Inter-net-view με τον Δημήτρη Καρακατσάνη
Είναι ο σκηνοθέτης της ταινίας Small Gods [Μικροί θεοί, Βέλγιο 2007, 86'] που προβλήθηκε στο πρόσφατο 48ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το e-mail μου τον πέτυχε στα γυρίσματα ενός διαφημιστικού, ασχολία που του προσφέρει τα προς το ζην. Ο αδερφός του, Νικόλας Καρακατσάνης, επιμελήθηκε την έξοχη φλαμανδική φωτογραφία της ταινίας και η σύζυγος Stefi Peeters κράτησε το βασικό ρόλο [της Έλενα] με άνεση και υποδόρια χάρη. Πρόκειται για μια υπόθεση καθαρά οικογενειακή, που κάποτε ήταν παράδοση και στην Ελλάδα.
Ο Δημήτρης έγινε γνωστός από τη σπουδαστική του μικρού μήκους Le Guide [2001], μια σουρεαλιστική ταινία που όργωσε πολλά διεθνή φεστιβάλ. Ανάλογη τύχη περιμένει και την νέα τους, εξαίσια, δουλειά.
MiC: Ποιοι ούριοι άνεμοι σας έφεραν στο Βέλγιο; Εκεί γεννηθήκατε; Μιλήστε μου για την οδύσσειά σας.
Δημήτρης: Ο πατέρας μας είναι βέρος έλληνας που παντρεύτηκε μια βελγίδα (τη μαμά μας). Έμειναν στο Βέλγιο κι έτσι γεννηθήκαμε εκεί. Το άσχημο είναι ότι δε μιλάμε καθόλου ελληνικά! Έχουμε μια θεία και κάτι ξαδέρφια στην Αθήνα αλλά δε βλεπόμαστε σχεδόν ποτέ. Από καιρού εις καιρόν έχω έρθει στην Ελλάδα για να γυρίσω κάποια διαφημιστικά, αλλά ο Νικόλας δεν έχει έρθει ποτέ.
MiC: Έχετε, μήπως, κάποιους δεσμούς με τη Θεσσαλονίκη; Τη γνωρίζετε ως πόλη; Έχετε έρθει ξανά εδώ;
Δημήτρης: Όχι ποτέ, αλλά μου άρεσε πολύ η πόλη αυτή και θα 'θελα να την κινηματογραφήσω στο άμεσο μέλλον! Ενθουσιάστηκα με τη βαλκανική της ατμόσφαιρα, μοιάζει κάπως με το νότο αλλά είναι πολύ πιο τραχιά και μ' αρέσει αυτός ο συνδυασμός.
MiC: Οι "Μικροί θεοί" σας με ταρακούνησαν για τα καλά. Έχουν κάτι συναρπαστικό που ισορροπεί έξοχα ανάμεσα στους αδερφούς Κοέν [μυστήριο, αγωνία, νουάρ] και τους αδερφούς Νταρντέν [κάμερα στο χέρι, ψυχοπαθολογία και παραισθήσεις]. Μιλήστε μου για τις επιρροές σας. Malick; Beat Takeshi; Tarkovsky; Eisenstein; Κόμικς;
Δημήτρης: Χαίρομαι που σου άρεσε η ταινία μας. Δίχασε πολύ το κοινό, ξέρεις! Ή σ' αρέσει ή όχι, δεν υπάρχουν ενδιάμεσες καταστάσεις. Οι αναφορές μου είναι μεγάλης και ευρείας κλίμακας. Είμαι πολύ κινηματογραφόφιλος. Όλα άρχισαν όταν είδα τον "Ένοικο" του Πολάνσκι. Κατάλαβα τότε πόσο δημιουργική μπορεί να είναι μια ταινία. Μετά ανακάλυψα τους Παζολίνι, Μάλικ, Σοκούροφ, Ταρκόφσκι, Κιτάνο, Πέκινπα, Κιούμπρικ, Μπρεσόν, Μελβίλ... κι άλλους πολλούς ακόμη. Νομίζω πως όλοι μ' έχουν επηρεάσει κατά πολύ. Προσπαθώ να δώσω το δικό μου στίγμα αλλά χρειάζεται χρόνος για να βρω ένα δικό μου δρόμο.
MiC: Τι πυροδότησε την ιδέα για το σενάριο και τη δημιουργία της ταινίας;
Δημήτρης: Ήθελα πολύ να κάνω μια ταινία. Από τη σχολή ακόμη κατάλαβα πως κανείς δε θα μου έδινε το σενάριό του ή λεφτά για να γράψω ένα δικό μου. Έτσι ο αδερφός Νικόλας (ο διευθυντής φωτογραφίας) κι εγώ αποφασίσαμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας. Το σενάριο το έγραψα υπό την επήρεια του βιβλίου "Πώς έκανα 1.000 ταινίες..." του Ρότζερ Κόρμαν, που με παρακίνησε να κάνω κι εγώ μία, έτσι απ' το τίποτα!
Στην αρχή το πηγαίναμε για ταινία τρόμου, αλλά μετά από δέκα λεπτά γύρισμα τα λεφτά μας τελείωσαν. Όταν είδα τα οικονομικά ζόρια άρχισα να συνειδητοποιώ πως οι εικόνες μου έλεγαν άλλα πράγματα, για ένα φιλμ πιο ποιητικό και πιο τραγικό. Έτσι το ξανάγραψα το σενάριο και περιμέναμε μέχρι να εγκριθεί ένα δεύτερο δάνειο ώστε να τελειώσουμε αυτό που είχαμε αρχίσει αλλιώς. Το συνεργείο δούλεψε χωρίς αμοιβή για δυο εβδομάδες και το χειμώνα του 2006 οι "Μικροί θεοί" είχαν πια γεννηθεί. Ξεκινήσαμε να τη δουλεύουμε από το 2004 και η ταινία θα βγει στις βελγικές αίθουσες τον Ιανουάριο του 2008. Χρειάστηκε καρτερία και υπομονή για να τελειώσει, αλλά τελικά τα καταφέραμε. Σίγουρα δε θα υπήρχε τίποτε χωρίς τον αδερφό μου και δίχως τη μεγάλη πίστη των ηθοποιών και των τεχνικών.
MiC: Μίλησε μου για κείνη την έξοχη παραβολή του μποξέρ και της ευχής του εναγκαλισμού.
Δημήτρης: Ήθελα ένα χαρακτήρα που να μεταμορφώνεται ΜΕ ΤΡΟΠΟ ΘΑΥΜΑΣΤΟ, που να συνταράσσεται από καλοσύνη και πάθος. Ήθελα κάτι απλό και ισχυρό, χωρίς ειδικά οπτικά εφέ και κόλπα. Ο γερο-πυγμάχος θα μπορούσε να είναι κάποιος θεός, όπως ίσως ο Ντέιβιντ [τον υποδύεται ο Titus de Voogdt] αντιλαμβάνεται την ουσία και την έννοια του θεού. Και δε με νοιάζει σταλιά αν αυτή ακριβώς η σκηνή δίχασε το κοινό, είτε πιστεύει σ' αυτά είτε όχι. Σημασία έχει να τη νοιώσεις (όχι να την καταλάβεις) ή να μην τη νοιώσεις.
MiC: Είχες ακουστά το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης;
Δημήτρης: Ναι, αμέ. Μια φίλη μου [η Fien Troch] είχε κερδίσει το 2005 (νομίζω τρία βραβεία) με την ταινία "Someone else's happiness" [Een Ander Zijn Geluk/ Η ευτυχία ενός άλλου].
MiC: Πώς ήταν η σύντομη επίσκεψή σας στη Θεσσαλονίκη; Απολαύσατε τη φιλοξενία της;
Δημήτρης: Για να 'μαι ειλικρινής όχι. Θέλω όμως να 'ρθω να κάνω γυρίσματα και να τη χαρώ και την πόλη και κυρίως τη φιλοξενία.
MiC: Πώς εξηγείτε το γεγονός της εκτός συναγωνισμού συμμετοχής τής ταινίας σας στο 48ο ΦΚΘ; Υπήρξε κάποιο εμπόδιο ή παράληψη ώστε να βρεθείτε [όπως δικαιούστε] στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα;
Δημήτρης: Δεν κατάλαβα καν γιατί υπήρχαν αυτές οι τρεις ταινίες εκτός συναγωνισμού (οι άλλες δυο είναι το "Πάτερ ημών" [Padre nuestro] του κοσμοπολίτη Christopher Zalla και ο "Βόμβος" [Noise] του αυστραλού Matthew Saville). Πιστεύω πως δεν τους άρεσε διόλου αλλά θεώρησαν πρέπον να τη συμπεριλάβουν στο πρόγραμμα επειδή προβλήθηκε στη Βενετία [στην εβδομάδα κριτικής] και επειδή είμαι έλληνας (έτσι νόμισαν). Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια άλλη εξήγηση. [Ούτε και του δόθηκε φυσικά κάποια, όπως αντιλαμβάνεστε].
MiC: Καταφέρατε να βρείτε κάποιο διανομέα για την ταινία σας στην Ελλάδα;
Δημήτρης: Θα 'ταν μάλλον αυτοκτονία για οποιονδήποτε ξένο διανομέα. Ή κάνεις "τοπικά προϊόντα" ή κάνεις "ταινίες τέχνης" που μιλάνε αγγλικά, γαλλικά ή γερμανικά. Ακόμη κι αν είσαι κάποιος μεγάλος δανός σκηνοθέτης, μπορείς να έχεις τα ίδια προβλήματα.
MiC: Υπάρχει πλάνο να επισκεφθείτε κι άλλα φεστιβάλ με την ταινία σας;
Δημήτρης: Μετά από δω πάμε σε Μπρατισλάβα, Ταλίν, Ρότερνταμ, Γκέτεμποργκ, Άνονάι, Λέτσε, Μπριζμπέιν, κι ένα φεστιβάλ στην Πολωνία. Οι "Μικροί θεοί" είναι μια κατεξοχήν φεστιβαλική ταινία, είναι παράξενη και ταιριάζει στο φεστιβαλικό κλίμα, αλλά είναι μάλλον δύσκολο να ενθουσιάσει έναν ευρύ σινεφίλ κοινό.
MiC: Η εταιρεία παραγωγής σας λέγεται Potemkino [λογοπαίγνιο με το θωρηκτό του Άιζενστάιν]. Συνεργάζεστε επίσης με την Kanibal Films και την CCCP. Πολύ ευφάνταστα και υποσχόμενα ονόματα διαλέξατε, οφείλω να ομολογήσω. Ποια είναι η κινηματογραφική σας φιλοσοφία;
Δημήτρης: Η εταιρεία παραγωγής μου λέγεται Kanibalfilms. Η Potemkino πίστεψε σε μας και δούλεψε μαζί μας τζάμπα για δυο χρόνια. Η cccp μας έδωσε τη δυνατότητα να τυπώσουμε κόπιες για τα φεστιβάλ. Η φιλοσοφία μας είναι να κάνουμε σπουδαίες αντισυμβατικές ταινίες σε μια χώρα (Φλάνδρα) που δεν έχει καν κινηματογραφική κουλτούρα. Είμαστε εδώ για να αλλάξουμε το μικρόκοσμό μας με ταινίες που οι ντόπιοι κριτικοί χαίρονται να μισούν. Είμαστε εδώ για να τους γίνουμε ενοχλητικοί και να φέρουμε το φως στους τυφλούς. Φυσικά αστειεύομαι. Προσπαθούμε όμως πάντα για το καλύτερο, να δουλεύουμε επαγγελματικά με ανύπαρκτους προϋπολογισμούς, να φτιάχνουμε κάτι που να αφήνει ίχνη και ίσως να αλλάξουμε λίγο τα πράγματα στην τοπική μας ιστορία.
MiC: Η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ δήλωσε "έπρεπε να κοιμηθώ με τον σκηνοθέτη" για να πάρει το ρόλο στο Fargo των αφών Κοέν. Συνέβη κάτι ανάλογο με την πρωταγωνίστριά σου, Στέφι Πέετερς;
Δημήτρης: Είναι γυναίκα μου και, ναι λοιπόν, κοιμηθήκαμε πριν, μετά και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων - δεν το αρνιέμαι. Ήταν η πρώτη της εμπειρία στο ρόλο αυτό και πιστεύω πως τα πήγε θαυμάσια.
MiC: Η μουσική των Aldo Struyf και Marc Lanegan είναι πολύ αυθεντική και υποδαυλίζει τις εικόνες. Τι ακριβώς έκανε ο καθένας τους; Πώς συναντηθήκατε και τους πρότεινες την επένδυση; Υπάρχει πιθανότητα να κυκλοφορήσει σε σιντί;
Δημήτρης: Κάποιο σχέδιο υπάρχει για cd, αλλά ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί. Ο Aldo είναι σπουδαίος μουσικός κι έκανε φανταστική δουλεία χωρίς καν να δει έστω κάποια πλάνα. Του περιέγραψα αυτό που ήθελα κι αυτός μου ετοίμασε κάποιο υλικό και μου το έδωσε όταν έκανα μοντάζ. Ταίριαξε γάντι. Ο Marc Lanegan δούλεψε μαζί του κι έτσι τον γνώρισα κι αυτόν και αγάπησα τη δουλειά τους. Πηγαίνουν αυτόν το σκοτεινό και μυστήριο κόσμο ακόμη παραπέρα, του δίνουν πνευματικότητα και τρέλα.
MiC: Τι μουσική ακούς συνήθως; Ποια είναι τ' αγαπημένα σου;
Δημήτρης: Δεν είμαι ιδιαίτερα μουσικόφιλος. Μ' αρέσουν διάφορα και διαφορετικά πράγματα που ακούω στο ραδιόφωνο ή στο iPod της Στέφι. Πιο πολύ με εξιτάρουν οι εικόνες, η μουσική έρχεται δεύτερη.
MiC: Κάτω απ' το δέρμα της ταινίας, βλέπουμε μια άλλη τοπική κοινωνία. Καθόλου ήπια μα πολύ δυναμική και απείθαρχη. Καθόλου ήσυχη μα ευέξαπτη και εκρηκτική. Καθόλου παθητική και ήρεμη, αλλά πολύ ταραγμένη κι ανυπόταχτη. Ποια είναι η απόσταση ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία; Ανάμεσα στις γυμνές αλήθειες και τις ψευδαισθήσεις;
Δημήτρης: Πιστεύω πως δεν υπάρχει μια αλήθεια. Η αλήθεια είναι αυστηρά προσωπική, εξαρτάται από τη ζωή που κάνεις ή τα όσα έχεις ζήσει. Η συναισθηματική μας πλευρά και τα ένστικτά μας φτιάχνουν αυτό που είμαστε και όσα κάνουμε κατόπιν. Μπορεί για τον έξω κόσμο να είσαι ένας επιστήμονας, αλλά παραμέσα ένας φονιάς, ένα χαμένο κορμί, κάποιος που δέρνει τη γυναίκα του... Ο φαντασιακός κόσμος σου μπορεί να είναι για σένα πιο πραγματικός, να είναι τα ίδια "τα γεγονότα".
Θέλω να συνεχίσω να δουλεύω πάνω σ' αυτήν την ιδέα διότι αν συλλογιστείς τα όσα έκανες ή σκέφτηκες σήμερα ή χθες, θα συνειδητοποιήσεις πως όλα έχουν χαθεί. Τα μόνα που μένουν είναι ένας τηλεφωνικός λογαριασμός, ο λογαριασμός ενός εστιατορίου, μια κλήση για υπερβολική ταχύτητα, μα ίσως τίποτε απ' αυτά που πραγματικά σου συνέβησαν... Είναι μια πραγματικότητα που μοιάζει φανταστική... Όταν αναρωτιέσαι "ποιος είμαι" θέτεις ένα αναπάντητο ερώτημα και παρόλ' αυτά εξακολουθείς να υπάρχεις, έτσι δεν είναι;
MiC: Κάποια σχέδια για μια καινούργια ταινία; Με υπόθεση ή ντοκιμαντέρ; Κάτι άλλο; Θέατρο;
Δημήτρης: Ναι, σχεδιάζω ένα φιλμ νουάρ και θέλω να γυριστεί εν μέρει στη Θεσσαλονίκη. Μισώ το θέατρο και το βρίσκω βαρετό (τουλάχιστον όσο έχω δει εδώ στα μέρη μας).
MiC: Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σου. Κι ελπίζω να συναντηθούμε στην Θεσσαλονίκη στα γυρίσματα.
Δημήτρης: Πάντα καλοδεχούμενος.