Δεν υπάρχουν τέλη εποχής. Τα πράγματα πάντα προχωράνε.
Μια συνέντευξη από το καλοκαίρι του 2017, θέμα η (πονεμένη) ιστορία των ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιρειών στην χώρα μας. Και είχε κάμποσα πράγματα να πει ο Μπάμπης... Της Κατερίνας Τριχιά
19 Ιουλίου του 2017, έλαβα από τον Μπάμπη Αργυρίου αυτές τις απαντήσεις σχετικά με τη Lazy Dog. Αυτό το ερωτηματολόγιο του προτάθηκε ως μέρος της διπλωματικής μου εργασίας με τίτλο: Οι Ανεξάρτητες Δισκογραφικές Εταιρείες στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1990: Ιστορική Καταγραφή και Μελέτη της δραστηριότητας τους.
Ο βασικός στόχος της εργασίας ήταν η ιστορική καταγραφή της δισκογραφικής παραγωγής στην δεκαετία του ‘90, αναφορικά με τις εγχώριες ανεξάρτητες εταιρείες, που ήταν ενεργές την συγκεκριμένη εποχή και δραστηριοποιούνταν στον εναλλακτικό ήχο. Η καταγραφή αυτή είχε σκοπό να αναδείξει την εν λόγω δραστηριότητα, προβάλλοντας σε αντιστοιχία το πλαίσιο, εντός του οποίου λειτούργησαν, ώστε να διασαφηνισθεί ποια ήταν η επιρροή και επίδρασή του πλαισίου στην πορεία και εξέλιξη τους.
Μοιράζομαι σήμερα, αφιλτράριστα, τις απαντήσεις του με το mic.gr, τους συντάκτες και τις συντάκτριες του, και τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του, με αφορμή τα τρία χρόνια από τον θάνατό του, συγκινημένη από την αγάπη που πλαισιώνει τη μνήμη του.
Μπορώ να χρησιμοποιήσω το όνομά σου στις απαντήσεις σου;
Χρησιμοποίησε το.
Πώς θα περιέγραφες τη θέση σου στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή;
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 είχα πειρατικό σταθμό στη Θεσσαλονίκη (Ράδιο Free) και δίπλα στα ξένα τραγούδια έπαιζα και ελληνικών συγκροτημάτων, αρκετά εκ των οποίων ηχογραφημένα σε συναυλίες με φορητό μαγνητόφωνο από εμένα. Στο mail order και στο δισκάδικό μου (Rollin Under) αργότερα πουλούσα τους δίσκους της ελληνικής σκηνής, η εταιρεία μας (Lazy Dog) έβγαλε πολλούς δίσκους ελληνικών συγκροτημάτων και το mic.gr που ξεκινήσαμε το 2000 στήριξε τη σκηνή όσο λίγα sites.
Ποια ήταν η αφορμή και το σκεπτικό για την δημιουργία του δικού σου label;
Συμμετείχα στο εφήμερο σχήμα Life In Cage, είχαμε ετοιμάσει καμιά δεκαριά τραγούδια και τα ηχογραφήσαμε για να κυκλοφορήσουν σε κασέτα το 1985. Μπήκε το όνομα Lazy Dog στην... ούγια. Άφησα μερικά αντίτυπα της κασέτας σε 3-4 δισκάδικα της Θεσσαλονίκης και τα μέλη έδωσαν και μερικές χέρι-χέρι. Τότε σκέφτηκα να βγάλω κασετοσυλλογές με ελληνικά συγκροτήματα. Αγόρασα ένα τετρακάναλο, ηχογραφούσα όσα γκρουπ ενδιαφέρονταν στα προβάδικα ή αλλού, μου έδιναν και ηχογραφήσεις που δεν είχαν βγει ποτέ ή γινόντουσαν για τη συλλογή σε κανονικό στούντιο και έτσι βγήκαν τρεις κασετοσυλλογές. Οι ‘Give bees a chance’, ‘No dogs fly here’ και ‘Never trash a pretty face’. Οι Γκούλαγκ δεν μπήκαν στην τρίτη κασέτα και αρχίσαμε να συζητάμε για κυκλοφορία σε 7" αλλά τελικά βγήκε μίνι άλμπουμ με πέντε τραγούδια, το ‘Είσοδος Κινδύνου 0°C’. Ήταν το πρώτο βινύλιο της εταιρείας το 1987.
Πόσα άτομα έχουν εργαστεί για το label και πώς βοήθησε το καθένα από αυτά;
Το 1994 μπήκε στην εταιρεία ο Κώστας Πραντσίδης και μαζί τα κάναμε όλα μέχρι τις αρχές των 00s που σταματήσαμε. Ο Κώστας ήταν μουσικός (στους Ροδάμα) και βοηθούσε και στις παραγωγές κάποιων συγκροτημάτων.
Λειτουργεί ακόμα η εταιρεία; Αν ναι με ποιον τρόπο; Αν όχι για ποιον λόγο;
Νιώσαμε ότι έκλεισε ο κύκλος της. Τα οικονομικά ήταν πολύ στενάχωρα. Ο Κώστας ασχολήθηκε με άλλα, εγώ με το Mic.gr.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να κάνεις μία D.I.Y. κυκλοφορία δίσκου στην Ελλάδα την δεκαετία του ‘90;
Στη δεκαετία του ‘80 ήταν τα δύσκολα, δεν υπήρχαν πολλά στούντιο, χώροι συναυλιών, διανομείς, μεγάλο ενδιαφέρον του κοινού. Το ελληνόφωνο ροκ δεν ήταν δημοφιλές. Εγώ φορτωνόμουν με δίσκους, κατέβαινα στην Αθήνα και τους έδινα στα κεντρικά δισκάδικα (Happening, Jazz Rock, Pilgrim, 7+7, Art Nouveau). Δύσκολα βγήκε ο πρώτος δίσκος των Τρύπες το 1985 από την Άνω Κάτω αλλά όταν η Virgin έβγαλε και έκανε επιτυχία το δεύτερό τους το 1987 βοηθήθηκε η σκηνή και στην αλλαγή της δεκαετίας άρχισαν να βγαίνουν πολλοί δίσκοι. Οι Last Drive επίσης ήταν ήδη πρώτο όνομα στα αγγλόφωνα στο έμπα των 90s. Μαγαζιά για live άνοιξαν και ελληνικά γκρουπ έπαιζαν σαπόρτ στα live των ξένων. Εμείς στη δεκαετία του ‘90 δίναμε τη διανομή των δίσκων σε εταιρείες διανομής, άρα ασχολούμασταν μόνο με την οργάνωση της κυκλοφορίας. Δύσκολο ήταν πάντα το οικονομικό. Το στούντιο χρέωνε 10 ή 12 χιλιάδες δραχμές την ώρα ηχογράφησης. Ήθελες ένα εκατομμύριο πάνω κάτω μόνο για ηχογράφηση. Οι πολυκάναλες ταινίες ήταν πανάκριβες γι αυτό σβήνονταν και γράφονταν άλλοι δύο δίσκοι στην ίδια ταινία για να μοιραστεί το κόστος.
Ποια ήταν ακριβώς η διαδικασία; Τα στάδια.
Πρώτα ακούγαμε μερικά τραγούδια του γκρουπ από ντέμο ή σε συναυλία. Αν μας άρεσαν συζητούσαμε για την κυκλοφορία. Ποια τραγούδια θα μπουν, σε ποιο στούντιο θα γίνει η ηχογράφηση, αν βγει και σε LP και σε CD και τι έξτρα θα έχει το CD, αν θα χρειαστούν guest μουσικοί και έξτρα όργανα στο στούντιο. Αφού γινόταν η ηχογράφηση ακούγαμε όλοι την προσωρινή μίξη και κάναμε τις παρατηρήσεις. Παράλληλα κάποιος αναλάμβανε να φτιάξει το εξώφυλλο, το ένθετο αν υπήρχε ή το εσώφυλλο (το εσώρουχο ας πούμε του δίσκου) αν υπήρχε, τις ετικέτες του δίσκου. Το μάστερ που γράφονταν σε κασέτα dat στέλνονταν στο εργοστάσιο για χάραξη. Αφού γινόταν η μήτρα τυπωνόταν δεκαριά αντίτυπα και τα παίρναμε, τα ελέγχαμε και αν ήταν οκ δίναμε εντολή να τυπωθεί όλη η ποσότητα. Τα εργοστάσια δίσκων τύπωναν και εξώφυλλα αλλά εμείς προτιμούσαμε να τα τυπώνουμε στη Θεσσαλονίκη σε γνωστούς μας τυπογράφους. Αφού παραλαμβάναμε δίσκους και εξώφυλλα τα συσκευάζαμε και τα στέλναμε στον διανομέα και μετά στέλναμε και τα πρόμο σε περιοδικά και ραδιοφωνικούς παραγωγούς συνοδευόμενα από δελτία τύπου.
Σε πόσες κόπιες έβγαιναν συνήθως οι δίσκοι, που κυκλοφορούσες;
Από 500 ως 1000 ήταν η πρώτη έκδοση. Οι περισσότεροι τίτλοι δεν χρειάστηκαν επανέκδοση. 3000 είναι το best seller μας.
Υπήρχαν συμβόλαια με τους μουσικούς; Αν ναι ποιοι ήταν οι βασικοί όροι του συμβολαίου; Έχεις κάποιο συμβόλαιο από εκείνη την εποχή, που θα μπορούσα να διαβάσω;
Με άλλους ναι, με άλλους που ήταν φίλοι όχι. Δεν έχω κανένα και δεν ξέρω και αν ήθελε η άλλη πλευρά να δημοσιοποιηθεί. Τα συμβόλαια είναι πάνω κάτω ίδια. Ο μουσικός ηχογραφεί τη μουσική και η εταιρεία τα πληρώνει όλα και έχει δικαίωμα να εκμεταλλευτεί το έργο για δέκα. είκοσι ή τριάντα χρόνια. Κάθε χρόνο πληρώνει στο μουσικό τα συμφωνημένα δικαιώματα. Ένα σημείο τριβής είναι οι επόμενοι δίσκοι. Φαντάσου ότι τα μεγάλα γκρουπ του εξωτερικού υπογράφουν για 5 ή 7 δίσκους. Μια μορφή συμβολαίου που εμένα μου φαίνεται δίκαιο και το χρησιμοποιήσαμε είναι να δεσμεύει τον μουσικό για έναν ακόμα δίσκο εκτός από τον πρώτο της συνεργασίας. Αν η εταιρεία δεν ενδιαφέρεται να τον κυκλοφορήσει αποδεσμεύει το γκρουπ που είναι ελεύθερο να τον βγάλει όπου θέλει, ο πρώτος όμως δίσκος μένει φυσικά στην εταιρεία. Και αυτό γιατί η εταιρεία παίρνει ένα άγνωστο όνομα, το προωθεί το κάνει γνωστό και είναι δίκαιο να βγάλει έναν ακόμα δίσκο του. Π.χ τα Ξύλινα Σπαθιά. Δεν τους έβγαλε ο Πετρίδης όταν δεν τους ήξερε κανείς. Η Άνω Κάτω έβγαλε τον πρώτο δίσκο τους και μετά πήγαν... στον Ολυμπιακό.
Υπήρξε κέρδος από τις πωλήσεις;
Οι ανεξάρτητες εταιρείες στην Ελλάδα δεν βγάζουν κέρδη γι' αυτό και κλείνουν όταν κουράζονται οι ιδιοκτήτες τους. Ακόμα κι αν ένας τίτλος πουλήσει λίγο παραπάνω, καλύπτει τη χασούρα από δύο άλλους. Οι δίσκοι αφήνουν κέρδος όταν πουλήσουν πολύ, η πρώτη έκδοση αποσβένει την ηχογράφηση, τη χάραξη, την κοπή, το σχεδιασμό και την εκτύπωση των εξωφύλλων. Και μετά ξαναδίνεις λεφτά για κοπή και εξώφυλλα της δεύτερης 500άδας που μπορεί να μην ξεπουλήσει. Έχω πολλά απούλητα cd στην αποθήκη μου μετά από δυο δεκαετίες. Και εμείς εκτός του ότι δεν είχαμε κυκλοφορίες που να πουλούσαν πολύ, δεν κάναμε οικονομίες σε έγχρωμα και διπλά εξώφυλλα, βιβλιαράκια κλπ., είχαμε μεράκι, μας άρεσε η καλή δουλειά. Αν πάντως ξαναζούσα δεν θα έκανα εταιρεία δίσκων.
Υπήρχε διανομή στο εξωτερικό; Αν ναι με ποιο τρόπο επιτυγχάνονταν;
Δεν υπήρχε. Ελάχιστα κομμάτια μόνο που ζητήθηκαν μετά από κάποια κριτική σε ξένο έντυπο. Κάθε χώρα έχει τα δικά της συγκροτήματα και είναι πολύ δύσκολο για ένα ελληνικό γκρουπ που δεν πουλάει στη χώρα του να πουλήσει π.χ. στην Ιταλία. Υπάρχουν βέβαια και τα αγγλοαμερικάνικα που κυριαρχούν παντού. Θυμήθηκα τώρα ότι όταν βγάλαμε το διπλό cd των Ολλανδών Mecano επικοινώνησα με μια ολλανδική εταιρεία διανομής. Ζήτησε ένα αντίτυπο και έστειλα. Και μετά με ευχαρίστησε γιατί του θύμισα τα νιάτα του και χάρηκε αλλά δεν παρήγγειλε κανένα.
Οι μουσικοί βοηθούσαν τις εταιρίες στην προώθηση της κυκλοφορίας; Είχαν μερίδιο στα έξοδα παραγωγής εκείνη την εποχή;
Βοηθούσαν όσο μπορούσαν, προώθηση της μουσικής τους ήταν άλλωστε. Αν έβρισκαν να παίξουν έπαιζαν, αν τους ζητούσαν συνεντεύξεις έδιναν. Είχαμε δύο περιπτώσεις που έβαλαν χρήματα, στις υπόλοιπες κυκλοφορίες όλα τα έξοδα ήταν της εταιρείας.
Αντίστοιχα, οι μουσικοί με ποιο τρόπο αμείβονταν;
Οι μουσικοί έπαιρναν ένα ποσοστό από τις πωλήσεις των cd και όσα έβγαζαν από τα live. Το 99% των ροκ μουσικών στην Ελλάδα κάνει μια κανονική δουλειά για να ζήσει, η ενασχόληση για τη μουσική προσφέρει κάτι ψιλά και ηθική κυρίως ικανοποίηση.
Πιστεύεις ότι οι ελληνικές ανεξάρτητες δισκογραφικές παραγωγές μειονεκτούν σε σύγκριση με τις ξένες στην ποιότητα της ηχογράφησης και στην τελική πιστότητα ήχου που ακούγεται στο βινύλιο;
Εξαρτάται με ποιες ξένες τις συγκρίνουμε. Με των Yo La Tengo δεν έχουν διαφορά, με των Red Hot Chili Peppers και των U2 έχουν μεγάλη. Ο καλός ήχος θέλει πολύ ψάξιμο, ώρες στο στούντιο άρα λεφτά και παραγωγό που ξέρει από ροκ, όχι από λαϊκά που η φωνή είναι στο θεό και τα άλλα χαμηλά. Είχαμε φέρει έναν αμερικανό παραγωγό για το "Πάτα γερά" των Γκούλαγκ ο οποίος σε ελληνικό στούντιο έβγαλε καλύτερο ήχο. Επίσης οι αμερικανοί ρίχνουν περισσότερο βάρος στα κομμάτια που είναι να βγουν σε singles ή να παιχτούν στο ραδιόφωνο.
Στην ίδια ερώτηση ο Χ. Δασκαλόπουλος είχε πει: «Οι εταιρίες που “κόβουνε” δίσκους βάζανε μέσα βινύλιο που έχει ξαναχρησιμοποιηθεί, φυσικό επακόλουθο να υστερούμε απελπιστικά στις συγκρίσεις με τις ξένες παραγωγές». Στην δεκαετία του ‘90 συνέβαινε κάτι τέτοιο; Τι γνωρίζεις για αυτή την πρακτική;
Οι ελληνικής κοπής δίσκοι είχαν πρόβλημα στα 80s, πολλοί από εμάς ξαναγοράσαμε τους αγαπημένους μας σε εισαγωγής. Οι χειρότεροι ήταν της εταιρείας Music Box η οποία μάλλον έδινε για λιώσιμο όσους έμειναν απούλητοι, που λιώνονταν με τη σκόνη και την ετικέτα μαζί. Και των άλλων εταιρειών ήταν κατώτεροι των ξένων και δεν ξέρω γιατί. Η Hitch-Hyke π.χ. που δεν έλιωνε τα παλιά της, γιατί δεν είχε τέλειο ήχο; Ίσως τα εργοστάσια να αγόραζαν βινύλιο κατώτερης ποιότητας. Κακή δουλειά γινόταν και στη χάραξη της μήτρας, ήταν πρόχειρη μεταφορά του ήχου. Στα 90s νομίζω ότι βελτιώθηκε πολύ ο ήχος του βινυλίου.
Που εκτυπώνονταν τα βινύλια / τα cd; Γιατί επέλεξες αυτό το μέρος;
Όταν ξεκίνησα υπήρχαν τρία εργοστάσια. Της Fabelsound, της Columbia και της GPI. Αν θυμάμαι καλά η τρίτη είχε μίνιμουμ τα 1000 αντίτυπα για παραγγελία οι άλλες 300 ή 500. Τυπώσαμε και στις δύο. Στα 90ς τυπώσαμε στη New Media που άνοιξε στο Βόλο και σε ένα τσέχικο εργοστάσιο στην πόλη Λοντένιτσε. Ο τσέχος έκανε πολύ καλή δουλειά αλλά είχε μεταφορικά, δασμούς, εκτελωνισμούς... Επίσης έχε υπόψη ότι τότε οι Πάριοι και οι Σφακιανάκηδες πουλούσαν 100 και 200 χιλιάδες δίσκους και εμείς με τα 500ρια μας ήμασταν σχεδόν... ενόχληση για τα εργοστάσια.
Πώς η ιδεολογία του D.I.Y. εισήλθε στην Ελλάδα; Πώς γνωστοποιήθηκε;
Εγώ το Do it yourself το είδα πρώτη φορά σε τίτλο δίσκου του Ian Dury το 1979. Αλλά τότε δεν χρησιμοποιούνταν αυτός ο όρος, το ανεξάρτητος χρησιμοποιούνταν για τις μικρές εταιρείες που ξεφύτρωναν σε Αγγλία και Αμερική κυρίως. Η Creep ήταν η πρώτη σημαντική ανεξάρτητη στην Ελλάδα που άρχισε να βγάζει δίσκους το 1982 και άντεξε μια πενταετία νομίζω. Ακολουθήσαμε πολλοί. Μάθαμε από το περιοδικό ‘Ήχος’ της κυκλοφορίες της. Εγώ διαπίστωσα ότι είχα το βίτσιο να θέλω να μοιράζομαι πράγματα που με συγκινούν. Μια φορά που ρωτήθηκα ανέφερα κάτι που είπε ο Σαββόπουλος, ότι γύρισε από το τσίρκο μαγεμένος και έψαχνε τον αδερφό του να τα αφηγηθεί και δεν τον έβρισκε και έσκασε. Το 1980 έκανα πειρατικό σταθμό στα FM και έπαιζα τη μουσική που αγαπούσα. Ούτε σκέφτηκα αν ανήκα σε κανένα κίνημα. Έπαιζα ότι ήθελα, όταν το ήθελα, το σχολίαζα όπως ήθελα. Πού αλλού θα μπορούσα να το κάνω αυτό; Μετά ήθελα να βγάζω δίσκους, να βοηθάω να ηχογραφούνται οι μουσικές σωστά γιατί υπάρχει και πολλή μουσική που χάθηκε επειδή δεν καταγράφηκε και κυκλοφόρησε. Δημιουργία - ξέρεις τίποτα καλύτερο; Έγραφα για μουσική σε φανζίν που έβγαλα γιατί σε κανένα από τα περιοδικά που κυκλοφορούσαν δεν θα μπορούσα να τα γράψω αυτά. Είναι γοητευτική και όλη η διαδικασία, η ετοιμασία, η επικοινωνία με τους συνεργάτες, είναι κάτι μικρό αλλά δικό σου, φτιαγμένο με αγάπη και μεράκι και σου δίνει χαρά όταν το πιάνεις στο χέρι ολοκληρωμένο. DIY σημαίνει να έχεις τον απόλυτο έλεγχο για το τι θα τραγουδήσεις ή θα γράψεις αλλά και μετά τι θυσίες θα κάνεις για την προώθησή του. Μια μεγάλη εταιρεία θα σε στείλει σε εκπομπή που πιθανόν δεν θα πήγαινες αν έβγαζες το δίσκο μόνος σου ή σε εταιρεία ανάλογης νοοτροπίας. Φυσικά έχει και κόστος αυτό. Ξέρεις ότι δεν θα πουλήσεις πολύ, δεν θα μάθουν όλοι ότι έβγαλες κάτι όπως θα το μάθαιναν αν πήγαινες σε όλες τις εκπομπές.
Ποιες διαφορές εντοπίζεις μεταξύ ενός D.I.Y. label με ένα ανεξάρτητο label;
Δεν ξέρω πώς χρησιμοποιείται ο πρώτος όρος αλλά υπάρχει διαφορά αντίληψης από εταιρεία σε εταιρεία. Άλλοι δεν θέλουν να πουλιούνται οι δίσκοι τους σε συγκεκριμένα καταστήματα και αυτό είναι σεβαστό. Άλλοι είναι ανεξάρτητοι με νοοτροπία πολυεθνικής. Άλλοι ειδικεύονται σε ένα είδος και άλλοι βγάζουν απ' όλα. Σε μια ανεξάρτητη εταιρεία θέλω να υπάρχει σεβασμός για τη δημιουργία του μουσικού και για το άτομό του. Σε μια ανεξάρτητη μπορεί ο μουσικός να πάρει και κάποιος θα σηκώσει το τηλέφωνο. Μπορεί να του παραπονεθεί γιατί δεν υπάρχει ο δίσκος σε ένα δισκάδικο που τσέκαρε, μέχρι να ρωτήσει πως πάνε π.χ οι πωλήσεις του. Στην πολυεθνική δεν νομίζω ότι σε υπολογίζουν τόσο εκτός αν είσαι ο Νταλάρας.
Με ποιους τρόπους διαφημιζόταν μία νέα κυκλοφορία (πριν το internet);
Υπήρχαν τα μουσικά περιοδικά τα οποία έγραφαν κριτικές, ελάχιστοι σε εφημερίδες, ραδιοφωνικοί παραγωγοί σε διάφορες πόλεις, dj σε μπαράκια της πόλης μας. Κολλούσαμε αφίσες σε δισκάδικα και μπαρ όταν είχαμε νέες κυκλοφορίες.
Πότε ξεκίνησες να χρησιμοποιείς το internet ως μέσο επικοινωνίας της ΑΔΕ και με ποιον τρόπο αρχικά;
Με το mail πρώτα (lazy@magnet.gr ήταν θυμάμαι) που διευκόλυνε την επικοινωνία κυρίως για τα πρόμο. Μετά φτιάξαμε σάιτ της εταιρείας που πλέον δεν υπάρχει και πριν κάποια χρόνια ανέβηκαν όλοι οι δίσκοι και οι κασέτες εδώ. Πάντως δεν προλάβαμε την έκρηξη των σόσιαλ μίντια.
Έκανες προσπάθειες προσέγγισης του πιο mainstream τύπου; Αντίστοιχα, ο πιο mainstream τύπος έδειχνε ενδιαφέρον για θέματα της ανεξάρτητης σκηνής;
Δεν θυμάμαι να κάναμε γιατί ήταν σίγουρο ότι θα μας αγνοούσαν. Αν τους λέγαμε βγάλαμε τους Raining Pleasure, κάντε μια συνέντευξη, δεν θα παίρναμε ούτε απάντηση. Όταν πήγαν στη ΕΜΙ τους ανακάλυψαν όλοι.
Πιστεύεις ότι υπήρχε τάση σνομπισμού από τον ελληνικό τύπο; Αν ναι ποιοι πιστεύεις ότι είναι οι λόγοι; Αν όχι με ποιους τρόπους και ποια περιοδικά (τίτλοι) θυμάσαι να υποστηρίζουν τη σκηνή;
Για τα mainstream περιοδικά η underground σκηνή δεν είχε ενδιαφέρον, δεν ενδιέφερε το τάργκετ γκρουπ τους. Τι να γράψουν, ακούστε Bokomolech και Ziggy Was, είχαν τόσα άλλα ξένα και ελληνικά εμπορικά να παρουσιάσουν. Ούτε οι συγκεκριμένοι θα έδιναν συνέντευξη στο Νίτρο π.χ. Μια φορά μας συμπεριέλαβαν σαν εταιρεία σε ένα από τα άρθρα του στυλ ‘Οι 100 τάδε της Θεσσαλονίκης’, ούτε θυμάμαι σε ποιο. Μια άλλη φορά, στο ξεκίνημα ένας έγραψε ‘αφήστε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν’. Ένας δίσκος πρέπει πρώτα να είναι καλός και μετά ο ακροατής να ακούσει από διάφορες πηγές για αυτόν για να ενδιαφερθεί, μια αναφορά σε μεγάλο έντυπο δεν βοηθάει. Περισσότερο μας βοήθησε ο Ζήλος όταν έβαζε κομμάτια από κυκλοφορίες μας στα cd του περιοδικού Audio.
Ποια πιστεύεις ότι ήταν η συνδρομή του ελληνικού ραδιοφώνου στην διάδοση του underground ήχου;
H πιο σημαντική μαζί με τα μουσικά περιοδικά και τα δισκάδικα. Υπήρχαν διάφοροι παραγωγοί που έπαιζαν ελληνικά στις εκπομπές τους. Και πάλι η ποιότητα του δίσκου αλλά και το "ραδιοφωνικό" κομμάτι μετράει, αλλιώς θα παίξει μια φορά ένα κομμάτι από το cd και μετά θα το ξεχάσει (αν δεν το πουλήσει στα second hand).
Γνωστοί ραδιοφωνικοί παραγωγοί, όπως π.χ. ο Γιάννης Πετρίδης, έπαιζαν τραγούδια από ελληνικές ανεξάρτητες κυκλοφορίες;
Είχα δισκάδικο, δεν προλάβαινα να ακούω δίσκους και δεν άκουγα ραδιόφωνο. Η αίσθησή μου είναι ότι έπαιζαν επιλεγμένα. Ο Πετρίδης σε συζήτησή μας κάποτε είπε "ελληνικό ροκ για μένα είναι μόνο αν έχει ελληνικό στίχο".
Έκανες προσπάθειες προσέγγισης του ξένου τύπου και ραδιοφώνου; Αντίστοιχα, ο ξένος τύπος ή οι ραδιοφωνικοί σταθμοί του εξωτερικού έδειχναν ενδιαφέρον για την ελληνική ανεξάρτητη σκηνή της δεκαετίας του ‘90;
Γράφτηκαν κριτικές λίγων σειρών σε αγγλικά, αμερικάνικα και αυστραλέζικα φανζίν. Και τι έγινε; Χάθηκαν μέσα στις δεκάδες ή και εκατοντάδες του ίδιου τεύχους. Η καριέρα στο εξωτερικό είναι ουτοπία για τα τριτοκοσμικά ροκ γκρουπ. Πόσα γκρουπ ξέρεις από την Ολλανδία των 15 εκατομμυρίων; Τους Nits που είναι σε πολυεθνική, άντε και μια χούφτα ονόματα ακόμα. Οι κριτικές και καμιά ραδιοφωνική μετάδοση είναι για να χαίρονται οι μουσικοί, εμπορικά δεν έχει αποτέλεσμα. Οι Raining Pleasure που ανέφερα πιο πάνω ήταν καλύτεροι από πολλά ξένα, με μεγάλη εταιρεία πίσω τους. Δεν έκαναν τίποτα εκτός συνόρων. Κάποιοι πάνε και κάνουν μερικά λάιβ. Ως εκεί. Οι άγγλοι και οι αμερικάνοι, άντε και λίγο οι σκανδιναβοί είναι οι κυρίαρχοι με τον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό τους, εξάγουν αβέρτα και εισάγουν με το σταγονόμετρο. Ο Πολωνός ακούει REM, δεν ακούει Στέρεο Νόβα.
Χρειάστηκε να συνεργαστείς με κάποια μεγαλύτερη ελληνική ή πολυεθνική εταιρεία για τη διανομή στο εσωτερικό;
Ναι αλλά όχι πολυεθνική. Με την Wipe-Out, την Vea μετά, και τις πιο σημαντικές αργότερα Hitch-Hyke και Κίνηση Ήχου και Εικόνας που φτιάχτηκε για να διανέμει πολλές μικρές, όπως την Λύρα, ΜΒΙ και πολλές ανεξάρτητες.
Σε ποια δισκοπωλεία έδινες δίσκους;
Πριν τη ανάθεση της διανομής δίναμε απευθείας στα κεντρικά δισκοπωλεία Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Μετά η εταιρεία διανομής συνεργαζόταν με περισσότερα και επαρχιακά δισκάδικα. Το ότι συνεργαζόταν με ένα δισκάδικο στην Αλεξανδρούπολη δεν σήμαινε ότι αυτό στόκαρε τους δίσκους μας. Πιο σημαντικό από τη διανομή νομίζω ότι ήταν να μάθει ο υποψήφιος ακροατής ότι βγήκε ο δίσκος. Αν μάθει θα βρει τρόπο να τον παραγγείλει.
Αγόραζαν τους δίσκους ή τους άφηνες παρακαταθήκη;
Όταν τους δίναμε μόνοι μας πάντα παρακαταθήκη. Οι εταιρείες διανομής τους έδιναν ελεύθερα αλλά στο τέλος του μήνα έπαιρναν επιταγή για έναν ή δύο μήνες αργότερα (αδιάφορο αν το μαγαζί τους είχε πουλήσει ή όχι). Αυτό βέβαια τους έκανε πιο διστακτικούς στο στοκάρισμα.
Γινόντουσαν αντίστοιχες εμπορικές συμφωνίες με τα πιο μεγάλα δισκοπωλεία;
Όχι, αυτά είναι προνόμια και μπελάδες των μεγάλων εταιρειών.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο των δισκοπωλείων της εποχής, αναφορικά με την διάδοση ελληνικών underground ακουσμάτων;
Υπήρχαν τα μεγάλα και τα μικρά δισκάδικα. Την κουραστική δουλειά της διάδοσης την έκαναν τα μικρά. Το Metropolis μπορεί να πουλούσε 500 Ξύλινα Σπαθιά και έβγαζε εύκολο χρήμα αλλά Lost Bodies μπορεί να πουλούσε 5 ενώ ένα μικρό δισκάδικο μπορεί να πουλούσε 20 Lost και 10 Σπαθιά. Στο μικρό δισκάδικο σου πρότειναν και αγόραζες κάτι που δεν ήξερες, δεν είχες στο πρόγραμμα να αγοράσεις. Μόλις κάποιο όνομα γίνονταν γνωστό το "εκμεταλλεύονταν" τα μεγάλα δισκάδικα νομίζω. Όπως γίνεται και με τις εταιρείες. Οι μικρές ανακαλύπτουν και οι μεγάλες μετά τα υπογράφουν αφού έχουν δοκιμαστεί και δείξει τις δυνατότητές τους.
Προωθούσουν τις κυκλοφορίες των ανεξάρτητων δισκογραφιών εταιρειών με κάποιο τρόπο;
Τα δισκάδικα εννοείς; Οι ανεξάρτητες κυκλοφορίες είχαν ασήμαντες πωλήσεις για τα μεγάλα δισκάδικα. Προώθηση έπαιζε στα πολυεθνικά άλμπουμ. Θα σου πάρω 1000 κομμάτια Cave αλλά θέλω έκπτωση τόσο και παράταση πληρωμής τόσο.
Υπήρχε συνεργασία με δισκοπωλεία του εξωτερικού;
Όχι.
Που νομίζεις ότι οφείλεται η κάμψη του βινυλίου σε σχέση με το CD; Και γιατί πιστεύεις στην Ελλάδα παρέμεινε το βινύλιο συλλεκτικό ενώ το CD όχι;
Μεγάλη συζήτηση. Το cd είχε προτερήματα όταν εμφανίστηκε. Εύχρηστο, έπαιζε με μιας ο δίσκος, και τα φτηνά player έβγαζαν καλό ήχο. Βέβαια οι μεταφορές των παλιών δίσκων έγιναν άρπα κόλα και τα εξώφυλλα ήταν πρόχειρα. Μετά βγήκαν τα εγγράψιμα cd και το τζάμπα downloading που έκανε τα 18 ευρώ να φαίνονται κλοπή, τουλάχιστον στην Ελλάδα. Νομίζω ότι και το LP και το CD θα περιοριστούν σε πολύ λίγους, το online streaming θα κυριαρχήσει. Τα LP που πουλάνε έξω είναι πάλι οι κλασικοί τίτλοι Dylan και Bowie κ.λπ. Στην Ελλάδα βγαίνουν δίσκοι σε 300 αντίτυπα. Γελοίο νούμερο, μόνο για τους φανατικούς και τους συλλέκτες. Είχα διαβάσει μια δήλωση του Θανάση Παπακωνσταντίνου που έλεγε ότι έξω το cd κρατάει ακόμα. Εγώ έχω ωραίες remastered cd εκδόσεις αγαπημένων μου δίσκων που δεν θα τις αποχωριστώ όσο ζω.
Θεωρείς ότι τα 90s σηματοδοτούν ένα «τέλος εποχής»; Για ποιους λόγους;
Δεν υπάρχουν τέλη εποχής. Τα πράγματα πάντα προχωράνε. Κάποτε δεν υπήρχε ηχογράφηση, μετά ανακαλύφτηκε, βγήκε το βινύλιο, η ηλεκτρική κιθάρα, το hi-fi, το cd, τα προγράμματα ηχογράφησης του κομπιούτερ, η φιλοξενία του ήχου στο ίντερνετ. Οι δίσκοι θα εξαφανιστούν όταν ο κόσμος πάψει να τους χρειάζεται. Η μουσική θα υπάρχει κι ας μην βρίσκεται σε... αυλάκια. Και κάποιο μικρό μέρος της θα ανήκει στο ελληνικό ροκ.
Δες αν θες και στο σάιτ μου.
Σύντομη περιγραφή της Lazy Dog - βασισμένη στην ιστοσελίδα του Μπάμπη Αργυρίου:
Ιδρύθηκε από τον δισκοπώλη και φανζινά Μπάμπη Αργυρίου με έδρα την Θεσσαλονίκη και το πρώτο βινύλιο που κυκλοφόρησε το 1987 ήταν το «Είσοδος Κινδύνου 0°C» των Γκούλαγκ. Ακολούθησαν οι δίσκοι των Όρα Μηδέν, Yo, Ήταν Είναι Και Θα Είναι, Ziggy Was, Middle Fingers και δύο ακόμα κυκλοφορίες των Γκούλαγκ. Το 1994 ο Κώστας Πραντσίδης (Κελί 13), εκδήλωσε την επιθυμία να ασχοληθεί με τα δισκογραφικά και ξεκίνησε η συνεργασία τους. Εκτός από δίσκους ελληνικών συγκροτημάτων επανέκδοσαν σε LP ή CD και δίσκους ξένων, αγαπημένων της εποχής, συγκροτημάτων και καλλιτεχνών, όπως οι The Zounds, 17 Pygmies, The Astronauts, Deep Freeze Mice κ.α.
Οι ηχογραφήσεις των δίσκων γίνονταν σε διάφορα στούντιο, όπως του Νίκου Παπάζογλου, του Παντελή Δεληγιαννίδη και του Γιώργου Μάνιου.
Η διανομή των δίσκων εκτός Θεσσαλονίκης ανατέθηκε διαδοχικά στην Wipe-Out, τη Vea, τη Hitch-Hyke και την Κίνηση Ήχου και Εικόνας. Και όπως έχει δηλώσει ο Μπάμπης Αργυρίου, «Οι πωλήσεις σπάνια μας εξέπλητταν ευχάριστα, καταφέρναμε πάντως να συνεχίζουμε κυκλοφορώντας δίσκους συγκροτημάτων που μας άρεσαν χωρίς τσιγκουνιές στις παραγωγές, τα εξώφυλλα και τα ένθετα».
Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990 κυκλοφόρησε: 29 CD, 20 δίσκους βινυλίου και 1 κασέτα.