Notowns

Βασικός σκοπός μας είναι να κάνουμε τον ακροατή να χορέψει!

To 'ποστ" στο πανκ διαρκεί πλέον πάνω από σαράντα χρόνια. Και στην δική μας γωνιά του κόσμου. Της Μαριάννας Βασιλείου

Χορέψτε γιατί χανόμαστε – αυτή είναι η αίσθηση που σου βγάζει η ακρόαση του “Joyride”, το ίδιο και η συνέντευξη που ακολουθεί. Πολλώ δε μάλλον στην επερχόμενη παρουσίαση του δίσκου στη Death Disco στις 2 Ιουνίου – περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Θα ήθελα να συστηθείτε πρώτα και να μας πείτε λίγα λόγια για τη δημιουργία σας ως ντουέτο μέσα στην καραντίνα και την μετέπειτα εξέλιξή σας σε τρίο. Ποιο είναι δηλαδή το βιογραφικό σας, με άλλα λόγια;

Οι Notowns είμαστε τρεις: Παναγιώτης (φωνητικά), Γιώργος (Μπάσο, synths), Κώστας (κιθάρα). Όλα ξεκίνησαν μέσα στην καραντίνα, όταν ο Γιώργος μου έστειλε (σ.σ. του Παναγιώτη) κάποιο υλικό που είχε γράψει. Ενθουσιάστηκα αμέσως και είπαμε να κάνουμε κάτι με αυτό. Στη συνέχεια κάναμε διάφορα sessions με φίλους και δοκιμάσαμε διάφορα πράγματα με την ενορχήστρωση και τον ήχο μας, ώσπου ήρθε ο Κώστας και κλείσαμε σαν ομάδα, αλλά και σαν κατεύθυνση.

Γιατί είστε «μια πολύ εθιστική κακή συνήθεια», κατά δήλωσή σας; Με ποιο κριτήριο είναι κακή συνήθεια η ενασχόληση με τη μουσική;

Αν και αυτή η δήλωση έχει μια δόση αυτοσαρκασμού περισσότερο, κρύβει και μια αλήθεια. Η ενασχόληση με τη μουσική στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται – σχεδόν πάντα – ως χόμπυ. Ειδικά συγκροτήματα της εναλλακτικής σκηνής θα πρέπει να χαλάσουν αρκετό χρόνο και χρήμα για να φτάσουν σε κάποιο επίπεδο, ενώ σπάνια θα δουν κάποιο οικονομικό αντίκρισμα από αυτό. Οπότε είναι μια διαδικασία που σου παίρνει πολλά, αλλά σου προσφέρει μεγάλη ευχαρίστηση, όπως όλες οι κακές συνήθειες.

Ποιά είναι η δημιουργική διαδικασία που ακολουθείτε όταν δημιουργείτε μουσική; Ξεκινάτε από τον ήχο και γράφετε στίχους που να δένουν με αυτόν; Το αντίστροφο; Ή κάτι τελείως διαφορετικό;

Σχεδόν πάντα ξεκινάμε από το ρυθμό. Συνήθως είναι μια μπασογραμμή, πολλές φορές όμως μπορεί να είναι απλά ένας ρυθμός στο drum machine που μας έχει κολλήσει. Μετά προσθέτουμε τα πιο μελωδικά κομμάτια. Οι στίχοι έρχονται στο τέλος γιατί θέλουμε το κομμάτι να μας δείξει το δρόμο από μόνο του κατά κάποιο τρόπο.

Προτιμάτε το στούντιο ή τα live; Και για ποιο λόγο;

Και τα δύο τα αγαπάμε το ίδιο. Το μεν στούντιο είναι ο χώρος που δημιουργείς, πειραματίζεσαι, εξελίσσεις τον ήχο σου. Στα live έχεις την ευκαιρία να παρουσιάσεις το αποτέλεσμα, να το μοιραστείς άμεσα με άλλους ανθρώπους και να περάσεις καλά!

Αν μπορούσατε να στήσετε το φεστιβαλικό line up των ονείρων σας, ποιο θα ήταν αυτό; Δεν υπάρχει κανένας απολύτως χρονικός και χωρικός περιορισμός.

Χμμ, εδώ θα μπορούσαμε να γράφουμε για πάντα! Ενδεικτικά θα λέγαμε ένα φεστιβάλ στη Hacienda ή στο Factory με μπάντες όπως οι Magazine, oι Fall, οι Ηappy Mondays, οι Carter USM και οι Human League.

Ας πάμε τώρα στον δίσκο. Αυτό που παρατήρησα και μου άρεσε ιδιαίτερα είναι η επιμονή στον ρυθμό. Μπορούσα να τον χορέψω από την αρχή ως το τέλος. Ήταν κάτι που το επιδιώξατε ή αναδύθηκε κατά τη δημιουργία των τραγουδιών;

Όπως είπαμε παραπάνω, η σύνθεση των κομματιών μας βασίζεται πρώτα στον ρυθμό, όλα ξεκινάνε από αυτόν και μετά χτίζουμε πάνω του. Οπότε σίγουρα είναι κάτι που επιδιώκουμε και το θεωρούμε το βασικότερο συστατικό στη μουσική μας. Βασικός σκοπός μας είναι να κάνουμε τον ακροατή να κουνηθεί, να χορέψει.

Αν και σύντομο το άλμπουμ, τα κομμάτια καθαυτά είναι αρκετά πυκνά. Ο δίσκος φτιάχτηκε με προοπτική για να ακούγεται ολόκληρος ή ως ένα σύνολο «μεμονωμένων», ας μου επιτραπεί ο χαρακτηρισμός, τραγουδιών;

Πίσω από τον δίσκο υπάρχει ένα κόνσεπτ, μια ραχοκοκκαλιά ας πούμε. Στο μυαλό μας είναι ένα 24ωρο στην Αθήνα, θα μπορούσε βέβαια να είναι και σε οποιαδήποτε άλλη πόλη.

Τι μουσικές ακούγατε κατά την ηχογράφηση και πώς θεωρείτε ότι συνέβαλαν αυτές στη δημιουργία της;

Η αλήθεια είναι ότι περάσαμε πολλές ώρες στο studio, οπότε από τα ηχεία έκαναν παρέλαση διάφορες μουσικές, από punk και dub μέχρι italo disco. Δεν ξέρω κατά πόσο μας επηρέασαν υποσυνείδητα στην ηχογράφηση, αλλά σίγουρα μας έδωσαν κάποιες ιδέες για την παραγωγή.

Βλέπω ότι αναλάβατε και τη μίξη και την παραγωγή του άλμπουμ - πόσο εύκολο είναι ως δημιουργοί να «αποστασιοποιείστε» από το έργο σας για να αποκτήσετε την τρίτη ματιά που απαιτεί (την απαιτεί όντως άραγε;) η μίξη και/ή η παραγωγή;

Αυτή ακριβώς η αποστασιοποίηση ήταν που θέλαμε να αποφύγουμε, για αυτό κάναμε την παραγωγή μόνοι μας. Δοκιμάσαμε να φτιάξουμε έναν δίσκο που θα ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος δικός μας, που θα πήγαινε τον ήχο μας ακριβώς εκεί που θέλουμε εμείς. Το αποτέλεσμα – στα αυτιά μας τουλάχιστον – μας δικαίωσε. Ίσως ένας παραγωγός έκανε μια πιο επαγγελματική δουλειά, αλλά τότε θα μιλάγαμε για έναν εντελώς διαφορετικό δίσκο.

Η εισαγωγή του "Joyride" αφήνει απόηχους από το «Τι να σου προσφέρω» των 2002 GR - και αυτό το λέω ως ένα πολύ ειλικρινές κοπλιμέντο. Συνειδητή επιλογή ή όχι; 

Αν και οι 2002 GR ήταν για μένα (Παναγιώτης) το πρώτο group που άκουγα μανιωδώς στην τρυφερή ηλικία των 6-7 χρονών, δεν ήταν μια συνειδητή επιλογή. Το κομμάτι άλλωστε το έχει συνθέσει ο Γιώργος. Ωστόσο σε ένα παράλληλο σύμπαν θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ήταν ένα δάνειο που ξεπληρώθηκε.

Υπάρχει κάποια ιστορία που μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας από τα βίντεο κλιπ του "Beware" και του "Heatwave";

Στην ουσία θέλαμε να κάνουμε κάτι βάση των δυνατοτήτων μας, μιας και δεν υπήρχαν ούτε οι πόροι ούτε ο χρόνος για μια μεγαλύτερη παραγωγή. Οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε ένα κολλάζ εικόνων. Ήταν μια αρκετά δημιουργική και ευχάριστη διαδικασία, με πολύ γέλιο σε κάποιες στιγμές. Το “Beware” στην ουσία είναι μια οπτικοποίηση των στίχων. Στο “Heatwave” θέλαμε να δείξουμε αυτή την πλευρά των ‘80ς στην Ελλάδα. Οι ντίσκο, ο κόσμος, και κυρίως ο χορός! Άλλωστε και το τραγούδι μιλάει για nightclubbing… Συνήθως βλέπουμε μια φαντεζί, στυλιζαρισμένη εκδοχή της εποχής που περνάει από τα περισσότερα μέσα σήμερα.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας - μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα;

Τα βραχυπρόθεσμα σχέδια μας είναι να κάνουμε κάποια live το επόμενο διάστημα. Ξεκινάμε με το πρώτο μας live - παρουσίαση δίσκου στις 2/6 στο Death Disco και από εκεί και πέρα θα ακολουθήσουν και άλλα εκτός Αθηνών. Παράλληλα δουλεύουμε ήδη το υλικό για το δεύτερο άλμπουμ μας. Δεν υπάρχει κάποιο μακροπρόθεσμο σχέδιο, πέραν του ότι θέλουμε να συνεχίσουμε να γράφουμε και να παίζουμε μουσική όπως μας αρέσει. Άλλωστε είναι για μας ο βασικότερος τρόπος έκφρασης και αποσυμπίεσης στην δύσκολη εποχή που διανύουμε.