Η απλότητα είναι πολύ δύσκολη όταν δε συμβαίνει από ανάγκη
Πόσες φορές δεν έχουμε συστηθεί με έναν ποιητή μέσα από την μουσική; Της Μαριάννας Βασιλείου
Ο τεράστιος Καβάφης έγραφε ότι η Τέχνη της Ποιήσεως κάπως ξέρει από φάρμακα, «νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω». Ίσως τελικά η Ποίηση να είναι η απάντηση σε όλα. Με αφορμή αυτές τις σκέψεις, ακολουθεί μια σύντομη συζήτηση με τον Γιώργο Μπότη, παραγωγό των Electric Litany, με αφορμή την κυκλοφορία του «Ταξιδεύεις ακόμα», μια δουλειά βασισμένη στην ποίηση του Χρίστου Λάσκαρη από τη Same Difference Music.
Πότε ήρθες για πρώτη φορά σε επαφή με την ποίηση του Χρίστου Λάσκαρη και πώς έλαβες την απόφαση να μελοποιήσεις τα δικά του ποιήματα;
Τον Λάσκαρη μου τον «σύστησε» ο Γιάννης Μουρτζόπουλος μέσα από το δίσκο του «Το Ποτάμι», γύρω στο 2010. Δεν γνώριζα δυστυχώς τον ποιητή πιο πριν. Μετά από πολλές αναγνώσεις τα πρώτα χρόνια, ήρθε ένα κάπως μεγάλο διάλειμμα. Ένιωσα πάλι την ανάγκη να διαβάσω, αλλά και να ακούσω τον ποιητή να απαγγέλει τα ποιήματά του, πριν περίπου δύο χρόνια. Τότε ήταν που ξεκίνησα να παίζω μουσική πάνω από αυτά. Δεν ήταν στην ουσία μια προγραμματισμένη ή συνειδητή απόφαση. Αλλά ούτε και τυχαία. Ήταν κυρίως συναισθηματική και αναγκαία.
Το να ρωτήσω ποιο είναι το αγαπημένο σου ποίημα (είτε του Λάσκαρη είτε άλλο) είναι λίγο άτοπο - θα ρωτήσω όμως κάτι άλλο: υπάρχει κάποιο ποίημα που να σε έχει κάνει να κλάψεις; Και αν ναι, ποιο είναι αυτό;
Όχι, δεν μ’ έχει κάνει κάποιο ποίημα να κλάψω.
Το «Απ’ το φεγγάρι» και το «Μόνο στα όνειρα» προϋπήρχαν ως ορχηστρικά, σε αντίθεση με τα άλλα κομμάτια που γράφηκαν πάνω στα ποιήματα. Ποιος ήταν ο παράγοντας που «έδεσε» τα ορχηστρικά αυτά με το συγκεκριμένα ποιήματα;
Ο παράγοντας ήταν κυρίως η ατμόσφαιρα αυτών των δύο ποιημάτων. Ταίριαζε πολύ με την ατμόσφαιρα των συνθέσεων. Έψαξα πολύ ανάμεσα στις απαγγελίες του Λάσκαρη μέχρι να βρω αυτά που εγώ θεώρησα κατάλληλα. Οι συνθέσεις από μόνες τους δεν ήταν αρκετά δυνατές ούτος ώστε να μπουν σαν ορχηστρικά στο δίσκο. Επίσης στο «Απ' το φεγγάρι», ο τρόπος που απαγγέλει ο ποιητής, η μουσικότητα της απαγγελίας, η τονική κίνηση της φωνής, είναι ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας.
Τι διαφορά έχει το να εμπλέκεσαι σε μια ηχογράφηση ως παραγωγός από το να εμπλέκεσαι ως δημιουργός;
Πολλές διαφορές. Στην ουσία είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράματα. Δύο διαφορετικοί ρόλοι μέσα σε μια διαδικασία που στις περισσότερες περιπτώσεις καταλήγει να δώσει έναν καρπό. Τον καρπό τον έχει γεννήσει ο δημιουργός. Το πώς αυτός ο καρπός μοιάζει έγκειται στις επιλογές του παραγωγού, που έχει καθήκον να τον ομορφύνει χωρίς να τον καταστρέψει. Δουλειά φοβερά δύσκολη και περίπλοκη, κυρίως λόγω της έντονης υποκειμενικότητας στο τι θεωρούμε όμορφο.
Με ποιους τρόπους συμμετείχε ο Γιάννης Μουρτζόπουλος στη δημιουργία του δίσκου και ποιο ήταν το πιο πολύτιμο στοιχείο που κράτησες από την κριτική του κατά τη δημιουργία αυτού;
Όταν επικοινώνησα με το Γιάννη Μουρτζόπουλο για να μου δώσει την άδεια να χρησιμοποιήσω τις ηχογραφήσεις με τις απαγγελίες του ποιητή, έδειξε ενδιαφέρον να ακούσει τη δουλειά μου, που ήταν τότε ακόμα στο αρχικό στάδιο. Κάπως έτσι πέρασε η επικοινωνία μας από το τυπικό, στο πιο ουσιώδες. Η συμμετοχή του στην ουσία ήταν από μια κριτική σκοπιά. Η κριτική του ήταν κυρίως πάνω σε ενορχηστρωτικά ζητήματα και διέφερε από κομμάτι σε κομμάτι. Το πιο πολύτιμο στοιχείο της κριτικής του ήταν να μη φορτώσω τις συνθέσεις περισσότερο από όσο θα ήταν αρκετό. Δεν νομίζω ότι το πέτυχα πλήρως. Ίσως την επόμενη φορά. Η απλότητα είναι πολύ δύσκολη όταν δε συμβαίνει από ανάγκη. Και έρχεται με την εμπειρία.
Ένας ακόμα μουσικός που έχει μελοποιήσει Λάσκαρη είναι και ο Παύλος Βάκαλος - δεδομένου ότι ο Λάσκαρης δεν είναι από τους πιο γνωστούς ποιητές της χώρας, ποιο στοιχείο της ποίησής του θεωρείς ότι είναι αυτό που έχει κάνει τόσους μουσικούς να ασχοληθούν μαζί της;
Δεν είναι και τόσοι πολλοί οι μουσικοί που ασχολήθηκαν μαζί της. Γενικά νομίζω ότι το κύριο στοιχείο που τους κάνει ή μάλλον μας κάνει να ασχοληθούμε μαζί της είναι η ομορφιά και η δύναμή της που πηγάζει από την αλήθεια της. Πέραν τούτου, η ποίηση του Λάσκαρη δεν ενδείκνυται και τόσο για μελοποίηση. Είναι λακωνική και εκτός ολίγων εξαιρέσεων, οι στίχοι της είναι ανομοιοκατάληκτοι. Άρα και δυσκολότερο να μελοποιηθούν. Ένα ακόμα στοιχείο που κάνει τους μουσικούς να ασχοληθούν είναι κατά τη γνώμη μου ο έντονος εσωτερικός ρυθμός που τη διακατέχει και η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο Λάσκαρης έστω και μέσα σε λίγες γραμμές. Αυτή η ατμόσφαιρα στο κάθε ποίημα είναι καταλυτική στο να εμπνευστεί ο μουσικός το έργο του. Που όπως αποδεικνύεται ως τώρα, τα έργα αυτά είναι κυρίως ρυθμικά και ατμοσφαιρικά.
Είχε πει ο Λάσκαρης: «…όταν γράφεις δεν βάζεις κανένα ερώτημα στον εαυτό σου: “γιατί γράφω;”, “για ποιον γράφω;”. Γράφεις γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς». Εσύ για ποιο λόγο γράφεις μουσική - και για ποιο λόγο τελικά έγραψες το «Ταξιδεύεις ακόμα»;
Ο Λάσκαρης έχει δίκιο. Γιατί δε μπορείς να κάνεις αλλιώς. Η απάντηση είναι σωστή, αλλά όμως υπεκφεύγει περαιτέρω ανάλυσης. Προσωπικά δε ξέρω γιατί ακριβώς γράφω. Όσες φορές έχω ρωτήσει τον εαυτό μου δεν έχω καταλήξει κάπου συγκεκριμένα. Διάφορες έννοιες ξεπηδούν στο μυαλό: ανάγκη έκφρασης, ροπή προς το ωραίο, ματαιοδοξία, αυτοΐαση, ψυχοθεραπεία, ιδιοτέλεια κτλ κτλ. Το να αφήσεις κάτι όμορφο πίσω σου, στο πέρασμά σου από αυτό το κόσμο είναι ίσως ένας από τους βασικούς λόγους. Και τι καλύτερο από το να ξεκινήσεις να δημιουργείς γύρω από κάτι ήδη πολύ όμορφο, όπως η ποίηση του Λάσκαρη;