Έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνισή του στις τάξεις μας κι εκείνος ο τύπος του ουμανιστή, που ξαναγυρνάει στους αγρούς να τρυγήσει το μέλι του
Πρόκειται για ένα από τα πιο ιδιαίτερα σχήματα διαχρονικά της εγχώριας δισκογραφίας, μια συνομιλία μαζί τους δεν θα μπορούσε συνεπώς να ακολουθήσει απλά μια πεπατημένη. Του Μιχάλη Τσαντίλα
Έχοντας κυκλοφορήσει το νέο, 14ο στη σειρά, άλμπουμ τους (Ιάμβη/Σπονδές, βιβλίο-CD από τις εκδόσεις Μετρονόμος) τον περασμένο Δεκέμβριο, οι Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω συμπληρώνουν φέτος 40 χρόνια δισκογραφικής παρουσίας. Η αειθαλής παρέα -Χάρης Γ. Καβαλλιεράτος, Γιώργος Φιλιππάκης, Barbara Sauter- συνεχίζει την πορεία της, συναντώντας νέους συνοδοιπόρους και ανανεώνοντας τους δεσμούς της με τους παλιούς.
Ο Χάρης Γ. Καβαλλιεράτος απάντησε διεξοδικά στις ερωτήσεις του mic.gr, για το παρόν, το παρελθόν, το μέλλον...
Νέος δίσκος, ουσιαστικά διπλός, έστω κι αν χώρεσε σε ένα CD. Ιάμβη τιτλοφορείται το πρώτο μέρος, που περιέχει μελοποιήσεις στίχων Ελλήνων λυρικών ιαμβογράφων. Ποια είναι η ιστορία αυτών των 17 τραγουδιών, από τη σύλληψή τους μέχρι την τελική αποτύπωσή τους; Σε τι οφείλεται η τόσο μεγάλη χρονική απόσταση ανάμεσα στην πρώτη ηχογράφηση κάποιων εξ αυτών (1991), και στην τωρινή κυκλοφορία τους;
O Γιώργος Φιλιππάκης είναι ο αρχιτραγουδιστής των ιαμβείων, έφτιαξε μια μουσική ιστορία με τους στίχους Ελλήνων ιαμβογράφων, Αρχίλοχου, Σιμωνίδη, Ιππώνακτα, Σκυθίνου, Κράτη, Ανάνιου. Νομίζω τον παρακίνησε σ΄αυτό πρωτίστως η οργανικότητα του ήχου, όπως και η αμεσότητα των κειμένων, έτσι όπως διερμηνεύονται στη νεοελληνική από τον Γιάννη Δάλλα. Παρουσιάζοντας αυτή τη συλλογή των τραγουδιών σε μουσικές σκηνές στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, αγάλι αγάλι την εμπλουτίζαμε με στοιχεία που απαντούσαμε κυρίως στα νάματα της ελληνικής μυθολογίας (απόηχους λαϊκής μυθοπλασίας, γραώδη μυθεύματα) για τον έλεγχο της υπόθεσης της Ιάμβης. Μια απέραντη ποικιλία από μυρωδιές του νερού και του χώματος γέμιζε λίγο λίγο τις σελίδες του Μερολογίου. Ήρθαν οι Σπονδές, συγκεντρώθηκαν σημαδόφωνα κι άλλα σκαριφήματα για μια γλώσσα, εν τέλει, του Λουλουδίσματος. Η χρονική διάρκεια ανάμεσα στις πρώτες καταγραφές των τραγουδιών και την τελική επεξεργασία για την έκδοσή τους, έχει να κάνει με αυτό που λέγεται, ότι χρειάζονται ενίοτε τα χτυπήματα της τύχης για να έρθει ένα έργο σε πέρας.
Οι Σπονδές, που προαναφέρατε, αποτελούν το άτυπο δεύτερο μέρος του άλμπουμ, το οποία περιλαμβάνει δεκατέσσερα ορχηστρικά θέματα, και φέρει τον υπότιτλο «συναγωγή μουσικών φράσεων για τα μεγάλα Καλήμερα». Ποιες ήταν εδώ οι αφετηρίες και οι στοχεύσεις σας;
Οι Σπονδές είναι μια μεταφορά των μουσικών καθιερώσεων των Αγερμών (τα σημερινά κάλαντα, ή καλήμερα) που ήταν –είναι- μέρος των λατρευτικών εκδηλώσεων για την ευκαρπία της γης, για το πνεύμα της βλάστησης. Κι είναι η γλώσσα των ιαμβογράφων που σώζει τέτοιες επιβιώσεις-εγκαταλείμματα της γονιμικής λατρείας, με τα αθυρόστομα, τα βακχικά, τα περιπαικτικά, μεταξύ άλλων, στοιχεία που τη συνθέτουν.
Η κάθε σύνθεση φέρει συγκεκριμένη υπογραφή, συνήθως τη δική σας ή του Γιώργου Φιλιππάκη. Πώς ήταν η διαδικασία της ηχογράφησης στο στούντιο; Οδηγεί ο εκάστοτε υπογράφων σε ό,τι αφορά τους ενορχηστρωτικούς δρόμους, ή λειτουργεί πιο ομαδικά το πράγμα;
Στις ηχογραφήσεις στο στούντιο, όπου δεν γνωρίζεις στο τέλος πού θα σε βγάλει, επαληθεύεται συχνά το «Νυν ευπλόηκα ότι νεναυάγηκα...» -κι ίσως αυτό να είναι μια από τις πιο συναρπαστικές, αλλά και διδακτικές, εμπειρίες. Βεβαίως, βρίσκεται πάντα ένας οδηγός, να δώσει τα πρώτα ερεθίσματα, τις κατευθυντήριες γραμμές. Με τον Βασίλη Νικολαίδη, τον Βασίλη Παπαβασιλείου, τον Θόδωρο Κοτεπάνο, βασικούς, διαχρονικούς συντελεστές της μουσικής μας, θα πω σ΄ έναν σύντομο απολογισμό, δεν είναι μόνο τα γιουβέτσια που απολαμβάνεις στη συντροφιά τους, όσο ο οίνος της κατάνυξης που σου δίνουν οι μουσικές αναζητήσεις πλάι τους.
Σε παλαιότερο κείμενό του, που συμπεριλάβατε στη νέα έκδοση, ο Αντώνης Μποσκοϊτης σάς κατατάσσει στο εγχώριο αντεργκράουντ. Τι σημαίνει για εσάς ο όρος; Πέρα από το καλλιτεχνικό κομμάτι, σάς εκφράζει και ευρύτερα;
Ο Αντώνης Μποσκοϊτης μας τιμά με τα λόγια του. Το αντεργκράουντ που μας αποδίδει, ερμηνεύεται ως κάτι που σοβεί μέσα μας, που φαντάζεται τα δυνητικά γεγονότα, που δεν είναι ακόμα προκαθορισμένο, που θέλει να τραγουδήσει με την επίμονη βεβαιότητα ότι κάποιος είναι εκεί έξω που μας ακούει και αδημονούμε να βρούμε τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας ακολουθίας.
Επιμένετε σε ιδιαίτερα πλούσιες και φροντισμένες χειροπιαστές εκδόσεις των δίσκων σας, γεμάτες με φωτογραφικό και εικαστικό υλικό, κείμενα και παρτιτούρες. Από την άλλη, στο Spotify μπορεί κανείς να βρει πολλά από τα προηγούμενα άλμπουμ σας, αλλά όχι το νέο. Ποια η γνώμη σας για τους νέους διαύλους διοχέτευσης της μουσικής, σε σύγκριση με τους παραδοσιακούς τρόπους έκδοσης;
Ευχαριστώ Μιχάλη, για τα καλά σου λόγια για τις εκδόσεις μας. Είναι καλοδεχούμενοι οι νέοι δίαυλοι επικοινωνίας, άλλωστε λέγεται ότι κάθε μεταβολή είναι από τη φύση της καταλυτική. Έχω όμως ακόμα την αίσθηση ότι διαθέτει πιο στέρεη δομή η παραδοσιακή φόρμα έκδοσης. Είναι πιο άθυρμα (άλλωστε γιατί τυπώνουμε βιβλιαράκια, δισκέτες; Για να δώσουμε έμφαση στα παιχνίδια μας!), πιο χάρτινη. Αναρωτιέμαι κιόλας, τώρα που σου τα γράφω αυτά, αν έχω καταφέρει ποτέ μου να προφέρω κάτι, που να μην είναι χάρτινο!
Τα τελευταία χρόνια έχετε βρει δισκογραφική στέγη στον Μετρονόμο του Θανάση Συλιβού, μέσω του οποίου κυκλοφορήσατε και την επίσης εξαιρετική έκδοση Χρονικά Ενός Θιάσου (2018). Πείτε μας λίγα λόγια για αυτή τη συνεργασία.
Στο πρόσωπο του Θανάση Σιλυβού έχουμε βρει έναν πολύ καλό συνεργάτη και γνώστη των μουσικών εκδόσεων. Οι δύο τελευταίες εκδόσεις μας στον Μετρονόμο -Χρονικά Ενός Θιάσου, Ιάμβη (βιβλία- δισκέτες)- έχουν στοιχειοθετηθεί με τη χαρά εκείνων που δεν βλέπουν παρά μόνο πώς τα πράγματα γύρω τους θα μπορούσαν να χωρέσουν στις σελίδες ένός βιβλίου, μιας δισκέτας.
Έχοντας περάσει από διάφορες ετικέτες, ποια η εμπειρία σας συνολικά από τις ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες;
Οι εταιρείες είναι η αγορά, δεν μπορούμε να το αλλάξουμε αυτό. Εντυπωσιάζει όμως το γεγονός όταν παράγοντες μέσα σ΄αυτές βρίσκουν τα «αντίβαρα» σ’ εκείνο το μονότονο, συντεχνιακό ξεφώνισμα της πραμάτειας τους.
Συμπληρώνονται φέτος 40 χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ των Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω. Μέσα σε αυτό το διάστημα, η ομάδα σταδιακά διευρύνθηκε με την προσθήκη νέων μελών. Ποια χαρακτηριστικά της εξελίχθηκαν, κατά τη γνώμη σας, και ποιος ο αναλλοίωτος πυρήνας του χαρακτήρα του συγκροτήματος;
Είναι παρήγορο ότι στην επόμενη πια οκτάβα της ζωής μας, κατά μία μόνιμη Δωρεά, θα παρατηρούσε κανείς, έχουμε ήδη συναπαντηθεί με νεότερες γενιές μουσικών, ενώ έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνισή του στις τάξεις μας κι εκείνος ο τύπος του ουμανιστή, που ξαναγυρνάει στους αγρούς να τρυγήσει το μέλι του! Και ξέρεις ποιο είναι το μέλημα και το καύχημα ενός τέτοιου Θιάσου; Η κάθαρση δια της μουσικής: Θεοδώρα Μπάκα, Μάρκελλος Χρυσικόπουλος, Μιχάλης Σουλάκης, Μαρία Θωίδου, Κόνραντ Καβαλλιεράτος, Πενθεσίλεια Καβαλλιεράτου.
Μόλις πριν λίγες μέρες είδαμε να επαναλαμβάνεται το εξής φαινόμενο: με αφορμή την επέτειο του θανάτου του Μάνου Χατζιδάκι, τα έντυπα και διαδικτυακά μέσα γέμισαν με αναφορές στη ζωή και το έργο του. Για τους περισσότερους κάτι τέτοιο φαντάζει ιδιαίτερα αισιόδοξο· άλλοι πάλι θεωρούν ότι το θυμικό και η φαντασία του Έλληνα καλό θα είναι κάποια στιγμή να απαγκιστρωθούν από εκείνη τη γενιά δημιουργών. Εσείς, που βρεθήκατε κάποτε σε κοντινή στη δική του τροχιά, τι έχετε να καταθέσετε σχετικά;
Η γενιά των Δημιουργών του Μάνου Χατζιδάκι ορίζει ένα μαγικό εργαστήρι γεμάτο παροράματα. Αν, όπως λένε, τίποτα δεν παρέρχεται σ΄αυτόν τον κόσμο, οι θεμελιώδεις τύποι αυτού του εργαστηρίου θα είναι πάντα εκεί, ένα σημείο αναφοράς, τόπος ταμένος, όπως έχει προοικονομήσει η Μούσα (για εξιδανίκευση, για πνευματοποίηση).Τι σημασία, λοιπόν, μπορεί να έχουν εδώ οι δικές μας αντιδικίες; Θα είναι όμως, πρέπει να πούμε, και στην διακριτική μας ευχέρεια κάποτε κάποτε, να χάνουμε απ΄τα μάτια μας αυτό το σκηνικό, για να βιώνουμε ύστερα τη χαρά να το ξαναβρίσκουμε, σαν την ανακάλυψη μιας φωλιάς από άνθη του σπαρτού και της βελανιδιάς.
Έπειτα από δύο χρόνια πανδημίας, ο κόσμος μοιάζει αποφασισμένος να ανακτήσει τον χαμένο χρόνο μέσα στο φετινό καλοκαίρι, ανταμώνοντας ξανά σε συναυλιακά ραντεβού. Εσείς τι σχέδια κάνετε; Θα παρουσιάσετε ζωντανά το νέο άλμπουμ;
Πράγματι μέσα σε όλη του την ομορφιά, αυτό το συναυλιακό ραντεβού, της θερινής ώρας, όταν και όπου δεν βγάζει προς τα έξω εκείνη τη συντεχνιακή του συμπεριφορά, θα μας αποζημιώνει τα μάλλα, ελπίζοντας και οι προτάσεις παρουσίασης της Ιάμβης να τύχουν αποδοχής.
Και σε ό,τι αφορά κάποια επόμενη κυκλοφορία, υπάρχουν ακυκλοφόρητα τραγούδια που περιμένουν τη σειρά τους;
Τα Καλοκαιρινά Τοπία ετοιμάζονται, όπου κάθε βράχος θα διηγείται μια ιστορία από τα μαθητικά μας χρόνια.