Τη μουσική πρέπει να την... ακούς
Πριν από λίγα χρόνια είχα την εξής ιδέα: να κάνω μια σειρά από συνεντεύξεις με ενδιαφέροντες ανθρώπους - όπου oι εν λόγω ενδιαφέροντες άνθρωποι να μην είναι αναγκαστικά από τον ευρύτερο καλλιτεχνικό χώρο. Το ότι, για παράδειγμα, κάποιος έχει βγάλει ένα δίσκο ή έχει συμμετάσχει σε κάποια ταινία δε συνεπάγεται αυτόματα ότι μια συνομιλία μαζί του/της θα έχει αναγκαστικά να δώσει περισσότερα πράγματα από μια κουβέντα με τον ψιλικατζή της γειτονιάς ή την κοπέλα που δουλεύει στο γκισέ της τράπεζας. Για κάποιους λόγους η ιδέα δεν προχώρησε, αλλά επανέρχεται πάντα στο μυαλό μου όταν τυχαίνει να συναντήσω κάποιον ή κάποια με ισχυρή προσωπικότητα που μού δίνει την εντύπωση ότι θα είχε κάτι να πει, ακόμα και σε όσους επισκέπτονται το MiC αποκλειστικά και μόνο για να διαβάσουν για μουσική. Τον Eno Pareita τον γνώρισα αρχικά ως dj, και αμέσως σκέφτηκα ότι αν είχα υλοποιήσει εκείνες τις συνεντεύξεις θα ήθελα να είναι ο επόμενος συμμετέχων. Το ότι ο Pareita είναι πρώτα από όλα μουσικός υπήρξε μια ευτυχής σύμπτωση, καθώς μού δίνει την ευκαιρία και τη "νομιμοποίηση" να τον παρουσιάσω από ένα μουσικό, κατά βάση, site.
Προς το παρόν, το μοναδικό δείγμα γραφής του Eno Pareita (διαβάζεται "ένο παρέιτα") διαθέσιμο στα δισκάδικα είναι το κομμάτι "That Day" από την τριπλή συλλογή "Hellectronic 01" που κυκλοφόρησε πέρυσι από την ετικέτα Sound Of Everything. Όξινο και περιγραφικό, το "That Day" είναι ένα άριστο δείγμα αργόμπιτης house που δεν προορίζεται για χορευτικές πίστες, αλλά περισσότερο για ταξίδια του μυαλού. Λειτουργεί παραπλήσια με τη μουσική των The Orb, των Magnetophone και των Boards Of Canada, ενώ θα μπορούσε να βρίσκεται σε περίοπτη θέση μέσα σε εκείνο το θαυμάσιο ντεμπούτο των Soul Family Sensation του 1991 -εκ των προπομπών της σύγχρονης electronica- που έφερε αυθάδικα τον τίτλο "New Wave". Το πρώτο ολοκληρωμένο album του Pareita αναμένεται στις αρχές του φετινού καλοκαιριού, και θα κινείται κι αυτό στους ίδιους ηλεκτρονικούς δρόμους. Όντας παράλληλα καθηγητής μουσικής, και εκτεθειμένος σε ένα μεγάλο εύρος ακουσμάτων (π.χ. στη δισκοθήκη του θα βρει κανείς τα albums των Tindersticks αλλά και των Tool), και έχοντας θητεύσει σε ένα "κλασικό" ανεξάρτητο rock σχήμα που έδρασε στα τέλη των nineties με το όνομα Νηφάλια (γνωστό και ως Νηφάλια Εξέγερση), είναι εύλογη η απορία πώς και επέλεξε τελικά την ηλεκτρονική μουσική ως οδό έκφρασης.
Ο ίδιος εξηγεί: "Αρκετά παλαιότερα ήμουν εριστικός με την καθαρόαιμη (dance) ηλεκτρονική μουσική. Αυτό μέχρι το 1999. Τότε, ένας φίλος μού έδωσε μια πολύ καλή prog συλλογή. Είχα συμπαθήσει ένα κομμάτι αρκετά, μέχρι που 2-3 βράδια μετά, βλέποντας τηλεόραση, πετυχαίνω στην ΕΤ-1 έναν παραγωγό, δεν ξέρω ποιος ήταν - ήταν πολύ καλός μουσικός, αλλά το καλύτερο ήταν οι απόψεις του και ο τρόπος που μίλαγε για τη μουσική, απίστευτο πάθος. Ξαφνικά μαύρο πλάνο και ξεκινάει ένα video, ήταν το κομμάτι που μού άρεσε από τη συλλογή - τότε μπήκα στο trip να ακούω αυτή τη μουσική, γιατί μπορεί να είναι πραγματικά πολύ δύσκολη".
Τι εννοεί ένας δημιουργός όταν αναφέρεται σε δύσκολη μουσική; Χρειάζεται να είναι εξασκημένος κάποιος για να αντιληφθεί κάποια ακούσματα; Σύμφωνα με τον Pareita, "η ηλεκτρονική μουσική θέλει ένα παραπάνω άκουσμα, γιατί λόγω της δομής της, είναι δυσπρόσιτη σε εκείνον που θα κάνει ένα πρώτο ή επιπόλαιο άκουσμα. Για παράδειγμα, ακούς ένα ωραίο τραγούδι, ακούς τις μελωδίες στις κιθάρες, τα πλήκτρα, τη φωνή, τα breaks του drummer, τα μπάσα, τα πάντα. Στην ηλεκτρονική μουσική δεν είναι έτσι, επειδή είναι πολλά τα fx, τα παναρίσματα, οι μετατροπές, οι αλλοιώσεις στις φωνές και διάφορα άλλα, κι έτσι πρέπει το άκουσμα να είναι λίγο πιο συγκεντρωμένο. Δε θα έλεγα ότι χρειάζεται εξάσκηση, αλλά συγκέντρωση".
Όλα αυτά φέρνουν βέβαια στην επιφάνεια την αιώνια κόντρα μεταξύ εγκεφαλικής και συναισθηματικής μουσικής. Πόσο απαραίτητη είναι η σκέψη όταν έχουμε να κάνουμε με ένα καλλιτεχνικό έργο; Πόσο μετράνε οι τεχνικές του προδιαγραφές σε σχέση με τα συναισθήματα που προκαλούνται αυθόρμητα; Ο Pareita φαίνεται να ισορροπεί μεταξύ των δύο αυτών πλευρών, και να κλίνει προς το συναίσθημα, κάτι που άλλωστε αντανακλάται και στη μουσική του: "Η άποψή μου είναι ότι η τεχνική είναι ένα μέρος της μουσικής. Όχι όμως η ίδια η μουσική. Δε σημαίνει ότι κάτι τεχνικά άρτιο είναι απαραίτητα καλό, απλά βοηθά στο να εκφράσεις αυτό που θες, ακριβώς όπως το έχεις μέσα σου. Είμαι εντελώς αντίθετος στο να κάθεσαι με τις γνώσεις σου και να γράφεις μουσική, αυτό το πράγμα είναι απαράδεκτο. Η τεχνική έρχεται σε δεύτερη μοίρα, αλλά παίζει μεγάλο ρόλο. Άλλωστε, πολλά πράγματα που ακούμε όλοι, τα ακούμε ακριβώς επειδή μάς πωρώνουν, τέλειο δεν είναι αυτό;"...
Κάποια ομάδα ακροατών πάντως αρνείται την πιθανή αμεσότητα της ηλεκτρονικής μουσικής, και την απορρίπτει ως άκουσμα που δεν έχει ψυχή. Ο Pareita σχολιάζει: "Συγνώμη, αλλά αυτό είναι πολύ μεγάλη ανοησία! Πριν σου απαντήσω, θέλω να σκεφτείς πόσα τραγούδια και συγκροτήματα από οποιοδήποτε είδος μουσικής δεν έχουν ψυχή. Μήπως είναι πολλά; [απάντηση ΜiC: πολλά δε λες τίποτα!]... Έτσι είναι και στην ηλεκτρονική μουσική. Κάποιο μέρος τραγουδιών είναι αδιάφορα, κάποια όμως όχι. Θες να το πάμε και τεχνικά - μιας και εδώ στέκονται αυτοί που δεν ξέρουν, ο υπολογιστής δε γράφει μουσική μόνος του, απλά είναι το μέσο. Ο άνθρωπος παίζει, ο άνθρωπος γράφει. Αν έχει ψυχή, θα βγει"...
Η ψυχή στη μουσική του Pareita είναι ανάγλυφη στους ήχους και στις αναπτύξεις των ιδεών του. Πέρα από το "That Day", το MiC βρέθηκε στην ευχάριστη θέση να ακούσει ένα μέρος του ακυκλοφόρητου υλικού: το εφτάλεπτο "After", ένα ερεθιστικό και στοχαστικό μουσικό θέμα που οδηγείται από ένα αξιολάτρευτα επίμονο riff· το περιπετειώδες και αρκετά πιο εσωστρεφές "Live Lie" που ακούγεται σα μια σύμπραξη των Saint Etienne με τους Orbital· και τέλος, το "Stanley?", ένα πανέξυπνο, σχεδόν pop κομμάτι, κολλητικό και groovy, το οποίο στο δεύτερο μισό του σαμπλάρει ευφυώς ένα απόσπασμα από το "Full Metal Jacket" (κάτι που εξηγεί και τον τίτλο). Τα δύο πρώτα από αυτά θα υπάρχουν κατά πάσα πιθανότητα στο επερχόμενο ντεμπούτο album του Pareita - ένας δίσκος που, σύμφωνα με τον δημιουργό του, θα είναι μια αρκετά σκοτεινή υπόθεση, μια διαδοχή από έξι ή εφτά θέματα με αργά beats και μελανόχρωμες διαθέσεις, που μάλλον προορίζονται περισσότερο για bedsit παρά για chill-out ακροάσεις (χωρίς ασφαλώς το ένα να αναιρεί το άλλο!).
"Θέλω να πιστεύω ότι απευθύνομαι σε ένα αρκετά μεγάλο κοινό, καθώς οι επιρροές μου είναι ποικίλες. Πώς φαντάζομαι τους ακροατές μου; Αυτή είναι πολύ δύσκολη ερώτηση. Μέσα από τη μουσική μου, αλλά και από τα dj-sets, έχω γνωρίσει αρκετούς ανθρώπους, οπότε, μπορώ να πω ότι είναι όπως τούς φαντάζομαι, ανοιχτόμυαλοι"! Και για τον Pareita, το ανοιχτό μυαλό είναι πολύ μακριά από την υστερική προσπάθεια ορισμένων στον ανεξάρτητο χώρο να φανούν cool και "ψαγμένοι". Όσο για τα ελληνικά labels και τις αντίστοιχες σκηνές, έχει να πει τα εξής: "Θα σου μιλήσω από τη δική μου πλευρά, αν και δεν πιστεύω ότι υπάρχουν διαφορές και στα άλλα είδη: στα χρόνια που ασχολούμαι με τη μουσική, έχω γνωρίσει παραγωγούς και συγκροτήματα, και πολλοί από αυτούς ήταν πολύ καλοί στο είδος τους, καλώς ή κακώς όμως οι εταιρείες το βλέπουν ως προϊόν και αγορά. Μικρή αγορά για electronica, pop, alternative, οτιδήποτε άλλο, γιατί λοιπόν να χαλάσουν τα λεφτάκια τους για ένα προϊόν που δε θα βγάλει τα έξοδα του;... Αυτή είναι η αλήθεια, με θλίβει, αλλά... Κάποιες ανεξάρτητες κάνουν δουλειά, αλλά αυτές δεν έχουν τα μέσα για promotion και στήριξη του μουσικού"...
Μέσα σε ένα τέτοιο, όχι και ιδιαίτερα ευοίωνο μουσικό τοπίο, ο Pareita επιμένει να σκηνοθετεί τις ηλεκτρονικές του αφηγήσεις, μοιάζοντας ανεπηρέαστος από όσα τριγύρω μας είναι λάθος, από όσες συμπεριφορές είναι άκυρες, από όλα αυτά και όλους εκείνους που σκοτώνουν την αισθητική μας, που λέγανε κάποτε και οι Raining Pleasure. Eμπνέεται "από τα πάντα, από ένα ρομαντικό βράδυ, το χαβαλέ με τους φίλους, ένα σφύριγμα στο δρόμο, μια εικόνα, τα πάντα...", και τα φιλτράρει μέσα από το προσωπικό του πρίσμα, επιλέγοντας να βλέπει τον κόσμο με φωτεινά βλέμματα. Αν αυτή η αισιοδοξία θα βγει και στις συνθέσεις του ή αν θα αντισταθμιστεί από πιο στοχαστικές διαθέσεις θα το διαπιστώσουμε σε λίγους μήνες, όπου και θα έχουμε το album του. Προς το παρόν, μπορούμε να πάρουμε μια γεύση από τα αγαπημένα του ακούσματα, μιας και τον υποβάλαμε στο γνωστό ΜiC-καθήκον σύνταξης μιας εντεκάδας - καλύτερων albums για το 2006!
O Eno Pareita επιλέγει τα 11 καλύτερα albums του για το 2006:
Trentemolle / The Last Resort
Martinez / Internal Space
Leama and Moor / Common Ground
Shiloh / Bleed, Red, Cells
Squarepusher / Hello Everything (μαζί με τα EPs)
Buscemi / Retro Nuevo
The Κnife / Silent Shout
Bitter Sweet / The Mating Game
Telefunka / Cassette
Alejandro Lopez / First
+όλα τα singles και τα EPs της Μauritius!