Γιάννης Σκιαδάς (Make Me Happy Records)

“MAKE ME HAPPY” είναι το συναίσθημα που μας προκαλεί η ενασχόληση μας με τη μουσική

Επτά χρόνια συμπληρώνει η δισκογραφική που αγαπά και στηρίζει την indie (ανέφελη και μη) ποπ. Της Μαριάννας Βασιλείου

Στα πλαίσια του (πολύ χαλαρού) αφιερώματος στις ελληνικές δισκογραφικές εταιρίες που τρέχει εδώ και μερικά χρόνια στο παρόν portal και με αφορμή το Meet Up Festival για τα 7 χρόνια της Make Me Happy χθες και σήμερα στο Death Disco (αναλυτικές πληροφορίες εδώ), μιλήσαμε με τον Γιάννη Σκιαδά, τον άνθρωπο «για όλες τις δουλειές» της εταιρίας – και είπαμε τα ακόλουθα:

Θα θέλαμε να έχουμε ένα σύντομο βιογραφικό της εταιρίας - πώς δημιουργήθηκε και ποιοί είναι οι βασικοί πυλώνες της;

Η Make Μe Happy δημιουργήθηκε το 2016 από μια παρέα φίλων που είχαν κοινή αφετηρία την αγάπη για την συγκεκριμένη μουσική σκηνή. Το εγχείρημα αρχικά έμοιαζε ακατόρθωτο. Όταν έχεις όραμα και πείσμα όμως, τίποτα δεν είναι απίθανο. Ο πρώτος μας στόχος ήταν να κυκλοφορήσουμε κάποιες παλαιότερες δουλειές που δεν είχαν την τύχη να βγουν τότε. Στην πορεία, εμφανίστηκαν κάποιες μπάντες που μας άρεσαν ιδιαίτερα και είπαμε να δοκιμάσουμε πειραματικά να συνεργαστούμε. Από εκεί και πέρα, όλα πήραν το δρόμο τους. Επειδή από τότε έως σήμερα έχουν αλλάξει πολλά, μπορούμε να πούμε ότι βασικοί πυλώνες της εταιρείας είναι οι μπάντες με τις οποίες έχουμε σταθερή συνεργασία.

Η δισκογραφική εταιρία ξεκίνησε τις δραστηριότητές της το 2016, από όσο διαβάζω - και μετά ήρθε η πανδημία. Πώς επηρέασε τις δράσεις της η όλη κατάσταση και πώς την αντιμετωπίσατε;

Η πανδημία και κατά συνέπεια η περίοδος της καραντίνας έφεραν ως αποτέλεσμα το προφανές: τη δυσκολία των καλλιτεχνών να βρίσκονται ώστε να κάνουν πρόβες και ηχογραφήσεις, καθυστερώντας τις νέες κυκλοφορίες, καθώς επίσης και την απουσία των ζωντανών εμφανίσεων, κάτι που δεν βοήθησε στην προώθηση τους. Από την άλλη πλευρά, ο ελεύθερος χρόνος κατά τον οποίο ήμασταν κλεισμένοι μέσα στο σπίτι μάς έδωσε την ευκαιρία να ψάξουμε και να ακούσουμε περισσότερα πράγματα.

Τα τελευταία χρόνια η παντοκρατορία των social media είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Σε τι θεωρείτε ότι ωφέλησαν και σε τι έβλαψαν τα ΜΚΔ την ανεξάρτητη δισκογραφία;

Κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Τα ΜΚΔ αφενός έχουν βοηθήσει στην επικοινωνία με ένα ευρύτερο κοινό εντός και εκτός συνόρων, αφετέρου μέσα σε αυτήν την υπερπληροφόρηση συχνά χάνεται η ουσία. Αυτό που παρατηρώ είναι ότι τα τελευταία χρόνια επικρατεί μια σύγχυση σχετικά με το τι χαρακτηρίζει την εναλλακτική ανεξάρτητη σκηνή.

Από πού εμπνευστήκατε το λογότυπο και την ονομασία της εταιρείας;

“MAKE ME HAPPY” ονομαζόταν ένα παλιό fanzine που έβγαζαν κάποιοι φίλοι στα 90’s και ουσιαστικά είναι το συναίσθημα που μας προκαλεί η ενασχόληση μας με τη μουσική και αυτό που θέλουμε να μεταδώσουμε με τη σειρά μας στον κόσμο. Αφού είχαμε αποφασίσει το όνομα της εταιρείας, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού, βρέθηκα τυχαία μπροστά σε αυτόν τον φάρο και αυτόματα τον φαντάστηκα ως λογότυπο της εταιρείας, κυρίως λόγω όσων συμβολίζει.

Με ποιο κριτήριο επιλέγονται οι δουλειές που θα εκδοθούν; Ποια είναι η διαδικασία και ποιες δυσκολίες έχει;

Το βασικό κριτήριο είναι αυτό ενός απλού ακροατή, δηλαδή αν μας αρέσει αυτό που ακούμε. Από εκεί και πέρα, πρέπει να ταιριάζει στο ύφος της εταιρείας, που ως τώρα ασχολείται αποκλειστικά με την indie pop, shoegaze, post punk σκηνή και τον αγγλόφωνο στίχο. Οι δυσκολίες από κυκλοφορία σε κυκλοφορία διαφέρουν, αλλά ευτυχώς όσο περνάει ο καιρός εξελισσόμαστε κι εμείς και οι διαδικασίες απλοποιούνται.

Με την οικονομική κρίση και με την απερχόμενη πανδημία, ποιοί είναι οι σημαντικότεροι σκόπελοι που πρέπει να ξεπερνά (ή και να προβλέπει) μία δισκογραφική κατά τη λειτουργία της; Πώς μπορεί να συνδυαστεί η καθημερινή εργασία που κάνουμε προς βιοπορισμό με τις απαιτήσεις ενός δισκογραφικού label;

Κατ’ αρχάς, δεν είμαστε μια δισκογραφική εταιρεία με την κλασική έννοια του όρου, οπότε και οι απαιτήσεις δεν είναι αντίστοιχες φυσικά με αυτές ενός μεγάλου δισκογραφικού label. Έχουμε, όπως όλοι, τις δουλειές μας και τις υποχρεώσεις μας, και προσπαθούμε κάπου ανάμεσα να βρίσκουμε χρόνο για να κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Η αλήθεια είναι πως, εγώ τουλάχιστον, αν το έβλεπα επαγγελματικά μπορεί και να μην το τολμούσα πότε. Προτιμώ η ενασχόλησή μου με τη μουσική να μην αποκτήσει μια εργασιακή ή/και κερδοσκοπική μορφή. Αυτή τη στιγμή, η Make Μe Happy είναι μια παρέα. Όλοι μαζί, χωρίς συμβόλαια και δεσμεύσεις.

Πώς αποφασίστηκε το είδος στο οποίο θα εστίαζε η εταιρεία και υπό ποιες προϋποθέσεις θα δεχόταν ένα διαφορετικό είδος; Ή αλλιώς, τι θα πρέπει να έχει ένας/μία μουσικός για να τον/την εντάξετε στο ρόστερ σας, ανεξαρτήτως του ήχου που υπηρετεί;

Ο ρόλος μας ήταν και είναι πολύ συγκεκριμένος. Να κάνουμε πιο γνωστή τη συγκεκριμένη ελληνική σκηνή, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Προς το παρόν, ασχολούμαστε αποκλειστικά με τα είδη μουσικής που προανέφερα και με αγγλόφωνο στίχο, κάτι που δεν νομίζω να αλλάξει στο άμεσο μέλλον. Οπότε, όποιος «πληροί τα κριτήρια» είναι ευπρόσδεκτος να γίνει μέλος της παρέας μας.

Πώς κινείστε για τη δημιουργία του artwork των δίσκων και πώς συνεργάζεστε με τον καλλιτέχνη ή την καλλιτέχνιδα για το τελικό αποτέλεσμα;

Όλα είναι επιλογή της κάθε μπάντας. 100%. Εμείς, θέλουμε να δίνουμε το χώρο στους καλλιτέχνες να εκφράζονται όπως εκείνοι το επιθυμούν, χωρίς να παρεμβαίνουμε στο μουσικό, ηχητικό και εικαστικό αποτέλεσμα. Λέμε τη γνώμη μας, αλλά η τελική απόφαση είναι πάντα δική τους.

Πώς (πρέπει να) κινείται μια δισκογραφική για κυκλοφορίες στο εξωτερικό;

Η Ευρώπη γενικά είναι μια απαιτητική αγορά αλλά περισσότερο προσβάσιμη. Εμείς, επειδή στοχεύουμε να βγούμε και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων, έχουμε συνάψει συνεργασίες με κάποιες δισκογραφικές εταιρείες της Αμερικής και της Ιαπωνίας, οι οποίες έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον για την συγκεκριμένη ελληνική σκηνή.

Ακούγονται πολλά για την επιστροφή του βινυλίου, το θάνατο του cd και την κυριαρχία του ψηφιακού. Τι τελικά από τα τρία ισχύει;

Όλα ισχύουν εκτός από το θάνατο του CD. Ακόμα τουλαχιστον. Όσον αφορά το βινύλιο, είναι της μόδας τελευταία, όπως είναι άλλωστε οτιδήποτε vintage και ρετρο. Πέρα από μόδες, όμως η ιστορία δίνει στο καθετί τη θέση που του αξίζει και έτσι το βινύλιο θα παραμένει πάντα στην κορυφή, παρότι πρόκειται για ένα ακριβό «χόμπι». Εμείς, ανήκουμε στους λεγόμενους «εραστές του βινυλίου», συλλέγοντας και προωθώντας οτιδήποτε σχετικά με αυτό.

Μπορείτε να αναφέρετε κάποιες κυκλοφορίες της Make Me Happy για τις οποίες είστε ιδιαίτερα περήφανοι και τους λόγους για αυτό;

Ο πατέρας δεν μπορεί να ξεχωρίσει κάποιο από τα παιδιά του. Ωστόσο, η πρώτη κυκλοφορία, όπως συμβαίνει πάντα με την πρώτη φορά που ζεις κάτι, συνοδευόταν από έναν τεράστιο ενθουσιασμό, μια φοβερή ορμή και λαχτάρα που είναι εύλογο ότι δεν μπορεί να επαναληφθεί.

Τι μπορούμε να περιμένουμε από την Make Me Happy το επόμενο διάστημα;

Για το μόνο που μπορούμε να μιλήσουμε αυτή τη στιγμή είναι το διήμερο φεστιβάλ στις 4-5 Νοεμβρίου που θα φιλοξενηθεί στο Death Disco. Είναι μια αφορμή για να συναντηθούμε, να γνωριστούμε και να γιορτάσουμε όλοι μαζί τα επτά χρόνια της εταιρείας. Αυτή η βραδιά είναι ξεχωριστή για έναν ακόμη πολύ σημαντικό λόγο: την επανένωση των One Night Suzan που υπήρξαν μια από τις εμβληματικότερες μπάντες της εποχής τους και που όλοι περίμεναν εδώ και πολλά χρόνια να τους ξαναδουν μαζί επί σκηνής.

Υπάρχουν άνθρωποι τους οποίους θα θέλατε να ευχαριστήσετε δημόσια για την (όποιου είδους) στήριξη έχουν παράσχει στη Make Me Happy;

Όλους όσους έχουν στηρίξει αυτήν την προσπάθεια με οποιονδήποτε τρόπο. Τους ανθρώπους που συνεργάζονται μαζί μας, τις μπάντες, τα δισκάδικα και τις σκηνές που μας φιλοξένησαν, τους συντάκτες και τα ραδιόφωνα που μας στήριξαν και κυρίως τον κόσμο που πίστεψε και εμπιστεύτηκε από την πρώτη στιγμή αυτό το εγχείρημα.

Επτά χρόνια μετά, ποιούς στόχους της έχει πετύχει η Make Me Happy και ποιούς βάζει για τα επόμενα επτά;

Δεν είχαμε υπολογίσει ότι θα υπάρχουμε μετά από επτά χρόνια. Κάναμε ένα βήμα τη φορά και τελικά φτάσαμε ως εδώ. Αυτό που επιθυμούμε είναι να συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε με τις μπάντες που μας εμπιστεύονται και να επενδύουμε στις σχέσεις αγάπης και ανιδιοτέλειας που έχουμε χτίσει. Σίγουρα θέλουμε να δώσουμε έμπνευση και ώθηση σε καινούργια σχήματα και να αφήσουμε κι εμείς το λιθαράκι μας σε αυτό που λέμε ελληνική ανεξάρτητη σκηνή.