Nalyssa Green

Η αγάπη είναι μία. Και εμείς όλοι μαζί ζούμε μέσα της.

Νέος δίσκος υπάρχει, συναυλία (έστω διαδικτυακή) επίσης, δεν είναι αυτά καλές αφορμές για μια συνομιλία; Της Μαριάννας Βασιλείου

Το «Ταξίδι αστρικό» μπήκε σε πολλές λίστες με τα καλύτερα του 2020. Και με αφορμή αυτή τη συνέντευξη, συνειδητοποιώ ότι από τις συνεντεύξεις που έχω κάνει με τις γυναίκες της μουσικής που αγαπάω έλειπε εδώ η Nalyssa Green. Ευτυχώς όχι πια.

Εν πρώτοις, η συνέντευξη αυτή είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία να σε συγχαρώ για το "Antigone’s Traces" της Έλλης Παπακωνσταντίνου, παράσταση που παίχτηκε στην προηγούμενη καραντίνα σε φορμάτ για zoom, με όλες να παίζετε ζωντανά από τα σπίτια σας. Πώς αποφασίσατε αυτό το βήμα;
«Τα Ίχνη της Αντιγόνης» ήταν μια παράσταση που ήδη δουλεύαμε για να παρουσιαστεί κανονικά σε φυσικό χώρο με θεατές, όταν μας έκλεισε ο covid και η πρώτη καραντίνα το Μάρτιο του 2020. Τα αντανακλαστικά της σκηνοθέτιδάς μου και η όρεξη όλων μας να συνεχίσουμε αυτή τη δουλειά, μάς έκαναν από την πρώτη σχεδόν μέρα του lockdown να μεταφερθούμε σε τόπο διαδικτυακό και να αρχίσουμε να πειραματιζόμαστε με ένα νέο και πρωτόγνωρο μέσο. Η διαδικασία ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και πρωτόγνωρη, καθώς κινούμασταν σε αχαρτογράφητα νερά, και ερευνώντας τις δυνατότητες του νέου μέσου και όλες τις πτυχές του κειμένου, σε συνάρτηση με το καινούριο αυτό βίωμα του εγκλεισμού, φτιάξαμε μια ψηφιακή παράσταση αρκετά πειραματική, αλλά και δυνατή για τον θεατή και εμάς, που τη δημιουργούσαμε κάθε βράδυ λάιβ στη «σκηνή» του προσωπικού μας χώρου. Το νέο μέσο είχε τα εμπόδια του, την αστάθεια του, αλλά και όλα αυτά τα πολύτιμα στοιχεία που φέρνει κάτι ολοκαίνουριο στην τέχνη που ήδη ξέρεις. Μπήκαμε σε σπίτια σε όλο τον κόσμο. Καταφέραμε να συναντηθούμε και να συγχρονιστούμε με κόσμο που δε θα βρίσκαμε ποτέ δια ζώσης. Ζήσαμε εμπειρίες άκρως συγκινητικές, καθώς φωτίσαμε ένα εξαιρετικό κείμενο που θίγει θέματα της βαθιάς αίσθησης του να είσαι γυναίκα, και μέσω αυτού συνδεθήκαμε με άτομα που, ακόμα κι αν βρίσκονταν απομονωμένα σε δικιά τους καραντίνα, νιώσαμε ότι ζούμε μια κοινή έντονη εμπειρία. Το έργο αυτό μας ταξίδεψε και στη Ρώμη, όπου ως προσκεκλημένες του Romaeuropa Festival παρουσιάσαμε μια δεύτερη υβριδική εκδοχή της παράστασης, που περιελάμβανε την ψηφιακή εκδοχή σε συνδυασμό με φυσική παρουσία κάποιων από τις περφόρμερ στο θέατρο. Ενώσαμε δηλαδή ψηφιακό και φυσικό κοινό, καθώς και ψηφιακές και φυσικές περφόρμερς. Το πρότζεκτ αυτό είναι ακόμα ενεργό, καθώς ετοιμάζουμε και πράγματα στο μέλλον.

Έχεις δηλώσει ότι η μετάβαση από τον αγγλικό στον ελληνικό στίχο έγινε «σιγά σιγά μέσα στα χρόνια». Έχεις νιώσει αλλαγή στον τρόπο που δημιουργείς και ερμηνεύεις από όταν το γύρισες στον ελληνικό στίχο; Έχεις σκεφτεί να ξαναγυρίσεις στον αγγλικό;
Είναι πολύ διαφορετική η λειτουργία του να δουλεύεις και να εκφέρεις ένα τραγούδι στα αγγλικά απ’ ότι στα ελληνικά. Είναι άλλη η τεχνική. Η ουσία όμως παραμένει η ίδια. Τον ίδιο προσωπικό λόγο και την ίδια αίσθηση ομορφιάς αναζητούσα να δημιουργήσω και με τα αγγλικά και τώρα και με τα ελληνικά. Απλά έχοντας οικειοποιηθεί από την αρχή περισσότερο την αγγλική γλώσσα ως εργαλείο, μου πήρε κάποιο καιρό να εξελιχθώ και να νιώσω άνετα στα ελληνικά. Αλλά όταν το κατέκτησα αυτό, το γεγονός ότι τα ελληνικά είναι η μητρική γλώσσα η δική μου και των περισσότερων ακροατών μου, έκανε την εμπειρία του να μοιράζομαι τα τραγούδια ακόμα πιο έντονη. Δεν το αποκλείω να ξαναγράψω στα αγγλικά, αν και τελευταία δε μου έχει βγει κάτι τέτοιο.

Ήθελα να σε ρωτήσω επίσης για το "Eat me up" από το "The Seed", που είναι πολύ σημαντικό κομμάτι για μένα, το έχω συνδέσει με μια εξαιρετικά πολύτιμη σχέση μου. Ο τρόπος που περιγράφεις τη γυναικεία επιθυμία είναι συγκλονιστικός μέσα στην απλότητά του. Μπορείς να μου πεις λίγα περισσότερα λόγια για το πώς γράφηκε αυτό το τραγούδι;
Γράφτηκε για να μιλήσει για αυτά που κατάλαβες ότι μιλάει. Για τον έρωτα και την επιθυμία. Αυτή που νιώθεις ότι θες να καταβροχθίσεις τον άλλον και να σε καταβροχθίσει και αυτός. Κάνει νύξεις στον αρχετυπικό έρωτα των παραμυθιών, όπου ο βάτραχος γίνεται ο πρίγκιπας και στην πολύ ρεαλιστική στιγμή της επαφής του δέρματος, του ιδρώτα και της σάρκας. Αυτό το ταξίδι που ξεκινάει με ένα φιλί.

Το 2013 είχα δει στα Δημήτρια την «Ψύχωση 4.48» της Άντζελας Μπρούσκου, στην οποία είχες καίριο ρόλο: μουσική, σχεδιασμό ήχου, συμμετοχή στην παράσταση. Με είχε συνταράξει αυτή η παράσταση - θέλεις να μου πεις πώς προέκυψε η συμμετοχή σου σε αυτή;
Αυτή την παράσταση τη νιώθω σαν το πρώτο μου βήμα στο θέατρο της Αθήνας. Είναι πολύ σημαντική στιγμή για μένα. Είναι σα να είναι η τρύπα της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων. Με αυτή την παράσταση ξεκίνησε η πτώση μου στον καινούριο για μένα θαυμαστό κόσμο του θεάτρου. Εκείνο τον καιρό η Άντζελα Μπρούσκου έψαχνε ένα κορίτσι που να παίζει κάποιο περίεργο μουσικό όργανο. Γνώρισε εμένα και το θέρεμίν μου, αρχίσαμε να δουλεύουμε, όλο αυτό πήγε καλά και έγινε η έναρξη για μια μακρά συνεργασία. Με την κυρία Μπρούσκου έχω συνεργαστεί πολλές φορές σε κάποιες από τις αγαπημένες μου δουλειές της μέχρι τώρα πορείας μου.

Επ' αφορμή της προηγούμενης ερώτησης, ποια διαφορά υπάρχει ανάμεσα στο να γράφεις μουσική «κατά παραγγελία» για θεατρικές παραστάσεις και στο να γράφεις μουσική «ελεύθερα» για έναν δίσκο;
Το «κατά παραγγελία» ανοίγει πόρτες σε κόσμους που πιθανόν δε θα ερευνούσα ποτέ. Με έχει κάνει να μάθω και να φτιάξω πράγματα που μόνη μου, στη δισκογραφία μου, δε νομίζω ότι θα άγγιζα. Γιατί πάντα έχει στόχους. Και για να τους πετύχεις πρέπει να βρεις τα μέσα. Να μεταμορφώνεσαι, να εφευρίσκεις, να πειραματίζεσαι. Με βάση το να εξυπηρετήσεις το έργο και το όραμα αυτού που το διευθύνει. Και όλο αυτό προφανώς μέσα από τη δική σου σκοπιά και αισθητική.

Σ' έχω ακούσει να διασκευάζεις υπέροχα το "What is love?" του Haddaway και σκέφτομαι πόσα σπουδαία ποπ κομμάτια βγήκαν τη δεκαετία του '90, ακόμα και αν ήταν one hit wonders. Πώς αποφάσισες να διασκευάσεις αυτό το κομμάτι; Και ποιος καλλιτέχνης ή ποια καλλιτέχνιδα θεωρείς ότι θα της/της ταίριαζε να διασκευάσει κάποιο δικό σου κομμάτι;
Μου αρέσει πολύ να πειράζω hits που όλοι ξέρουμε και αγαπάμε με κάποιον τρόπο και να τα φωτίζω με ένα διαφορετικό φως. Π.χ. το “What is love?” στιχουργικά είναι ένα μελαγχολικό κομμάτι. Με την ενορχήστρωση και τη σύνθεση του, αυτή η μελαγχολία έχει κρυφτεί πίσω από feel good beats και συνολική χορευτική διάθεση. Με ιντρίγκαρε πολύ να το πω ως μελαγχολική μπαλάντα. Το βρήκα ταιριαστό και κάπως αστείο. Παραμένοντας σε διάθεση ταιριαστή και κάπως αστεία, θα ήθελα να πει ο Βασίλης Καρράς το δικό μου “Πάλι καλά” και η Νατάσα Θεοδωρίδου το “Ναι μεν αλλά δεν”.

Ας πάμε τώρα στο «Ταξίδι Αστρικό». Θα έλεγα ότι είναι ένας "εσωτερικός" δίσκος, ένας δίσκος κλειστού χώρου. Δεν έχει την εξωστρέφεια και το αστικό στοιχείο του «Μπλουμ». Αυτό ξεκίνησε ως στόχος ή βγήκε κατά τη δημιουργία των κομματιών;
Βγήκε εντελώς ασυναίσθητα και μάλιστα εγώ δεν το κατάλαβα από μόνη μου, άλλοι άρχισαν να μου το λένε όσο έφτιαχνα το δίσκο και τον μοιραζόμουν με δικούς μου ανθρώπους. Ίσως αυτά τα τραγούδια να είχαν μυριστεί την απομόνωση που ζούμε τώρα. Ίσως να χρειάζονταν μια τέτοια ποιότητα μετά την ανθηρή εξωστρέφεια του «Μπλουμ». Αυτά τα τραγούδια είχαν μια κάποια συνοχή και αυτό το απολαμβάνω όταν μιλάμε για άλμπουμς. Ένα από τα συνεκτικά τους στοιχεία ήταν αυτή η θέαση προς τα μέσα. Ο κλειστός χώρος. Το δωμάτιο. Ή το μυαλό.

Το πολύ όμορφο artwork είναι δουλειά της Κάκιας Κωνσταντινάκη. Συμμετείχες καθόλου σε αυτό (και αν ναι, με ποιον τρόπο;) ή την άφησες ελεύθερη να δουλέψει όπως εκείνη έκρινε;
Με την Κάκια δουλεύουμε πολλά χρόνια μαζί. Δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω που ξεκινάει και σταματάει το δικό μου input, γιατί η διαδικασία μας έχει πάντα συλλογική σκέψη και πολύ brainstorming. Νομίζω όμως ότι αφού έδωσα τη αρχική σκέψη του διαστήματος και των νεφελωμάτων και κάποιες αναφορές, η ιδέα και το στήσιμο ήταν εντελώς δικές της. Παρεμπιπτόντως, η μορφή στο εξώφυλλο είμαι εγώ, το αναφέρω γιατί κάποιοι μου λένε πως δεν το κατάλαβαν.

Υπάρχει ένα υποδόριο λαϊκό στοιχείο, ειδικά στη «Μπλε τροχιά», που θυμίζει λίγο ζεϊμπέκικο. Η σχέση σου με το λαϊκό τραγούδι ποια είναι; Υπάρχει κάποιο λαϊκό τραγούδι που θα ήθελες να διασκευάσεις;
Αγαπώ πολύ το παλιό λαϊκό τραγούδι, με μια ιδιαίτερη λατρεία στη Μαρινέλλα. Έχω διασκευάσει κατά καιρούς διάφορα αγαπημένα μου λαϊκά ή λαϊκότροπα ελληνικά τραγούδια. Το “Κάτω από τη μαρκίζα” π.χ., το λέω από τις πρώτες μου συναυλίες. Αυτή τη στιγμή δεν έχω κάτι κατά νου, αλλά μακάρι να ανοίξουν σύντομα τα λάιβ, να αρχίσω να παίζω με την μπάντα μου ό, τι μας κατεβεί, και γιατί όχι να πούμε και κάνα λαϊκό, να παίξει και το μπουζούκι του ο αγαπημένος μου συμπαίχτης Νίκος Τσώλης.

«Είμαστε πολλοί και είναι μία η αγάπη», τραγουδάς στα «Κοράλλια». Είναι ένα το είδος της αγάπης; Είναι μια η αγάπη, αυτή για τον άνθρωπό μας; Ή είναι μία αγάπη για κάθε άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας;
Η αγάπη είναι μία. Και εμείς όλοι μαζί ζούμε μέσα της. Η αγάπη δεν κόβεται σε κομμάτια, δε μοιράζεται. Δε λέει πάρε εσύ το χέρι μου, πάρε εσύ το πόδι μου. Είναι ολόκληρη. Αν δώσεις σε κάποιον αγάπη, δε σημαίνει ότι τη στερείς από κάποιον άλλον. Κανείς δεν είναι κανενός και όλοι είμαστε ένα.

Το «Μη με ξεχάσεις» με συγκίνησε βαθύτατα, καθώς η εικόνα με τα λουλούδια που καλύπτουν τον νεκρό μου έφερε κατευθείαν στο νου τον πατέρα μου, που τον έχασα πρόσφατα, στο φέρετρο. Ίσως να κάνω λάθος γιατί είμαι επηρεασμένη από αυτό, αλλά νιώθω ότι ο θάνατος είναι ένα στοιχείο που διαπερνάει αυτό το δίσκο. Είναι όντως έτσι ή είναι δική μου ερμηνεία αυτή; Σε κάθε περίπτωση, υπήρξε κάποια «θεματική» για το δίσκο αυτό, και αν ναι, ποιά ήταν αυτή;
Αυτός ο δίσκος είναι ένας χωρισμός. Κάθε χωρισμός είναι ένας θάνατος.

Ποια είναι τα σχέδιά σου μετά την κυκλοφορία του δίσκου - βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ειδικά δεδομένου ότι συναυλίες δεν προβλέπονται, τουλάχιστον στα κοντά;

Έχουμε αρχίσει να κάνουμε κάποιες διαδικτυακές συναυλίες με τη συνοδοιπόρο μου Δεσποινίς Τρίχρωμη. Θα κάνουμε σύντομα και άλλες με διάφορους καλεσμένους. Μακροπρόθεσμα εύχομαι να ανοίξει όσο πιο σύντομα η ζωή μας ξανά. Να ξανασυναντηθούμε σε ανοιχτωσιές και στριμωξίδια. Στις συναυλίες. Αχ, οι συναυλίες. Ελπίζω όταν επανέλθουν οι συναυλίες να κάνω όσες περισσότερες μπορώ, να ταξιδέψω όσο πιο πολύ μπορώ. Ελπίζω να θυμόμαστε όλοι πώς γίνεται αυτό.

Φωτογραφίες - Ειρήνη Παπαβασιλείου