δημιουργική διαδικασία όταν γράφεις μουσική ως μέλος συγκροτήματος/ντουέτου και ως σόλο δημιουργός;

Μέσα στην δημιουργική διαδικασία ενός συγκροτήματος/ντουέτου, σταματάω να είμαι ένα άτομο ξέχωρο και αρχίζω να νιώθω όλη την ομάδα σαν έναν ενιαίο ζωντανό οργανισμό που τρέφεται και λειτουργεί από τα μέλη της. Γίνεται ένα παιχνίδι ανταλλαγής ιδεών και δημιουργίας. Όταν συνεργάζομαι με άτομα που έχουμε χημεία σε αυτό το κομμάτι, τότε δημιουργούνται υβρίδια μουσικών ιδεών που αποτελούνται από χαρακτηριστικά των διαφορετικών μουσικών προσωπικοτήτων της ομάδας. Αυτό κάνει την διαδικασία όμορφη.

Από την άλλη, όταν δουλεύω μόνη γνωρίζω πως έχω όλη την ελευθερία του κόσμου να πειραματιστώ με ό, τι μου κατέβει στο μυαλό, με τους σουρεάλ συνειρμούς μου, με πιο προσωπικά στοιχεία που θέλω να αποτυπώσω - και γενικότερα έχω το περιθώριο να χαθώ και λίγο μέσα στο κεφάλι μου και να περιεργαστώ αυτό που ακούω και «έξω-μουσικά». Είναι λίγο σαν να κάνω ψυχοθεραπεία μόνη μου. Εκείνη την στιγμή βυθίζεσαι σε μια δημιουργική έκσταση μέσα στην οποία ανακαλύπτεις πράγματα για εσένα, ως μουσικό ον αλλά και ως άνθρωπο.

Και τα δύο σενάρια θεωρώ πως είναι εξίσου γοητευτικά και σίγουρα το ένα βοηθάει το άλλο, κατά πολύ. Ιδανικά στην ζωή μου, θέλω να υπάρχω μέσα και στις δύο αυτές δημιουργικές συνθήκες.

Υπάρχει κάτι διαφορετικό στον τρόπο που δημιουργείς και ερμηνεύεις ελληνόφωνα κομμάτια όπως το «Ο μαύρος σου χορός» σε σχέση με τα αγγλόφωνα τραγούδια σου;

Συνήθως ανάλογα με την γλώσσα που χρησιμοποιείς έχεις στο μυαλό σου και διαφορετικές μουσικές αναφορές, αλλά μπορεί και όχι. Για μένα ισχύουν και τα δύο. Σε κάποια ελληνικά κομμάτια σίγουρα σκέφτομαι με διαφορετικό τρόπο, καθώς η αισθητική είναι πολύ διαφορετική από τα αγγλόφωνα μου. Έχει να κάνει ίσως με τις αναφορές που έχω, είτε από μνήμες, από αισθήσεις, μουσικές αναφορές, συγκεκριμένες καλλιτεχνικές αισθητικές και, επειδή όταν γράφω χρησιμοποιώ πολύ τα χρώματα, θα πω και τα χρώματα. Έχω γράψει όμως και ελληνικά κομμάτια μου, όπου η διαδικασία σκέψης δεν είχε και τρομερές διαφορές από κάποια αγγλόφωνα. Αυτό μάλλον οφείλεται στην δημιουργία υβριδίων από μουσικά στοιχεία διαφόρων ειδών, χωρίς να υπάρχει συνειδητή σκέψη στο ταίριασμα αυτών. Ταυτίζομαι και με τα δύο σενάρια.

Εξερευνώντας το κανάλι σου στο youtube, διαπιστώνω ότι επιδιώκεις η μουσική σου να έχει και μια οπτική διάσταση, ένα artwork αν θες. Εντάσσεται αυτό σε μια γενικότερη καλλιτεχνική ταυτότητα σου ή είναι μια παράλληλη δραστηριότητα, συμπληρωματική της μουσικής σου;

Είναι και τα δύο. Το κομμάτι της ζωγραφικής και του βίντεο μπορεί να σταθεί στην ζωή μου αυτόνομα, αλλά επιλέγω να το συνδυάζω αρκετά και με την μουσική. Στην μουσική για μένα είναι απείρως σημαντική η εικόνα, η ιστορία, τα χρώματα από πίσω και είναι μέρος της διαδικασίας της σύνθεσης, είτε συνειδητά είτε όχι. Δεν έχει σημασία εάν θα δημοσιευτεί ένα music video που φαντάζομαι στο μυαλό μου την ώρα που γράφω ή αν θα χρησιμοποιήσω την συγκεκριμένη εικόνα που έχω στο μυαλό μου για ένα κομμάτι. Πολλές φορές αυτό παραμένει μεταξύ εμού και της εαυτής μου. Είναι κάτι το οποίο πρώτα εξυπηρετεί την μουσική μου και, αργότερα ίσως, αν προκύψει και κάποιο music video ή  artwork μέσα από αυτό, είναι σίγουρα ευπρόσδεκτο.

Από κει και πέρα, η ζωγραφική/το βίντεο/ οι κατασκευές υπάρχουν στην ζωή μου από πολύ παλιά και είναι από τα αγαπημένα μου χόμπι. Είναι ένα μεγάλο μέρος μου που υπάρχει και εξασκείται και πέραν της μουσικής, αλλά και για αυτήν.

Το “Pillow Shifter” είναι ένα εντελώς one woman show - τραγουδάς, παίζεις όλα τα όργανα, μιξάρεις, κάνεις ηχοληψία. Τι σε οδήγησε να πάρεις όλο το άλμπουμ ουσιαστικά πάνω σου; Ήταν δημιουργική απόφαση ή οι συνθήκες σε οδήγησαν στην επιλογή αυτή;

Το κόνσεπτ one woman show είναι κάτι που κάνω γενικά. Επειδή πολύ απλά μου αρέσει και με εκφράζει. Με γοητεύει η διαδικασία αυτή επειδή ακριβώς βάζω στο μυαλό μου ένα πρότζεκτ με ένα πολύ προσωπικό κόνσεπτ και καλούμαι να το υλοποιήσω απ’ την αρχή μέχρι το τέλος με τα δικά μου εργαλεία και γνώσεις. Αρχικά, μέσα από αυτή την διαδικασία έχω μάθει ό, τι ξέρω σήμερα από μουσική παραγωγή, ηχοληψία και μίξη μέχρι και μοντάζ και digital art. Αυτό έγινε γιατί στην πορεία μου δημιουργούνται ερωτήματα τεχνικά και μουσικά, προβληματισμοί και περιέργειες που αν δεν τις λύσω, τότε δεν θα προχωρήσει το πρότζεκτ. Επομένως, σίγουρα μαθαίνω κιόλας από αυτό. 

Αν κάποια μη-μουσική συνθήκη με οδήγησε σε αυτό, ίσως να ήταν το γεγονός ότι όταν πρωτοξεκίνησα να ψιλο-ηχογραφώ ιδεούλες και να παίζω με κομματάκια μου (αρχές γυμνασίου) ήμουν ένα παιδί φοβερά ντροπαλό, ειδικά με την δική μου μουσική. Εφόσον λοιπόν, το να ζητήσω τότε από οποιονδήποτε να με βοηθήσει να ηχογραφήσουμε ή να γράψουμε μουσική φάνταζε άπιαστο κοινωνικό επίτευγμα, τότε το να κλείνομαι sτο δωμάτιο μου και να βρίσκω τρόπο να τα κάνω όλα μόνη μου ήταν μονόδρομος. Με τον καιρό εννοείται πως αυτό άλλαξε και συνέχισα να το κάνω επειδή το αγαπώ και διότι μέσα από τα προηγούμενα χρόνια είχα δεθεί και συναισθηματικά με την διαδικασία.

Πόσο εύκολο είναι να αποστασιοποιηθείς από τη μουσική που έχεις ήδη δημιουργήσει για να κάνεις όλες τις αναγκαίες ενέργειες της παραγωγής;

Σίγουρα το κομμάτι της παραγωγής πλέον για μένα παίζει πολύ μεγάλο καλλιτεχνικό ρόλο στην ίδια την σύνθεση. Πολλές φορές μου έχει λειτουργήσει την ώρα που ηχογραφώ ή μιξάρω κάτι να αυτοσχεδιάζω με τεχνικά μέσα των προγραμμάτων μουσικής παραγωγής και να καταλήγω σε μουσικές ιδέες που δεν θα σκεφτόμουν αλλιώς. Επομένως, τουλάχιστον σε αρχικό στάδιο, δεν διαχωρίζω τις διαδικασίες διότι δεν μου χρειάζεται.

Παρόλα αυτά, στο τελικό στάδιο όπου έχω τελειώσει το κομμάτι, τότε ναι, έρχεται η ώρα που πρέπει να κάνω την ακρόαση σαν να είμαι ένα τρίτο άτομο που ακούει το έργο για πρώτη φορά. Σίγουρα είναι δύσκολο, πόσο μάλλον όταν δουλεύεις πάνω σε ένα κομμάτι δώδεκα ώρες σερί επί πόσες μέρες. Συνήθως το κάνω σταδιακά για με βοηθήσω. Αρχικά, παίρνω τον χρόνο μου και μετά ακούω το κομμάτι προσπαθώντας να εντοπίσω τεχνικά μουσικά λάθη. Μετά, παίρνω κι άλλο χρόνο και ακούω για τυχόν τεχνικά λάθη στην παραγωγή/ μίξη. Και στο τέλος, αφήνω το κομμάτι για τουλάχιστον ένα εικοσιτετράωρο προκειμένου να ακούσω λεπτομέρειες ή πράγματα που ενδεχομένως να με ενοχλούν αισθητικά στο σύνολο του έργου ή στην δομή και τις δυναμικές.

Εν ολίγοις, στην δική μου προσωπική διαδικασία αποστασιοποίησης, η λέξη κλειδί είναι ο χρόνος και ό, τι συμβαίνει μέσα σε αυτόν. Είτε το που βρίσκομαι, είτε το τι ακούω ενδιάμεσα, το πως νιώθω και άλλοι διάφοροι παράγοντες.

Διαβάζοντας την ιστορία του “Pillow Shifter” στο QR link που υπάρχει μέσα στο άλμπουμ, κράτησα τη φράση «ο Pillow Shifter δεν είναι ανίκητος. Ένα μεγάλο μέρος του είμαστε εμείς». Αν έτσι όμως τον πολεμήσεις και τον νικήσεις, δεν θα έχεις καταστρέψει ένα κομμάτι του εαυτού σου; Και τι συνέπειες θα έχει αυτό;

Στο μυαλό μου, αν καταφέρω να νικήσω τον Pillow Shifter, δεν σημαίνει απαραίτητα πως τον έχω σκοτώσει. Πιο πολύ το ταυτίζω με το να αποκτώ πλήρη έλεγχο απέναντι στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το υποσυνείδητο μου. Το υποσυνείδητο είναι αυτό που τροφοδοτεί την Ονειροχώρα και εμείς είμαστε αυτοί που χανόμαστε μέσα της. Το κακό αυτό πνεύμα είναι αναπόσπαστο κομμάτι μας, όπως όλοι/ες μέσα μας κρύβουμε έναν κακό εαυτό, μια σκοτεινή πλευρά. Ο Pillow Shifter συμβολίζει την ικανότητα μας να αντισταθούμε σε αυτήν την πλευρά και όσο τον πολεμάμε, τόσο ελέγχουμε το ποιοι είμαστε ή θέλουμε να είμαστε. Δεν μπορούμε, παρόλα αυτά να εξαφανίσουμε αυτήν την πλευρά, αλλά να αποκτήσουμε με τον καιρό όλο και περισσότερη δύναμη απέναντι της.

Ίσως αυτό το κυνήγι μεταξύ του καλού και του κακού, μεταξύ του χάνω και κερδίζω τον έλεγχο, του αφήνομαι στο υποσυνείδητο μου και ό, τι συμβεί και του μένω ξύπνια όλο το βράδυ για να μην χρειαστεί να το αντιμετωπίσω, να είναι το διασκεδαστικότερο μέρος της διαδικασίας και αυτό που μου κεντρίζει εν τέλει το ενδιαφέρον.

Κάπου έχεις δηλώσει ότι το «Baku Is Dead» είναι απόρροια μιας υπνικής παράλυσης, ενός πολύ τρομακτικού φαινομένου ούτως ή άλλως. Μου κάνει πολύ θετική εντύπωση ότι εσύ το προσεγγίζεις με ένα πιο ζωντανό τρόπο, με πιο uplifting μουσική, σε αντίθεση με καλλιτέχνες που όταν ασχολούνται με το ίδιο θέμα σου βγάζουν κάτι αποπνικτικό, όπως η Chelsea Wolfe. Πώς δημιουργήθηκε αυτό το κομμάτι;

Το φαινόμενο της υπνικής παράλυσης είναι όντως εξαιρετικά τρομαχτικό, ιδιαίτερα την πρώτη φορά που το παθαίνει κανείς, καθώς συνήθως δεν έχεις ιδέα για το τι σου συμβαίνει. Το κομμάτι «Baku is dead» αναφέρεται κυρίως στην πρώτη φορά που ήρθα αντιμέτωπη με την υπνική παράλυση. Τα λεγόμενα illusions που χαρακτηρίζουν το sleep paralysis τις περισσότερες φορές είναι οπτικά, παρ’ όλα αυτά σε μένα οι παραισθήσεις ήταν ακουστικές. Η εμπειρία, όπως και το κομμάτι ξεκινούν με ένα σύνολο ψιθύρων που περιφέρονται στον χώρο χωρίς να μπορείς να κουνηθείς ή να δεις τίποτα. Στην ιστορία της Ονειροχώρας και του Pillow Shifter, όπως αναφέρω, την ώρα που κοιμόμαστε και περιφερόμαστε μέσα στην χώρα των Ονείρων και των Εφιαλτών, καλούμαστε να προστατέψουμε την ψυχή μας από το κακό αυτό πνεύμα είτε από άλλα πονηρά πλάσματα, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να παγιδευτούμε για πάντα εκεί πέρα και το σώμα μας να μετατραπεί σε πύλη μεταξύ της Ονειροχώρας και της Πραγματικότητας, όπου κάθε σατανικό πλάσμα θα μπορεί να μεταφερθεί στην πραγματικότητα. Το φαινόμενο της Υπνικής Παράλυσης είναι το στάδιο της τελικής μάχης πριν χάσεις την ψυχή σου ή όχι. Είναι το πιο έντονο στάδιο πριν τον υπνικό «θάνατο» και της ολοκληρωτικής ήττας απέναντι στον Pillow Shifter. Το στάδιο που είμαστε και ξύπνιοι και κοιμισμένοι, επειδή ακριβώς βρισκόμαστε στα σύνορα των δύο αυτών κόσμων και παλεύουμε να ξυπνήσουμε στον Πραγματικό. Όλο αυτό το μέρος της ιστορίας, αφηγείται το “Baku is dead”, και σίγουρα μουσικά αυτό το ταξίδι περιλαμβάνει πολλές διακυμάνσεις συναισθημάτων που δεν θα μπορούσα να περιγράψω με ένα μόνο μουσικό vibe. Προσπάθησα στο “Baku” να δώσω ένα χαρακτήρα που να εκφράζει αυτές τις διαφορετικές διακυμάνσεις, ίσως πιο παραμυθένιες και λιγότερο «τρομαχτικές», θα έλεγε κανείς. Όμως πολλά σημεία του κομματιού, συμβολικά και σε σχέση με την ιστορία, κρύβουν τρομαχτικές λεπτομέρειες χωρίς απαραίτητα να είναι αυτό που έχουμε γενικά στα αυτιά μας ως «μουσική θρίλερ», αλλά είναι περισσότερο αφιερωμένο στην δική μου προσωπική εμπειρία και είναι επηρεασμένο από τον δικό μου χάρτη αναφορών.

Tο φιλμάκι του «Cinderella/Sunshine» θυμίζει το σουρεαλιστικό κόσμο του Twin Peaks μέσα στην απλότητά του - μπορείς να μου πεις λίγα λόγια για την ιδέα πίσω από αυτό και για την υλοποίησή της;

Το Twin Peaks είναι μια σειρά που ακόμα δεν έχω δει αλλά θέλω να δω οπωσδήποτε. Έχω ακούσει πολλά για αυτήν από φίλους και γνωστούς και η αλήθεια είναι πως το music video είχε πολλές αναφορές από εκεί, με κύρια και βασική το Red Room από το Twin Peaks. Είχαμε διάφορες τέτοιες αναφορές στα moodboards μας είτε για το κομμάτι των χρωμάτων, ή των σκηνικών, του ενδυματολογικού ή του make up. Θέλαμε να είναι απλό και να εξυπηρετεί την ιστορία πιστά αλλά όχι κυριολεκτικά. Η ιδέα ξεκίνησε όπως όλες οι ιδέες, πίνοντας κρασί παρέα με την φίλη μου που εν τέλει το σκηνοθέτησε. Της είπα το στόρι, της άρεσε και κάναμε ένα πρώτο brainstorming. Αρχίσαμε λοιπόν να χτίζουμε την ομάδα που δούλεψε πίσω από το βίντεο, γράψαμε το σενάριο και όλα τα συναφή και βάλαμε μπρος την διαδικασία. Πραγματικά έχω να ομολογήσω πως ήταν όλα τα παιδιά ένα και ένα, τους είχα τυφλή εμπιστοσύνη σε όλα τα επίπεδα που είναι αρκετά δύσκολο σε ένα τόσο προσωπικό πρότζεκτ. Χωρίς την ομάδα αυτή δεν θα γινόταν πότε η ιδέα πράξη, κερδίσαμε όλα ωραίες εμπειρίες και πραγματικά ελπίζω να το απόλαυσαν όσο το απόλαυσα και εγώ.

Το σενάριο βασίστηκε στην ιστορία πίσω από το άλμπουμ, πλάσματα της Ονειροχώρας, έναν εφιάλτη στον οποίο παγιδεύτηκε η Ονειροταξιδιώτρια και μια κατάρα που οι πρωταγωνιστές κλήθηκαν να λύσουν. Ευχαριστώ ένα-ένα τα παιδιά που πίστεψαν σε αυτό και έβαλαν όλη τους την αγάπη και την όρεξη στο να υλοποιηθεί. 

Ποιά είναι τα πλάνα σου μετά την κυκλοφορία του δίσκου- βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα;

Σίγουρα θα αρχίσω να υλοποιώ καινούργιες ιδέες, καινούργιες συνεργασίες, ίσως να αρχίσω να ετοιμάζω και live εμφανίσεις. Και κάτι το οποίο ετοιμάζω, χωρίς να ξέρω ακόμα τι θα κάνω με αυτό, είναι η συγγραφή ολόκληρης της ιστορίας πίσω από το άλμπουμ σε μορφή ενός σύγχρονου παραμυθιού, καθώς τα κείμενα στο QR code του CD είναι ένα πολύ-πολύ μικρό μέρος της πραγματικής ιστορίας.

Φωτογραφίες / StylingVinylios

Makeup artist: Γεωργία Πλαστάρα

Ρούχα: Muses Corfu